Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2019

"Η Καταναλώτρια" (της Γαλάτεια Γρηγοριάδου Σουρέλη)

Δεν ξέρω αλήθεια, πόσο προχώρησε το φεμινιστικό κίνημα. Εκείνο που ξέρω, είναι πως ξαφνικά η γυναίκα εμφανίζεται στον αιώνα μας σαν η σοβαρότερη καταναλώτρια. Οι διαφημιστές σε αυτήν κυρίως αποτείνονται. Και το περίεργο είναι πως όχι μόνο για το υπεραυτόματο πλυντήριο που θα την ξεκουράσει ούτε μόνο για τα ρουχαλάκια του παιδιού ή τα είδη γάλακτος για το μωρό, αλλά και για τα προσωπικά είδη του άντρα σ’ αυτήν αποτείνονται.
Και είναι πια κοινό μυστικό πως της φόρτωσε η σημερινή μας κοινωνία και μια ευθύνη ακόμα. Να φροντίζει πριν απ’ όλους για όλους. Γι’ αυτό και ευθύνεται για τον «υπερκαταναλωτισμό» την καινούρια και φοβερά επικίνδυνη αρρώστια της εποχής μας. Μα ας δούμε την προϊστορία του θέματος.

Θυμάμαι, λοιπόν, τον πατέρα μου που σαν με έβλεπε να τρώγω με συμβούλευε: «Φάε και ψωμί, παιδί μου. Δεν χορταίνει ο άνθρωπος μόνο με κρέας»! Σήμερα ο γονιός τραβάει τη φρατζόλα μπροστά από το παιδί του, του κόβει μια φετούλα και λέει: «Μη γεμίζεις την κοιλιά σου με ψωμιά. Φάε σκέτο το κρέας σου». Βλέπετε όπως κι εγώ τη διαφορά σκέψης ανάμεσα στο τόσο κοντινό χτες και στο σήμερα. Και μια που κουβεντιάζουμε για το κρέας. Μήπως θυμάσαι πόσες φορές τη βδομάδα είχαμε κρέας στα σπίτια μας; Συνήθως Κυριακή και Πέμπτη. Την Κυριακή θυμάσαι πώς περιμέναμε το ροσμπίφ που μοσχομύριζε ή τη μπριζόλα με τα πατατάκια; Την Πέμπτη είχαμε κιμά. Ακόμα έχω τη γεύση της μακαρονάδας με κιμά ή των κεφτέδων. Θυμάσαι πώς το λαδερό το εκτιμούσαμε πολύ. Το χειμώνα η φασολάδα με τις ελιές μας ζέσταινε. Και τα χορταρικά της ελληνικής γης, τα φασολάκια, τα κολοκυθάκια, οι μελιτζάνες μας συντηρούσανε το καλοκαίρι. Τα ανόρεχτα παιδιά ήταν σπάνιο φαινόμενο. Τα τρέχαμε στο γιατρό γιατί σίγουρα τα δόλια ήταν άρρωστα. Θυμάσαι με τι βουλιμία τρώγαμε το δειλινό το βρεγμένο ψωμί με τη ζάχαρη ριγμένη απάνω στη φέτα, ή στην καλύτερη περίπτωση ψωμί με μαρμελάδα.
Το Σάββατο η μητέρα έφτιαχνε ένα κέικ που την Κυριακή μας το μοίραζε δίκαια. Όχι, δεν μοίραζε όλο το κέικ. Από ένα κομμάτι τρώγαμε. Το υπόλοιπο το έκρυβε, το κλείδωνε εκεί που κλείδωνε και τις μαρμελάδες. Το κλειδί το κουβαλούσε μαζί της πάντα. Σήμερα το κρέας έχει γίνει η βάση του διαιτολογίου μας. Όταν μάλιστα σου είπε ο γιατρός πως βλάπτει το πολύ κρέας, εσύ κλονίστηκες. Αναρωτήθηκες απελπισμένη με τι άλλο μπορείς να συντηρήσεις την οικογένειά σου, μια και τα όσπρια μας πειράζουν. Βλέπεις, μεταξένιο έχει γίνει το εντεράκι μας, άσε που τα παιδιά μας δεν τρώνε τα λαδερά.Γιατί καταφέραμε να μη νοιώθουν τα παιδιά καμία επιθυμία φαγητού, να μην ξέρουν το φυσιολογικό αίσθημα της πείνας! Τώρα δεν κλειδώνουμε πια τα γλυκά μας. Στο βάζο ζαχαρώνουν. Και το κέικ που αγοράσαμε από το γειτονικό ζαχαροπλαστείο ξεραίνεται και πετιέται στο σκουπιδοτενεκέ. Ο κορεσμός έχει μπει στην ψυχολογία της νεολαίας κι εμείς προσπαθούμε όλο και με καινούρια αγαθά να της κεντρούμε το ενδιαφέρον. Η εποχή μας κατέβασε είδωλα από το βάθρο τους κι έβαλε ένα καινούριο είδωλο εκεί. Το είδωλο «Παιδί». Κι εμείς θυσιάζουμε σ’ αυτό λογική και τα πάντα.

Έτσι μπήκαμε στην υπερκατανάλωση. Το ιστορικό μας, που γι’ αυτό μιλήσαμε από την αρχή, επιβαρημένο από στερήσεις χρόνων, από αναμνήσεις κατοχής, με γονείς που το αναγκαίο το θεωρούσαν πολυτέλεια, επιβαρημένο από δικές μας ανεκπλήρωτες επιθυμίες, αντανακλά στο παιδί μας. Το παιδί μας που μια και δεν είναι κουτό είτε βολεύεται με αυτά που του προσφέρουμε και απαιτεί κι άλλα κι άλλα ή αντιδρά βίαια και γίνεται αρνητής της κοινωνίας. Ξεκινά να γίνει αρνητής της καταναλωτικής κοινωνίας -οι χίπις, εύγλωττο παράδειγμα- μα επειδή τα νιάτα δεν γνωρίζουν το μέτρο, προχωρούν στον αναρχισμό.

Αγαπητή φίλη καταναλώτρια,

Η καινούρια παιδαγωγική λέει πως αν το παιδί σου ζητήσει μία σοκολάτα και μία τσίχλα, να του πάρεις μόνο το ένα από τα δύο. Αυτό ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση του σπιτιού σου.

Έτσι θα μπορεί η μητέρα και αύριο να προσφέρει κάτι στο παιδί. Αλλά και για άλλο ένα σοβαρό λόγο. Να μάθει το παιδί την ύπαρξη του ΟΧΙ. Που η ζωή θα του λέει αύριο συχνότερε από το ΝΑΙ. Και η προετοιμασία και η παραδοχή πως υπάρχει και ΟΧΙ στη ζωή, ξεκινάει από το σπίτι.

Οι παιδαγωγοί μάλιστα προσθέτουν πως το παιδί χρειάζεται αυτό το ΟΧΙ. Νοιώθει ασφάλεια όταν το συναντά. Στη διερεύνηση που κάνει για να μάθει τις προθέσεις μας και την αντοχή μας, σταματά στο ΟΧΙ όπως σταματά στους τοίχους του σπιτιού του. Και νοιώθει ασφαλισμένο με τοίχους και στέγη ολόγυρα.

Η υπερκατανάλωση, που την παραδεχτήκαμε σαν τρόπο ζωής, κατάλαβέ το, απειλεί την ψυχική υγεία τού παιδιού σου και κινδυνεύει η επόμενη γενιά, το εγγόνι σου δηλαδή, να στερηθεί βασικά πράγματα.

Το να διαθέτεις ασυλλόγιστα τον οικονομικό σου προϋπολογισμό για αγορές όχι χρειαζούμενες, αγορές που η καταναλωτική κοινωνία σε έπεισε πως σου είναι εντελώς απαραίτητες, θα αναγκάσει εσένα και τον άντρα σου να δουλέψετε περισσότερο, θα σας πάρει χρόνο πολύτιμο από την ξεκούρασή σας. Θα μηδενίσει την επαφή με τα παιδιά σας. Θα σας στεγνώσει σαν άτομα. Θα σας μετατρέψει εσένα τη Μητέρα σε στεγνό ρομπότ.

Αγαπητή φίλη καταναλώτρια,

Σου δόθηκε το δικαίωμα να αποφασίζεις για το τι χρειάζεται το σπίτι σου. Ανάλαβε την ευθύνη να αποφασίζεις σωστά.

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019

Πώς να αντιμετωπίσω την αμαρτωλότητά μου; (Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom (†))

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πολύ συχνά, θέτουμε στὸν ἑαυτό μας καὶ μεταξύ μας ἕνα πολὺ βασανιστικὸ ἐρώτημα. Πῶς μπορῶ νὰ ἀντιμετωπίσω τὴν ἁμαρτωλὴ μου κατάσταση; Τὶ μπορῶ νὰ κάνω; Δὲν μπορῶ νὰ ἀποφύγω τὴν διάπραξη ἁμαρτημάτων, μόνο ὁ Χριστὸς ἄλλωστε ἦταν ἀναμάρτητος. Καὶ δὲν μπορῶ καὶ ἐξακολουθῶ νὰ διαπράττω ἁμαρτήματα, ἐξαιτίας τῆς ἔλλειψης ἀποφασιστικότητας, θάρρους, ἱκανότητας γιὰ ἀληθινὴ μετάνοια ἤ ἐξαιτίας τῆς γενικότερης ἁμαρτωλῆς κατάστασης ἡ ὁποία κυριαρχεῖ στὸν ἐσωτερικό μου κόσμο. Τὶ ὰπομένει λοιπὸν σὲ μένα; Βασανίζομαι, παλεύω ἀπεγνωσμένα ὅπως ἕνας ἄνθρωπος τὴν ὥρα ποὺ πνίγεται καὶ δὲν βλέπω λύση.

Κάποτε γι αὐτὸ τὸ θέμα ἕνας Ρῶσος στάρετς, ἕνας ἀπὸ τοὺς τελευταἰους γέροντες τῆς μονῆς τῆς Ὄπτινα, εἶπε, σ’ ἕναν ἐπισκέπτη του: Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρίς νὰ ἁμαρτήσει καὶ ἐλάχιστοι γνωρίζουν πώς νὰ μετανοοῦν κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ λευκανθοῦν οἱ ἁμαρτίες τους. Ὑπάρχει ὅμως ἕνα πράγμα τὸ ὁποίο ὅλοι μποροῦμε νὰ κάνουμε: Ὅταν δὲν μποροῦμε οὔτε τὴν ἁμαρτία νὰ ἀποφύγουμε, οὔτε νὰ μετανοήσουμε ἀληθινά, μποροῦμε τότε νὰ βαστάζουμε τὸ φορτίο της, νὰ τὸ ὑποφέρουμε ὑπομονετικά, μὲ πόνο, χωρίς νὰ κάνουμε ὁτιδήποτε γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὸν πόνο καὶ τὴν ἀγωνία ποὺ προξενεῖ, νὰ τὴν ὑποφέρουμε ὅπως κάποιος θὰ ὑπέφερε τὸ βάρος ἑνὸς σταυροῦ. Ὄχι βέβαια τὸ σταυρό τοῦ Κυρίου, οὔτε τὸ σταυρὸ τῶν ἀληθινῶν μαθητῶν του, ἀλλὰ τὸ σταυρὸ τοῦ ληστῆ ποὺ εἶχε σταυρωθεῖ δίπλα Του. Δὲν εἶπε ὁ ληστὴς αὐτὸς στὸν ἄλλο ληστὴ ποὺ βλασφημοῦσε τὸν Κύριο: Ἐμεῖς ὑποφέρουμε ἐπειδή ἔχουμε διαπράξει ἐγκλήματα. Αὐτὸς ὑποφέρει παρόλο ποὺ εἶναι ἀναμάρτητος. Καὶ σὲ αὐτὸν ὁ Χριστὸς εἶπε: «Σήμερα θὰ εἶσαι στὸν παράδεισο μαζί Μου…», ἐπειδὴ εἶχε ἀποδεχτεῖ τὴν τιμωρία, τὸν πόνο, τὴν ἀγωνία καὶ τὶς συνέπειες πραγματικὰ τοῦ κακοῦ ποὺ εἶχε διαπράξει μὲ τὸ νὰ ἦταν αὐτὸς ποὺ ἦταν.

Θυμᾶμαι ἐπίσης ἀπὸ τὴ ζωὴ ἑνὸς ἱερέα, τὴν ἱστορία ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ εἶχε ἔρθει σ’ αὐτὸν καὶ τοῦ εἶχε πεῖ ὅτι ὅλη ἡ ζωὴ του μέχρι τότε ἦταν ἁμαρτωλή, ἀκάθαρτη καὶ ἀνάξια τόσο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅσο καὶ ἐνώπιον τοῦ ἴδιου. Καὶ κατόπιν εἶχε μετανοήσει, εἶχε ἀπορρίψει καὶ ἀποστραφεῖ ὅλο τὸ κακὸ ποὺ εἶχε κάνει, ἐν τούτοις ὅμως, βρισκόταν ἀκόμη κάτω ὑπό τὴν ἐπήρεια τῶν ἴδιων ἁμαρτημάτων. Καὶ ὁ ἱερέας τοῦ εἶπε: «Ὑπῆρχε μιὰ περίοδος τῆς ζωῆς σου ποὺ ἔτρωγες σκυμμένος πάνω στὶς λάσπες ὅλες αὐτές τὶς ἀκαθαρσίες μὲ μεγάλη ἱκανοποίηση. Τώρα κατανόησες ότι πρόκειται γιὰ ἀκαθαρσίες καὶ νοιώθεις τρόμο, ἀηδία καὶ ὅτι πνίγεσαι μὲ αὐτές. Θεώρησε λοιπὸν ὅτι αὐτὴ εἶναι ἀνταμοιβή σου γιὰ τὸ κακὸ σου παρελθόν καὶ ὑπέμεινε . . .».

Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ ὅλοι μας μποροῦμε νὰ κάνουμε. Νὰ ὑπομένουμε τὶς συνέπειες, τὴν ὑποδούλωση ποὺ εἶναι δική μας, ὑπομονετικά, ταπεινά, μὲ συντετριμμένη τὴν καρδιά καὶ ὄχι μὲ ἀδιαφορία, οὔτε καὶ μὲ τὴν λογικὴ ὅτι ἐφόσον εἴμαστε ἐγκαταλελειμμένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τότε γιατί νὰ μὴν ἁμαρτάνουμε; Ἀλλὰ ἐκλαμβάνοντας τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρισκόμαστε ὡς θεραπευτικὴ ἐπίγνωση τοῦ τὶ εἶναι ἁμαρτία, τὶ μᾶς προξενεῖ, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴ φρίκη ποὺ αὐτὴ περικλείει. Καὶ ἐάν ἀντέξουμε ὑπομονετικά, θὰ ἔρθει μιὰ μέρα ποὺ ἡ ἐσωτερική μας ἀποστροφή πρὸς τὴν ἁμαρτία θὰ φέρει καρπούς καὶ θὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπ’ αὐτή.

Ἔτσι, ἄν μποροῦμε, μὲ κάθε τρόπο, ἄς ἀποφύγουμε τὴν ἁμαρτία σὲ ὅλες της τὶς μορφές, ἀκόμη κι ἐκεῖνα τὰ ἁμαρτήματα ποὺ φαίνονται τόσο ἀσήμαντα, γιατὶ μὴν ξεχνοῦμε ὅτι σ’ ἕνα φράγμα νεροῦ ἡ παραμικρὴ ρωγμὴ του ἀργά ἤ γρήγορα θὰ ὁδηγήσει στὴν ἔκρηξη καὶ διάλυσή του. Ἐὰν μποροῦμε, ἄς μετανοήσουμε ἀληθινὰ, ἄς ἀποστραφοῦμε τὸ ἁμαρτωλὸ παρελθὸν μας μ’ ἕναν ἠρωϊκὸ καὶ ἀποφασιστικὸ τρόπο. Ἀλλὰ ἐὰν δὲν μποροῦμε τίποτα ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο, τότε ἄς σηκώσουμε ὑπομονετικὰ καὶ μὲ ταπεινοφροσύνη ὅλο τὸν πόνο καὶ ὅλες τὶς συνέπειες αὐτῆς τῆς ἀδυναμίας. Καὶ αὐτὴ ἡ στάση μας μιὰ μέρα θὰ ληφθεῖ ὑπόψη ἀπό τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος σὲ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα τῶν Ἀγγέλων του γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ Μωϋσῆ, «Γιὰ πόσο διάστημα ἀκόμη θὰ ἀνέχεσαι τὶς ἁμαρτίες τους», ἀπάντησε: «Θὰ τοὺς ἀρνηθῶ ὅταν τὸ μέτρο τῶν ἁμαρτιῶν τους ὑπερβεῖ τὸ μέγεθος τῶν βασάνων τους».

Ὡς ἐκ τούτου, ἄς ἀποδεχθοῦμε τὸν πόνο σὰν ἕνα πόνο λυτρωτικό, ἀκόμα κι ἄν δὲν μποροῦμε νὰ τὸν προσφέρουμε σὰν ἕνα καθαρό, ἀκηλίδωτο πόνο. Ἀμήν.

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

Για να αρέσουμε στον Θεό (Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμία)

1. Ἀγαπητοί μου, σᾶς εὔχομαι νά ζεῖτε ὡραῖα καί εὐχάριστα, χωρίς ταραχές καί ἐνοχές. Καί αὐτή τήν ὄμορφη ζωή τήν ζεῖ κανείς μέ τόν Θεό. Γιατί ἔχουμε γίνει γιά τόν Θεό. Ὅπως τό ψάρι ἔγινε γιά νά κολυμπάει στό νερό καί ὅπως τό πουλάκι ἔγινε γιά νά πετάει στόν ἀέρα, ἔτσι καί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι γίναμε γιά τόν Θεό. Σπαρταράει τό ψάρι ἔξω ἀπό τήν θάλασσα, ἔστω καί ἄν εἶναι σέ χρυσαφένια ἀμμουδιά ἤ σέ βελουδένιο κρεββάτι. Ὅπως λοιπόν τό φυσικό στοιχεῖο γιά τό ψάρι εἶναι τό νερό, ἔτσι καί γιά τόν ἄνθρωπο τό φυσικό καί τό νορμάλ εἶναι νά ζεῖ μέ τόν Θεό. Ἄνθρωπος πού δέν βρῆκε τόν Θεό, εἶναι στ᾽ ἀλήθεια ἀξιολύπητος. Γι᾽ αὐτό καί πρέπει νά τόν συμπαθοῦμε σέ ὅ,τι κάνει καί λέγει, γιατί δέν ἔχει Θεό μέσα του.
2. Σεῖς ὅμως, ἀγαπητοί μου, πιστεύετε στόν Θεό, γιατί αὐτό τό πήρατε σάν προῖκα ἱερή ἀπό τούς γονεῖς σας καί τούς παπποῦδες σας. Ἀλλά τήν πίστη μας στό Θεό πρέπει νά τήν ζοῦμε, πρέπει νά τήν γευόμαστε καί νά τήν γλυκαινόμαστε καί νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά πεθάνουμε γι᾽ αὐτήν, ἄν τό καλέσουν οἱ καιροί. Στό φυλλάδιό μου λοιπόν αὐτό θέλω νά σᾶς πῶ τρία-τέσσερα πράγματα, γιά νά ζοῦμε καί νά χαιρόμαστε τήν πίστη μας. Καί κατά πρῶτον, ἀδελφοί μου, θά σᾶς πῶ νά προσεύχεστε. Νά λέτε τό «Πάτερ ἡμῶν», γιατί εἶναι ἐντολή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μας νά λέγουμε τήν προσευχή αὐτή, ὅπως καί πάλι μιά φορά τήν ἡμέρα – τόβράδυκατάπροτίμηση – νά λέτε τό «Πιστεύω». Καί ὅταν, ὁποιαδήποτε ὥρα, βρίσκετε ἕνα μικρό περιθώριο, νά προσεύχεστε. Νά προσεύχεστε ἤρεμα, γλυκά καί ἁπαλά, μέ δικά σας λόγια καί νά λέτε στό Θεό ὅ,τι θέλετε. Σάν τό μικρό παιδί πού λέει στόν πατέρα του «θέλω καραμέλες»! Ἀπό τήν προσευχή σας ὅμως νά μήν ἀπουσιάζει ἡ Παναγία. Ἔχει μεγάλη δύναμη ἡ προσευχή στήν Παναγία. Πολύ ὡραία προσευχή στήν Παναγία εἶναι οἱ Χαρετισμοί. Κάνετε, ἀγαπητοί μου, ἀρχή νά διαβάζετε ἔστω καί λίγο μόνο ἀπό τούς Χαιρετισμούς κάθε μέρα καί θά νοιώσετε μιά ἰδιαίτερη χάρη. Ὅλα τά προβλήματά μας νά τά λέμε στήν Παναγία. Πόσο ὡραῖο εἶναι τό θέαμα ἡ μάνα καί ὁ πατέρας νά προσεύχονται γιά τά παιδιά τους!

3. Σᾶς παρακαλῶ, ὦ βαπτισμένοι χριστιανοί, νά κάνετε ἀρχή καί νά βάλετε πρόγραμμα νά πηγαίνετε γιά νά γεύεστε τήν καλύτερη προσευχή πού κάνει ἡ Ἐκκλησία μας κάθε Κυριακή. Τήν προσευχή αὐτή τήν λένε Θεία Λειτουργία. Νά τιμᾶτε, καλοί μου, τήν Κυριακή ἡμέρα. Τήν λέμε «Κυριακή», γιατί εἶναι τοῦ Κυρίου ἡ ἡμέρα αὐτή. Καί τιμή στήν Κυριακή ἡμέρα εἶναι νά πηγαίνετε στήν Ἐκκλησία γιά νά λειτουργηθεῖτε. Παλαιά, ὅταν κάποιον δέν πήγαινε στήν Θεία Λειτουργία τήν Κυριακή, τόν ἔλεγαν «ἀλειτούργητο»! Καί ἐθεωρεῖτο αὐτό ἡ χειρότερη βρισιά. «Τόν ἀλειτούργητο θά πάρεις, παιδάκι μου;», ἔλεγε ἡ γιαγιά στήν ἐγγονή της. «Τί προκοπή θά κάνεις μέ τόν ἀλειτούργητο;».

4. Κοντά στά παραπάνω σᾶς συμβουλεύω, ἀγαπητοί μου, νά διαβάζετε βιβλία πού λένε γιά τήν πίστη μας. Πρέπει νά μάθουμε τό τί πιστεύουμε. Καί πάνω ἀπό ὅλα τά βιβλία, πού φαίνονται ὅτι λένε γιά τόν Θεό, νά διαβάζετε τό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί τούς βίους τῶν ἁγίων μας. Αὐτά εἶναι τά καλύτερα ἀπ᾽ ὅλα, γιατί δέν εἶναι ὅλα τά θρησκευτικά βιβλία καλά. Ἁγία Γραφή καί βίοι τῶν ἁγίων, αὐτά εἶναι τά πρῶτα καί τά κύρια πού πρέπει νά διαβάζουμε. Σ᾽ αὐτά εἶναι ὅλη ἡ πίστη μας καί σ᾽ αὐτά τά βιβλία μαθαίνουμε πῶς νά ἀρέσουμε στόν Θεό καί νά γίνουμε καί ἐμεῖς ἅγιοι.

5. Τέλος, θά σᾶς ἔλεγα, ἀγαπητοί ἀδελφοί, νά ἔχετε ἕνα καλό ἱερέα ὡς πνευματικό πατέρα, στόν ὁποῖο νά ἐξομολογεῖστε συχνά τά ἁμαρτήματά σας καί νά τόν συμβουλεύεστε γιά τήν πνευματική σας ζωή. Δέν ἐννοῶ ἕνα πνευματικό πού νά κουβεντιάζετε φιλικά μαζί του γιά διάφορα τρέχοντα καί συμβαίνοντα θέματα, ἀλλά ἐννοῶ πνευματικό καθοδηγό, γιά νά προκόψετε πνευματικά. Ἄν βρῆτε καλό πνευματικό πατέρα, βρήκατε θησαυρό! Θά ἔχετε ἕνα πρέσβυ στόν Θεό γιά τά προβλήματά σας καί ἕνα καλό συμβουλάτορα. – Ἀγαπητοί μου, πρέπει νά γίνουμε σωστοί χριστιανοί, ὅπως μᾶς θέλει ὁ Χριστός μας καί ἡ Παναγία μας καί ὄχι ὅπως μᾶς θέλουν τά σημερινά ἁμαρτωλά συστήματα πού βούλιαξαν τήν πατρίδα μας.

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Από την άνεση του καναπέ, στον στίβο της ασκήσεως

Ζούμε σε μια εποχή αντι-ασκητική. Ό,τι μελετάμε από τους πατέρες και ακούμε από ομιλίες σχετικά με την άσκηση απομακρυνόμαστε.


Σε μια εποχή που όλα κατευθύνονται από κουμπιά και φωνητικές εντολές νομίζουμε ότι με αυτόν τον τρόπο θα πάμε στην Βασιλεία των Ουρανών.


Μας ελκύουν εύκολοι δρόμοι, άνετα μονοπάτια, ακούραστες διαδρομές και νομίζουμε ότι εκεί είναι ο Χριστός αλλά τελικά εκεί βρίσκεται ένας καθρέφτης που είναι το είδωλο της φιλαυτίας μας. Όταν ακούμε για Γολγοθά, νηστεία, αγρυπνία, για κόπο και αγώνα τα θεωρούμε ακραία ή μοναχικά κατορθώματα. Δυστυχώς έχουμε λάθος θέαση των πραγμάτων περί σωτηρίας.


Οφείλουμε να δώσουμε αίμα για να λάβουμε πνεύμα. Χωρίς κόπο δεν γίνεται τίποτα. Μας ερεθίζει η άνεση διότι αναπαύει τους δαίμονες και τις αμαρτίες που έχουμε μέσα μας. Η πάλη με τον εαυτό μας και οι μάχες με τα πάθη δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με το φρόνημα του καναπέ. Οι πατέρες διψούσαν για άσκηση, για αγώνα, έψαχναν αυστηρούς πνευματικούς διότι ποθούσαν την αγιότητα και την σωτηρία όσο οτιδήποτε άλλο. Εμείς όταν πάμε στον πνευματικό και μας πει κάτι μικρό σαν άσκηση και αγώνα αντιδρούμε θεωρώντας όλα αυτά ακραία και όχι δεν χρειάζονται. Στρογγυλεύουμε τα πάντα νομίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα γευτούμε τις χαρές του παραδείσου αλλά δυστυχώς βιώνουμε την δαιμονική χαρά των παθών.


Φτάνουμε στο σημείο να έχουμε μια θεωρία περι Θεού και σωτηρίας , ακούγοντας όμορφα ποιητικά κηρύγματα αλλά στο τέλος μέσα μας να μην έχει αλλάξει τίποτα. Τρέχουμε σε ομιλίες, πάμε σε ευχέλαια, και Αγρυπνίες αλλά στην καρδιά υπάρχει παγωμένη έρημος.


Δόξα τω Θεώ ο δρόμος της σωτηρίας είναι περπατημένος. Έχουμε τα χνάρια των Αγίων χρυσοκέντητα μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αυτή είναι η ιερή μας παρακαταθήκη. Ο δρόμος της ασκήσεως είναι η μητέρα της πνευματικής μας διαπαιδαγωγήσεως. Να διψάμε για αγώνα και για άσκηση, να μην το κάνουμε επιφανειακά αλλά να βιώνουμε τον αγώνα με κόπο αλλά ταυτόχρονα με χαρά διότι πάμε για την νικηφόρο κατάκτηση.


Ο Θεός δεν έρχεται αν εμείς δεν πάμε προς εκείνον, αν δεν πούμε το μεγάλο ναι στο κάλεσμα που μας περιμένει. Η σωτηρία δεν είναι μια επιφανειακή κατάσταση , η ένα ψυχολογικός γεγονός. Η σωτηρία είναι μια προσωπική κίνηση θεραπευτική μέσα από μια σχέση πραγματική μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Και κάτι τέτοιο δεν γίνεται ούτε με φαντασιώσεις προσωπικές ούτε με πνεύμα αντιασκητικό και ανάλαφρο.


Έχουμε μπει στο δρόμο της πλάνης ώστε λογικοποιούμε τα πάντα. Την νηστεία, την προσευχή , τον εκκλησιασμό τα βάλαμε σε κουτάκια με αριθμούς, ποσότητες και συχνότητες. Αυτό σημαίνει ότι μέσα μας δεν έχει αρχίζει να ρέει η επιθυμία για να αγαπήσουμε πραγματικά το Θεό. Και όταν τα κάνουμε δεν τα βιώνουμε με όλο μας το είναι αλλά επιφανειακά.


Αγαπητοί μου κάθε μέρα που έρχεται είναι μέρα ευκαιρίας , είναι μέρα που μας παραχωρεί ο Θεός άλλο ένα 24ωρο να δούμε τα λάθη μας, να αγαπήσουμε, να συγχωρέσουμε και να κλείσουμε τις πληγές μας. Ας βγούμε από τον βούρκο του πλανεμένου ορθολογισμού της κοσμικής εποχής και ας τρέξουμε στο στίβο της μάχης μέσα από την λατρεία της Εκκλησίας και τα μυστήρια της. Μόνο εκεί υπάρχει ελευθερία, μόνο εκεί θα βρούμε την είσοδο για το ουράνιο μας σπιτικό , μόνο εκεί έχουμε την ευκαιρία να γίνουμε ουρανοπολίτες. Ας μην χάνουμε άλλο καιρό, ας ορμήσουμε στην αγάπη του Θεού αλλά με πνεύμα υπακοής και θεληματικής ασκήσεως.










π. Σπυρίδων Σκουτής www.euxh.gr

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2019

Ένα ταξίδι με αμαρτωλούς,τρελούς και ερωτευμένους..

Πολλοί δισταγμοί...

Άλλοι δεν θέλουν να εξομολογηθούν , άλλους τους τρελαίνει το πρωϊνό ξύπνημα για την Εκκλησία, η νηστεία φαντάζει βουνό ενώ η δίαιτα για την παραλία παιχνιδάκι. Βλέπεις παπά στον δρόμο και θες να περάσεις στο απέναντι πεζοδρόμιο. Η αμαρτία με άγκυρα σε θέλει στο δικό της λιμάνι.


Και όλα αυτά γιατί ;

Δεν θέλουμε να αφήσουμε την αμαρτία. Μας αρέσει. Είναι γλυκό το ποτό της αμαρτίας που λέει και ένα τραγούδι. Δεν θέλουμε να την αφήσουμε , είμαστε χρόνια μαζί , μας αρέσει αυτός ο γάμος. Έχουμε γίνει ένα πλέον. Όποιος πάει να την αγγίξει ακόμα και αν είναι ένα κήρυγμα γινόμαστε αγρίμια , λογικό. Όλα αυτά μας ελέγχουν. Βλέπουμε τον Εσταυρωμένο και κλαίμε τη Μεγάλη Πέμπτη, αλλά δεν θέλουμε να κάνουμε το επόμενο βήμα. Αυτή η θέα του σταυρού μας ελέγχει , αλλά είμαστε αδύναμοι για να μπούμε στον δρόμο της θεραπείας.

Η αμαρτία μοιάζει με την ερωμένη που σε εκβιάζει ότι θα σου διαλύσει τον γάμο αν πεις κουβέντα. Έρχεσαι στο ναό, απλά ανάβεις ένα κεράκι και με κατεβασμένο το κεφάλι φεύγεις, ακόμα και τους Αγίους δεν μπορείς να τους κοιτάξεις στα μάτια, διότι καθρεπτίζεται η κατάσταση σου και δεν θέλεις, ντρέπεσαι, αλλά μένεις εκεί. Τα δικαιώματα που έχεις δώσει είναι πολλά. Δυσκολεύεσαι.

Όταν έχεις συνηθίσει να είσαι στο κελί της φυλακής σου , η ελευθερία σου φαντάζει αρρώστια.

Και έρχεται ο Χριστός στη ζωή σου και σου ψιθυρίζει μέσα από διάφορες καταστάσεις, ότι δεν θες να είσαι αυτό που είσαι , ότι αυτή η φυλακή που ζεις δεν είναι η πραγματική σου θέση. Πολλές φορές σου μιλάει στον πόνο, διότι είναι η μόνη κατάσταση που μπορείς να Τον ακούσεις.

Και ξαφνικά έρχεται η στιγμή να πάρεις αποφάσεις.

Αν πεις ναι στην πρόσκληση Του, τότε όπως έλεγαν και οι Άγιοι ο έρωτας της αμαρτίας σβήνει και λιώνει μπροστά στον έρωτα του Νυμφίου και αρχίζει η θεραπεία.

Στην εκκλησία αυτό το λέμε μετάνοια, ένα ταξίδι με πηδαλιούχο τον Χριστό, τη θεραπεία τη λέμε Αγιότητα και εν Χριστώ μεταμόρφωση. Τη δεκτικότητα τη λέμε προαίρεση. Και την αίσθηση της αλλαγής τη λέμε άγγιγμα της Χάριτος. Το ψιθύρισμα του Χριστού το λέμε Αποκάλυψη.

Και εσύ είσαι ο άρρωστος , αλλά ο πρώτος προσκεκλημένος να κάτσεις σε ένα τραπέζι και είσαι το τιμώμενο πρόσωπο.

Το τραπέζι είναι η Αγία Τράπεζα. Ο οικοδεσπότης είναι ο Χριστός που σου μίλησε και ΕΣΥ είσαι το τιμώμενο πρόσωπο.

Αυτός που κάθεται στο στασιδάκι και μπορεί κάποιος να σε κοροϊδεύει ότι έμπλεξες με τις γριές και τις κουτσομπόλες, αλλά είσαι ήδη αλλού. Κοιτάς την αμαρτία και την αποστρέφεσαι και ξαφνικά ακούς τον ήχο από την πόρτα της Βασιλείας των Ουρανών να ανοίγει και Κάποιος να σε προσκαλεί να περάσεις...

Αυτά γίνονται μέσα στην Εκκλησία, εκεί με αρρώστους, με τρελούς, με αμαρτωλούς και ερωτευμένους.

Καλό αγώνα αδερφέ , είσαι μέλος του σώματος Του. Μην το ξεχνάς.



   www.euxh.gr

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2019

Αλήθεια που πάμε;

Κάνουμε μισή κίνηση και αυτή η κίνηση δεν είναι απλά ένα λάθος αλλά είναι συνάμα και μια πληγή.

Πάμε το Σώμα μας στην Εκκλησία αλλά την ψυχή την αφήνουμε στο σπίτι.

Πάμε άρτους για να δείξουμε στον κόσμο ότι γιορτάζουμε αλλά την αγάπη για τον Χριστό την αφήσαμε στο σπίτι.

Πάμε ντυμένοι με το φαίνεσθαι στην Εκκλησία αλλά το “Είναι” το έχουμε κρυμμένο γιατί μας πονάει και είναι δύσκολο.

Ξέρουνε ότι είμαστε μέλη τους Σώματος του Χριστού αλλά μέσα στον Ναό, είμαι αποκομμένος με τους εν Χριστώ αδερφούς μου. Έχω ακρωτηριαστεί σαν μέλος και δεν το έχω πάρει χαμπάρι.

Πάμε να μεταλάβουμε για “ευλογία” το Σώμα και το Αίμα του Χριστού αλλά η ζωή μας δεν έχει κοινωνία με τον Χριστό αλλά μια χρήση με εκείνον και μια τρελή σχέση με τον εγωισμό μας.

Πάμε το χαρτάκι με τα ονόματα στον Παπά μόνο για λόγους σωματικής υγείας ή για λόγους καλυτέρευσης της κοσμικής ζωής, αλλά όταν η Εκκλησία μας μιλάει για Βασιλεία των Ουρανών σφυρίζουμε αδιάφορα.

Πάμε στην εικόνα του Κύριου μόνο για να ζητάμε , και όχι για να προσφέρουμε την ζωή μας.

Πάμε στην Εκκλησία να στολίσουμε Επιτάφιους και εικόνες αλλά η ψυχή μας είναι αστόλιστης από αγάπη και αρετή και μερικές φορές μυρίζει κιόλας δαιμονική δυσωδία.

Πάμε στα Καρναβάλια και λερώνουμε την εικόνα του Θεού με πρόσχημα το χαβαλέ, αλλά την Μεγάλη Πέμπτη θα ρίχνουμε κροκοδείλια δάκρυα στην Θέα του εσταυρωμένου που στην ουσία έχουμε ρίξει και εμείς σφυριές στα καρφιά του.

Πάμε στον Χριστό και τον βλέπουμε σαν δικαστή από την μία ή σαν μαγικό τζίνι από την άλλη , αλλά αρνούμαστε να τον δούμε ως πραγματικό πατέρα γιατί μια τέτοια σχέση θέλει “καρδιακά κότσια” και πνευματική ευθύνη που δεν θέλουμε να πάρουμε.

Πάμε να βαφτίσουμε το παιδί για να του δώσουμε το όνομα του Παππού ή της γιαγιάς αλλά το όνομα του Χριστού απουσιάζει από την ζωή του παιδιού μας. Ο Χριστός θα γίνει απλά μια εικόνα που πηγαίνουμε μόνο αν αρρωστήσουμε σωματικά ή όταν θέλουμε να επιτύχουμε κάπου στην ζωή μας. Για προσωπική αληθινή σχέση με τον Θεό ούτε λόγος.

Πάμε να ξεκινήσουμε την νηστεία μας αλλά μένουμε μόνο στα φαγητά , διότι στα πάθη επιμένουμε να ακούμε την γαστριμαργία.

Πάμε να παντρευτούμε για χίλιους μύριους λόγους αλλά όχι για τον λόγο να αγαπήσουμε πραγματικά τον άλλον.

Πάμε χέρι – χέρι με τον άλλον στο Ναό να ενώσουμε την ζωή μας σε μία ζωή, αλλά στην ουσία πάμε τυπικά να ενώσουμε τον εγωισμό μας σε ένα ταξίδι που θα καταλήξει σε ναυάγιο.

Πάμε με την επιθυμία να κάνουμε παιδιά αλλά αντί να τα δούμε ως δώρα του Θεού με σκοπό να τα προετοιμάσουμε για την Βασιλεία Του τα βλέπουμε ως προέκταση τους εγωισμού μας και θέλουμε μέσα απο την δική τους ζωή να ζήσουμε την ζωή που δεν ζήσαμε. Στην ουσία τα προετοιμάζουμε για να γίνουν κοσμικές μαριονέτες και να καμαρώνουμε την φτιάξαμε. Και όταν δημιουργούμε ένα παιδί που είναι επιτυχημένο μεν στα πτυχία αλλά αποτυχημένο στην αγάπη τα ρίχνουμε στο Θεό.

Πάμε στον κόσμο και το παίζουμε τέλειοι γονείς , αλλά όταν καταλαβαίνουμε ότι έχουμε στην ουσία μεγαλώσει ανάπηρα πνευματικά παιδιά τότε είναι αργά για δάκρυα.

Πάμε και διαδηλώνουμε ότι φταίει ο πολιτικός που εγώ ψήφισα, αλλά αρνούμαστε να κάνουμε την πραγματική επανάσταση της καρδιάς και της γνώσης ώστε να αλλάξουμε τον κόσμο.

Πάμε και φωνάζουμε συνεχώς να αλλάξει ο άλλος αλλά αρνούμαστε να αλλάξουμε τον εαυτό μας.



Πάμε προς το γκρεμό, ήρθε η ώρα να καταλάβουμε ότι πήραμε λάθος δρόμους, ήρθε η ώρα να αλλάξουμε κατεύθυνση και ζωή. Ήρθε η ώρα θα βαδίσουμε την οδό του Κυρίου. Η μόνη οδός που είναι Γολγοθάς αλλά καταλήγει στην Ανάσταση.

Θα πάμε τελικά προς την Όντως ζωή ή θα επιμένουμε να πηγαίνουμε προς τον θάνατο ;


Τι είναι οι προϋποθέσεις για τη Θεία Κοινωνία;



Στις μέρες που τα ξέρουμε όλα και δεν δεχόμαστε ούτε κουβέντα,


όταν ακούμε ότι χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις για να κοινωνήσουμε μας πιάνει μία τρέλα και αρχίζουμε να κατηγορούμε τους παπάδες , πολύ συχνά ακόμα και τους Αγίους με κουβέντες του στυλ : “Ο Χριστός είναι για όλους”, “Αν νιώσεις ότι θες να κοινωνήσεις πρέπει να πας”, “Δεν έχουν σημασία αμαρτίες, σαρκικά κλπ. αυτά δεν τα βλέπει ο Χριστός” κλπ.


Δεν ξέρουμε που πατάμε και που βρισκόμαστε. Κατεβάζουμε τον Χριστό στη δική μας πτωτική εγωϊστική λογική αντί να ανέβουμε εμείς την κλίμακα των αρετών για να συναντήσουμε τον Νυμφίο.


Οι προϋποθέσεις δεν έχουν νομικό χαρακτήρα. Αφορούν στην ουσία την υπαρξιακή θέση μας απέναντι στον Χριστό. Αν αυτή η θέση δεν είναι θέση μετανοίας και στην ψυχή και στο σώμα , με τον Χριστό δεν μπορούμε να ενωθούμε. Φυσικά όλο αυτό το κρίνει ο πνευματικός-εξομολόγος μας και όχι το εγωϊστικό μας μυαλό που βγάζει τα άπειρα φρικαλέα πολλές φορές συμπεράσματα για οτιδήποτε αφορά τον Θεό και τα Ιερά Μυστήρια.


Οι προϋποθέσεις έχουν οντολογική λειτουργία της υπάρξεως του ανθρώπου, αλλιώς όχι μόνο δεν μπορεί να υπάρξει ένωση αλλά αντίθετα όταν αυτή η ένωση είναι εγωϊστική από την πλευρά του ανθρώπου γίνεται μια κίνηση δαιμονική που καίει πνευματικά τον άνθρωπο («Πῦρ γάρ ἐστι τοὺς ἀναξίους φλέγον»). Όταν η ύπαρξη μου λειτουργεί άστοχα (αμαρτωλά), δηλαδή εκτός του ζωοποιού θεραπευτικού δρόμου τότε ένωση με τον Θεό δεν μπορεί να υπάρξει. Τα υπόλοιπα είναι απλά προσωπικές απόψεις του καθενός. Οι προϋποθέσεις που έχουμε ως πνευματική παρακαταθήκη από τους Αγίους Πατέρες δεν είναι φιλοσοφικοί στοχασμοί αλλά βιωματικές εμπειρίες μέσα από τη Θεία Χάρη. Οι προϋποθέσεις στις ουσία είναι ασκήσεις υποδοχής και υπαρξιακής προετοιμασίας. Όταν πηγαίνω στον πνευματικό και αντί να αφήσω στο πετραχήλι του τις αμαρτίες μου απαιτώ να κοινωνήσω επειδή είναι μεγάλη γιορτή τότε είμαι ήδη εκτός υπαρξιακής θέσης για να έρθω σε ένωση με τον Θεό, διότι βρίσκομαι αλυσοδεμένος και ενωμένος με τον εγωιστικό εαυτό μου και εμπαίζω το Μυστήριο. Πως λοιπόν θα κοινωνήσω τον Χριστό όταν αρνούμαι να ενώσω τη ζωή μου μαζί Του ;


Συζητήσεις του στυλ “Αν έχεις κάνει εκείνο μπορείς να κοινωνήσεις; Αν έχεις κάνει το άλλο δεν μπορείς να κοινωνήσεις” προσβάλλουν το Ιερό Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Πολλοί παγιδεύονται σε κάποιου είδους συναισθηματική ένωση με τον Θεό, μέσα από μία νοητική φιλοσοφική ηρεμία. Τότε υποβιβάζουμε το Μυστήριο σε κάτι συμβολικό όπου ένωση με τον Χριστό γίνεται ένα βίωμα όπως νιώθω όταν ακούω μια ωραία μουσική. Όλα αυτά είναι θεολογικοί εκτροχιασμοί διότι έχουμε απομακρυνθεί από τους πατέρες της Εκκλησίας και έχουμε κάνει τον Χριστό μια μαριονέτα της αμαρτωλής κατάστασης μας.


Υπάρχουν άνθρωποι που κοινωνούν και έχουν ακραίες αιρετικές ιδέες ! Πχ Ότι δεν υπάρχει ο διάβολος, το Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας είναι συμβολικό και όχι Σώμα και Αίμα Κυρίου, ότι τα σαρκικά δεν έχουν καμία σημασία και το τι κάνει το σώμα μας δεν αφορά τον Θεό, ότι την εξομολόγηση μπορείς να την κάνεις στην εικόνα γιατί ο Θεός είναι παντού!...


Ας κάνουμε , λοιπόν , αγαπητοί μου υπακοή στην μητέρα Εκκλησία. Ας αφήσουμε τους ορθολογισμού και τις φαντασιώσεις μακριά από τα Ιερά Μυστήρια και ας μπούμε στον δρόμο της θεραπείας της καρδιάς με την νοερά προσευχή μέσα από το Μυστήριο της Ιεράς εξομολογήσεως.




π. Σπυρίδων Σκουτής www.euxh.gr

Απαντήσεις σε ψυχολογήματα της εποχής



Διάβάζουμε στο διαδίκτυο διάφορα άρθρα του τύπου : «Βγάλε τους τοξικούς ανθρώπους από τη ζωή σου», «Η πολλή καλοσύνη βλάπτει», «Να αγαπάς όποιους σε αγαπάνε»


και άλλες τέτοιες ηθικολογικές «αγαπούλες» που τελικά δεν προάγουν πνευματικά τον άνθρωπο αλλά τον κλείνουν χειρότερα στον ναρκισσισμό του. Ο Σταυρός δεν υπάρχει πουθενά. Η δυσκολία , η άσκηση, η πάλη , η υπομονή , ο αγώνας δεν υπάρχουν. Να περνάω καλά χωρίς να κουνήσω το δακτυλάκι μου, όλα να μου πηγαίνουνε ωραία και να έχω τις ευλογίες του Θεού.


Ξεχνάμε όμως ότι «Τα αγαθά κόποις κτώνται και πόνοις κατορθούνται». Τίποτα δεν μας χαρίζεται ακόμα και η χάρις του Θεού που είναι δωρεά στον άνθρωπο, θέλει κόπο και αγώνα για να κρατηθεί. Θεραπεία χωρίς αγώνα δεν υπάρχει. Χρυσό μετάλλιο σε αγώνισμα με φαγοπότι από τον καναπέ δεν υπάρχει. Το μετάλλιο δεν το παίρνει ο θεατής που πίνει μπύρες παρακολουθώντας το άθλημα αλλά αυτός που στερήθηκε πολλά πράγματα.


Ας δώσουμε κάποιες απαντήσεις στα ηθικολογικά ψυχολογήματα :
«Βγάλε τους τοξικούς ανθρώπους από τη ζωή σου»


Μήπως τελικά είμαι εγώ τοξικός για κάποιους άλλους; Αυτή την πλευρά θα τη δούμε κάποια στιγμή ; Γιατί να βλέπω τιξικότητα παντού ενώ μπορεί να έχω και εγώ θέμα σε σχέση με τους άλλους . Αλλά για να το δω χρειάζεται ταπείνωση. Αν όμως δε με διακρίνει πνεύμα ταπεινώσεως, τότε θα θεωρώ πάντα ότι δεν έχω εγώ το πρόβλημα αλλά ο άλλος κι εγώ θα καμαρώνω για κάποια δήθεν αναμαρτησία.


Πριν λοιπόν κοιτάξουμε τον άλλον και ανοίξουμε την σκανδάλη της γλώσσας ας κοιτάξουμε τον εαυτό μας στον διαγνωστικό πνευματικό καθρέφτη μήπως αρχίζουμε και βλέπουμε κάποια πράγματα και γίνει έστω κάποια μικρή πνευματική αρχή.
«Η πολύ καλοσύνη βλάπτει»


Τότε κακώς οι Άγιοι αγάπησαν και θυσιάστηκαν μέχρι θανάτου. Από πότε η αρετή , η αγάπη, το αγαθό μπαίνει σε μπουκαλάκια και θερμόμετρα ; Για να μην πάθει κάτι ο εγωϊσμός μου; Η αγάπη δεν έχει τέλος , αλλιώς δεν είναι αγάπη είναι κάτι άλλο. Η καλοσύνη ως έξοδος αρετής αν της βάλεις όρια μόλις τη δολοφόνησες φρικτά. Όχι! Θα αγαπάμε μέχρι τέλους! Θα αγαπάμε μέχρι θανάτου ! Θα αγαπάμε ότι κι αν συμβεί ! Θα μοιράζουμε αγκαλιές και ας μας φτύνουν , θα αγαπάμε και ας μας βρίζουν . Δεν θα βάλουμε την ανθρωπολογική οντολογία σε μαθηματικές εξισώσεις. Δεν θα ακρωτηριάσουμε το ανθρώπινο είναι προς την φυσική του ροή για την πηγή της ζωής με φθηνές εγωιστικές καταστάσεις. Το άλλοθι της σημερινής εποχής είναι «Πρόσεξε μην πληγωθείς!». Θα αγαπώ και ας πληγωθώ, δεν με νοιάζει . Με νοιάζει που αγαπώ και αυτό αρκεί. Το τι θα κάνει η άλλη πλευρά είναι δικό της θέμα και όχι δικό μου.


Για να δούμε τι λέει ο Απόστολος Παύλος (Α΄ΚΟΡ Δ΄12-16): «Όταν μας βρίζουν, ευλογούμε. όταν μας καταδιώκουν, το ανεχόμαστε. Όταν μας δυσφημούν, παρακαλούμε ευγενικά. Σαν σκουπίδια του κόσμου γίναμε, όλων αποσφούγγισμα ως τώρα. Δε σας γράφω αυτά για να σας ντροπιάζω, αλλά σαν τέκνα μου αγαπητά σας νουθετώ. Γιατί και αν μύριους παιδαγωγούς έχετε στο Χριστό, όμως δεν έχετε πολλούς πατέρες. Γιατί στο Χριστό Ιησού μέσω του ευαγγελίου εγώ σας γέννησα. Σας παρακαλώ, λοιπόν, μιμητές μου γίνεστε.
«Να αγαπάς όποιους σε αγαπάνε»


Εδώ έρχεται ο Κύριος και βάζει τα πράγματα στη θέση τους. «"εάν αγαπήσετε (μόνο) όσους σας αγαπούν, τι μισθό έχετε;... Δεν κάνουν το αυτό και οι τελώνες; Και εάν δείξετε στοργή στους φίλους σας μόνο, τι εξαιρετικό κάνετε; Δεν κάνουν έτσι και οι τελώνες; Να γίνετε λοιπόν τέλειοι, όπως ο Πατέρας σας ο ουράνιος είναι τέλειος» (Ματθ. 5, 38-48).


Και τα τελευταία λόγια του Κυρίου επάνω στο Σταυρό βάζουν την ταφόπλακα στην κάθε μορφής φθηνή ηθικολογία της σημερινής εποχής «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ´ 34).


Η αγάπη πάει παντού, δεν πάει μόνο στο βόλεμα γιατί τότε δεν είναι αγάπη . Είναι ο λύκος με το ένδυμα προβάτου που του αρέσουν οι αρπακτές για να βολευτεί. Η αγάπη πάει ακόμα στον εχθρό και στον διαφορετικό. Παει παντού και πάντα. Διαφορετικά μετατρέπεται σε ένα ηδονικό συναίσθημα που έχει μέσα του ένα φρικτό ναρκισσισμό και περιμένει ανταπόδοση για να τραφεί .


Η μαγκιά είναι να αγαπάς όπου δεν σε αγαπάνε, εκεί αρχίζει και μυρίζει αγιότητα.


Δεν μπορεί Κύριε να ανέβηκες στον σταυρό για μένα χωρίς να φταις κι εγώ να ψάχνω ανταποδοτικές αγάπες όταν η δική Σου αγάπη δεν κοίταξε ποτέ τί θα πάρει αλλά το πώς να δοθεί και με οποιοδήποτε τίμημα.


Στην Ορθόδοξη πνευματική ζωή τον Σταυρό δεν τον κόβουμε με πριόνι αλλά τον αγκαλιάζουμε και ανεβαίνουμε επάνω. Τότε η στιγμή που ακούμε τις Πύλες του παραδείσου να ανοίγουν...


«Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α΄ Ιωάν. 4, 16).


Καλό αγώνα!.








π. Σπυρίδων Σκουτής www.euxh.gr

Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019

Λίγο πρίν τά μεσάνυχτα...

Μνήσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ ὁ Θεός. Μοῦ ἦρθε στό νοῦ ὁ ναός τῆς τοῦ Θεοῦ Εἰρήνης καί στό ἱερό σύνθρονό της ἒβλεπα τόν Ἱερό Χρυσόστομο τόν μεγάλο αὐτόν δάσκαλο καί ἑρμηνευτή καί τόν ἂκουσα νά ὁμιλεῖ γιά τόν τελώνη καί τόν φαρισαῖο καί νά λέει ὃτι εἶναι μεγάλο ἀγαθό νά μήν φαντάζεσαι γιά τόν εαυτό σου, κάνε μέ τό νοῦ σου δύο ἃρματα καί στό ἓνα ζέψε τήν ἀρετή μέ τήν ὑεπρηφάνεια καί στό ἂλλο τήν ἁμαρτία μέ τήν ταπείνωση. Θά δεῖς τότε ὃτι τό ἃρμα τῆς ἁμαρτίας θά εἶναι πιό μπροστά ἀπό τῆς ἀρετῆς, ὂχι γιατί ἡ ἁμαρτία εἶναι πιό δυνατή ἀπό τήν ἀρετή, ἀλλά γιατί τό ζευγάρι τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἀντίθετα τό ἃρμα τῆς ἀρετῆς μένει πίσω, ὂχι γιατί δέν ἓχει δύναμη ἡ ἀρετή, ἀλλά ἀπό τό βάρος καί τόν ὂγκο τῆς ὑπερηφάνειας. Ἒτσι ἡ ταπείνωση λόγῳ τοῦ μεγάλου ὓψους της, νικᾶ τό βάρος τῆς ἁμαρτίας καί ἀνεβαίνει καί φθάνει στόν οὐρανό, ἒτσι καί ἡ ὑπερηφάνεια λόγῳ τοῦ μεγάλου ὃγκου καί τοῦ βάρους της, νικᾶ τήν ἀνάλαφρη ἀρετή καί τήν τραβᾶ εὒκολα πρός τά κάτω. Ἒζεψε ὁ Φαρισαῖος τήν ἀρετή μέ τήν ὑπερηφάνεια καί ὁ Τελώνης τήν ἁμαρτία μέ τήν ταπεινοφροσύνη.


Αὐτά σᾶς τά λέω, ὂχι γιά νά ἁμαρτάνουμε, ἀλλά γιά νά ταπεινωθοῦμε, λέει ὁ Ἃγιος Χρυσόστομος ὁ Μέγας, πού ἒγινε τπεινός καί ἐδίδαξε μέ τό ὓψος τῆς ταπεινοφροσύνης του.


Ἡ ἀρετή καί ἡ ταπεινοφροσύνη. Τὀ καλύτερο ἃρμα. Ἡ ὣρα πάει 3 τό πρωί.


Ἀπό τό βιβλίο «Κωνσταντινούπολις - Παράκληση στήν Παυσολύπη» π. Αν.
Ἐκδόσεις Ἑρμηνεία - Ἃγιον Ὂρος

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019

Ο πνευματικός ξεκουράζεται με την μετάνοια του ανθρώπου.Το κουραστικό είναι ότι έρχονται άνθρωποι που ΔΕΝ εξομολογούνται.(π. Παύλος Παπαδόπουλος, Βέροια)

Ρωτάμε τον πνευματικό μας, ψάχνουμε διορατικούς-χαρισματικούς γέροντες να μας συμβουλέψουν για το πώς θα λυθούν τα προβλήματά μας, για το πώς θα πραγματοποιηθούν οι επίγειοι πόθοι μας.

Ρωτάμε λοιπόν σύγχρονους αγίους ανθρώπους, ρωτάμε τους πνευματικούς μας και συζητάμε για ώρα μαζί τους για τα προβλήματά μας, για τα ψυχολογικά μας, για τις μέριμνές μας. Ρωτάμε πως, πότε, γιατί εκείνο, γιατί το άλλο μου συμβαίνει, πότε θα απαλλαγώ…
Σπάνια, ίσως και ποτέ κάποιος πνευματικός θα ερωτηθεί "πάτερ πώς θα σωθώ"; Σχεδόν κανείς δεν νοιάζεται πώς θα σωθεί. Σχεδόν όλοι νοιάζονται πώς θα τακτοποιηθεί το θέμα τους. Γι'αυτό και θέλουν να πάνε στον πνευματικό τους, για να τους δώσει μια λύση σε ότι τους απασχολεί.

Ποιος ρωτά, "πώς θα σωθώ πάτερ"; Πώς θα σωθώ; Τι πρέπει να κάνω για να σωθώ; όχι για να μου λυθεί το πρόβλημα αλλά για να σωθώ; γι’αυτό είναι η Εκκλησία. Σ’αυτό καλούμαι να απαντήσω και εγώ ως πνευματικός. Βλέπετε όμως και εγώ και όλοι σχεδόν οι πνευματικοί αντιμετωπιζόμαστε ως ψυχολόγοι, ως οι άνθρωποι που θα ακούσουν το πρόβλημά μας και θα μας καταλάβουν. Σίγουρα κι αυτό γίνεται όμως δεν είναι δουλειά του πνευματικού και κατ'επέκταση της Εκκλησίας να απαλύνει απλά την οδύνη μας, την λύπη που έχουμε (που συνήθως είναι λόγο του εγωισμού μας) αλλά να μας θεραπεύει πνευματικά. Εχώ δει πολλούς ανθρώπους να κλαίνε στην εξομολόγηση, ελάχιστοι κλαίνε για τις αμαρτίες τους, οι πιο πολλοί κλαίνε από τα νεύρα τους, από τον εγωισμό τους. Κλαίνε που τα πράγματα δεν τους πήγαν όπως τα ήθελαν. Κλαίνε επειδή τους απαξίώσαν, επειδή δεν τους υπολογίζουν. Κλαίνε, και είναι αυτά τα δάκρυα, δάκρυα εγωισμού και όχι ταπείνωσης, είναι δάκρυα αμετανοησίας και όχι μετάνοιας.

Πριν λάβω την ευλογία να διακονώ κι εγώ το Μέγα Μυστήριο της Εξομολογήσεως πολλοί έμπειροι πνευματικοί πατέρες που λέγανε ότι η εξομολόγηση είναι πολύ κουραστική και ψυχοφθόρα για τον πνευματικό. Δεν μπορούσα να τους καταλάβω. Τώρα όμως που βιώνω αυτή την αλήθεια μπορώ να πω κι εγώ μαζί τους ότι όντως είναι εξουθενωτικό!

Να σημειώσω όμως ότι το εξουθενωτικό δεν είναι ότι έρχονται άνθρωποι που εξομολογούνται τις αμαρτίες τους, αλλά έρχονται άνθρωποι που θέλουν λύση στα προβλήματά τους. Το κουραστικό δηλαδή δεν είναι ότι ακούμε εμείς οι πνευματικοί αμαρτίες αλλά ότι ακούμε δικαιολογίες. Το κουραστικό είναι ότι έρχονται άνθρπωποι που ΔΕΝ εξομολογούνται. Κουραστικό είναι που έρχονται οι άνθρωποι και ψάχνουν μαγική συνταγή για να φτιάξει ο γάμος τους, για να τα βρούνε και πάλι με το αγόρι τους, για να πάει καλά η δουλειά τους, για κλάψουν που ο φίλος τους, τους πρόδωσε, για να δικαιολογήσουν που δεν νηστεύουν, που δεν εκκλησιάζονται, που δεν μιλούν με τον γείτονά τους, για να εκφράσουν απλά
το παράπονό τους που αδικήθηκαν στα κληρονομικά τους κτλ.

Ο πνευματικός όταν ακούει έναν άνθρωπο που έχει μετάνοια να εξομολογείται τις αμαρτίες τουξεκουράζεται, αναπαύεται. Όχι γιατί αρέσκεται στο να ακούει αμαρτίες αλλά διότι εκείνη την στιγμή γίνεται και αυτός μέτοχος της Χάριτος που έρχεται λόγο της ταπείνωσης του εξομολογούμενου. Ο πνευματικός ξεκουράζεται με την μετάνοια του ανθρώπου. Αυτό που τον φθείρει είναι η αμετανοησία που συναντά μέσα στο Μυτήριο της Μετανοίας.
Όταν λοιπόν αρχίζουν οι άκαιρες συζητήσεις, όταν αρχίζει η αναζήτηση της αυτοδικαίωσης, και η ακατάπαυστη φλυαρία, τότε ο πνευματικός κουράζεται, η ψυχή του βαραίνει διότι πλέον το Μυστήριο απαξιώνεται, διότι βλέπει ότι δεν υπάρχει μετάνοια αλλά παράπονα, δεν υπάρχει ταπείνωση αλλά έπαρση και φιλαυτία, δεν υπάρχει αγωνία για Σωτηρία αλλά αγωνία για τακτοποίηση και βόλεμα.

Όταν είναι να πας στον πνευματικό σου πατέρα, να πας για να εξομολογηθείς τις αμαρτίες σου και όχι για να συζητάς το ένα και το άλλο. Όλοι μας ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε και πως καλούμαστε να ζήσουμε. Το να τα συζητάμε και να ψάχνουμε λύσεις στα αδιέξοδα που έχουμε δημιουργήσει μόνοι μας -χωρίς να θέλουμε να αλλάξουμε οι ίδιοι- είναι ανόητο και οδηγεί στην απώλεια.

Φυσικά θα ρωτάς τον πνευματικό σου και για θέματα που σε απασχολούν αλλά αυτό θα γίνει μετά την ομολογία των αμαρτιών σου.
Έργο του πνευματικού μας πατρός, έργο της Εκκλησίας μας είναι να μας οδηγεί στον Χριστό. Ο πνευματικός μας, η Εκκλησία μας σ'αυτό το ερώτημα του ανθρώπου απαντά: "Πώς θα σωθώ"; και απαντά με παρρησία. Μας δείχνει τον Χριστό, την ταπείνωσή Του, την ακακία Του, την πραότητά Του, την σωφροσύνη Του, την απλότητά Του, την συγχωρετικότητά Του, τον Σταυρό Του.

Κάποιες φορές δέχομαι τέτοιες εξομολογήσεις κατά τις οποίες δεν αναφέρεται καμία αμαρτία, διότι δεν υπάρχει μετάνοια, αλλά αναφέρονται μόνο περιστατικά της ζωής του ανθρώπου και μετά διάφορα προβλήματα μέσα στην πολυλογία και την φλυαρία. Τότε είναι που φεύγω από το Ναό χίλια κομμάτια, δεν έχω διάθεση για τίποτα...
Έχω ακούσει όμως και φοβερές αμαρτίες από εξομολογούμενο κι όμως έφυγα από το Ναό και η καρδιά μου φτερούγιζε. Φτερούγιζε διότι ένας άνθρωπος καθαρίστηκε από το σκοτάδι του.Φτερούγιζε διότι έγινα κοινωνός αυτής της συντετριμμένης καρδιάς που δεν έψαχνε παρηγοριά αλλά έψαχνε το Φως, την Αλήθεια, την Σωτηρία, τον Χριστό. Φτερούγιζε και η δική μου καρδιά μαζί με την καρδιά αυτού του ανθρώπου που έπεσε αλλά σηκώθηκε, που ήταν νεκρός και τώρα ζούσε.

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019

Οἱ ἅγιοι Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα: Μία Ὀρθόδοξη ἀντιπρόταση στὴν φραγκογιορτὴ τοῦ Βαλεντίνου (Ἱ. Μητρόπολη Κωνσταντίας κείμενο τῆς Λαζάρω Παναγιώτου,)

«Νά ποιοὺς πρέπει τὰ ζευγάρια νὰ μιμοῦνται, νὰ ποιοὶ εἶναι οἱ προστάτες τους. Ὁ ἅγιος Ἀκύλας καὶ ἡ ἁγία Πρίσκιλλα ἦταν δύο ἄνθρωποι ποὺ ἦταν ἐρωτευμένοι μεταξύ τους, ὅμως συγχρόνως εἶχαν καὶ ἕναν κοινὸ ἔρωτα γιὰ ἕνα ἄλλο πρόσωπο… ὄχι ἀνθρώπινο ἀλλὰ Θεανθρώπινο. Τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτὸς ὁ ἔρωτας γιὰ τὸν Χριστὸ ἀναζωογονοῦσε καὶ τὸν μεταξύ τους ἔρωτα».
Στίς 13 Φεβρουαρίου, μία ἡμέρα πρὶν ἀπὸ την ξενόφερτη γιορτὴ τοῦ Ἁγίου Βαλεντίνου, τιμᾶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοὺς δικούς της Ἁγίους, τὸν Ἀκύλα καὶ τὴν Πρίσκιλλα, ποὺ θεωροῦνται ἡ Ὀρθόδοξη ἀπάντηση στὴν δυτικῆς προέλευσης φραγκο-ἐορτὴ τοῦ Βαλεντίνου, γνωστὴ καὶ ὡς «ἑορτὴ τῶν ἐρωτευμένων».
Ἂν καὶ δὲν ὑφίστανται στοιχεῖα γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ «ἁγίου Βαλεντίνου», ἡ συμβολικότατα τῆς 14ης Φεβρουαρίου γιὰ ἐρωτευμένους διεθνῶς, εἶναι δυστυχῶς ἀναμφισβήτητη. Με ἁπλὰ λόγια ἑορτάζεται ἕνας ἀνύπαρκτος “ἅγιος” καθαρὰ γιὰ ἐμπορικοὺς λόγους!
Ὁ βίος τους: Ὁ Ἀκύλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα ἦταν ἕνα ἀγαπημένο χριστιανικὸ ζευγάρι ποὺ μαρτύρησαν τὴν ἐποχὴ τοῦ Νέρωνα. Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ κατάγονταν ἀπὸ τὸν Πόντο. Ὅταν ἐκδιώχθηκαν ἀπὸ τὴν Ρώμη ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι, λόγω τῶν ἀναταραχῶν ποὺ γινόντουσαν μεταξύ τους στὶς συναγωγὲς γιὰ τὸν Ἰησοῦ, ὁ Ἀκύλας, ποὺ ἦταν σκηνοποιὸς στὸ ἐπάγγελμα, καὶ ἡ γυναίκα του Πρίσκιλλα ἀναγκάστηκαν καὶ αὐτοὶ νὰ φύγουν γιὰ τὴν Κόρινθο.
Στὴν Κόρινθο τοὺς συναντάει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως ἀναφέρεται...
στὶς Πράξεις 18, 1-4: «…ἀναχώρησε (ὁ Παῦλος) ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ ἦρθε στὴν Κόρινθο. Ἐκεῖ βρῆκε ἕναν Ἰουδαῖο ἀπὸ τὸν Πόντο, ποὺ τὸν ἔλεγαν Ἀκύλα. Αὐτὸς εἶχε ἔρθει πρόσφατα ἀπὸ τὴν Ἰταλία μαζὶ μὲ τὴ γυναίκα του τὴν Πρίσκιλλα, ἐπειδὴ ὁ Κλαύδιος εἶχε διατάξει νὰ φύγουν ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι ἀπὸ τὴ Ρώμη. Ὁ Παῦλος ἦρθε σ΄ αὐτούς, κι ἐπειδὴ εἶχαν τὴν ἴδια τέχνη, ἔμεινε μαζί τους καὶ ἐργαζόταν. Ἡ τέχνη τους ἦταν νὰ φτιάχνουν σκηνές. Κάθε Σάββατο συζητοῦσε στὴ συναγωγὴ καὶ προσπαθοῦσε νὰ πείσει Ἰουδαίους καὶ Ἕλληνες». Ὅταν, λοιπόν, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἐπισκέφθηκε τὴν Κόρινθο, γιὰ νὰ διδάξει τὴν ὀρθόδοξη πίστη, τὸ ζεῦγος τοῦ προσέφερε θερμὴ φιλοξενία καθὼς εἶχε ἐντυπωσιαστεῖ μὲ τὸ κήρυγμά του. Τόσο τοὺς ἄγγιξε ὁ φλογερὸς λόγος τοῦ Ἀπόστολου, ὥστε ἀφοῦ κατηχήθηκαν καὶ βαπτίσθηκαν ἀπὸ αὐτόν, ἀποφάσισαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν στὶς περιοδεῖες του ὡς βοηθοί του.


Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔμεινε μαζί τους συνολικὰ 16 μῆνες, ὅπου καὶ τοὺς δίδαξε καὶ τοὺς μύησε στὸ Χριστιανισμό. Στὴ συνέχεια τὸν ἀκολούθησαν στὴν Ἔφεσο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ὁ Ἀκύλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα ἀγαπημένοι καὶ εὐσεβεῖς, διαδίδουν τὸν Χριστιανισμὸ (Πράξ. 18,18-21). Ἀπὸ ἐκεῖ ἐπιστρέφουν στὴ Ρώμη, γιὰ νὰ συνεχίσουν νὰ διδάσκουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
O Ἀπόστολος Παῦλος ἐντυπωσιάσθηκε τόσο ἀπὸ τὶς ἀρετὲς καὶ τὴ χριστιανική τους δράση, ὥστε τοὺς μνημονεύει στὶς ἐπιστολὲς του γράφοντας ὅτι, γιὰ τὶς προσφερθεῖσες ὑπηρεσίες τους καὶ τὸ θάρρος εἶναι εὐγνώμων ὄχι μόνον ἐκεῖνος, ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ ἐκκλησίες τῶν ἐθνῶν.
Ὁ Ἀκύλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα ἔμειναν ἑνωμένοι καὶ ἀγαπημένοι μέχρι καὶ τὴν τελευταία στιγμή, ἀφοῦ σύμφωνα μὲ τὴν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, ὅταν ὁ Ἀκύλας εἶδε τὴν γυναίκα του νὰ ἀποκεφαλίζεται καὶ νὰ μαρτυρεῖ εἶπε: «Μπορῶ νὰ μὴν φανῶ ἄνδρας ἐγώ, ἀνάλογα πρὸς τὴν γυναίκα μου ἀνδρεῖος καὶ πρόθυμος γιὰ ἀποκεφαλισμὸ γιὰ τὴν Πίστη τοῦ Χριστοῦ;» καὶ τὴν ἀκολούθησε στὸν θάνατο.


Νὰ λοιπὸν ποιοὺς πρέπει τὰ ζευγάρια νὰ μιμοῦνται, νὰ ποιοὶ εἶναι οἱ προστάτες τους.


Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὸ ἅγιο αὐτὸ ζευγάρι στὶς 13 Φεβρουαρίου κάθε ἔτους. Ὄμως τα χριστιανικὰ ζευγάρια ἂς μὴν μένουν μόνο σὲ μία ἡμέρα ἐκδήλωσεις τοῦ ἔρωτος καὶ τῆς ἀγάπης τους πρὸς τὸν ἄλλο.


Διότι λέγει ὁ ἱερὸς Χρυστόστομος: «Δὲν ὑπάρχει τίποτε, τίποτε πολυτιμότερο ἀπὸ τὸ ν’ ἀγαπιέται πολὺ ὁ ἄντρας ἀπὸ τὴ γυναίκα του καὶ ἡ γυναίκα ἀπὸ τὸν ἄντρα της». Καὶ πάλι «Δεν εἶναι ἡ περιουσία ποὺ φέρνει τὸν πλοῦτο στοὺς συζύγους, ἀλλὰ ἡ μεταξύ τους ἀγάπη».

Ο Άγιος Πορφύριος για τη συμπεριφορά των γονέων απέναντι στα παιδιά

Α. «Ἐσύ ἀπό τή μητέρα σου τά ἔχεις κληρονομήσει αὐτά…»
Τά φερσίματα τῶν παιδιῶν ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τήν κατάσταση τῶν γονέων. Ὅταν τά παιδιά πληγώνονται ἀπ’ τήν κακή μεταξύ των γονέων τούς συμπεριφορά, χάνουν δυνάμεις καί διάθεση νά προχωρήσουν στήν πρόοδο. Κακοχτίζονται καί τό οἰκοδόμημα τῆς ψυχῆς τούς κινδυνεύει ἀπό στιγμή σέ στιγμή νά γκρεμισθεῖ. Νά σᾶς πῶ καί δύο παραδείγματα.
Εἶχαν ἔλθει δύο κοπελίτσες σ’ ἐμένανε κι ἡ μία εἶχε κάτι πολύ ἄσχημα βιώματα καί μέ ρωτοῦσαν πού ὀφείλονται. Καί τούς εἶπα:
– Εἶναι ἀπ’ τό σπίτι, ἀπ’ τούς γονεῖς σας. Κι ὅπως τήν «ἔβλεπα» τήν μία, λέω:
– Ἐσύ ἀπ’ τήν μητέρα σου τά ἔχεις κληρονομήσει αὐτά.
Κι ὅμως, λέει, οἱ γονεῖς μας εἶναι τόσο τέλειοι ἄνθρωποι. Εἶναι χριστιανοί, ἐξομολογοῦνται, μεταλαμβάνουν, πού μπορεῖ νά πεῖ κανείς, ζήσαμε μέσα στή θρησκεία. Ἐκτός … ἄν φταίει ἡ θρησκεία, ἀπαντάει ἐκείνη. Τούς λέω:

– Τίποτα δέν πιστεύω ἀπ’ αὐτά πού μου λέτε. Ἐγώ ἕνα μόνο βλέπω, οἱ γονεῖς σας δέν τηνε ζοῦν τή χαρά τοῦ Χριστοῦ. Πάνω σ’ αὐτό ἡ ἄλλη εἶπε:
– Ἄκουσε, Μαρία, καλά λέει ὁ παππούλης, ἔχει δίκιο. Οἱ γονεῖς μᾶς πᾶνε στόν πνευματικό, στήν Ἐξομολόγηση, στήν Θεία Μετάληψη, ναί … Ἀλλά εἴχαμε ποτέ εἰρήνη στό σπίτι; Ὁ πατέρας συνεχῶς γκρίνιαζε μέ τήν μητέρα μας. Διαρκῶς πότε ὁ ἕνας δέν ἔτρωγε, πότε ὁ ἄλλος δέν ἤθελε νά πᾶνε κάπου μαζί. Ἔχει δίκιο, λοιπόν, ὁ παππούλης.


Β. «Νά τά λές στόν Θεό καί ὁ Θεός θά τά λέει μέσα τους»

Τό παιδί θέλει κοντά του ἀνθρώπους θερμῆς προσευχῆς. Ὄχι ν’ ἀρκεῖται ἡ μητέρα στό αἰσθητό χάδι γιά τό παιδί της, ἀλλά νά προσφέρει συγχρόνως καί τό χάδι τῆς προσευχῆς. Τό παιδί αἰσθάνεται στό βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ τό πνευματικό χάδι, πού μυστικά στέλνει ἡ μητέρα του, καί ἕλκεται πρός αὐτήν. Νιώθει ἀσφάλεια, σιγουριά, ὅταν ἡ μητέρα μέ τή συνεχῆ τήν ἐπίμονη καί θερμή προσευχή τῆς ἀγκαλιάζει τό παιδί τῆς μυστικά καί τό ἐλευθερώνει ἀπ’ ὅ,τι τό σφίγγει. Οἱ μητέρες ξέρουν νά ἀγχώνονται, νά συμβουλεύουν, νά λένε πολλά, ἀλλά δέν ἔμαθαν νά προσεύχονται. Οἱ πολλές συμβουλές καί ὑποδείξεις κάνουν πολύ κακό. Ὄχι πολλά λόγια στά παιδιά. Τά λόγια χτυπᾶνε στ’ αὐτιά, ἐνῶ ἡ προσευχή πηγαίνει στήν καρδιά. Προσευχή χρειάζεται, μέ πίστη δίχως ἄγχος, ἀλλά καί καλό παράδειγμα.
Ὅλα ἀπ’ τήν προσευχή, τή σιωπή καί τήν ἀγάπη γίνονται. Καταλάβατε τά ἀποτελέσματα τῆς προσευχῆς; Ἀγάπη ἐν προσευχή, ἐν Χριστῷ ἀγάπη. Αὐτή ὠφελεῖ πραγματικά. Ὅσο θ’ ἀγαπᾶτε τά παιδιά μέ τήν ἀνθρώπινη ἀγάπη –πού εἶναι συχνά παθολογική- τόσο θά μπερδεύονται, τόσο ἡ συμπεριφορά τους θά εἶναι ἀρνητική. Ὅταν ὅμως ἡ ἀγάπη σας θά εἶναι μεταξύ σας καί πρός τά παιδιά χριστιανική καί ἁγία, τότε δέν θά ἔχετε κανένα πρόβλημα. Ἡ ἁγιότητα τῶν γονέων σώζει τά παιδιά. Γιά νά γίνει αὐτό πρέπει νά ἐπιδράσει ἡ θεία χάρις στίς ψυχές τῶν γονέων. Κανείς δέν ἁγιάζεται μόνος του. Ἡ ἴδια ἡ θεία χάρις μετά θά φωτίσει, θά θερμάνει καί θά ζωογονήσει τίς ψυχές τῶν παιδιῶν.
Νά προσεύχεσαι καί, ὅταν πρέπει, νά μιλάεις στά παιδιά μέ ἀγάπη. Πιό πολύ νά κάνεις προσευχή καί λίγα λόγια νά τούς λέεις. Πολλή προσευχή καί λίγα λόγια σέ ὅλους. Νά μή γινόμαστε ἐνοχλητικοί, ἀλλά νά προσευχόμαστε μυστικά καί μετά νά μιλᾶμε κι ὁ Θεός θά μᾶς βεβαιώνει μέσα μας ἄν ἡ ὁμιλία μας εἶναι δεκτή στούς ἄλλους. Ἄν δέν εἶναι πάλι, δέν θά μιλᾶμε. Θά προσευχόμαστε μυστικά μόνο. Διότι καί μέ τό νά μιλᾶμε, γινόμαστε ἐνοχλητικοί καί κάνομε τούς ἄλλους ν’ ἀντιδροῦν καί καμιά φορᾶ ν’ ἀγανακτοῦν. Γι’ αὐτό πιό καλά εἶναι νά τά λέει κανείς μυστικά στήν καρδιά τῶν ἄλλων παρά στ’ αὐτί τους, μέσω τῆς μυστικῆς προσευχῆς.
Ἄκου νά σοῦ πῶ: νά προσεύχεσαι καί μετά νά μιλάεις. Ἔτσι νά κάνεις στά παιδιά σου. Ἄμα διαρκῶς τούς δίδεις συμβουλές, θά γίνεις βαρετή κι ὅταν θά μεγαλώσουν, θά αἰσθάνονται ἕνα εἶδος καταπιέσεως. Νά προτιμᾶς, λοιπόν, τήν προσευχή. Νά τούς μιλάεις μέ τήν προσευχή. Νά τά λέεις στόν Θεό κι ὁ Θεός θά τά λέει μέσα τους. Δηλαδή, δέν πρέπει νά συμβουλεύεις τά παιδιά σου ἔτσι, μέ φωνή πού νά τήν ἀκοῦνε τ’ αὐτιά τους. Μπορεῖς νά τό κάνεις κι αὐτό, ἀλλά προπάντων πρέπει νά μιλάεις γιά τά παιδιά σου στόν Θεό. Νά λέεις: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, φώτισε τά παιδάκια μου. Ἐγώ σ’ Ἐσένανε τά ἀναθέτω. Ἐσύ μοῦ τά ἔδωσες, μά κι ἐγώ εἶμαι ἀδύναμη, δέν μπορῶ νά τά κατατοπίσω· γι’ αὐτό, Σέ παρακαλῶ, φώτισέ τα». Κι ὁ Θεός θά τούς μιλάει …

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Ποια είναι τα θανάσιμα και ποια τα συγγνωστά αμαρτήματα (Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)

Κάθε θανάσιμο αμάρτημα που διαπράττει ο ορθόδοξος χριστιανός, αν δεν θεραπευθεί με την πρέπουσα μετάνοια, γίνεται αιτία αιώνιου κολασμού του. Θανάσιμα αμαρτήματα για τον χριστιανό είναι η αίρεση, το σχίσμα, η βλασφημία, η εξωμοσία, η απόγνωση, η αυτοκτονία, η μοιχεία, κάθε παρά φύση σαρκική αμαρτία, η αιμομειξία, η μέθη, η ιεροσυλία, ο φόνος, η ληστεία και κάθε μεγάλη, σκληρή και απάνθρωπη αδικία. Απ’ αυτές μόνο μία, η αυτοκτονία, δεν μπορεί να θεραπευθεί με τη μετάνοια.

Όλες, πάντως, θανατώνουν την ψυχή, καθιστώντας την ανίκανη να κληρονομήσει την αιώνια μακαριότητα, ως την κάθαρσή της με ειλικρινή μετάνοια. Και μια φορά μόνο να πέσει ο άνθρωπος σε κάποια θανάσιμη αμαρτία, πεθαίνει ψυχικά. «Γιατί όποιος τηρήσει όλες τις διατάξεις του θείου νόμου και παραβεί μία, θεωρείται παραβάτης όλου του νόμου. Εκείνος, βλέπετε, που είπε «Μη μοιχεύσεις», είπε και «Μη φονεύσεις». Αν, λοιπόν, δεν μοιχεύσεις, αλλά φονεύσεις, είσαι παραβάτης του νόμου» (Ιακ. 2:10-11).

Όποιος αμάρτησε θανάσιμα, ας μην απελπίζεται. Ας καταφύγει στη θεραπευτική μετάνοια. Σ’ αυτήν τον καλεί ως την τελευταία στιγμή της ζωής του ο Σωτήρας, που διακηρύσσει μέσ’ από το ιερό Ευαγγέλιο: «Εκείνος που πιστεύει σ’ εμένα, και αν πεθάνει θα ζήσει» (Ιω. 11:26).

Μεγάλη συμφορά είναι η παραμονή του ανθρώπου σε θανάσιμη αμαρτία, μεγάλη συμφορά είναι η μετατροπή της θανάσιμης αμαρτίας σε συνήθεια! Δεν υπάρχουν καλές πράξεις, που θα μπορούσαν να λυτρώσουν από τον Άδη μια ψυχή, αν αυτή, πριν χωριστεί από το σώμα, δεν καθαριστεί από κάθε θανάσιμο αμάρτημά της.

Πότε ένα αμάρτημα είναι συγγνωστό; Όταν κανείς, για παράδειγμα, παρασυρθεί λίγο από τη γαστριμαργία και φάει κάτι παραπάνω από το αναγκαίο, όταν παρασυρθεί λίγο από τη φιληδονία και κοιτάξει φευγαλέα κάποιο πρόσωπο με πονηρή επιθυμία ή δεχθεί αισχρή φαντασία, όταν προφέρει απρόσεκτα κάποιον ανώφελο λόγο, όταν πει ένα μικρό ψέμα ή κλέψει ένα ευτελές πράγμα ή καυχηθεί ή θυμώσει για μια στιγμή, όταν πικραθεί ή μνησικακήσει για λίγο εναντίον του πλησίον.

Για όλα αυτά εύκολα θα συγχωρηθεί ο άνθρωπος από τον φιλεύσπλαχνο Θεό, εφόσον την πτώση του, που οφείλεται στην ανθρώπινη αδυναμία, την ακολουθήσει συναίσθηση και μετάνοια. Το συγγνωστό αμάρτημα δεν στερεί από τον χριστιανό τη θεία χάρη, δεν θανατώνει την ψυχή του, όπως κάνει το θανάσιμο αμάρτημα. Και το συγγνωστό αμάρτημα, ωστόσο, είναι ψυχικά επιζήμιο, όταν δεν μετανοούμε γι’ αυτό, αλλά, απεναντίας, το επαναλαμβάνουμε, βαραίνοντας συνεχώς τον ζυγό του.

Οι άγιοι πατέρες λένε ότι ο άνθρωπος πνίγεται έχοντας δεμένο στον λαιμό του είτε ένα βαρύ λιθάρι είτε ένα σακί με άμμο. Αυτό σημαίνει ότι στην άβυσσο του Άδη μπορεί να μας παρασύρει τόσο ένα μόνο θανάσιμο αμάρτημα όσο και το πλήθος των συσσωρευμένων συγγνωστών. Τι το υπερβολικά κακό έκανε ο πλούσιος της ευαγγελικής παραβολής (Λουκ. 16:19-31), απολαμβάνοντας τον πλούτο του; Η αιτία της καταστροφής του, όπως την παρουσιάζει το Ευαγγέλιο, δεν ήταν παρά η γεμάτη διασκεδάσεις ζωή του, που τον οδήγησε στην ολοκληρωτική λήθη της αρετής και της αιωνιότητας. Η διασκέδαση του έγινε πάθος, εμποδίζοντάς τον να αντιληφθεί ποια είναι η αληθινή ζωή.

«Πρέπει να προσέχουμε την ψυχή μας», συμβουλεύει ο όσιος Μακάριος ο Μέγας (Λόγος περί ελευθερίας νοός, 4), «και να αποτρέπουμε την επικοινωνία της με βέβηλους και πονηρούς λογισμούς. Γιατί, όπως ακριβώς το σώμα, όταν ενώνεται με άλλο σώμα, μολύνεται και γίνεται ακάθαρτο, έτσι και η ψυχή διαφθείρεται, όταν ενώνεται με πονηρούς και μιαρούς λογισμούς, συμφωνώντας μάλιστα μ’ αυτούς. Κι αυτό συμβαίνει όχι μόνο με τους πονηρούς αλλά και με τους άλλους κακούς λογισμούς, όπως, για παράδειγμα, τους λογισμούς απιστίας, δόλου, κενοδοξίας, οργής, φθόνου και φιλονικίας. Στην απόρριψη όλων αυτών των λογισμών καλούμαστε με την αποστολική προτροπή: «Ας καθαρίσουμε τον εαυτό μας από καθετί που μολύνει το σώμα και την ψυχή» (Β’ Κορ. 7:1)».

(Από το βιβλίο: Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Επισκόπου Καυκάσου και Μαύρης Θάλασσας, Έργα 5. Λόγος για τα πνεύματα – λόγος για τον θάνατο (αποσπάσματα). Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2014)

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

Ἐξομολόγησις, τὸ Λουτρὸ τῆς Ψυχῆς (Αγνώστου)



ΙΣΩΣ νὰ ἔχῃς πλησιάσει καὶ μερικὲς ἄλλες φορὲς στὴν Ἐξομολόγησι καὶ ἀσφαλῶς θὰ ἤθελες νὰ μάθης περισσότερα γύρω ἀπὸ τὸ ἱερὸ αὐτὸ Μυστήριο, ποὺ τόση ἀνακούφισι καὶ γαλήνη χαρίζει στὴν ψυχή σου. Θὰ ἐπιθυμῇς ἀκόμη νὰ ἐμάθαινες πὼς θὰ πλησίαζες καλύτερα καὶ πὼς θὰ ἐχρησιμοποιοῦσες ἀποδοτικώτερα τὴν ἁγία καὶ πολύτιμη εὐκαιρία, ποὺ σοῦ χαρίζει διὰ τοῦ Μυστηρίου αὐτοῦ ὁ Θεός.

Ἴσως ὅμως νὰ εἶσαι ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ δὲν ἐγνώρισαν ὡς τώρα τὴν γαλήνη καὶ τὴν χαρὰ ποὺ χαρίζει ἡ Ἐξομολόγησις. Δὲν σοῦ ἐδόθη ἡ κατάλληλη εὐκαιρία. Δὲν γνωρίζεις τὴν ἀναγκαιότητα τῆς Ἐξομολογήσεως. Δὲν γνωρίζεις πὼς πρέπει νὰ ἐξομολογηθῇς. Θὰ ἤθελες ὅμως νὰ πληροφορηθῆς, νὰ μάθης...

Τὸ βιβλιαράκι αὐτό, μέσα στὶς ὀλίγες γραμμές του, αὐτὸ ἀκριβῶς σκοπεύει. Νὰ δώσῃ, εἰς ὅσους ἔχουν τὴν δίψα νὰ μάθουν, τὴν εὐκαιρία, νὰ γνωρίσουν τὰ βασικὰ γύρω ἀπὸ τὸ μεγάλο Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, νὰ βοηθήση εἰς τὸ νὰ κάνουν καλὴ Ἐξομολόγησι, νὰ αἰσθανθοῦν τὴν ἀνακούφισι καὶ τὴν χαρὰ ποὺ φέρνει ἡ Ἐξομολόγησις, χαρὰ ἡ ὁποία εἶναι ὁ ἀντίλαλος τῆς χαρᾶς τοῦ οὐρανοῦ, διότι ὅπως εἶπε ὁ Χριστός: «Χαρὰ γίνεται ἐν οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῶ μετανοοῦντι».

Πρῶτα - πρῶτα θὰ ἀπαντήσουμε στὴν πρωταρχικὴ ἀπορία σου:
ΔΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΘΩ;

ΘΑ ἐξομολογηθῆς γιὰ νὰ βρῇς τὴν γαλήνη καὶ τὴν χαρά σου. Εἶσαι στενοχωρημένος καὶ λυπημένος. Πολλὲς σκέψεις καὶ ἀγωνίες βασανίζουν τὴν ψυχή σου. Νομίζεις ὅτι αἰτία τῆς ἀγωνίᾳς σου εἶναι ἡ ἀνέχει, ἡ ἀρρώστια, οἱ δυσκολίες ποὺ συναντᾷς... Πραγματικὰ ὅμως ἡ οὐσιαστικὴ ἀφορμὴ εὑρίσκεται ἀλλοῦ. Ἡ χαρὰ καὶ ἡ λύπη τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τὴν πηγή της στὴν συνείδησί του. Ὅταν αὐτὴ εἰρηνεύῃ καὶ δὲν διαμαρτύρεται, τότε ὅση συννεφιὰ καὶ ἂν εἶναι ἄπ᾿ ἔξω, ὁ ἄνθρωπος χαίρεται τὴν ζωή του. Ὅταν ὅμως ἡ συνείδησις φωνάζῃ πὼς εἶσαι ἔνοχος, τότε καὶ μέσα στὴν πιὸ ζηλευτὴ ὑγεία καὶ στὰ μεγαλύτερα πλούτη καὶ στὶς ζωηρότερες ἀπολαύσεις, θὰ εἶσαι ὁ δυστυχής. Θὰ εἶσαι ἔνος ἄλλος Δαμοκλῆς, ποὺ θὰ βλέπῃς ἐπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι σου νὰ κρέμεται τὸ ξίφος τῆς θείας δικαιοσύνης. Ἀπὸ τὴν κατάστασι αὐτὴ μόνο ἡ Ἐξομολόγησις ἔχει τὴν δύναμι νὰ σὲ λυτρώσῃ, διότι μόνο μὲ αὐτὴν ἐπιτυγχάνεται ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν σου καὶ ἄρα ἡ γαλήνη τῆς συνειδήσεώς σου.

Θὰ ἐξομολογηθῆς γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ καὶ πάλι ἡ ψυχή σου τὴν καθαρότητα καὶ τὴν ὡραιότητα ποὺ τῆς ἔδωσεν ὁ Θεός. Οἱ παρεκτροπὲς καὶ οἱ ἁμαρτίες σου εἶναι ἐκεῖνα ποὺ μολύνουν καὶ ἀσχημίζουν τὴν ψυχήν σου, ποὺ τὴν κάνουν ἀγνώριστη, τόσο, ὥστε νὰ τὴν ἀποστρέφεται ὁ Θεὸς καὶ σιγὰ-σιγὰ καὶ οἱ ἄνθρωποι. Πρόσεξε καὶ θὰ ἰδῆς πόσο ἀποκρουστικὸς γίνεται ὁ ἄνθρωπος ὁ ἐγωϊστής, ὁ φθονερός, ὁ μέθυσος, ὁ ἐγκληματίας, ὅσο ὡραῖος καὶ ἂν εἶναι ἐξωτερικά.

Θὰ ἐξομολογηθῆς ἀκόμη, διότι αὐτὴ εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτου Ἡσαΐα ὁ Θεὸς διέταξε: «Λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν». Ὁ Πρόδρομος Ἰωάννης, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ὁ Κύριος μας εἰς μετάνοιαν ἐκάλεσαν: «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Καὶ δὲν ὑπάρχει χριστιανικὴ ψυχή, ποὺ νὰ μὴ συγκινῆται διαβάζοντας τὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ, τὸν ὁποῖον ἡ πραγματικὴ μετάνοια καὶ ἡ εἰλικρινὴς ἐξομολόγησις ὡδήγησαν στὸ νὰ ξαναπάρῃ τὴν πρώτη του θέσι στὸ πατρικὸ σπίτι.

Πρέπει λοιπόν, εἶναι ἀνάγκη, νὰ ἐξομολογηθῆς.
ΠΟΥ ΘΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΘΩ;

ΟΧΙ μπροστὰ στὴν εἰκόνα οὔτε ἀπ᾿ εὐθείας στὸν Θεό. Ἐφ᾿ ὅσον πῆρες ἀπόφασι νὰ ἐξομολογηθῆς, εἶσαι ὑποχρεωμένος νὰ κάμῃς Ἐξομολόγησι ὅπως τὴν ὤρισε ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία καὶ ὄχι ὅπως νομίζεις σύ. Ὅσες φορὲς τὰ εἶπες στὴν εἰκόνα ἢ ἀπ᾿ εὐθείας στὸν Θεό, τί ἀπάντησι ἐπῆρες; Καὶ πῶς εἶσαι σίγουρος ὅτι ἔκαμες καλὴ Ἐξομολόγησι, ἀφοῦ γιὰ πολλὰ ἴσως σφάλματά σου δὲν ἐθεώρησες ἀνάγκη νὰ τὰ πῇς, διότι δὲν ἐγνώριζες πὼς εἶναι ἁμαρτίες; καὶ ὕστερα ἀπὸ μία τέτοια Ἐξομολόγησι τί ὁδηγίες καὶ τί συμβουλὲς ἐπῆρες γιὰ τὴν διόρθωσι τῆς ζωῆς σου;

Ἂν αὐτὸ ποὺ λὲς εἶναι ὀρθό, τότε θὰ εἶναι σωστὸ κι᾿ αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ πῶ τώρα: Ὅταν εἶσαι ἄρρωστος, δὲν χρειάζεται νὰ πᾷς στὸν γιατρό. Πάρε μία φωτογραφία τοῦ γιατροῦ καὶ πές της ποῦ πονεῖς καὶ τί αἰσθάνεσαι!

Ὄχι λοιπόν! Γιὰ νὰ ἐξομολογηθῇς, θὰ πᾷς στὸν Ἱερέα, στὸν Πνευματικό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐπιφορτισμένος ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ εἰδικὰ μὲ τὴν ἐργασία αὐτή. Ὁ Κύριος, μετὰ τὴν Ἀνάστασί Του, τὸ βράδυ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς Ἀναστάσεως, ἔδωσε στοὺς Ἀποστόλους τὴν εἰδικὴ αὐτὴ ἐξουσία μὲ τὸ νὰ ἐμφυσήσῃ εἰς αὐτοὺς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ μὲ τοὺς βαρυσήμαντους αὐτοὺς λόγους: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς· ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» (Ἰωάν. κ´ 22-23).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει τὰ ἑξῆς, ἑρμηνεύοντας τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου: «Καίτοι κατοικοῦν ἐδῶ εἰς τὴν γῆν, ἐπετράπησαν νὰ διοικοῦν τὰ ἐν οὐρανοῖς καὶ ἔλαβον ἐξουσίαν, τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς οὔτε εἰς ἀγγέλους, οὔτε εἰς ἀρχαγγέλους ἔδωκε, διότι δὲν εἶπεν εἰς ἐκείνους «ὅσα ἂν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὅσα ἂν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ». Ὅσα οἱ Ἱερεῖς ἐδῶ ἐπὶ τῆς γῆς ἐνεργοῦν (διὰ τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως), ταῦτα ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν οὐρανὸν ἐπικυρώνει καὶ ὁ Δεσπότης ἐπιβεβαιώνει τὴν ἀπόφασιν τῶν δούλων τοῦ Ἱερέων...»

«Μετανοήσατε οἱ πεπλανημένοι, ἐπιστρέψατε τῇ καρδίᾳ» (Ἡσαΐας, μς´ 8)
ΟΧΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΑΡ᾿ ὅλα αὐτὰ εἶναι μερικοί, ποὺ δικαιολογοῦνται πὼς δὲν ὑπάρχουν σήμερα καλοὶ Ἱερεῖς καὶ κατάλληλοι Ἐξομολόγοι. Αὐτὸ εἶναι μία μεγάλη ἀνακρίβεια. Σήμερα ὑπάρχουν καλοὶ Ἐξομολόγοι, περισσότεροι ἀπὸ κάθε ἄλλη φορά. Τὸ μόνο ποὺ χρειάζεται εἶναι νὰ ψάξωμε νὰ τοὺς βροῦμε.

Ἂς κάνουμε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς ὅτι κάνουμε καὶ γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ σώματος. Ὅταν ἀρρωστήσωμε, ἐρωτοῦμε νὰ μάθωμε ποὺ εἶναι ὁ καλὸς γιατρός. Καὶ εἴμεθα διατεθειμένοι νὰ φθάσωμε καὶ στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἀκόμη. Γιατί νὰ μὴν κάνουμε τὸ ἴδιο καὶ γιὰ τὴν ψυχή μας; Θὰ σὲ ἐρωτοῦσα ἀκόμη καὶ κάτι ἄλλο: Μήπως ἐξετάζεις τί ἄνθρωπος εἶναι ὁ γιατρός, ὁ φαρμακοποιός, ὁ ἀρτοποιός σου; Δὲν πηγαίνεις μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ πάρῃς ὅτι σου χρειάζεται, ἀδιαφορώντας γιὰ τὸ ποιὸν τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν;

Ἔπειτα μὴ λησμονεῖς ὅτι ἡ χάρις τοῦ Μυστηρίου δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἱερέως. Ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν σου, τὴν ὁποίαν πηγαίνεις νὰ λάβῃς στὴν Ἐξομολόγησι, δὲν πηγάζει ἀπὸ τὸν Ἱερέα, ἄλλ᾿ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Ἐὰν προσέξῃς, θ᾿ ἀκούσῃς, στὸ τέλος τῆς Ἐξομολογήσεως, τὸν Ἱερέα, μετὰ τὴν ἀνάγνωσι τῆς εὐχῆς, νὰ σοῦ λέῃ καὶ τὰ ἑξῆς: «Ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος, (ὄχι ἐγώ), διὰ τῆς ἐμῆς ἐλαχιστότητος, ἔχει σε συγκεχωρημένον καὶ λελυμένον».
ΠΟΤΕ ΟΜΩΣ;

ΠΡΕΠΕΙ νὰ ἐξομολογηθῇς τὰ ταχύτερο. Χωρὶς νὰ χάσῃς καθόλου καιρό. Μὴ πῇς: Ἐξομολογοῦμαι ἀργότερα. Ὁ καιρὸς δὲν εἶναι στὴν ἐξουσία σου. Πόσους δὲν ἐγέλασε καὶ δὲν κατέστρεψε ἔτσι ὁ ἐχθρὸς τῆς ψυχῆς μας, ὁ διάβολος! Ὅσο ἀναβάλλεις, τόσο συσσωρεύονται ὅλοι καὶ περισσότερες ἁμαρτίες. Ὅσο περνᾷ ὁ καιρός, τόσο οἱ ἁμαρτίες σου θὰ γίνωνται βαρύτερες καὶ χειρότερες. Μὴ φαντάζεσαι ὅτι οἱ μεγάλοι ἁμαρτωλοὶ ἔφθασαν διὰ μιᾶς στὸ κατάντημά τους. Ἀπὸ μικρὲς ἁμαρτίες ἄρχισαν καὶ σιγὰ – σιγά, χωρὶς τὴν συγχώρησι καὶ τὴν ἐνίσχυσι τῆς Ἐξομολογήσεως, ἡ ψυχή τους συνήθισε στὴν ἀτμόσφαιρα καὶ τὴν ζωὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ ἔτσι προχώρησαν ἀπὸ τὶς μικρότερες στὶς μεγαλύτερες ἁμαρτίες, χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν. Μὲ τὴν Ἐξομολόγησι βγάζεις ἀπὸ τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς σου τοὺς σπόρους τοῦ κακοῦ, ποὺ σπέρνει ὁ διάβολος, καὶ δὲν τοὺς ἀφίνεις νὰ ριζολογήσουν καὶ νὰ ἀναπτυχθοῦν. Ἐπὶ πλέον, ὅσο ἀναβάλλεις νὰ ἐξομολογηθῇς, τόσο δυσκολώτερο σοῦ φαίνεται νὰ πλησιάσῃς στὸν Πνευματικό. Μὴ πῇς μὲ τὸν νοῦ σου: Θὰ μετανοήσω καὶ θὰ ἐξομολογηθῶ, ὅταν θὰ γηράσω. Ποιὸς σοῦ ὑπόσχεται ὅτι θὰ γηράσης; καὶ πὼς φαντάζεσαι ὅτι θὰ ἔχῃς τὴν ἀντοχὴ ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ μετανοήσῃς, ὅταν ξέρῃς πόσο ἀδύνατη γίνεται καὶ ἡ θέλησις καὶ ἡ σκέψις καὶ ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ ἡλικιωμένου ἀνθρώπου;

Μὴ σκεφθῇς: Τώρα εἶμαι πολὺ ἁμαρτωλός. Θὰ φροντίσω σιγὰ-σιγὰ νὰ διορθωθῶ καὶ μετὰ ἐξομολογοῦμαι. Ἀλλοίμονο ἂν ὁ βαρειὰ ἄρρωστος ἔλεγε θὰ γίνω καλύτερα καὶ μετὰ θὰ πάω στὸν γιατρό. Μὴν ἀφήσῃς νὰ πᾷς στὸν Πνευματικὸ τὴν τελευταία στιγμή, τὶς παραμονὲς τῶν μεγάλων Ἑορτῶν. Τότε εἶναι τόσοι πολλοὶ ποὺ περιμένουν νὰ ἐξομολογηθοῦν, ὥστε εἶναι ἀδύνατο καὶ ἀπὸ μέρους σου καὶ ἀπὸ μέρους ἐκείνου νὰ κάνῃς μία καλὴ Ἐξομολόγησι.

Πότε λοιπὸν θὰ ἐξομολογηθῆς;

Κάθε πότε πλένεσαι; Κάθε πότε πλένεις τὰ ροῦχα σου; Μήπως μένεις ἄπλυτος καὶ μὰ ἀκάθαρτα ροῦχα, λέγοντας ὅτι θὰ καθαριστῇς τὰ Χριστούγεννα ἢ τὸ Πάσχα; Μήπως ὅταν πονᾷς ἢ ὅταν σὲ καίῃ ὁ πυρετός, ἀφίνεις, ἔστων καὶ ὕστερα ἀπὸ μία ὥρα, νὰ ζητήσῃς τὴν βοήθεια τοῦ γιατροῦ; Ὅτι κάνῃς γιὰ τὸ σῶμα σου, θὰ κάνῃς καὶ γιὰ τὴν ψυχή σου. Μόλις αἰσθανθῇς τὸ πρῶτο λέρωμα, τὴν πρώτη πληγῆ, τὸ πρῶτο βάρος τῆς ἁμαρτίας, θὰ τρέξης ἀμέσως χωρὶς ἀναβολή.

Τῆς πατρῴας, δόξης σου, ἀποσκιρτήσας ἀφρόνως, ἐν κακοῖς ἐσκόρπισα, ὅν μοι παρέδωκας πλοῦτον· ὅθεν σοι τὴν τοῦ Ἀσώτου, φωνὴν κραυγάζω· Ἥμαρτον ἐνώπιόν σου Πάτερ οἰκτίρμον· δέξαι με μετανοοῦντα, καὶ ποίησόν με, ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. (Κοντάκιον Κυριακῆς Ἀσώτου)
ΠΩΣ ΘΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΘΩ;

ΟΠΩΣ γιὰ νὰ πᾷς στὸν γιατρὸ πρέπει νὰ καταλάβης ὅτι εἶσαι ἄρρωστος, ἔτσι καὶ γιὰ νὰ ξεκινήσῃς νὰ ἐξομολογηθῆς πρέπει πρῶτα – πρῶτα νὰ συναισθανθῇς ὅτι εἶσαι ἕνας ἁμαρτωλός. Πολλοὶ νομίζουν πὼς δὲν ἔχουν ἁμαρτίες ἢ πιστεύουν πὼς οἱ ἁμαρτίες τους εἶναι ἀσήμαντες καὶ ἐλαφρές, ἄλλωστε ἔχουν τόσες δικαιολογίες γιὰ τὰ σφάλματά τους. Ὅμως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ βεβαιώνει κατηγορηματικὰ ὅτι δὲν ὑπάρχει δίκαιος «οὐδὲ εἷς» καὶ μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι «ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν καὶ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν». Ὅσες καὶ ὅποιες καὶ ἂν εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας, εἶναι ἁμαρτίες, ποὺ γιὰ νὰ συγχωρηθοῦν ἐχρειάσθη νὰ σταυρωθῆ ὁ Χριστός.

Ἐὰν λὲς ὅτι δὲν ἔχεις ἁμαρτίες, ἢ ὅτι οἱ ἁμαρτίες σου εἶναι ἐλαφρὲς καὶ δικαιολογημένες, αὐτὸ σημαίνει πὼς δὲν γνωρίζεις ὅσο πρέπει τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ θὰ σὲ βοηθήσωμε σύντομα καὶ ἁπλὰ νὰ ἐξετάσης τὸν ἑαυτό σου κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀνακαλύψῃς καὶ ἐξακριβώσῃς τὶς ἁμαρτίες σου. Ὁ κατάλογος τῶν ἐρωτημάτων αὐτῶν δὲν ἐξαντλεῖ καὶ δὲν περιλαμβάνει – διότι δὲν εἶναι ἔυκολο – ὅλες τὶς περιπτώσεις ποὺ μπορεῖ νὰ ἐγίναμε ἔνοχοι ἀπέναντι τοῦ θείου νόμου. Θὰ σοῦ εἶναι ὅμως μία καλὴ ἀρχὴ καὶ μία ἀρκετὴ βοήθεια γιὰ ἂν κάνῃς μία καλὴ ἐξέτασι τοῦ ἑαυτοῦ σου.

Μὴ ξεκινήσῃς, λοιπόν, ἀπροετοίμαστος γιὰ τὴν Ἐξομολόγησι. Διάλεξε ἕναν ἤρεμο τόπο καὶ σὲ μία ἥσυχη ὥρα, βάλε κάτω τὸν ἑαυτό σου καὶ ἐξέτασε τὸν ἀμερόληπτα καὶ χωρὶς ἐλαφρυντικά.
Α´

Ἐξέτασέ τον πρῶτα ἐὰν εἶναι ἐντάξει στὰ καθήκοντά του πρὸς τὸν Θεό:

Ποιὰ εἶναι ἡ πίστις σου καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη σου πρὸς τὸν Θεό; Μήπως στὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς σου ἀπελπίζεσαι καὶ γογγύζεις κατὰ τοῦ Θεοῦ; Μήπως πιστεύεις σὲ ὄνειρα καὶ δεισιδαιμονίες; μήπως διαφωτίζεις καὶ ὁδηγεῖς ἄλλους στὰ νὰ τηρήσουν διάφορες δεισιδαιμονίες καὶ προλήψεις; Κατέφυγες καμμιὰ φορὰ στὰ μάγια, τὸν πνευματισμὸ κλπ.; Μήπως παρεσύρθης ποτὲ ἀπὸ αἱρετικὲς διδασκαλίες; Μήπως συζητεῖς μὲ τοὺς μάρτυρας τοῦ Ἰεχωβᾶ ἢ ἄλλους αἱρετικούς; Μήπως πηγαίνεις στὶς συναθροίσεις τους, ἢ διαβάζεις τὰ βιβλία τους; Ἀφίνεις τὸ στόμα σου ἐλεύθερο ὥστε νὰ βγαίνουν ἀπ᾿ αὐτὸ ἀπρεπεῖς λόγοι, ὕβρεις, κακολογίες, κατάρες; Μήπως ὠρκίσθηκες χωρὶς λόγο ἤ, τὸ χειρότερο, ψευδῶς; Προσεύχεσαι καὶ ἐκκλησιάζεσαι τακτικά; Στέκεσαι στὴν προσευχὴ καὶ στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν ἀπαιτούμενη εὐλάβεια; Φυλάττεις τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, τὶς νηστεῖες (ἐφ᾿ ὅσον εἶσαι ὑγιής) καὶ τοὺς ἄλλους κανονισμοὺς τῆς Ἐκκλησίας μας;
Β´

Ἐξέτασε ἔπειτα τῆς συμπεριφορά σου πρὸς τοὺς ἄλλους:

Δείχνεις τὴν ὑπακοὴ καὶ τὸν σεβασμὸ ποὺ ἐπιβάλλεται στοὺς Ἱερεῖς, τοὺς γονεῖς, τοὺς διδασκάλους σου καὶ γενικῶς πρὸς τοὺς μεγαλυτέρους σου; Τοὺς τιμᾷς καὶ τοὺς βοηθεῖς στὶς ἀνάγκες τους; Μήπως συνηθίζεις νὰ κατακρίνεις ἢ νὰ κακολογῇς τοὺς Ἱερεῖς ἢ νὰ συμμετέχῃς σὲ συζητήσεις ὅπου διασύρεται καὶ σχολιάζεται ὁ κλῆρος;

Ἂν εἶσαι πατέρας ἢ μητέρα, μήπως ἀποφεύγεις τὴν τεκνογονία;

Φροντίζεις ὅπως πρέπει γιὰ τὰ παιδιά σου, φροντίζεις γιὰ τὶς ψυχές τους, προσέχεις νὰ τοὺς δίνῃς τὸ καλὸ παράδειγμα;

Μήπως ὑβρίζεις ἢ καταριέσαι τὰ παιδιά σου;

Μήπως ἐμποδίζεις τὰ παιδιά σου ἀπὸ τὸ Κατηχητικὸ Σχολεῖο ἢ τὰ σπρώχνεις στὴν κοσμικὴ ζωή;

Μήπως στενοχωρεῖσαι ἂν κάποιο παιδί σου ἐξεδήλωσε διάθεσι νὰ γίνῃ κληρικὸς ἢ νὰ ἀφιερωθῆ στὸν Χριστὸ καὶ κάνῃς τὸ πᾶν γιὰ νὰ τὸ ἐμποδίσῃς;

Μήπως δημιουργεῖς σκηνὲς καὶ ἐπεισόδια, ἢ βάζεις λόγια καὶ δημιουργεῖς ψυχρότητα ἢ διχόνοια ἀνάμεσα στὴν νύφη, τὴν πεθερά, ἢ τοὺς συγγενεῖς σου;

Ἂν εἶσαι ἐργοδότης ἢ προϊστάμενος, πῶς συμπεριφέρεσαι πρὸς τοὺς κατωτέρους σου; Μήπως τοὺς ἀδικεῖς; Ἂν εἶσαι ἐργάτης ἢ ὑφιστάμενος, εἶσαι εὐσυνείδητος στὴν ἐργασία σου;
Γ´

Μήπως ἐμποδίζεις τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὸν ἐκκλησιασμὸ ἢ ἀπὸ τὴν ἐκτέλεσι τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τους; Μήπως εἰρωνεύεσαι ἐκείνους, ποὺ ἐξομολογοῦνται καὶ κοινωνοῦν τακτικὰ καὶ γενικὰ ὅσους προσπαθοῦν νὰ ζήσουν τὴν χριστιανικὴ ζωή;

Ἐξέτασε ἀκόμη ἂν ἀγαπᾷς ὅλους, ἂν συγχωρῇς ἐκείνους ποὺ σὲ ἔβλαψαν, ἂν ὀργίζεσαι, ἂν ἐζημίωσες κανέναν, ἂν ἐφάνης ἀσυνεπὴς στὶς ὑποχρεώσεις σου, ἂν στὸ ἐπάγγελμά σου ἐργάζεσαι μὲ τιμιότητα, χωρὶς νοθεῖες, αἰσχροκέρδεια κλπ.

Μήπως ὑποκύπτεις στὰ σοβαρὰ ἁμαρτήματα τῆς χαρτοπαιξίας, τῆς συκοφαντίας, τῆς κατακρίσεως;...
Δ´

Ἐξέτασε ἀκόμη, μὲ ἰδιαιτέραν αὐστηρότητα τὴν ζωή σου ἀπὸ ἠθικῆς ἀπόψεως. Προσέχεις τί διαβάζεις, τί ἀκοῦς, τί συζητεῖς; Μήπως συχνάζεις σὲ θεάματα ποὺ προσβάλλουν τὴν ἠθική, σὲ διασκεδάσεις, χορούς κλπ.;

Μήπως σὲ παρασύρει ἡ μόδα, ὁ καλλωπισμὸς καὶ ἡ φιλαρέσκεια, ὥστε νὰ δημιουργῇς περιττὰ ἔξοδα, ἢ νὰ παραμελῇς ἄλλα σοβαρώτερα καθήκοντα, ἢ νὰ χάνῃς ἄσκοπα τὸν πολύτιμο χρόνο σου;

Μήπως διέπραξες ὁποιαδήποτε ἀνήθικη ἁμαρτία μὲ ὁποιοδήποτε πρόσωπο;

Ἂν εἶσαι νέος ἢ νέα, μήπως ἐκτίθεσαι σὲ συζητήσεις καὶ συναναστροφές, ποὺ θὰ σὲ ὁδηγήσουν ἴσως σὲ ἠθικὲς παρεκτροπές;

Μήπως, μὲ τὴν ἐνδυμασία σου, μὲ τὰ βλέμματά σου, μὲ τὰ λόγια σου, γενικὰ μὲ τὴν ἀπρόσεκτη συμπεριφορά σου, γίνεσαι ἀφορμὴ σκανδάλου;

Ἂν εἶσαι μνηστευμένος, προσέχεις τὴν ἁγνότητα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς σου μέχρι τῆς ἡμέρας τοῦ γάμου σου;

Ἂν εἶσαι σύζυγος, ἐτήρησες κατὰ πάντα τὴν συζυγικὴ πίστι;

«Ἐπιστράφητε, υἱοί, ἐπιστρέφοντες, καὶ ἰάσομαι τὰ συντρίμματα ὑμῶν». (Ἱερεμίας, Γ´ 22)
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΙ

ΑΦΟΥ κάνῃς ὅσο μπορεῖς καλύτερα αὐτὴ τὴν ἐξέτασι τῆς συνειδήσεώς σου, θὰ πρέπῃ νὰ αἰσθανθῆς στὰ βάθη τῆς ψηχῆς σου λύπη καὶ συντριβή. Διότι μὲ τὶς ἁμαρτές σου ὕρβισες τὸν Θεό. Σὺ ὁ μικρὸς ἄνθρωπος τὸν μεγάλο Θεό. Σὺ ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος τὸν Ἅγιο Θεό. Τὸ πλάσμα τὸν Πλάστη του. Τὸ δημιούργημα τὸν Δημιουργό του. Ἐκεῖνον, εἰς τοῦ ὁποίου τὰ χέρια εὑρίσκεται ἡ ζωή σου καὶ ἡ ὑπαρξίς σου. Ἐκεῖνον, εἰς ἕνα νεῦμα τοῦ ὁποίου ὑποτάσσεται τὸ σύμπαν. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ ἀκόμη ἐφάνηκες ἀχάριστος στὸν μεγαλύτερό σου εὐεργέτη. Σὲ Ἐκεῖνον, ποὺ σοῦ χαρίζει ὅλα τὰ ἀγαθά. Σὲ Ἐκεῖνον, ποὺ σὲ ἀνέχεται καὶ δὲν σὲ τιμωρεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Σὲ Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος δὲν ἐσυλλογίσθηκε τὸν Υἱό Του, ἀλλὰ τὸν παρέδωκε στὸν σκληρὸ καὶ ἀτιμωτικὸ θάνατο τοῦ Σταυροῦ γιὰ τὴν δική σου σωτηρία.

Θὰ λυπηθῇς καὶ θὰ στενοχωρηθῇς γιὰ ὅλα αὐτά. Τότε θὰ εἶναι πραγματικὴ ἡ μετάνοιά σου. Τότε θὰ δεχθῆ τὴν Ἐξομολόγησί σου ὁ Θεός. «Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει». Ὅλοι ὅσοι πραγματικὰ μετενόησαν, αὐτὸ ἔκαναν. Ὁ Δαβὶδ ἔλεγε: «Λούσω καθ᾿ ἑκάστην νύκτα τὴν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω». Ἡ πόρνη ἐκείνη γυναίκα μὲ τὰ δάκρυα τὴν ἔπλυνε τὰ πόδια τοῦ Σωτῆρος. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀρνήθηκε τὸν Χριστό, ἀλλὰ μόλις συναισθάνθηκε τὸ σφάλμα τοῦ «ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς».

Μὲ τὴν λύπη αὐτὴ καὶ τὴν κατάνυξι ξεκίνησε γιὰ τὸ Ἐξομολογητήριο.

Δίδου μοι κατάνυξιν καὶ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσιν καὶ τοῦ βίου διόρθωσιν, εἰς πάθη τοῦ σώματος νῦν βεβυθισμένῳ καὶ μεμακρυσμένῳ ἐκ σοῦ, Θεὲ παμβασιλεῦ, καὶ μηδαμόθεν ἐλπίδα ἔχοντι καὶ σῶσόν με τὸν ἄσωτον διὰ πολλὴν ἀγαθότητα, Ἰησοῦ παντοδύναμε, ὁ Σωτὴρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν. (Προσόμοιον κατανυκτικὸν γ´ ἤχου)
ΠΗΓΑΙΝΕ ΣΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥ ὅλες τὶς ἁμαρτίες σου μὲ εὐθύτητα καὶ εἰλικρίνεια. Γνώριζε ὅτι καὶ μία ἔστω ἁμαρτία ἂν δὲν ἐξομολογηθῇς, ὄχι μόνο δὲν συγχωρεῖσαι δι᾿ ὅσες ἐξομολογήθηκες, ἀλλὰ διέπραξες καὶ μία ἀκόμη σοβαρώτερη ἁμαρτία, διότι ἐνόμισες πὼς θὰ κρυφθῇς ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος τὰ γνωρίζει ὅλα. Μὴν ἀφίνης τὸν ἑαυτό σου νὰ παρασύρεται ἀπὸ τὸ αἴσθημα τῆς ἐντροπῆς ποὺ σοῦ δημιουργεῖ τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ Διάβολος. Πρέπει κανεὶς νὰ ἐντρέπεται τὴν ὥρα ποὺ ἁμαρτάνει καὶ ὄχι τὴν ὥρα ποὺ ἐξομολογεῖται. Συλλογίσου πόση ἀγάπη δείχνει καὶ στὰ σημεῖο αὐτὸ ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος δὲν ἀπαιτεῖ νὰ φανερωθοῦν οἱ ἁμαρτίες σου ἐνώπιον πολλῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἐπιβάλλει τῶν ἀνθρώπων ἡ δικαιοσύνη, ἀλλὰ ἐνώπιον μόνο του Ἱερέως, ὁ ὁποῖος καὶ θὰ εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος, ποὺ θὰ μάθῃ τὰ σφάλματά σου. Καὶ ὁ Πνευματικὸς εἶναι ἀπόλυτα ὑποχρεωμένος –ἐπὶ ποινῇ καθαιρέσεως– νὰ τηρήσῃ ἱερὰ καὶ ἀπαραβίαστα τὰ μυστικὰ τῆς Ἐξομολογήσεως, ὄχι μόνο στὶς ἰδιωτικές του συζητήσεις, ἀλλὰ καὶ ἐνώπιον οἱασδήποτε δικαστικῆς ἢ πολιτικῆς ἀρχῆς. Σκέψου ἄλλωστε ὅτι ὁπωσδήποτε οἱ ἁμαρτίες μας πρέπει μία φορᾷ νὰ φανερωθοῦν. Καὶ θὰ φανερωθοῦν ἢ ἐδῶ, στὸν Πνευματικό σου ὁπότε θὰ συγχωρηθοῦν, ἢ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ἐνώπιον δισεκατομμυρίων ἀνθρώπων, χωρὶς ἐλπίδα συγχωρήσεως, ἀλλὰ μόνο πρὸς καταισχύνη καὶ αἰώνια τιμωρία μας. Ποῦ λοιπὸν εἶναι προτιμότερο νὰ φανερώσῃς τὶς ἁμαρτίες σου; συλλογίσου ἀκόμη, τί θὰ ἔλεγες γιὰ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος, ἐνῷ πῆγε στὸν γιατρό, ἐντρέπεται ἂν δείξη σὲ αὐτὸν τὶς πληγὲς καὶ τὰ ἄρρωστα μέλῃ του; Πῶς μπορεῖ νὰ περιμένῃ θεραπεία ὁ ἄνθρωπος αὐτός; Γιὰ νὰ ἐξασφαλισθῇς καὶ νὰ νικήσῃς ἐξ ἀρχῆς τὸν θανάσιμο αὐτὸ κίνδυνο, ἐξομολογήσου πρώτη ἐκείνη τὴν ἁμαρτία, γιὰ τὴν ὁποία ἐντρέπεσαι περισσότερο.
ΠΡΟΣΕΧΕ ΟΤΑΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΑΙ

ΜΗ πῇς ἀόριστα καὶ γενικά: Εἶμαι ἕνας ἁμαρτωλός. Ὅπως ὁ ἄρρωστος δὲν λέει στὸν γιατρὸ ἁπλῶς: Εἶμαι ἄρρωστος. Ἐξομολογήσου καθαρὰ τὸ εἶδος τὴν κάθε ἁμαρτίας σου καὶ ἂν μία ἢ πολλὲς φορὲς ἔπεσες σὲ αὐτή.

Μὴ περιμένεις τὸν Πνευματικὸ νὰ σὲ ἐρωτᾷ: «Λέγε σὺ πρῶτος τὰς ἁμαρτίας σου, ἵνα δικαιωθῆς». Κατηγόρησε μόνο τὸν ἑαυτό σου. Μὴ ζητήσῃς νὰ ρίξης τὰ βάρος στοὺς ἄλλους, ὅπως ἔκαμε ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα. Μὴ προσπαθήσης νὰ δικαιολογηθῇς.

Ἐὰν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε ὅτι εἶναι ὁ πρῶτος τῶν ἁμαρτωλῶν, τότε τί πρέπει νὰ ποῦμε ἐμεῖς:
ΑΦΟΥ ΟΜΙΛΗΣΗΣ, ΑΚΟΥΣΕ

ΑΚΟΥΣΕ μὲ μεγάλη προσοχὴ τί θὰ σοῦ πῇ ὁ Πνευματικός. Γράψε στὸ πλάτος τῆς καρδιᾶς σου τὶς ὑποδείξεις καὶ τὶς συμβουλές του, μὲ τὴν ἴδια καὶ μεγαλύτερη προσοχή, μὲ τὴν ὁποία ὁ ἄρρωστος ἀκούει τὶς ὁδηγίες τοῦ γιατροῦ, γιὰ τὰ φάρμακα ποὺ πρέπει νὰ πάρῃ καὶ τὴν δίαιτα ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθήσῃ. Δέξου μὲ χαρὰ καὶ προσπάθησε νὰ ἐφαρμόσῃς μὲ ἀκρίβεια καὶ σχολαστικὰ τὸν «κανόνα» ποὺ θὰ σοῦ βάλῃ. Ἰδιαίτερα πρόσεξε μὴ τυχὸν καὶ προσέλθῃς στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας χωρὶς τὴν ἄδεια τοῦ Πνευματικοῦ.

Ὅταν ἡ Ἐξομολόγησίς σου γίνῃ κατὰ τὸν τρόπο ποὺ ἐκθέσαμε ἕως τώρα, τότε θὰ δοκιμάσῃς προσωπικὰ καὶ ὁ ἴδιος τὰ μεγάλα ἀποτελέσματα καὶ τὴν ἀνέκφραστη εἰρήνη καὶ χαρά, ποὺ φέρνει στὴν ψυχὴ ἡ καλὴ Ἐξομολόγησις.

Ὁ Ἀμνὸς ὁ τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων πάντων τὰς ἁμαρτίας, ἄρον τὸν κλοιὸν ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸν βαρύν, τὸν τῆς ἁμαρτίας, καὶ ὡς εὔσπλαγχνός μοι δὸς δάκρυα κατανύξεως. (Ἐκ τοῦ Μεγάλου Κανόνος)
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙ

ΑΦΟΥ λοιπὸν ἐξομολογηθῇς, χρειάζεται νὰ προσέξῃς καλύτερα τὴν ζωή σου.

Τώρα ποὺ ὁ Κύριος σὲ συγχώρησε καὶ ἡ ψυχή σου καθαρίστηκε ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τῆς ἁμαρτίας, πρόσεξε νὰ μὴν ξαναλυπήσῃς τὸν Θεὸ μὲ τὶς ἁμαρτίες σου. Προφύλαξε τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ κάθε τί ποὺ μπορεῖ νὰ ξαναλερώσῃ τὴν ψυχή σου. Διότι πρέπει νὰ ξέρῃς ὅτι ἡ μετάνοια καὶ ἡ χριστιανικὴ μόρφωσις καὶ ἡ χριστιανικὴ ζωὴ δὲν εἶναι ὑπόθεσις μιᾶς μέρας, ἀλλὰ ἔργο ποὺ πρέπει νὰ σὲ ἀπασχολῇ σὲ ὅλη σου τὴν ζωή.

Μὲν ἐπαναπαυθῇς, λοιπόν, στὸν ὅτι μετενόησες καὶ ἐξομολογήθηκες, ἀλλὰ φρόντισε νὰ ἐξακολουθήσῃς τὸν καλὸ δρόμο, ποὺ σοῦ ἔδειξε ὁ Θεὸς καὶ ποὺ θὰ σὲ ὁδηγήση στὴν ἀληθινὴ εὐτυχία.

«Μακάριοι ὧν ἀφέθησαν αἱ ἀνομίαι καὶ ὧν ἐπεκαλύφθησαν αἱ ἁμαρτίαι» (Ψαλμ. ΛΑ´ 1)
ΑΓΩΝΙΖΟΥ ΤΟΝ ΚΑΛΟΝ ΑΓΩΝΑ

ΠΑΡΕ σταθερὴ καὶ ὁριστικὴ ἀπόφασι νὰ ἀγωνίζεσαι ἐναντίον κάθε ἁμαρτίας καὶ νὰ εἶσαι ἕτοιμος γιὰ κάθε θυσία, προκειμένου νὰ τηρήσῃς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ εὐγενέστερος ἀγών. Ὁ ἀγὼν ποὺ λυτρώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀγωνία καὶ τοῦ δημιουργεῖ τὴν βαθύτερη χαρά. Ἀγωνίζου, ἐνθυμούμενος ὅτι κάθε φορὰ ποὺ ἀγωνίσθηκες γιὰ νὰ νικήσῃς τὸν πειρασμό, ὕστερα ἀπὸ λίγο κόπο ἐδοκίμασες τὴν μεγαλύτερη ἱκανοποίησι, ἐνῷ ἐὰν ὑπεχώρησες στὶς ἀπαιτήσεις τῆς ἁμαρτίας, ὕστερα ἀπὸ λίγη εὐχαρίστησι ἐδοκίμασες τὴν μεγαλύτερη ἀπογοήτευσι καὶ ἀηδία. Ἀγωνίζου... Κι ἂν στὸν ἀγῶνα αὐτὸν τραυματισθῇς, μὴν ἀποθαρρύνεσαι. Σπεῦσε γιὰ ἄλλη μιὰ φορά, σπεῦσε δὲ πάντοτε στὸ ἰατρεῖο τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐξομολόγησι. Θὰ βρίσκῃς πάντοτε ἐκεῖ τὴν θεραπεία, τὴν συγγνώμη, τὴν δύναμι νὰ συνεχίσης τὸν ἀγῶνα σου.

«Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμο ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;». (Μάρκ. Η´ 36)
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕ ΤΑ ΚΑΤΑΛΛΗΛΑ ΜΕΣΑ

ΦΡΟΝΤΙΣΕ νὰ μελετᾷς καὶ νὰ μαθαίνῃς καλύτερα τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Μὴ παραλείπεις μὲ τὴν προσευχὴ νὰ ζητῇς παρὰ τοῦ Θεοῦ δύναμι καὶ ἐνίσχυσι, ὥστε νὰ ἀγωνίζεσαι κατὰ τῆς ἁμαρτίας. Ἰδιαιτέρως δὲ μὴ παραλείπεις τὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμὸ καὶ τὴν οὐράνια τροφὴ τῆς ψυχῆς μας, τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ὅποιος τρέφεται παίρνει ὅλα ἐκεῖνα ποὺ τοῦ χρειάζονται γιὰ νὰ συντηρηθῇ καὶ ἀναπτυχθῇ ἡ ψυχή του.

«Χαρὰ γίνεται ἐν οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῶ μετανοοῦντι». (Λουκ. ΙΕ´ 10)
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ

ΕΞΕΥΓΕΝΙΖΕΙ τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἰρηνεύει τὴν ψυχή του. Τοῦ δίνει ὁδηγίες καὶ κατευθύνσεις γιὰ τὸν ἀγῶνα τῆς ζωῆς. Ἡ Ἐξομολόγησις εἶναι πραγματικὴ εὐλογία τῆς ζωῆς μας, διότι εἶναι ἐκείνη ποὺ συμφιλιώνει τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς χαρίζει τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν τους καὶ ἐπὶ πλέον τοὺς προετοιμάζει γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦν ἐντός τους τὴν μεγάλη δωρεὰ τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

Ἀγάπησε τὴν μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά, πήγαινε ὅσο μπορεῖς πιὸ συχνὰ σὲ αὐτὴν καὶ ἔτσι θὰ δοκιμάσης καὶ θὰ ἰδῆς καινούργιες ἡμέρες στὴν ζωή σου, ἡμέρες ἀληθινῆς χαρᾶς καὶ εἰρήνης.

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2019

Να μιμούμαστε τους ενάρετους (Όσιος Εφραίμ ο Σύρος)

Να αγαπάς τον καλό σύντροφο και να αποφεύγεις τον κακό, επειδή ούτε ο μάγος, ούτε ο ληστής, ούτε ο τυμβωρύχος γεννήθηκαν τέτοιοι, αλλά τα έμαθαν αυτά από ανθρώπους, των οποίων ο νους είχε διαφθαρεί από τον σατανά. Γιατί ο Θεός όλα τα έκανε πολύ καλά (Γεν. 1:31). Να μη σε ευχαριστούν τα λουτρά και τα συμπόσια και τα κοινά δείπνα και η καλοπέραση, για να μην πέσεις σε ολέθριους κινδύνους. Να θυμάσαι διαρκώς την οδύνη των αμαρτωλών και να φοβάσαι μήπως σύντομα βρεθείς και εσύ μαζί τους. Δεν μπήκες ποτέ σε σπίτι όπου κλαίνε νεκρό, και βλέποντας τον σπαραγμό και τα κλάματα δεν βιάστηκες να πεταχτείς έξω από εκεί; Από τα πρόσκαιρα λοιπόν πρέπει να συμπεραίνεις για τα αιώνια· γιατί λέει η Γραφή: «Δώσε αφορμή στον σοφό, και θα γίνει σοφότερος» (Παροιμ. 9:9). Με αθωότητα να δέχεσαι τις εντολές του Θεού και με πανουργία να αποκρούεις τα τεχνάσματα του διαβόλου και να κόβεις τις βλαβερές συναναστροφές, για να μείνεις μέσα σου ήρεμος.

Αντίθετα, να ακούσεις τον Κύριο που λέει: «Πολλοί είναι καλεσμένοι, λίγοι όμως εκλεκτοί» (Ματθ. 22:14), και: «Τι λίγοι αυτοί που σώζονται!» (Λουκ. 13:23). Γίνε λοιπόν και εσύ ένας από τους εκλεκτούς και τους λίγους και όχι από τους πολλούς και άξιους για την απώλεια. Γιατί όσοι κάνουν το κακό, είτε ζουν σε κοινόβιο είτε σε οποιονδήποτε τόπο, είναι παιδιά του πονηρού και παρομοιάζονται με τα ζιζάνια που είναι ανάμεσα στα στάχια (Ματθ. 13:38). Εσύ λοιπόν να γίνεις σιτάρι, για να συναχθείς στις αποθήκες του Κυρίου και να μην καείς ως ζιζάνιο με φωτιά που δεν σβήνει.

Συλλογίσου ότι ο δίκαιος Λωτ κατοικούσε στα Σόδομα, αλλά δεν παρασύρθηκε από τη φιληδονία και την ασέλγειά τους· γι’ αυτό και σώθηκε, όπως λέει η Γραφή: «Κατοικώντας ανάμεσά τους ο δίκαιος, καθημερινά υπέφερε ψυχικά βλέποντας και ακούγοντας τα παράνομα έργα τους». Και συμπληρώνει: «Ξέρει ο Κύριος να σώζει τους ευσεβείς από τους πειρασμούς και να φυλάγει την τιμωρία για τους άδικους την ημέρα της κρίσεως» (Β’ Πέτρ. 2:8-9) κτλ. Ο Λωτ λοιπόν, ενώ κατοικούσε με τέτοιους, δεν χάθηκε μαζί τους. Ο Γιεζί όμως υπηρετούσε τον προφήτη Ελισσαίο και αμάρτησε (Δ’ Βασ. 5:20-27). Όμοια και ο Σαμουήλ έμενε μαζί με τον Ηλεί και συναναστρεφόταν με τους γιους του· και ενώ εκείνοι χάθηκαν, αυτός σώθηκε (Α’ Βασ. κεφ. 3-4), γιατί αγαπούσε αληθινά τον Κύριο και δεν ζήλευε τον τρόπο ζωής των ανόμων. Ο Ιούδας πάλι ακολουθούσε μαζί με τους μαθητές τον Κύριο, και όμως τον παρέδωσε στα χέρια των ανόμων.

Επομένως ο καθένας μας πρέπει να προσέχει διαρκώς τον εαυτό του. Και αν ζούμε μαζί με ενάρετους, βλέποντας αυτούς, ας ζήσουμε και εμείς ενάρετα, έχοντας κοντά μας τα υποδείγματα της αρετής. Αν πάλι ζούμε μαζί με αμαρτωλούς, ας φροντίσουμε όχι μόνο να μη ζηλέψουμε τα έργα τους, αλλά μάλλον να τους δώσουμε και αφορμές σωτηρίας με την καλή μας διαγωγή. Αν όμως κάποιος πει: «Είμαι αδύνατος και αμελής, και από τους απρόσεκτους ανθρώπους εύκολα παρασύρομαι στα κακά», αυτός ας προσέχει τις άγιες Γραφές και ας ζηλεύει τον τρόπο ζωής των αγίων πατέρων, και έτσι θα έχει προκοπή φανερή στον Θεό και τους ανθρώπους. Ας πηγαίνει μάλιστα και σε ανθρώπους που φοβούνται τον Κύριο, οι οποίοι θεραπεύουν τις ψυχές, και ό,τι του λένε, να το δέχεται με λαχτάρα και να το κάνει πράξη, και σύντομα θα έχει καρπό. Γιατί λέει η Γραφή: «Ρώτησε τον πατέρα σου, και θα σου εξηγήσει· τους γεροντότερους, και θα σου πουν» (Δευτ. 32:7).



(Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Α’, Υπόθεση ΚΕ’ (25), σελ. 232. Εκδόσεις “Το Περιβόλι της Παναγίας”, Θεσσαλονίκη 2001)

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019

Ἀνδρόγυνα νὰ εἶστε ἀγαπημένα (Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ἰερεμία)

1.Σέ σᾶς ἀπευθύνομαι τώρα, ὦ ἀνδρόγυνα, καί σᾶς εὔχομαι νά εἶστε εὐτυχισμένα. Καί τήν εὐτυχία στό ἀνδρόγυνο δέν τήν δίνουν οὔτε τά ἔπιπλα πολυτελείας οὔτε τά πλούσια φαγητά, ἀλλά ἡ ἀγάπη τῶν συζύγων μεταξύ τους. Καί πρέπει βέβαια τό ἀνδρόγυνο νά συνδέεται μέ τήν ἀγάπη, γιατί τό ἔχουν ὑποσχεθεῖ καί τό ἔχουν ὁρκιστεῖ οἱ σύζυγοι αὐτό. Ὅταν στεφανώθηκαν ἀπό τόν ἱερέα καί ἔγινε τό ἱερό Μυστήριο τοῦ γάμους τους, τότε πού ἦταν πιασμένοι χέρι-χέρι, τότε ἔγινε ἕνα ἱερό συμβόλαιο μεταξύ τους ὅτι θά εἶναι ἀγαπημένοι καί ἑνωμένοι καί δέν θά ἐπιτρέπουν τίποτε νά τούς χωρίσει. Τίποτε! Ὅπως ἔλεγαν οἱ παλαιοί, «οὔτε τό φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη, δέν χωρίζει τό ἀνδρόγυνο»!

2. Νά ἀποφεύγετε, ὦ ἀνδρόγυνα, τίς μεταξύ σας συγκρούσεις. Ὅταν καταλαβαίνετε ὅτι κάποιος λόγος ἤ ἕνα θέμα, θά ἐνοχλήσει καί θά πειράξει τό ταῖρι σας, μή τόν πεῖτε αὐτόν τόν λόγο καί μή θίγετε αὐτό τό θέμα. Ἀλλά καί ὅταν χρειάζεται νά πεῖτε κάτι, στό ὁποῖο οἱ δυό σας ἔχετε ἀντίθετη γνώμη, νά τά λέτε μέ καλό τρόπο καί μέ ἥσυχη κουβέντα. Ὄχι μέ φωνές καί μαλώματα καί ὄχι μέ πικρές καί προσβλητικές κουβέντες. Μερικά ἀνδρόγυνα ἔχουν ξεχάσει νά μιλᾶνε γλυκά μεταξύ τους. Καί ἐνῶ μέ ἄλλους, μέ ἀνθρώπους ἔξω ἀπό τό σπίτι, μιλᾶνε μέ....γλυκές ἐκφράσεις, ὅμως μεταξύ τους μερικά ἀνδρόγυνα μιλᾶνε λές καί εἶναι ἐχθροί.
Ἄκουσα μέ τά αὐτιά μου «καυγᾶ» ἀνδρογύνου περπατῶντας σέ δρόμο καί πικράθηκα πολύ. Πικράθηκα μέ τόν ἄνδρα πού μίλαγε σκληρά στήν γυναίκα του, πικράθηκα ὅμως περισσότερο καί μέ τήν γυναίκα, γιατί καί αὐτή δέν «πήγαινε πίσω», ἀλλά ἔλεγε σκληρότερα λόγια καί μάλιστα αὐτή ἔλεγε καί ἀπειλές. Φανταστεῖτε τώρα καί τό πλήγωμα τῶν παιδιῶν στήν ψυχούλα τους νά ἀκοῦνε τέτοιο καυγᾶ τῶν ἀγαπημένων τους γονέων. Ξέρετε ποιά εἶναι ἡ ζημιά τῶν παιδιῶν αὐτῶν; Ὅτι θά μισήσουν τόν γάμο. Φτάνει αὐτό καί δέν χρειάζεται χειρότερο. Ἀλλά, ἐπειδή ὁ γάμος εἶναι καί μία ἀνάγκη στήν φύση τοῦ ἀνθρώπου, τά παιδιά τοιούτων γονέων, γονέων πού γκρινιάζουν καί γλυκό ψωμί δέν τρῶνε, θά ζοῦν τόν γάμο τους χωρίς νόμιμο γάμο!

3. Χριστιανοί μου! Δέν ὑπάρχει τίποτε τό καλύτερο ἀπό ἕνα ἀγαπημένο ἀνδρόγυνο. Φροντίστε λοιπόν, ὦ σύζυγοι, σεῖς πού ἔχετε συνάψει γάμο, φροντίστε νά εἶστε ἀγαπημένα ἀνδρόγυνα. Ξαναλέγω: Νά ἀποφεύγετε νά λέτε πικρά καί προσβλητικά λόγια. Ἀπό τά λόγια ἀρχίζει τό κακό. Ἀλλά, ἄν τέλος πάντων, νικηθήκατε ἀπό τόν θυμό καί εἴπατε ἄπρεπα λόγια, ἐσύ ὁ ἄνδρας στήν γυναίκα σου ἤ ἐσύ ἡ γυναίκα στόν ἄνδρα σου, γρήγορα νά ζητᾶτε συγγνώμη, εἰλικρινῆ συγγνώμη. Εἶναι ὡραῖο ἡ γυναίκα νά λέει, «συγχώρησέ με, ἄνδρα μου, γιά τά λόγια πού σοῦ εἶπα. Δέν τά πίστευα. Μετανοῶ». Καί εἶναι τό ἴδιο ὡραῖο καί πιό ὡραῖο ἀκόμη νά λέει καί ὁ ἄνδρας τό ἴδιο στήν γυναίκα του. Μέ τήν συγγνώμη σβήνονται ὅλα. Σᾶς εὔχομαι, καλοί μου, νά εἶστε ἀγαπημένα καί εὐτυχισμένα ἀνδρόγυνα. Νά κάνετε τήν προσευχή σας καί νά βρεῖτε ἕνα καλό πνευματικό καί γιά σᾶς καί γιά τά παιδιά σας. Εὔχομαι ἡ Παναγία μας νά σᾶς προστατεύει.


Μέ πολλές εὐχές
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2019

Περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος - Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός

Γι’ αυτό πιστεύουμε σ’ ένα Θεό, τον πρωταρχικό αίτιο, τον αδημιούργητο, αγέννητο, άφθαρτο και αθάνατο, αιώνιο, άπειρο, απερίγραπτο, απεριόριστο, παντοδύναμο, απλό, ασύνθετο, ασώματο, αμετάβλητο, απαθή, άτρεπτο, αναλλοίωτο, αόρατο· σ’ Αυτόν που είναι πηγή αγαθότητος και δικαιοσύνης, νοερό φως και απρόσιτο, δύναμη που ξεπερνά κάθε μέτρο και μετριέται μόνο με το δικό της θέλημα —διότι κατορθώνει όλα όσα θέλει—· σ’ Αυτόν που δημιουργεί όλα τα κτίσματα, ορατά και αόρατα, που όλα τα συνέχει, τα συντηρεί και τα προνοεί· εξουσιάζει, κυβερνά και βασιλεύει πάνω σ’ όλα, με βασιλεία ατέλεστη και αθάνατη, στην οποία τίποτε δεν αντιστέκεται· όλα τα γεμίζει και από τίποτε δεν περιέχεται, και μάλλον η ίδια περικλείει τα σύμπαντα, τα συγκρατεί και είναι ανώτερη απ’ αυτά. (Πιστεύουμε σε μία δύναμη) που με άσπιλο τρόπο ζωογονεί όλα τα όντα και είναι πάνω απ’ αυτά· ξεχωρίζει από κάθε ον, επειδή είναι υπερούσια ουσία, ανώτερη από τα κτίσματα, υπέρθεη, υπεράγαθη, υπερπλήρης· που ορίζει όλες τις αρχές και εξουσίες και βρίσκεται πάνω από κάθε αρχή και εξουσία, πάνω από κάθε ουσία, ζωή, λόγο και νόημα· είναι η ίδια το φως, η ίδια η αγαθοσύνη, η ίδια η ζωή, η ίδια η ουσία, διότι δεν έχει την ύπαρξη από άλλον ή από κάποιο υπάρχον ον, αλλά η ίδια είναι η αιτία της υπάρξεως, η ζωή των ζώντων, ο λόγος όσων έχουν λογική, η αιτία κάθε καλού για όλα. Τα γνωρίζει όλα προτού δημιουργηθούν. Είναι μία ουσία, μία θεότητα, μία δύναμη, μία θέληση, μία ενέργεια, μία αρχή, μία εξουσία, μία κυριότητα, μία βασιλεία, την οποία γνωρίζουμε σε τρεις τέλειες υποστάσεις και την προσκυνάμε με μία συγχρόνως προσκύνηση· κάθε λογική ύπαρξη της δημιουργίας πιστεύει και λατρεύει (τις τρεις υποστάσεις) που είναι ενωμένες ασύγχυτα και διακρίνονται αχώριστα. Αυτό είναι το παράδοξο (για τη λογική). (Πιστεύουμε) στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, που στο όνομά τους έχουμε βαπτισθεί. Διότι ο Κύριος στους αποστόλους αυτή την εντολή έδωσε, όταν βαπτίζουν. Είπε, «να βαπτίζουν αυτούς στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». 
(Πιστεύουμε) σ’ ένα Πατέρα, τη δημιουργική αρχή και αιτία όλων, ο οποίος δεν γεννήθηκε από κάποιον, αλλά είναι ο μόνος χωρίς αρχική αιτία και αγέννητος· που είναι δημιουργός όλων, αλλά κατά φύσιν Πατέρας μόνον του μονογενή Υιού του, του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, ο οποίος (ο Πατέρας) εκπορεύει το Πανάγιο Πνεύμα. Πιστεύουμε και σ’ ένα Υιό, μονογενή υιό του Θεού (Πατέρα), τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, που γεννήθηκε από τον Πατέρα πριν απ’ όλους τους αιώνες, φως (ο Υιός) από το φως (του Πατέρα), αληθινός Θεός από αληθινό Θεό, που γεννήθηκε και δεν δημιουργήθηκε, ομοούσιος με τον Πατέρα, και ο οποίος δημιούργησε τα πάντα. Λέγοντας «προ πάντων των αιώνων» δείχνουμε ότι η γέννησή του είναι άχρονη και άναρχη. Διότι ο Υιός του Θεού δεν προήλθε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, καθώς είναι η ακτινοβολία της θείας δόξης, ο τύπος της υποστάσεως του Πατέρα, η ζωντανή σοφία και δύναμη, ο ενυπόστατος λόγος, η τέλεια και ζωντανή εικόνα της ουσίας του αόρατου Θεού· ήταν πάντοτε με τον Πατέρα στους κόλπους του και γεννήθηκε απ’ Αυτόν προαιωνίως και χωρίς αρχή. 
Δεν υπήρχε χρόνος που ο Πατέρας ήταν χωρίς τον Υιό, αλλά ο Πατέρας και ο Υιός, που γεννήθηκε απ’ Αυτόν, υπήρχαν συγχρόνως· διότι χωρίς Υιό, δεν καλείται Πατέρας. 
Εάν δεν είχε Υιό, δεν θα ήταν Πατέρας· κι αν απόκτησε κατόπιν Υιό, έγινε Πατέρας μετά τη γέννηση, χωρίς να είναι πριν απ’ αυτήν· και μεταβλήθηκε από το να μην είναι Πατέρας στην κατάσταση να γίνει Πατέρας, το οποίο είναι χειρότερο από κάθε βλασφημία (ο Θεός δεν μεταβάλλεται). Διότι είναι αδύνατο να πούμε για τον Πατέρα ότι δεν έχει τη φυσική γονιμότητα· και η γονιμότητα έχει την ιδιότητα να γεννά όμοιο απόγονο από την ίδια φύση. Για τη γέννηση του Υιού είναι ασέβεια να λέμε ότι μεσολάβησε χρονικό διάστημα και ότι ο Υιός γεννήθηκε χρονικά μετά τον Πατέρα. Διότι ισχυριζόμαστε ότι η γέννηση του Υιού είναι από την ουσία του Πατέρα. Και αν δεν δεχθούμε ότι ο Υιός από την αρχή συνυπήρχε με τον Πατέρα, από τον οποίο και γεννήθηκε, θεσμοθετούμε μεταβολή στην υπόσταση του Πατέρα· ότι, δηλαδή, δεν ήταν στην αρχή Πατέρας αλλά έγινε κατόπιν. Μπορεί βέβαια η κτίση να έγινε μετέπειτα, αλλά δεν προήλθε από την ουσία του Πατέρα, εφόσον δημιουργήθηκε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη με τη θέληση και τη δύναμή Του· έτσι αυτό δεν σημαίνει μεταβολή στη φύση του Θεού. Διότι, γέννηση σημαίνει προέλευση του γεννημένου από την ουσία του γεννήτορα και ομοιότητα στην ουσία· αντίθετα, πλάση και δημιουργία σημαίνει ότι το δημιούργημα είναι απέξω και όχι από την ουσία του δημιουργού και παντελώς ανόμοιο. 
Για το Θεό όμως, ο οποίος είναι ο μόνος απαθής, αναλλοίωτος, αμετάβλητος και παραμένει αιώνια στην ίδια κατάσταση, και η γέννηση και η δημιουργία είναι απαθείς ιδιότητες. Αφού, σαν απλός και ασύνθετος, είναι από τη φύση του απαθής και αμετάβλητος· δεν είναι στη φύση του να υφίσταται πάθος ή μεταβολή, ούτε όταν γεννά ούτε όταν δημιουργεί, και δεν χρειάζεται βοήθεια από κανέναν. Η γέννησή του είναι χωρίς αρχή και αιώνια, επειδή είναι έργο της φύσεως και προέρχεται από την ουσία του· έτσι ο γεννήτορας δεν υφίσταται μεταβολή· δεν υπάρχει προηγούμενος και επόμενος Θεός, ώστε να δεχθεί προσθήκη. Η κτίση, όντας έργο της θελήσεως του Θεού, δεν έχει την ίδια ουσία με το Θεό, επειδή αυτό που προέρχεται από το μηδέν δεν γίνεται να είναι σύγχρονο με το άναρχο και αιώνιο. Όπως λοιπόν ο άνθρωπος και ο Θεός δεν δημιουργούν με ίδιο τρόπο —διότι ο άνθρωπος τίποτε δεν δημιουργεί από το μηδέν, αλλά ό,τι φτιάχνει, το κάνει από προϋπάρχουσα ύλη· και το κάνει όχι μόνο επειδή το θέλησε, αλλά και αφού σκέφτηκε και σχεδίασε πρώτα στο νου του το μελλούμενο να γίνει· έπειτα το δουλεύει με τα χέρια και υπομένει κόπο και κούραση· και πολλές φορές απέτυχε, διότι δεν έγινε το έργο του όπως το θέλει· αντίθετα ο Θεός, μόνο με τη θέλησή του τα δημιούργησε όλα από το μηδέν στην ύπαρξη— έτσι, λοιπόν, δεν δημιουργεί με τον ίδιο τρόπο ο Θεός και ο άνθρωπος. Διότι ο Θεός, όντας έξω από το χρόνο και χωρίς αρχή, απαθής, αμετάβλητος, ασώματος, μόνος και αιώνιος, γεννά εκτός χρόνου και χωρίς αρχή, απαθώς και χωρίς μεταβολή και δίχως συνεργασία. Μάλιστα, η ακατάληπτη γέννησή του δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος. Γεννά χωρίς αρχή, διότι είναι αμετάβλητος· γεννά χωρίς μεταβολή, διότι είναι απαθής και χωρίς σώμα· γεννά, επίσης, χωρίς συνεργασία, διότι είναι και πάλι ασώματος, ένας και μοναδικός Θεός, χωρίς να έχει την ανάγκη άλλου· και γεννά χωρίς τέλος και διακοπή, επειδή είναι άναρχος, άχρονος, αιώνιος και αμετάβλητος πάντοτε. Διότι το από τη φύση του χωρίς αρχή είναι και χωρίς τέλος, ενώ εκείνο που χαριστικά είναι χωρίς τέλος δεν είναι και οπωσδήποτε χωρίς αρχή, όπως συμβαίνει με τους αγγέλους. 
Ο αιώνιος, λοιπόν, Θεός γεννά χωρίς αρχή και τέλος το Λόγο του, που είναι τέλειος· έτσι ώστε να μη γεννά μέσα στο χρόνο ο Θεός, που έχει τη φύση και την ύπαρξή του πάνω από το χρόνο. Ενώ ο άνθρωπος είναι φανερό ότι γεννά με αντίθετο τρόπο, διότι και ο ίδιος γεννιέται και φθείρεται, είναι ρευστός και πολλαπλασιάζεται, έχει σώμα και διακρίνεται η φύση του σε αρσενικό και θηλυκό γένος. Διότι το αρσενικό γένος χρειάζεται τη βοήθεια του θηλυκού. Αλλά ας μας σπλαγχνισθεί ο Θεός ο οποίος είναι πέρα απ’ όλα και ξεπερνά κάθε έννοια και αντίληψη. 
Η Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία διδάσκει ότι υπάρχει συγχρόνως ο Πατέρας και ο μονογενής του Υιός, ο οποίος γεννήθηκε απ’ Αυτόν εκτός χρόνου, με τρόπο αμετάβλητο, απαθή και ακατάληπτο, όπως το γνωρίζει μόνον ο Θεός του σύμπαντος. Συμβαίνει το ίδιο με τη φωτιά, που υπάρχει ταυτόχρονα με το φως της, και όχι πρώτα η φωτιά και μετά το φως, αλλά ταυτόχρονα. Και όπως το φως προέρχεται από τη φωτιά και είναι πάντοτε μαζί της, χωρίς καθόλου να ξεχωρίζει, έτσι και ο Υιός γεννιέται από τον Πατέρα χωρίς καθόλου να χωρίζεται απ’ Αυτόν· αλλά πάντοτε είναι μαζί του. Το φως όμως, αν και προέρχεται χωρίς να ξεχωρίζει από τη φωτιά και μένει πάντοτε μαζί της, δεν έχει δική του ξεχωριστή ύπαρξη από τη φωτιά —διότι είναι φυσική ποιότητα της φωτιάς. Αντίθετα, ο μονογενής Υιός του Θεού, που γεννήθηκε αχώριστα και αδιάσπαστα από τον Πατέρα και μένει πάντοτε ενωμένος μαζί Του, έχει ιδιαίτερη υπόσταση απ’ αυτήν του Πατέρα. Ο Λόγος, λοιπόν, ονομάζεται και απαύγασμα (λάμψη) του Πατέρα, διότι γεννήθηκε απ’ Αυτόν χωρίς συνεργασία, με τρόπο απαθή, πέρα από το χρόνο, αμετάβλητο και αχώριστο. Ονομάζεται, επίσης, Υιός και χαρακτήρας της υποστάσεως του Πατέρα, επειδή είναι τέλειος, έχει δική του υπόσταση και είναι όμοιος σε όλα με τον Πατέρα, εκτός από την ιδιότητα της αγεννησίας. Ονομάζεται μονογενής, διότι μόνος αυτός γεννήθηκε από τον Πατέρα μόνο. 
Καμιά άλλη γέννηση δεν εξομοιώνεται με τη γέννηση του Υιού του Θεού, ούτε υπάρχει άλλος Υιός του Θεού. Ακόμη και το Άγιο Πνεύμα, το οποίο εκπορεύεται από τον Πατέρα, παρ’ όλα αυτά δεν γεννιέται αλλά εκπορεύεται. Αυτό αποτελεί άλλο τρόπο υπάρξεως, ακατάληπτο και άγνωστο, όπως και η γέννηση του Υιού. Γι’ αυτό το λόγο, όσα έχει ο Πατέρας, είναι και δικά του, εκτός από την αγεννησία, η οποία δεν σημαίνει διαφορά στην ουσία ή στο αξίωμα, αλλά στον τρόπο υπάρξεως. Όπως και ο Αδάμ που δεν γεννήθηκε (από άνθρωπο) διότι τον έπλασε ο Θεός, και ο Σήθ που γεννήθηκε απο άνθρωπο αφού είναι παιδί του Αδάμ, και η Εύα που προήλθε από την πλευρά του Αδάμ καθώς δεν γεννήθηκε, όλοι αυτοί δεν διαφέρουν στη φύση μεταξύ τους –διότι όλοι είναι το ίδιο άνθρωποι–, αλλά διαφέρουν στον τρόπο της υπάρξεως. Και πρέπει να γνωρίζουμε ότι η λέξη «αγένητο» που γράφεται με ένα «ν» σημαίνει το άκτιστο, δηλαδή το αδημιούργητο· ενώ η λέξη «αγέννητο» με δύο «ν» σημαίνει αυτό που δεν έχει γεννηθεί. Σύμφωνα με τη σημασία της πρώτης λέξεως διαφέρει η μία ουσία από την άλλη· διότι άλλη ουσία είναι το άκτιστο, δηλαδή το αγένητο μ’ ένα «ν», και άλλη το γεννητό, δηλαδή το κτιστό. Σύμφωνα όμως με τη δεύτερη σημασία της λέξεως δεν διαφέρει η μία ουσία από την άλλη· διότι η αρχική υπόσταση κάθε είδους ζώου είναι αγέννητη (μη δημιουργημένη), όχι αγένητη (άκτιστη). Διότι δημιουργήθηκαν και ήλθαν στην ύπαρξη από το δημιουργό Λόγο· και δεν δημιουργήθηκαν, επειδή δεν υπήρχε κάποιο άλλο όμοιο ον, από το οποίο να πλασθούν. 
Συνεπώς, με την πρώτη σημασία της λέξεως συμφωνούν οι τρεις υπέρθεες υποστάσεις της αγίας θεότητος· διότι είναι ομοούσιες και άκτιστες. Δεν συμφωνούν όμως καθόλου με τη σημασία της δεύτερης λέξεως. Διότι μόνον ο Πατέρας είναι αγέννητος· δεν προήλθε η ύπαρξή του από κάποια άλλη υπόσταση. Και μόνον ο Υιός είναι γεννητός· διότι έχει γεννηθεί χωρίς αρχή και τέλος από την ουσία του Πατέρα. Και μόνο το Άγιο Πνεύμα είναι εκπορευτό από την ουσία του Πατέρα, όχι γεννημένο αλλά εκπορευόμενο. Έτσι μας διδάσκει η Αγία Γραφή, ενώ ο τρόπος και της γεννήσεως και της εκπορεύσεως παραμένει ακατάληπτος.
 Πρέπει να γνωρίζουμε και το εξής· η ιδιότητα της πατρότητας, της υιότητας και της εκπορεύσεως δεν μεταφέρθηκε στη μακαρία θεότητα από τη δική μας κατάσταση. Το αντίθετο· από εκεί έχει δοθεί σε μας, όπως λέει ο θείος Απόστολος: «Γι’ αυτό λυγίζω τα γόνατά μου μπροστά στον Πατέρα, από τον οποίο προέρχεται κάθε πατρότητα και στον ουρανό και στη γη». Αν μάλιστα λέμε ότι ο Πατέρας είναι η αρχική αιτία του Υιού και μεγαλύτερος, δεν εννοούμε ότι Αυτός προηγείται από τον Υιό στο χρόνο και τη φύση, διότι «μ’ αυτόν (τον Υιό) κατασκεύασε το σύμπαν». Ούτε εννοούμε ότι προηγείται σε κάτι άλλο, παρά μόνο στην αιτία· δηλαδή, ο Υιός γεννήθηκε από τον Πατέρα και όχι ο Πατέρας από τον Υιό· ο Πατέρας είναι αίτιος του Υιού στην ουσία, όπως η φωτιά δεν προέρχεται από το φως, αλλά μάλλον το φως από τη φωτιά. 
Όταν, λοιπόν, ακούσουμε ότι ο Πατέρας είναι η αρχική ουσία του Υιού και μεγαλύτερός του, ας εννοήσουμε ότι είναι στην αιτία. Και όπως δεν λέμε ότι είναι από άλλη ουσία η φωτιά και από άλλη το φως, έτσι δεν είναι δυνατόν να πούμε ότι ο Πατέρας είναι από άλλη ουσία και από άλλη ο Υιός, αλλά είναι από τη μία και ίδια ουσία. Και όπως λέμε ότι η φωτιά φωτίζει με το φως που βγαίνει απ’ αυτήν, και δεν θεωρούμε το φως που πηγάζει από τη φωτιά ως υπηρετικό όργανό της, αλλά μάλλον ως φυσική της ιδιότητα, έτσι λέμε ότι ο Πατέρας όλα όσα κάνει, τα κάνει με το μονογενή του Υιό, ο οποίος δεν λειτουργεί ως υπηρετικό όργανο, αλλά ως φυσική και ενυπόστατη δύναμη (του Πατέρα). Και όπως λέμε ότι η φωτιά φωτίζει και ότι το φως της φωτιάς επίσης φωτίζει, κατά τον ίδιο τρόπο «όλα, όσα κάνει ο Πατέρας, τα ίδια κάνει και ο Υιός». Αλλά, ενώ το φως δεν έχει ιδιαίτερη υπόσταση από τη φωτιά, ο Υιός αποτελεί τέλεια υπόσταση και είναι αχώριστος από την υπόσταση του Πατέρα, όπως το αποδείξαμε παραπάνω. Διότι είναι αδύνατο να βρεθεί στην κτίση εικόνα που να φανερώνει απαράλλακτα με το περιεχόμενό της την κατάσταση της Αγίας Τριάδος. Διότι, πώς το κτιστό και σύνθετο, το μεταβλητό και τρεπτό, το περιορισμένο και σχηματισμένο και φθαρτό, είναι δυνατόν να φανερώσει τη θεία ουσία που είναι απαλλαγμένη απ’ όλα αυτά; Είναι μάλιστα φανερό ότι όλη η κτίση είναι δέσμια στα περισσότερα απ’ αυτά και ότι στη φύση της εξουσιάζεται από τη φθορά. 
Πιστεύουμε, επίσης, και στο ένα Άγιο Πνεύμα, το Κύριο και ζωοποιό, το οποίο εκπορεύεται από τον Πατέρα και αναπαύεται στον Υιό· το προσκυνάμε και το δοξάζουμε μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό επειδή είναι ομοούσιο και συναιώνιο. Είναι το Πνεύμα του Θεού, το ευθές, που εξουσιάζει το νου, πηγή ζωής και αγιασμού, που συνυπάρχει και το επικαλούμαστε μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό· που είναι άκτιστο, πλήρες, δημιουργικό, κυριαρχικό, πανδημιουργικό, παντοδύναμο και απειροδύναμο· που κυριαρχεί σ’ όλη την κτίση χωρίς να διευθύνεται από κανένα, γεμίζει χωρίς να το γεμίζουν, μετέχουν σ’ αυτό και δεν μετέχει το ίδιο, αγιάζει και δεν αγιάζεται, και παρηγορεί διότι δέχεται τις παρακλήσεις όλων· είναι σ’ όλα όμοιο με τον Πατέρα και τον Υιό, εκπορεύεται από τον Πατέρα, μεταδίδεται μέσω του Υιού και το δέχεται όλη η κτίση. 
Μ’ αυτό δημιουργείται και λαμβάνουν ουσία τα σύμπαντα, τα αγιάζει και τα συγκρατεί· είναι ενυπόστατο, έχει δηλαδή δική του υπόσταση, αχώριστο και συνδεδεμένο με τον Πατέρα και τον Υιό· τα έχει όλα, όσα έχει και ο Πατέρας και ο Υιός, εκτός από την ιδιότητα του αγέννητου και του γεννητού. Διότι ο Πατέρας είναι αναίτιος και αγέννητος, επειδή δεν προήλθε από κανέναν· έχει την ύπαρξη από τον εαυτό του και, ό,τι έχει, δεν το έχει από άλλον· αυτός μάλιστα είναι η αρχή και η αιτία της φυσικής υπάρξεως όλων των όντων. Ο Υιός πάλι προέρχεται με γέννηση από τον Πατέρα· και το Άγιο Πνεύμα πάλι από τον Πατέρα, όχι όμως με γέννηση αλλά με εκπόρευση. Ήδη μάθαμε ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ γεννήσεως και εκπορεύσεως· ποιός όμως είναι ακριβώς ο τρόπος της διαφοράς, δεν το ξέρουμε καθόλου. Το ίδιο δεν γνωρίζουμε τί είδους είναι η γέννηση του Υιού από τον Πατέρα και τί η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Όλα, λοιπόν, όσα έχει ο Υιός, τα έχει και το Πνεύμα από τον Πατέρα· έχει και την ίδια την ύπαρξη. 
Κι αν δεν υπάρχει ο Πατέρας, δεν υπάρχει ούτε ο Υιός ούτε και το Πνεύμα. Κι αν ο Πατέρας δεν έχει κάτι, δεν το έχει ούτε ο Υιός, ούτε και το Πνεύμα. Και εξαιτίας του Πατέρα, επειδή δηλαδή υπάρχει ο Πατέρας, υπάρχουν ο Υιός και το Πνεύμα. Και εξαιτίας του Πατέρα ο Υιός και το Πνεύμα έχουν όλα όσα έχουν· δηλαδή τα έχουν, επειδή τα έχει ο Πατέρας, εκτός από την ιδιότητα της αγεννησίας, της γεννήσεως και της εκπορεύσεως. Διότι, οι άγιες τρεις υποστάσεις διαφέρουν μεταξύ τους μόνον σ’ αυτές τις υποστατικές ιδιότητες· δεν διαφέρουν στην ουσία, αλλά διαιρούνται αχώριστα από την ιδιαιτερότητα της καθεμιάς υποστάσεως. 
Ισχυριζόμαστε, επίσης, ότι καθένα από τα τρία πρόσωπα έχει τέλεια υπόσταση, για να μη δεχθούμε ως τέλεια μια σύνθετη φύση που αποτελείται από τρεις ατελείς υποστάσεις· αλλά να γνωρίσουμε στις τρεις τέλειες υποστάσεις μία απλή ουσία με άπειρη και προαιώνια τελειότητα. Διότι, καθετί που αποτελείται από ατελή μέρη είναι οπωσδήποτε σύνθετο, ενώ είναι αδύνατο να γίνει σύνθεση από τέλειες υποστάσεις. Γι’ αυτό λέμε ότι η ουσία δεν αποτελείται από υποστάσεις αλλά υπάρχει σε υποστάσεις. Και ονομάσαμε ατελή αυτά που δεν διατηρούν τη μορφή του αντικειμένου που αποτελείται απ’ αυτά. Η πέτρα, για παράδειγμα, το ξύλο, το σίδερο, το καθένα είναι ξεχωριστά τέλειο στην ιδιαίτερη φύση του· όσον αφορά όμως το σπίτι που χτίζεται απ’ αυτά, το καθένα είναι ατελές· διότι κανένα απ’ αυτά από μόνο του δεν είναι σπίτι. Λέμε, λοιπόν, ότι οι υποστάσεις είναι τέλειες, για να μη νομίσουμε ότι η θεία φύση είναι σύνθετη· «διότι η σύνθεση αποτελεί αιτία διαχωρισμού». Και πάλι λέμε ότι οι τρεις υποστάσεις αλληλοϋπάρχουν, για να μη εισάγουμε πλήθος και όμιλο θεών. Με τις τρεις υποστάσεις εννοούμε το ασύνθετο και ασύγχυτο, ενώ με το ομοούσιο και την αλληλοΰπαρξη των υποστάσεων και την ταύτιση του θελήματος, της ενέργειας, της δυνάμεως, της εξουσίας και της κινήσεως, για να το πως έτσι, γνωρίζουμε ότι ο Θεός είναι αδιαίρετος και ένας. Ο Θεός πράγματι είναι ένας, ο Θεός Πατέρας, ο Λόγος και το Πνεύμα του. Και πρέπει κανείς να γνωρίζει ότι άλλο πράγμα είναι η πραγματική θεώρηση, και άλλο θεώρηση με τη λογική και το νου. Στην περίπτωση των δημιουργημάτων, η διάκριση των υποστάσεων νοείται πραγματικά· διότι ο Πέτρος είναι στην πραγματικότητα ξεχωριστός από τον Παύλο. Αλλά, τα κοινά γνωρίσματα και η συγγένεια νοούνται με τη λογική και την αντίληψη. Διότι με το νου αντιλαμβανόμαστε ότι ο Πέτρος και ο Παύλος έχουν την ίδια, μία και κοινή φύση. Ο καθένας τους είναι θνητή λογική ύπαρξη και έχει σάρκα με ψυχή, που διαθέτει λογική και νου. Αυτή η κοινή φύση μπορεί να γίνει αντιληπτή με τη λογική. Και ούτε οι υποστάσεις αλληλοϋπάρχουν. Διότι, η καθεμιά υφίσταται ιδιαιτέρως και χωριστά· υπάρχει, δηλαδή, μόνη της, και είναι πάρα πολλά αυτά που την διακρίνουν από την άλλη. Διαφέρουν μάλιστα στην απόσταση και στο χρόνο· ξεχωρίζουν επίσης, στη γνώμη, τη δύναμη και τη μορφή, δηλαδή στο σχήμα, τις συνήθειες, την ιδιοσυγκρασία, την αξία, το επάγγελμα και όλες τις ιδιότητες του χαρακτήρα. 
Περισσότερο όμως απ’ όλα διαφέρουν στο ότι ζουν χωριστά και όχι μαζί. Γι’ αυτό και λέμε, δύο, τρεις και πολλοί άνθρωποι. Και αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε σ’ όλα τα κτίσματα. Αλλά, στην Αγία, υπερούσια, υπερβατική και ακατάληπτη Τριάδα παρατηρούμε το αντίθετο. Διότι εκεί η κοινωνία και η ενότητα νοούνται πραγματικά, επειδή υπάρχει το συναΐδιο, η ταυτότητα της ουσίας, της ενέργειας και θελήσεως, η συμφωνία της γνώμης, η ταύτιση της εξουσίας, της δυνάμεως και της καλωσύνης και η ενιαία εκδήλωση της κινήσεως· ας προσέξουμε, δεν είπα ομοιότητα αλλά (απόλυτη) ταύτιση. Διότι είναι μία ουσία, μία αγαθότητα, μία δύναμη, μία θέληση, μία ενέργεια, μία εξουσία· είναι μία και η ίδια κίνηση των τριών υποστάσεων, και όχι τρεις όμοιες μεταξύ τους. Διότι η καθεμία (υπόσταση) απ’ αυτές σχετίζεται με την άλλη όχι λιγότερο απ’ ότι με τον εαυτό της· δηλαδή, ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι ένα σε όλα, εκτός από την αγεννησία, τη γέννηση και την εκπόρευση· η διαίρεση όμως θεωρείται με το νου. Διότι γνωρίζουμε ένα Θεό· και μόνο στις ιδιότητες της πατρότητος, της υιότητος και της εκπορεύσεως εννοούμε τη διαφορά σχετικά με την αιτία, το αποτέλεσμα και την τελειότητα της υποστάσεως, δηλαδή όσον αφορά στον τρόπο της υπάρξεως. Διότι δεν μπορούμε να λέμε ότι ισχύει για τον απερίγραπτο Θεό τοπική απομάκρυνση όπως γίνεται σε μας –εφόσον οι υποστάσεις αλληλοϋπάρχουν, όχι για να συγχέονται, αλλά για ανήκει η μία στην άλλη, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου, που είπε: «Εγώ υπάρχω με τον Πατέρα, και ο Πατέρας με μένα»· ούτε μπορούμε να μιλάμε για διαφορά θελήσεως ή γνώμης ή ενέργειας ή δυνάμεως ή κάποιου άλλου, τα οποία προξενούν γενικά σε μας την πραγματική διαίρεση. Γι’ αυτό και δεν κάνουμε λόγο για τρεις θεούς, για τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, αλλά κυρίως για ένα Θεό, την Αγία Τριάδα, επειδή ο Υιός και το Πνεύμα αναφέρονται σε ένα αίτιο· δεν συνθέτουν ούτε συγχωνεύονται, σύμφωνα με τη διδασκαλία του Σαβέλλιου για συνένωση –διότι, όπως είπαμε, ενώνονται όχι για να συγχέονται, αλλά να αλληλοϋπάρχουν· και έχουν την αλληλοπεριχώρηση χωρίς καμιά συγχώνευση ή ανάμειξη–· ούτε βγαίνουν έξω από την ουσία τους ούτε χωρίζονται, σύμφωνα με τη διαίρεση της διδαχής του Αρείου. Διότι, αν πρέπει να το πω με συντομία, η θεότητα –αν και χωρισμένη σε μέρη–είναι αδιαίρετη, σαν μια σύνθεση και συνένωση του φωτός σε τρεις ήλιους ενωμένους και αχώριστους μεταξύ τους. Όταν, λοιπόν, για να το πω έτσι, στρέψουμε την προσοχή μας στη θεότητα, στην πρώτη αιτία και μοναδική αρχή, στην ενότητα και ταυτότητα της θεότητος, στην κίνηση, τη βούληση και την ταυτότητα της ουσίας, της δυνάμεως, της ενέργειας και εξουσίας, ένα γίνεται αντιληπτό από τη φαντασία μας. 
Όταν πάλι στρέψουμε την προσοχή σ’ αυτά που υπάρχει η θεότητα, ή, για να το πω με μεγαλύτερη ακρίβεια, σ’ αυτά που αποτελούν τη θεότητα και σ’ αυτά που προήλθαν από την πρώτη αιτία προαιωνίως, με κοινή συμφωνία και χωρίς διαίρεση, εννοώ δηλαδή τις υποστάσεις του Υιού και του Πνεύματος, τότε τρία είναι αυτά που προσκυνάμε. Ένας είναι ο Πατέρας, ο Πατέρας που είναι άναρχος, δηλαδή χωρίς αιτία· διότι δεν τον δημιούργησε κάποιος. Ένας είναι ο Υιός, ο Υιός που δεν είναι χωρίς αρχή, δηλαδή έχει αιτία· διότι προέρχεται από τον Πατέρα. Αν όμως υπολογίσεις την αρχή με την έναρξη του χρόνου, τότε είναι και άναρχος· διότι αυτός δημιούργησε το χρόνο, και δεν υπόκειται στο χρόνο. Ένα είναι το Πνεύμα, το Άγιο Πνεύμα, που προέρχεται από τον Πατέρα, όχι ως υιός αλλά εκπορευόμενο. Ούτε ο Πατέρας χάνει την αγεννησία επειδή γέννησε, ούτε ο Υιός χάνει τη γέννηση επειδή προέρχεται από τον αγέννητο. Πώς είναι δυνατόν να γίνει αυτό; Ούτε το Πνεύμα μεταβάλλεται σε Πατέρα ή σε Υιό, επειδή εκπορεύεται και είναι Θεός· διότι η ιδιότητα μένει σταθερή. Και πώς θα μείνει σταθερή η ιδιότητα, όταν κινείται και μεταβάλλεται; Διότι, εάν ο Πατέρας είναι Υιός, δεν είναι κυριολεκτικά Πατέρας. Κι αν ο Υιός είναι Πατέρας, δεν είναι κυριολεκτικά Υιός· επειδή ένας είναι στην κυριολεξία ο Υιός και ένα το Άγιο Πνεύμα. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι για τον Πατέρα λέμε ότι δεν γεννήθηκε από κάποιον· λέμε όμως ότι αυτός είναι ο Πατέρας του Υιού. Για τον Υιό λέμε ότι δεν είναι ούτε ο αίτιος ούτε Πατέρας· λέμε ότι προέρχεται από τον Πατέρα και είναι Υιός του Πατέρα. Και για το Άγιο Πνεύμα πάλι λέμε ότι προέρχεται από τον Πατέρα και το καλούμε Πνεύμα του Πατέρα. Και δεν λέμε ότι το Πνεύμα προέρχεται από τον Υιό· το ονομάζουμε Πνεύμα του Υιού· λέει ο θείος απόστολος: «εάν κάποιος δεν έχει το Πνεύμα του Χριστού, αυτός δεν ανήκει σ’ αυτόν». Ομολογούμε ότι με τον Υιό μας φανερώθηκε και μεταδόθηκε. Λέει ότι «Φύσησε» και είπε στους μαθητές του: «Λάβετε το Άγιο Πνεύμα». Όπως ακριβώς η ακτίνα και η λάμψη προέρχονται από τον ήλιο –διότι αυτός είναι η πηγή της ακτίνας και της λάμψεως–, και με την ακτίνα μας μεταδίδεται η λάμψη και αυτή είναι που μας φωτίζει και στην οποία μετέχουμε. Για τον Υιό, βέβαια, ούτε λέμε ότι είναι Υιός του Πνεύματος ούτε γεννήθηκε από το Πνεύμα.