Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019

Φούρνος του Χότζα



«ΦΟΥΡΝΟΣ ΤΟΥ ΧΟΤΖΑ»*

του Αρχιμανδρίτου Επιφανίου Θεοδωροπούλου


— Γέροντα, αφού οι ιαμβικοί κανόνες είναι δύσκολοι και δεν είναι κατανοητοί στον κό­σμο, γιατί η Εκκλησία τους διατηρεί και δεν κρατάει μόνο τους πεζούς;

— Η Εκκλησία δεν μπορεί να αλλάζη σαν τον φούρνο του Χότζα η σαν τους ανεμόμυ­λους και να γυρίζη κάθε φορά κατά που φυσά­ει ο άνεμος. Οφείλει να κράτηση ως κόρην οφθαλμού τους ανεκτίμητους θησαυρούς που παρέλαβε μέσα στην λατρεία της. Δεν πρέπει να τους απεμπόληση. Σήμερα καταργούμε τους ιαμβικούς κανόνες επειδή δεν τους κατα­λαβαίνουμε. Αύριο τους πεζούς. Μεθαύριο θα πετάξουμε και τους αίνους. Διότι σε λίγα χρό­νια, με την γλώσσα που διδάσκεται σήμερα στα σχολεία, δεν θα είναι κατανοητοί ούτε οι αίνοι, που είναι απλούστερα τροπάρια.

Με την ίδια λογική, λοιπόν, θα καταργή­σουμε και την υπόλοιπη λατρεία της Εκκλη­σίας. Και τότε τι θα βάλουμε στη θέσι αυτών; Αντί να λέμε: «Τας κεφάλας ημών τω Κυρίω κλίνομεν», θα λέμε: «Σκύψτε στον αφέντη τις κούτρες σας»; Ή «Σκύψτε στον αφέντη τα κε­φάλια σας»; Τι είδους λατρεία θα γίνη, αν τη γράψουμε στη δημοτική;



Αυτά δεν μεταβάλλονται

Κάποιοι μετέφρασαν την Καινή Διαθήκη σε τελείως σύγχρονη γλώσσα. Χρησιμοποίη­σαν μάλιστα και μονοτονικό. Εκει μέσα μετα­φράζουν το «Λάβετε, φάγετε» = «Πάρτε και φάτε». Συγχωρήσατε με, αλλά έτσι εκχυδαΐζονται τελείως και χάνουν την ιερότητα τους τα λόγια του Κυρίου. Λες και δίνουμε να φάνε μπριζόλες η τυρόπιττες! Αυτά τα λόγια θα μείνουν όπως τα έγραψαν οι Ευαγγελισταί. «Λάβετε φάγετε. Πίετε εξ αυτού πάντες». Αυτά δεν μεταβάλλονται.

Δεν θα μεταφράσουμε τα λόγια της λατρεί­ας σ' αυτό το γλωσσικό εξάμβλωμα, το οποίο ακούμε από τα μέσα της λεγομένης μαζικής ενημερώσεως. Θα καταντήσουν να μην έχουν «είδος ουδέ κάλλος». Τα κείμενα αυτά είναι κλασσικά και δεν μπορούν να αποδοθούν, δεν μπορούν να μεταφρασθούν. Και οι εργασίες οι μεταφραστικές που γίνονται, υστερούν απεί­ρως από το κάλλος του πρωτοτύπου. Αλλά προκειμένου να μη το καταλαβαίνη κανείς, τι να κάνουμε; Δεν θα έχη το προνόμιο κάποιος να το χαρή στο πρωτότυπο, εφ' όσον δεν ξέρει αρχαία ελληνικά. τουλάχιστον ας το κατανόη­ση. Ας πάρη μία ιδέα με τη βοήθεια της μετα­φράσεως. Αλλά τα κείμενα αυτά καθ' εαυτά, ας μείνουν, διότι επαναλαμβάνω, είναι κλασ­σικά. Δεν μπορούμε να εισαγάγουμε στην λα­τρεία την γλώσσα στην οποία ομιλούμε.


Πόσο φτωχά!

Κάποιος κυκλοφόρησε βιβλίο με μετάφρασι πολλών ύμνων στη δημοτική. Και μάλιστα ποιητική μετάφρασι. στα μέτρα των ύμνων, για να ψάλλεται στην Εκκλησία. Και νόμισε ότι έκανε κάποιο σπουδαίο κατόρθωμα. Δια­βάζοντας το θα αισθανθήτε, ως εάν από το ένα μέρος έχετε ένα βαρύτιμο κόσμημα, από αδά­μαντες και πολύτιμους λίθους (το αρχαίο κεί­μενο), και από το άλλο μέρος ένα «τενεκέ», ένα «μπάφιλα». Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ των δύο υμνογραφικών κειμένων.


Σκεφθήτε δε ότι αυτός ο ευλογημένος δεν τα δημιούργησε μόνος του. Απλώς μετέφρασε. Δηλαδή, είχε έτοιμα μπροστά του τα υψηλά νοήματα. Διότι εμείς μόνοι μας δεν μπορούμε να αναχθούμε στα ύψη στα όποια ανήχθησαν οι υμνογράφοι. Δεν έχουμε αυτή την δύναμι. Αυτοί ήσαν μεγαλοφυείς και, το κυριώτερο, άγιοι. Δεν έκανε, λοιπόν, κάτι εξ αρχής, κάτι δικό του, για το όποιο να λέγαμε; «Αι, φτωχός ήταν ο άνθρωπος, φτωχά κείμενα μας έδωσε». Είχε ενώπιον του τα μεγαλειώδη εκείνα κείμε­να των παλαιών υμνογράφων. Και αν δήτε πώς τα αποδίδει!... Πόσο φτωχά είναι!...


Προφάσεις

— Είναι λοιπόν καλύτερο να πηγαίνουμε στην Εκκλησία και να μη καταλαβαίνουμε τι λέει ο ιερεύς η ο ψάλτης;

— Αυτά είναι προφάσεις. Υπάρχουν αρκε­τές αξιόλογες ερμηνευτικές εργασίες, τις όποιες ο ενδιαφερόμενος πιστός μπορεί να έχη στο σπίτι του και να τις διαβάζη. Υπάρχουν βιβλία, που με όμορφο και απλό τρόπο μιλούν για τα Μυστήρια: την Θεία Ευχαριστία, το Βά­πτισμα κ.λπ. Τόσες ώρες χάνουμε χαζεύοντας στην τηλεόρασι, η ξεφυλλίζοντας περιοδικά και εφημερίδες. Ας αφιερώσουμε, λοιπόν, όχι πολύ, αλλά μία ώρα κάθε εβδομάδα, το βράδυ π.χ. του Σαββάτου, να διαβάσουμε τα βιβλία τα όποια ερμηνεύουν τα δύσκολα τουλάχιστον κείμενα της Εκκλησίας μας, η ακόμη τον Απόστολο και το Ευαγγέλιο. Την άλλη ημέρα, που θα πάμε στον ναό, θα κατανοούμε πολλά από αυτά που θα ακούμε. Υπάρχουν άλλωστε και ιερείς που κάνουν λειτουργικά κηρύγμα­τα. Εξηγούν τη θεία Λειτουργία, εξηγούν τα Μυστήρια.

Επομένως μπορούμε να αναπληρώσουμε τις ελλείψεις μας με ερμηνευτικές εργασίες, με ερμηνευτικά βιβλία. Όσοι θέλουν, μπορούν να μάθουν τα της Εκκλησίας. Λίγο ενδιαφέ­ρον χρειάζεται και κάποια συνέπεια στη χρι­στιανική μας ζωή. Γι’ αυτό βλέπει κανείς ανθρώπους ολιγογράμματους να καταλαβαί­νουν πάρα πολλά απ' όσα τελούνται, να απο­λαμβάνουν κυριολεκτικά τη λατρεία. Αλλά δυστυχώς ο περισσότερος κόσμος δεν ενδιαφέ­ρεται.

Από το βιβλίο: Αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου. "Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα", εκδ. Ι. Ησυχ. Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος, Τροιζήνα 2003 σσ. 150-153.

Περιοδικό Παρακαταθήκη
Τεύχος 39
Δεκέμβριος 2004

Πατήρ Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος και Ζηλωτισμός



Επιστολή του Πατρός Επιφανίου Θεοδωροπούλου σχετικά με τον παλαιοημερολογίτικο Ζηλωτισμό



Αθήνα, 22 Ιουλίου 1971
Προσφιλέστατε π. Νικόδημε
χαίρε εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.

Πέρασε πάνω από ένας μήνας από τότε που έλαβα την επιστολή σου. Άργησα να απαντήσω, λόγω φόρτου απασχολήσεων. Παρακαλώ να με συγχωρέσεις. Απαντώ κάπως περιληπτικά, με την επιφύλαξη να επανέλθω, αν η Οσιότητά σου θελήσει νέες διευκρινήσεις.

Αρχικά, φίλτατε π. Νικόδημε, οφείλω να σου πω μια πικρή αλήθεια, που θα σου φανεί πολύ παράδοξη και θα σε εκπλήξει. Μέχρι σήμερα απέφευγα - κατ' οικονομία - να διατυπώσω αυτή τη θέση ή την διατύπωνα με έμμεσο τρόπο, αλλά από τη στιγμή που τα πράγματα έφτασαν στο μη περαιτέρω και εκλεκτά πρόσωπα- που έχουν όμως συνείδηση γεμάτη φόβο - προσχωρούν στους Παλαιοημερολογίτες, πέφτοντας θύματα μιας αδίστακτης προπαγάνδας κατά της Εκκλησίας, είναι καιρός να λεχθεί η αλήθεια δίχως περιστροφές κι επιφυλάξεις.

Λοιπόν, π. Νικόδημε, όσοι φοβούνται τον Οικουμενισμό και προσχωρούν στους Παλαιοημερολογίτες δεν κερδίζουν τίποτα άλλο, παρά μόνο αποφεύγοντας μια αίρεση, προσχωρούν σε μία άλλη. Βέβαια, δεν έχουν συνείδηση ότι προσχωρούν σε αίρεση, αλλά αυτό δεν αλλάζει καθόλου τα πράγματα. Μη νομίζεις ότι είμαι άδικος ή υπερβολικός. Θα σου αποδείξω αμέσως πόσο απολύτως αληθής είναι ο ισχυρισμός μου.

Τι είναι αίρεση, αγαπητέ π. Νικόδημε; Η νοθεία της Πίστεως! Τι είναι όμως νοθεία της Πίστης; Η αθέτηση των δογμάτων; Βεβαίως και αυτό είναι νοθεία της Πίστης, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Νοθεία της Πίστης είναι και η προσπάθεια να θεωρούνται Δόγματα Πίστεως πράγματα που δεν είναι Δόγματα Πίστεως. Αν δηλαδή, θελήσει κάποιος να θεωρήσει Δόγμα Πίστεως, προϋπόθεση σωτηρίας, κάτι το δευτερεύον, έστω και καλό, τότε καθίσταται αυτομάτως αι-ρε-τι-κός!

Θέλεις ένα παράδειγμα; Ας δούμε τους περίφημους Ευσταθιανούς! Τι έκαναν αυτοί; Αθέτησαν Δόγματα Πίστεως; Ποιο; Μήπως το περί Αγίας Τριάδος; Μήπως το περί των δύο φύσεων του Κυρίου; Μήπως το περί Αγγέλων; Μήπως το περί Διαβόλου, κλπ, κλπ; όχι! Κανένα Δόγμα δεν αθέτησαν. Αλλά τότε τι έκαναν; Θεώρησαν Δόγματα Πίστεως, προϋποθέσεις σωτηρίας, πράγματα δευτερεύοντα. Την αγαμία και την αποχή από το κρέας. Η Εκκλησία έλεγε: καλά και άγια και θεάρεστα και άξια μίμησης είναι αυτά τα πράγματα, αλλά δεν είναι όροι σωτηρίας, δεν είναι Δόγματα πίστεως.

Όχι! Διαλαλούσαν οι Ευσταθιανοί! Αυτός που δεν απέχει από το γάμο και το κρέας δε μπορεί να σωθεί!

Τι συνέβη τότε; Η Εκκλησία με την εν Γάγγρα Σύνοδο τους αποκήρυξε σαν αιρετικούς και εκφώνησε εναντίον τους σειρά αναθεμάτων. Καλή και άγια π. Νικόδημε είναι η εορτολογική ομοιομορφία (η οποία όμως ουδέποτε υπήρξε συνολικά στην Εκκλησία), αλλά δεν είναι Δόγμα πίστεως, δεν είναι όρος σωτηρίας.

Όχι! Κραυγάζουν οι Παλαιοημερολογίτες! Η διάσπαση της εορτολογικής ομοιομορφίας (πότε όμως η Εκκλησία γνώρισε απόλυτη εορτολογική ομοιομορφία;) στέρησε από την Εκκλησία την Χάρη, κατέστησε (άκου και φρίξε!) άκυρα τα Μυστήριά της και επομένως οι Νεοημερολογίτες είναι εκτός Χάριτος, δηλαδή εκτός σωτηρίας!!

Αυτός ο φρικαλέος ισχυρισμός, αδελφέ Νικόδημε, αποτελεί φοβερή αίρεση και βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος. Προβίβασαν οι ταλαίπωροι σε Δόγματα πίστεως, σε όρους σωτηρίας, στοιχεία...ημερολογιακά και εορτολογικά!... κανείς βεβαίως δεν θεωρεί καλό πράγμα την ύπαρξη δύο ημερολογίων στο χώρο της ανά την Οικουμένη Ορθοδόξου καθολικής Εκκλησίας. Κακώς, κάκιστα έγινε η αλλαγή του Ημερολογίου. Αλλά από το σημείο αυτό μέχρι το σημείο να δούμε τα ημερολόγια ως...Δόγματα πίστεως και να εξαρτήσουμε από αυτά το κύρος των Μυστηρίων και την επίτευξη της σωτηρίας, η απόσταση είναι αβυσσαλέα.

Ας κρατούσαν οι Παλαιοημερολογίτες το παλιό ημερολόγιο, αλλά ας διατηρούσαν την κοινωνία προς την Εκκλησία. Τότε δεν θα υπήρχε κανένας κίνδυνος. Αυτοί όμως έφτασαν στο σημείο να αποκοπούν από την Εκκλησία, για να μη...χάσουν την Χάρη και τη σωτηρία!... δεν αγνοώ ότι υπάρχουν Παλαιοημερολογίτες, που δεν δέχονται αυτές τις βλασφημίες, αλλά ποιο το όφελος, εφόσον υπάρχουν άλλοι - και μάλιστα η ηγεσία τους - που υποστηρίζουν αυτές τις αιρετικές θέσεις;

Άκου έναν διάλογο που είχα πριν από καιρό με κάποιον εκλεκτό νέο, ο οποίος προσχώρησε στους Παλαιοημερολογίτες:

- Γιατί έφυγες από την Ελλαδική Εκκλησία;
- Για να μην κοινωνώ με τους αιρετικούς οικουμενιστές.
- Όλοι οι Επίσκοποι της Ελλάδας είναι οικουμενιστές;
- Όχι, όχι! Αλλά κοινωνούν με τον οικουμενιστή Πατριάρχη. Δεν θέλω λοιπόν να έχω κοινωνία με πρόσωπα που κοινωνούν με τους αιρετικούς οικουμενιστές.
- Πιστεύεις ότι το ημερολόγιο είναι Δόγμα πίστεως και ότι οι Νεοημερολογίτες βρίσκονται εκτός Χάριτος και χρειάζεται, σαν αυτούς που επιστρέφουν από τις αιρέσεις, να τους ξαναχρίσουμε με μύρο;
-Θεός φυλάξοι! Εγώ καθόλου δεν πιστεύω τις ανοησίες των Παλαιοημερολογιτών. Εγώ προσχώρησα σ' αυτούς μόνο και μόνο για να αποφύγω την - έμμεση έστω - κοινωνία με τους αιρετικούς οικουμενιστές.
-Καθόλου όμως δεν απέφυγες την κοινωνία με άλλη αίρεση. Ο ισχυρισμός των Παλαιοημερολογιτών ότι η αλλαγή του ημερολογίου στέρησε την Εκκλησία από την Χάρη, δεν είναι απλή ανοησία, όπως την χαρακτήρισες πιο πριν. Είναι βαρύτατη βλασφημία και αίρεση.
- Αλλά εγώ δεν πιστεύω αυτά τα πράγματα.
- Κοινωνείς όμως με εκείνους, οι οποίοι τα πιστεύουν.
- Τι να κάνω; Αναγκάζομαι να τους ανέχομαι κατ' οικονομίαν.
- Και τότε γιατί δεν ανεχόσουν, κατ' οικονομίαν έστω, τους Επισκόπους της Ελλάδας, οι οποίοι κοινωνούσαν με τον Πατριάρχη;
- Εκείνος:..................
- Εγώ: βλέπεις λοιπόν σε ποια αντινομία οδηγήθηκες; Αναγνωρίζεις ότι οι περισσότεροι Επίσκοποι της Ελλάδας είναι Ορθόδοξοι. Αρνείσαι όμως την κοινωνία μαζί τους, επειδή αυτοί κοινωνούν με τον Πατριάρχη. Έτσι δεν δέχεσαι ούτε έμμεση καν κοινωνία με οικουμενιστές. Δέχεσαι όμως άμεση, αμεσότατη κοινωνία με πρόσωπα που κηρύττουν άλλου είδους αίρεση. Ότι η σωτηρία εξαρτάται από το ημερολόγιο!! Ποιο το κέρδος σου;; αλλά και πάλι μη νομίζεις ότι απέφυγες την έμμεση κοινωνία με τους οικουμενιστές.
- Εκείνος: πώς συμβαίνει αυτό;
-Εγώ: άκουσε, ταλαιπωρημένο θύμα επιτήδειων προπαγανδιστών: οι Παλαιοημερολογίτες κραυγάζουν μέχρι να σπάσουν τα πνευμόνια τους ότι και μόνη η συμπροσευχή μας με τον Πατριάρχη και τους άλλους ομόφρονες μ' αυτόν μας καθιστά όμοιους με αυτούς, έστω κι αν δεν πιστεύουμε όσα κηρύσσουν αυτοί. Να ήταν τουλάχιστον συνεπείς μ' αυτή τους τη θέση! Αλλά πού συνέπεια!... πήγαινε, φίλε μου, σε μερικά Ησυχαστήρια των Παλαιοημερολογιτών, ιδιαίτερα στη Λυκόβρυση Αττικής και θα δεις ολόκληρα αυτοκίνητα να αποβιβάζουν Νεοημερολογίτες, για να εκκλησιαστούν εκεί εν ώρα Λειτουργίας! (έχω ακούσει ότι οι Νεοημερολογίτες που εκκλησιάζονται εκεί την Κυριακή είναι πολύ περισσότεροι από τους Παλαιοημερολογίτες!). το Περιοδικό μάλιστα του εν λόγω Ησυχαστηρίου κάνει κατά καιρούς εκκλήσεις προς τους «προσκυνητές» που θέλουν να εκκλησιαστούν σε αυτό να προσέρχονται σεμνά ντυμένοι, τόσο οι άντρες, όσο και οι γυναίκες και τα παιδιά. Δεν λέει να μην προσέρχονται καθόλου οι Νεοημερολογίτες. Όχι! Το μόνο το οποίο τονίζει και στο οποίο αρκείται, είναι η αποφυγή της απρεπούς ενδυμασίας. Αν υπάρχει αυτή, τίποτα άλλο δεν εξετάζεται. Αν υπάρχει αυτή, οι Νεοημερολογίτες είναι λίαν ευπρόσδεκτοι για συνεκκλησιασμό και συμπροσευχή. Και γνωρίζω αρκετές περιπτώσεις Παλαιοημερολογιτών Ιερέων που δέχονται άνευ όρων Νεοημερολογίτες στα Μυστήρια της εξομολόγησης, ακόμη και της Θ. Κοινωνίας. Έχουμε δηλαδή προσφορά Μυστηρίων σε πρόσωπα, τα οποία σε άλλες στιγμές χαρακτηρίζονται από τους ίδιους τους ηγέτες των Παλαιοημερολογιτών ότι βρίσκονται μακριά από την αλήθεια και τη σωτηρία, επειδή βρίσκονται στην Εκκλησία της Ελλάδας, η οποία κοινωνεί με τον Πατριάρχη. Δηλαδή, κυκεώνας και τραγέλαφος! Λοιπόν, αφού οι ομόφρονές σου συμπροσεύχονται και κοινωνούν με μας που συμπροσευχόμαστε και κοινωνούμε με τον Πατριάρχη, εσύ έχεις πάλι έμμεση κοινωνία με τον Πατριάρχη! Τι κέρδισες λοιπόν; Και την έμμεση κοινωνία με τους οικουμενιστές δεν απέφυγες, και σε άμεση κοινωνία με πρόσωπα που κηρύσσουν άλλου είδους αίρεση οδηγήθηκες!...


Αυτά ειπώθηκαν τότε με εκείνον τον νέο. Τα αντιγράφω αυτά για να βγάλεις, αγαπητέ π. Νικόδημε, ορισμένα συμπεράσματα.

Και ορίστε κάποιες σύντομες απαντήσεις στα ερωτήματά σου:

1. Υπήρξε μεγάλη «γκάφα» του Φιλάρετου η αναγνώριση των Παλαιοημερολογιτών στην Ελλάδα. Μάλλον έπεσε θύμα κακών εισηγήσεων. Έφτασε στα αυτιά μου κάποια πληροφορία ότι εκ των υστέρων, αφού γνώρισε τους Παλαιοημερολογίτες της Ελλάδας, έχει μεταμελήσει για ό,τι έκανε. Ο καιρός όμως θα δείξει. Πιστεύω ότι θα σημειωθούν εξελίξεις... Για μένα πάντως που πιστεύω ότι η Εκκλησία της Ελλάδας είναι κάθε άλλο παρά αιρετική, η απόφαση της Συνόδου του Φιλάρετου όχι μόνο δεν έχει κανένα κύρος, αλλά και, καθώς αποτελεί επέμβαση στα εσωτερικά άλλης ομόδοξης Εκκλησίας αντίθετη με τους Κανόνες, δημιουργεί ευθύνες σχετικά με τους Κανόνες για την εν λόγω Σύνοδο.


2. Αν ο Φιλάρετος πίστευε ότι η Εκκλησία της Ελλάδας έχει πέσει σε αίρεση, τότε θα μπορούσε να παρέμβει σ' αυτή. Όφειλε όμως, όχι να αναγνωρίσει τους Παλαιοημερολογίτες, οι οποίοι δεν είναι μεν οικουμενιστές, αλλά και αυτοί κηρύσσουν άλλου είδους αίρεση, όπως είπα πιο πάνω (ότι η σωτηρία εξαρτάται από τα...ημερολόγια και τα εορτολόγια), αλλά να χειροτονήσει απ' την αρχή Ιερείς (ή και Επισκόπους) για το πλήρωμα της Ελλαδικής Εκκλησίας. Οι εν λόγω Ιερείς θα μπορούσαν να ακολουθούν το παλιό ημερολόγιο, δε θα κήρυσσαν όμως το παραπάνω αιρετικό φρόνημα και θα δέχονταν σε κοινωνία και πιστούς που θα ακολουθούσαν το νέο ημερολόγιο, όπως ακριβώς κάνει και ο Φιλάρετος.


3. Η παρούσα κατάσταση (συμπροσευχές, νεωτερισμοί κ.τ.τ.) δεν δικαιολογεί το «υπερόριον». Μόνο η πτώση κάποιας Εκκλησίας σε αίρεση δίνει το δικαίωμα σε υπερόριους Επισκόπους να παρέμβουν.


4. Αν μια Ορθόδοξη Σύνοδος καταδικάσει κάποιον, δεν μπορεί Σύνοδος άλλης τοπικής Εκκλησίας να τον αθωώσει. Κι αν συμβεί αυτό, η δεύτερη απόφαση είναι άκυρη. Δηλαδή: αν Κληρικός της Εκκλησίας της Ελλάδας καταδικαστεί από αυτήν και προσφύγει σε άλλη Εκκλησία, π.χ. στην Εκκλησία της Σερβίας, και ζητήσει να κριθεί από αυτήν, η Εκκλησία της Σερβίας θα απορρίψει αυτήν την αξίωσή του, δηλώνοντας ότι αυτή είναι τελείως αναρμόδια, ενώ την αρμοδιότητα έχει μόνο η Εκκλησία της Ελλάδας. Αν τυχόν όμως, δεχτεί το αίτημα η Εκκλησία της Σερβίας και κρίνει αυτή τον εν λόγω Κληρικό, η απόφασή της, καθώς θα έχει εκδοθεί σε αντίθεση με τους Κανόνες , είναι εντελώς άκυρη, και δημιουργεί ευθύνες σχετικά με τους Κανόνες. Αν τα παραπτώματα αυτού του Κληρικού δεν είναι κωλυτικά της Ιεροσύνης και αργότερα μετανοήσει για αυτά, τότε η μόνη που μπορεί να τον αποκαταστήσει είναι πάλι η Εκκλησία της Ελλάδας. Ουδέποτε επιτρέπεται επέμβαση μιας Ορθόδοξης Εκκλησίας στα εσωτερικά μιας άλλης. Αλλιώς, εννοείται, έχει το πράγμα, αν μια Τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία ζητήσει από άλλη ή από άλλες τη βοήθειά τους για τη λύση ενός εσωτερικού της ζητήματος. Τότε δεν πρόκειται για αυθαίρετη επέμβαση, αλλά για αδελφική συμπαράσταση. Μόνο Οικουμενική Σύνοδος, σαν υπέρτατη Αρχή, μπορεί να παρέμβει στα εσωτερικά Τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και να τα ρυθμίσει κατά την κρίση της. Μπορεί π.χ. Κληρικός μιας Τοπικής Εκκλησίας (και μάλιστα Προκαθήμενος αυτής), θεωρώντας ότι καταδικάστηκε από την Εκκλησία του εντελώς άδικα και σε αντίθεση με τους Κανόνες, να καταφύγει με έκκληση σε άλλες Τοπικές Εκκλησίες και διεκτραγωδώντας την άδικη περιπέτειά του, να ζητήσει απόδοση δικαιοσύνης. Αν οι άλλες Εκκλησίες βρουν βάσιμα τα παράπονά του, μπορούν να φτάσουν μέχρι τη σύγκληση Μεγάλης Συνόδου, της οποίας η απόφαση θα είναι υποχρεωτική για όλους. Μονομερής παρέμβαση μιας Τοπικής Εκκλησίας στα εσωτερικά άλλης είναι απαράδεκτη. Όλα αυτά, εννοείται, προκειμένου για Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες και όχι αιρετικές.


5. Η λέξη «άκυρο», όταν πρόκειται για Μυστήρια, άλλοτε χαρακτηρίζει τα τελείως ανυπόστατα (δηλαδή ανύπαρκτα) Μυστήρια και άλλοτε τα υποστατά μεν, αλλά που τελέστηκαν αντικανονικά. Εξαρτάται από την έννοια, την οποία κάθε φορά δίνουμε στη λέξη «άκυρο».


6. «Ζηλωτής» που επιστρέφει μπορεί επιεικώς να γίνει δεκτός και με απλή Εξομολόγηση ενώπιον του Πνευματικού. Αν είναι Κληρικός, θα ζητήσει από τον Επίσκοπο την αποκατάστασή του μέσα από την κανονική διαδικασία. Η αλλαγή Παρατάξεων κάθε τόσο δείχνει προφανώς αστάθεια. Δυστυχώς αυτό είναι συνηθισμένο στους Παλαιοημερολογίτες.


7. αναμφίβολα δεν μπορεί κάποιος να είναι «και με τους μεν και με τους δε». Άλλο ζήτημα, αν, κατ' οικονομία, ανέχεται τους δε, ελπίζοντας να τους φέρει τελικά στον ίσιο δρόμο.


8. Αν κάποιος είναι τόσο απλοϊκός, ώστε να μην αντιλαμβάνεται κάποια πράγματα και δεν επιμένει στις εσφαλμένες θέσεις του από οίηση, πείσμα κ.τ.τ., αλλά από απλοϊκότητα, είναι δυνατό να έχει πλούσια τη Χάρη του Κυρίου. Τα κρίματα του Θεού είναι ανεξερεύνητα. Υπήρξαν και περιπτώσεις κατά τις οποίες σοφοί άνθρωποι της Εκκλησίας περιέπεσαν σε πλάνες. Ο Θεός όμως που βλέπει στην καρδιά και όχι στο πρόσωπο, δεν τους έκρινε ανάξιους για την εύνοιά Του. Ο Μέγας Γρηγόριος, ο Επίσκοπος Νύσσης, δεν ήταν απαλλαγμένος από δογματικές πλάνες. Και όμως είναι άγιος και Πατέρας της Εκκλησίας. Επίσης και ο θείος Διονύσιος Αλεξανδρείας, θεολογώντας περί Υιού, δεν εκφράστηκε με δογματική ακριβολογία, γι' αυτό και έδωσε άθελά του πολλά επιχειρήματα στους Αρειανούς, οι οποίοι και τον επικαλούνταν. Γι' αυτό και αναγκάστηκε ο Μ. Αθανάσιος να γράψει ολόκληρη πραγματεία για τον άγιο Διονύσιο, για να δικαιολογήσει τις άστοχες δογματικά εκφράσεις του.


9. Καλές σχέσεις με «ζηλωτές» μπορούμε να έχουμε. Μυστήρια όμως από αυτούς δεν επιτρέπεται να λαμβάνουμε. Αν έχουν αυτοί, όπως γράφεις, κοινωνία με την Εκκλησία μας, τότε αλλάζει η κατάσταση. Υπάρχουν όμως «ζηλωτές» που κοινωνούν με την Εκκλησία μας;


10. Δυστυχώς δεν είναι εύκολη η επαναφορά του παλιού ημερολογίου στην Εκκλησία της Ελλάδας. Ίσως δεν είναι καν δυνατή. Αλλά και αν ήταν, μη φανταστείς ποτέ ότι οι Παλαιοημερολογίτες θα υποτάσσονταν όλοι στην Εκκλησία. Οι περισσότεροι Παλαιοημερολογίτες Κληρικοί επιθυμούν ασυδοσία και ποτέ δε θα δέχονταν να τεθούν κάτω από ζυγό και έλεγχο. Θα έβρισκαν χίλια επτά «επιχειρήματα» για να δικαιολογήσουν την εμμονή τους στην ανταρσία (θα έλεγαν π.χ. ότι είναι Μασόνοι οι Επίσκοποι και τα τοιαύτα). Γνωρίζω καλά πολλούς Παλαιοημερολογίτες Κληρικούς...Κάποιος ηγέτης των Παλαιοημερολογιτών μου έλεγε προ ετών: «Δεν τολμώ να βάλω ούτε δέκα μέρες αργία σε κληρικό μου. Θα πάνε στους άλλους, μου λένε» (δηλαδή στην άλλη Παράταξη). Από αυτό καταλαβαίνεις ποια διάθεση πειθαρχίας στους Κανόνες υπάρχει στους Κληρικούς των Παλιοημερολογιτών, εκτός από κάποιες εξαιρέσεις...


11. Οι θέσεις της «Επιστολιμαίας Διατριβής» ισχύουν εφόσον η Εκκλησία μας είναι Ορθόδοξη και όχι αιρετική. Το να «υγιαίνει» έχει πολλή ευρύτητα. Απόλυτη υγεία (για τους Κανόνες, τη διοίκηση, την ηθική κλπ) δε μπορούμε να ζητάμε από την Εκκλησία, αφού αυτή συγκροτείται από ατελείς και αμαρτωλούς ανθρώπους. Ευχή θα ήταν να υγιαίνει σε όλα. Αλλά είναι αυτό δυνατόν; Αρκεί λοιπόν να είναι Εκκλησία Ορθόδοξη και όχι αιρετική. Κι εγώ απέχω πολύ από το να χαρακτηρίσω την Εκκλησία της Ελλάδας...αιρετική!!! Αν άλλοι αναλαμβάνουν εύκολα τέτοιες τρομακτικές ευθύνες (να χαρακτηρίζουν δηλαδή αιρετική μια Ορθόδοξη Τοπική Εκκλησία), ας προχωρήσουν...


12-13. Οι Ορθόδοξοι αναμφίβολα δεν πρέπει να συμπροσεύχονται ή με άλλον τρόπο να έχουν θρησκευτική κοινωνία με τους αιρετικούς (Παπικούς, Διαμαρτυρόμενους κλπ). (Το ίδιο ισχύει και για τους σχισματικούς). Αν όμως κάποιος συμπροσεύχεται (ή κοινωνεί κάπως αλλιώς) με αιρετικούς, είναι μεν παραβάτης των ιερών κανόνων και άξιος εκκλησιαστικών ποινών, δεν είναι όμως και αυτομάτως αιρετικός. Ενδέχεται να πιστεύει με τον ορθόδοξο τρόπο, να αποδοκιμάζει κάθε άλλη διδασκαλία, αλλά να μη θεωρεί κακό τις θρησκευτικές επαφές με ετερόδοξους. Αυτός είναι, επαναλαμβάνω, δεινός παραβάτης των ιερών Κανόνων, αλλά δεν είναι αιρετικός.

Αν όμως δεν αρκείται σε αυτό, αλλά και κηρύσσει αιρετικά φρονήματα, τότε έχει αλλιώς το πράγμα. Τότε είναι αιρετικός. Αιρετικός είναι, εφόσον κηρύσσει αιρετικά φρονήματα, έστω κι αν δεν έχει καμία κοινωνία με άλλους αιρετικούς.

Αλλά οι αιρετικοί είναι δύο ειδών: εκείνοι τους οποίους η Εκκλησία δίκασε και καταδίκασε και τους απέκοψε από το Σώμα της, και εκείνοι οι οποίοι ούτε καταδικάστηκαν ακόμα από την Εκκλησία. Ούτε αυτοβούλως έφυγαν από αυτήν, αλλά βρίσκονται ακόμα εντός της Εκκλησίας. Μια τέτοια περίπτωση είναι η περίπτωση του Πατριάρχη. Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας έχει κηρύξει αιρετικά φρονήματα. Ούτε καταδικάστηκε όμως ως τώρα από την Εκκλησία, ούτε αυτός αποκήρυξε την Εκκλησία και έφυγε απ' αυτήν. Παραμένει και ενεργεί εντός της Εκκλησίας. Συνεπώς είναι ακόμα αγωγός Χάριτος. Τελεί Μυστήρια. Εμείς τι μπορούμε να κάνουμε;

α) Να προσευχόμαστε για την ανάνηψη και τη μετάνοιά του.


β) Να διαμαρτυρόμαστε εναντίον του και να αγωνιζόμαστε. Και αν η συνείδηση κάποιου δεν ανέχεται να μνημονεύει το όνομά του, έχει το δικαίωμα, προχωρώντας ακόμα παραπέρα, να παύσει το μνημόσυνό του, σύμφωνα με τον ΙΕ' Κανόνα της Πρωτοδεύτερης Συνόδου. Αυτό όμως είναι το έσχατο βήμα, στο οποίο μπορεί να προχωρήσει, αν θέλει να μη βρεθεί σε σχίσματα και ανταρσίες. Παύοντας δηλαδή το μνημόσυνο, δε θα μνημονεύει άλλον Επίσκοπο (εκτός αν πιστεύει ότι όλη η Εκκλησία μας έπεσε σε αίρεση!), αλλά θα περιμένει, όπως έγραψα πιο πριν, στην «Επιστολιμαία Διατριβή» μου, με ήρεμη συνείδηση την απόφαση Συνόδου.

Άλλο πρόβλημα: αυτοί που παύουν το μνημόσυνο, πώς θα φέρονται προς αυτούς που κοινωνούν με τον Πατριάρχη; Αυτοί που κοινωνούν με τον Πατριάρχη είναι δύο κατηγοριών: α) Οι ομόφρονές του (όπως ο Αμερικής Ιάκωβος, ο Χαλκηδόνος Μελίτων κλπ) και β) αυτοί που δεν συμφωνούν μαζί του (όπως όλοι σχεδόν οι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδας). Απέναντι στους πρώτους θα φέρονται όπως και απέναντι στον Πατριάρχη. Απέναντι όμως στους δεύτερους, έστω κι αν αυτοί κοινωνούν με τον Πατριάρχη ή τους άλλους, δε μπορούν να φέρονται το ίδιο. Δεν μπορούν δηλαδή να φτάσουν μέχρι την παύση του μνημοσύνου τους. Δεν επιτρέπεται, κατά τους ιερούς Κανόνες, αποφυγή της κοινωνίας με αυτούς. Οι ιεροί Κανόνες παρέχουν δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου του Επισκόπου ή Πατριάρχη που κηρύσσει αιρετικές διδασκαλίες. Δεν παρέχουν όμως δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου και εκείνων, οι οποίοι, αν και είναι Ορθόδοξοι, τον ανέχονται.

Μεγάλη προσοχή σε αυτό το σημείο! Οφείλουμε να διακρίνουμε μεταξύ των δύο καταστάσεων: άλλο αυτός που κηρύσσει αιρετικά φρονήματα, και άλλο αυτός που φρονεί και διδάσκει με ορθόδοξο τρόπο, αλλά, κατ' οικονομία, ανέχεται τον πρώτο και κοινωνεί με αυτόν.

Επίσης: άλλο αυτός που κηρύσσει μεν αιρετικά φρονήματα, αλλά χωρίς να φύγει από την Εκκλησία, ούτε να αποκοπεί από αυτήν, και άλλο αυτός που αυτόβουλα έφυγε από την Εκκλησία (και ίδρυσε δικιά του «Εκκλησία» ή προσχώρησε σε άλλη παρόμοια, αιρετική ή σχισματική), ή αποκόπηκε από την Εκκλησία κατόπιν δίκης και καταδίκης. Με τον δεύτερο κάθε Ορθόδοξος οφείλει να μην έχει καμία κοινωνία. Η κοινωνία όμως με τον πρώτο (μέχρι την καταδίκη του) αφήνεται από τους ιερούς Κανόνες στην ελεύθερη κρίση κάθε Ορθόδοξου πιστού.

Έχουμε δηλαδή δικαίωμα, που μας το παρέχουν οι ιεροί Κανόνες, να παύσουμε το μνημόσυνό του, δεν είμαστε όμως υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Κατά συνέπεια, αν κάποιος, χρησιμοποιώντας το δικαίωμα αυτό, παύσει το μνημόσυνο, καλά κάνει και δεν πρέπει να ελέγχεται από τους άλλους. Αν κάποιος άλλος, σταθμίζοντας διάφορους παράγοντες, κρίνει ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα που του δίνουν οι Κανόνες, αλλά να περιμένει τη «Συνοδική διάγνωση», δεν είναι αξιόμεμπτος, ούτε - πολύ περισσότερο - άξιος ακοινωνησίας! Στο σημείο αυτό μπορεί κανείς να εφαρμόσει, κάπως παραλλαγμένους, τους λόγους του Παύλου: «Ο μνημονεύων τον μη μνημονεύοντα μη εξουθενείτω και ο μη μνημονεύων τον μνημονεύοντα μη κρινέτω» (βλ. Ρωμ. ιδ' 3).

Τότε, θα πεις, ποιο το κέρδος μας, αν αποφύγουμε το μνημόσυνο του Πατριάρχη, αφού θα έχουμε κοινωνία με τον Επίσκοπο Δρυϊνουπόλεως π.χ., ο οποίος μνημονεύει τον Πατριάρχη; Δε μολυνόμαστε έτσι, κοινωνώντας έμμεσα με αυτόν που κηρύσσει αιρετικά φρονήματα;

Αλλά η διακοπή του μνημοσύνου, «πριν από Συνοδική διάγνωση» και καταδίκη, δεν έχει την έννοια της αποφυγής μολυσμού από την κηρυσσόμενη αίρεση! Όχι, αδελφέ μου! Αν είχε αυτή την έννοια, τότε οι Κανόνες δεν θα παρείχαν απλά το δικαίωμα παύσης του μνημοσύνου για αίρεση «πριν από Συνοδική διάγνωση», αλλά θα θέσπιζαν ρητή και σαφή υποχρέωση με απειλή βαρύτατων ποινών σε αντίθετη περίπτωση.

Η διακοπή μνημοσύνου για αίρεση «πριν από Συνοδική διάγνωση» έχει άλλη έννοια. Αποτελεί έντονη, αλλά κι έσχατη διαμαρτυρία της Ορθόδοξης συνείδησης, παρέχει μια διέξοδο σε αυτούς που σκανδαλίζονται, και ταυτόχρονα αποσκοπεί και στη δημιουργία αναταραχής, ώστε η Εκκλησία να βιαστεί να ξεκαθαρίσει την κατάσταση.

Δεν υπάρχει κίνδυνος να...μολυνθούμε, ούτε μνημονεύντας τον Πατριάρχη (εφόσον ακόμα δεν καταδικάστηκε), ούτε, πολύ περισσότερο, αν δεχόμαστε σε κοινωνία αυτούς που τον μνημονεύουν. Όσα αντόθετα λέγονται, είναι ανόητοι «ζηλωτισμοί». Ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων δε μολύνθηκε, αν και έλαβε Επισκοπική χειροτονία από τον Μητροπολίτη Καισαρείας Ακάκιο, ο οποίος ήταν μεν δηλωμένος αρειανός (και μάλιστα αρχηγός μιας μερίδας αρειανών), αλλά ακόμη βρισκόταν και ενεργούσε εντός της Εκκλησίας. Ο άγιος Ανατόλιος χειροτονήθηκε κι αυτός Επίσκοπος (και μάλιστα Πατριάρχης Κων/πόλεως) από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκορο, ο οποίος ήταν μεν μονοφυσίτης και μεγάλος προστάτης του αιρεσιάρχη Ευτυχή, αλλά δεν είχε ακόμη καταδικαστεί από την Δ' Οικουμενική Σύνοδο. Αν λοιπόν δεν μολύνει ούτε αυτή η χειροτονία από Επισκόπους που κηρύσσουν μεν αιρετικά φρονήματα, αλλά ακόμα δεν καταδικάστηκαν από Σύνοδο και παραμένουν εντός της Εκκλησίας, πολύ περισσότερο δε μολύνει το μνημόσυνό τους και ακόμα περισσότερο δε μολύνει η κοινωνία με πρόσωπα που ανέχονται κατ' οικονομία αυτούς και διατηρούν το μνημόσυνό τους.

Οι Παλαιοημερολογίτες, «μη νοούντες μήτε α λέγουσι μήτε περί τίνων διαβεβαιούνται», ισχυρίζονται τα εντελώς αντίθετα (βλέπε και το βιβλίο του Θεοδωρήτου Μαύρου). Αλλά τότε και αυτοί οι ταλαίπωροι είναι μολυσμένοι. Γιατί; Διότι, όπως προείπα, και αυτοί, παρά τις θεωρητικές διακηρύξεις τους, ή μάλλον, σε κραυγαλέα και τραγική αντίθεση με αυτές, δέχονται στην πράξη σε κοινωνία (συμπροσευχή και παροχή Μυστηρίων) πρόσωπα που ανήκουν στην Εκκλησία της Ελλάδας, η οποία έχει κοινωνία με τον Πατριάρχη! Οπότε;;;

Αν ήθελαν να είναι συνεπείς, έπρεπε να μη δέχονται ούτε ένα (αριθμός 1) μέλος της Ελλαδικής Εκκλησίας να εκκλησιαστεί (ή, πολύ περισσότερο, να εξομολογηθεί ή να κοινωνήσει) μαζί τους, αν προηγουμένως δεν δήλωνε ότι αποχωρεί από την Εκκλησία της Ελλάδας και προσχωρεί εν μετανοία σε αυτούς. Αυτοί όμως, χωρίς φόβο και δισταγμό, συνεκκλησιάζονται, συμπροσεύχονται και συμμετέχουν στα Μυστήρια με πλήθος Νεοημερολογίτες στους Ναούς των Παλαιοημερολογιτών και μάλιστα σε μερικά Ησυχαστήρια.

Είναι αυτά πράγματα ηθικής συνέπειας; Είναι πράγματα που επιτρέπονται ηθικά; Είναι πράγματα αποδεκτά από τους Κανόνες; Είναι, τέλος πάντων, πράγματα τίμια; Θα πουν ίσως ότι το κάνουν κατ' οικονομία. Αλλά τότε γιατί να δημιουργούμε σχίσματα και διαιρέσεις και κατατμήσεις και πληγές στο Σώμα της Εκκλησίας; Αν πρόκειται μεταβαίνοντας κάποιος στους Παλαιοημερολογίτες, να συμπροσεύχεται και πάλι με αυτούς που κοινωνούν με τον Πατριάρχη, γιατί να μη μείνει στην Εκκλησία της Ελλάδας και να ανέχεται κατ' οικονομία τον Πατριάρχη και τους ομόφρονές του; Έτσι μάλιστα θα ανέχεται κατ' οικονομία μία αίρεση: τον Οικουμενισμό. Ενώ, μεταβαίνοντας στους Παλαιοημερολογίτες, θα ανέχεται δύο: τον οικουμενισμό (εφόσον οι Παλαιοημερολογίτες συμπροσεύχονται με Νεοημερολογίτες, που κοινωνούν με τον οικουμενιστή Πατριάρχη) και τον Ελληνικό Παλαιοημερολογιτισμό, που κηρύσσει την αίρεση ότι τα ημερολόγια και τα εορτολόγια είναι όροι σωτηρίας!...

Λέω «Ελληνικό Παλαιοημερολογιτισμό», διότι δεν προτίθεμαι να καταδικάσω το παλιό ημερολόγιο, το οποίο ακολουθούν τόσες Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά τις αιρετικές υπερβολές στις οποίες απερίσκεπτα κατάντησαν οι Έλληνες Παλαιοημερολογίτες. Και γι' αυτό, εκτός από άλλους λόγους, φοβάμαι και τρέμω για τις ανταρσίες και τα σχίσματα. Ο κλήρος των περισσοτέρων είναι:

Τελικά καταντούν στην υποστήριξη θέσεων πραγματικά αιρετικών! Αυτά, πολυφίλητε π. Νικόδημε, τα είχα γράψει σε σένα και στην ιερή και θεοφιλή Συνοδεία σου. Και έγραψα «εκ πολλής θλίψεως και συνοχής καρδίας» (Β' Κορ. β' 4). Η όλη κατάσταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι σήμερα πολύ θλιβερή. Ίσως τελικά δεν θα αποτραπούν μεγάλες περιπέτειες.

Πρόσχωμεν! Εν ταπεινώσει, εν προσευχή, εν νηστεία, εν κατανύξει, ας ζητήσουμε από τον Κύριο να μας φωτίσει για το πώς πρέπει να πορευτούμε σε αυτά που έρχονται. Διπλός ο κίνδυνος της Εκκλησίας: από τη μία ο σατανοκίνητος Οικουμενισμός και από την άλλη ο Φανατισμός που φθείρει τις ψυχές και οδηγεί τελικά σε φρικαλέες βλασφημίες και αιρέσεις και κρύβει την αλήθεια. Και τα δύο να τα φοβηθούμε και να τα αποφύγουμε. Δεν θα παρεκκλίνουμε ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Θα πορευτούμε τη μέση και βασιλική οδό. Αυτή είναι η οδός της αμόλυντης Ορθοδοξίας, η οποία γνωρίζει και να προστατεύει την ακρίβεια και δεν αγνοεί την επίδειξη οικονομίας.

Χαίρε, αδελφέ. Και πάλι θα πω, χαίρε! Χαίρε, εν μέσω πά­σης θλίψεως και πάσης οδύνης. Ιησούς γάρ «παρεδόθη δια τας αμαρτίας ημών και ηγέρθη δια την δικαίωσιν ημών» (Ρωμ. δ' 25).

Δεήθητε δε πάντες εκτενώς και υπέρ της εμής αθλιότητος, ότι εν ποικίλω αγώνί ειμί. Εν παντί θλίβομαι. «Έξωθεν μάχαι, έσωθεν φόβοι» (Β' Κορ. ζ 5. Ιδέ ερμηνείαν Π. Τρεμπέλα).

Πρόθυμος πάντα για κάθε εξυπηρέτηση και επικαλούμενος τις ευχές όλων σας, διατελώ μετά βαθείας εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών αγάπης και τιμής.

Εκ του Βιβλίου:
ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ - ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΖΗΛΩΤΙΣΜΟΣ

Επιφανίου Ι. Θεοδωροπούλου
Έκδοσις Ιερού Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος

Ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος ἔχει ἀξίαν μόνον ἐάν κρατῇ τήν Πίστιν! (Ἀρχιμανδρίτης Ἐπιφάνιος Ἰ. Θεοδωρόπουλος)



Παναγιώτατε, Από τινων ετών κατώδυνον το Πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, το συνειδητώ πιστεύον πλήρωμα , παρίσταται θεατής επικινδύνων προς την Πίστην ακροβασιών του Πρώτου της Ορθοδοξίας Επισκόπου. Ούτως, ίνα παραλίπωμεν άλλου είδους ακροβασίας, η προς τον Πάπαν και τον Παπισμόν συμπεριφορά Υμών και τινών Υμετέρων αντιπροσώπων, ρίπτει εις άφατον θλίψιν, αλλά και φοβεράν ψυχικήν δοκιμασίαν, τα αληθώς ορθοδοξούντα τέκνα της Εκκλησίας. Αλληλογραφείτε μετά του Πάπα εν πάση εκκλησιαστική τάξει, ως εάν έζωμεν εις τον Ε' μ.Χ. αιώνα. Υποβάλλεσθε εις τας ταλαιπωρίας μακρινών ταξιδιών προς συνάντησιν αυτού. Ανταλλάσετε μετ' αυτού τρυφεράς περιπτύξεις και αδελφικούς ασπασμούς. Καλείτε αυτόν «Πρώτον Επίσκοπον της Χριστιανοσύνης» και υμάς Αυτόν δεύτερον. Διακηρύσσετε urbi et orbi ότι «ουδεμία διαφορά χωρίζει τας δύο Εκκλησίας». Συμπροσεύχεσθε μετ' αντιπροσώπων αυτού και φέρεσθε προς αυτούς σχεδόν όπως και προς τους Ορθοδόξους Επισκόπους. Αίρετε εκ μέσου αιωνοβίους αφορισμούς, οίτινες, έστω και αν επιβλήθεισαν υπό το κράτος των εντυπώσεων εκ στιγμιαίων γεγονότων πρωτοφανούς οξύτητας και ως αντίδρασις εις τα γεγονότα εκείνα, ουχ ήττον δε εξέφραζον ει μη το καθολικόν φρόνημα της αμωμήτου και θεοφόρου Ορθοδοξίας και δεν απετέλουν ειμή απλήν εφαρμογήν, καθυστερημένη μάλιστα, των διατάξεων του Κανονικού της Εκκλησίας Δικαίου, επιβαλλουσών την αποπομπήν εκ της θεοτεύκτου Μάνδρας των «ανιάτως και προς θάνατον νοσούντων» προβάτων, των αιρετικών δηλαδή και φθορέων της Πίστεως.

Παναγιώτατε, Τι εκ των δύο συνέβη; Ο Πάπας προσεχώρησε εις την Ορθοδοξίαν ή Υμείς εις τον Παπισμόν; Εάν τοπρώτον, αναγγείλατε τούτο, ίνα πάντες φαιδρώς πανηγυρίσωμεν μετ' αλλήλων και χορεύσωμεν. Εάν το δεύτερον, ομιλήσατε μετ' ειλικρινείας και ευθύτητος, ίνα βεβαιωθώμεν ότι, μετά της παλαιάς, απώλετο και η νέα Ρώμη και κατεπόθη υπό της αιρέσεως. Εάν δε ουδέν εκ τούτων συνέβη, αλλά και Υμείς και ο Πάπας εμένετε εν τοις οικείοις έκαστος όροις, τότε πως ερμηνεύονται αι προεκτεθείσαι ενέργειαι Υμών; Πώς είναι δυνατόν ο αιρετικός Πάπας να είναι ο Πρώτος Επίσκοπος της Χριστιανοσύνης και Υμείς ο δεύτερος; Πότε η Εκκλησία ημών συνηρίθμησεν ομού μετά των Ορθοδόξων Επισκόπων τους Επισκόπους των αιρετικών; Δογματικής και κανονικής ακριβείας γλώσσαν ομιλείτε ή ευελίκτου διπλωματικής υποκρισίας; Επίσκοπος είσθε ή διπλωμάτης; Πώς δ' ακόμη είναι δυνατόν να αίρωνται αι κανονικαί της Εκκλησίας ποιναί, όταν το αντικείμενον αυτών (η αίρεσις) ου μόνον εξακολουθή να υπάρχει, αλλά και αισίως αύξεται και μεγενθύνεται και γαυριά; Και εάν δεν υπήρχον αφορισμοί κατά των παπικών διά τας υπ' αυτών αποτολμηθείσας αλλοιώσεις εν τη Πίστει, θα έδει ούτοι να εκφωνηθώσι σήμερον από κοινής των Ορθοδόξων Εκκλησιών ψήφου, υπεικουσών εις ρητάς και σαφείς των Ιερών Κανόνων επιταγάς. Πώς λοιπόν και διατί, υπάρχοντες, αίρωνται;

Παναγιώτατε, Άδεται ότι ενεργείτε ως ενεργείτε, ινα, προσεταιριζόμενος το πανίσχυρον κοσμικώς Βατικανόν, αντιτάξητε την εκ της συμμαχίας αυτού αίγλην και δύναμην προς τους τουρκικούς βρυχηθμούς και δυνηθήτε ούτω να στηρίξετε τον δεινώς απειλούμενον και κλονιζόμενον Θρόνον της πάλαι ποτέ βασιλευούσης. Εάν ταύτα έχωνται αληθείας, και πλανάσθε και ματαιοπονείτε. Έχομεν την συμμαχίαν του Θεού, Παναγιώτατε, ή ου; Εάν ναι, τότε «εις διώξεται χιλίους και δύο μετακινήσουσι μυριάδας», τότε καν κύματ διεγείρηται, καν πελάγη, καν τουρκικών θηρίων θυμός, αράχνης δι' ημάς έσονται ευτελέστερα, τότε «εξανθήσει και υλοχαρήσει και αγαλλιάσεται τα έρημα του Ιορδάνου» και «αλείται ως έλαφος χωλός, τρανή σε έσται γλώσσα μογιλάλων», τότε... ώ τότε, «γνώτε έθνη και ηττάσθε ότι μεθ' ημών ο Θεός»!... Εάν όχι τότε προς τι «πεποίθαμεν επ' άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων οις ουκ εστι σωτηρία»; Τότε, Παναγιώτατε, εφαρμόζονται πλέον εφ' ημών οι λόγοι του προφήτου: «Ουαί οι καταβαίνοντες εις Αίγυπτον επί βοήθειαν, οι εφ' ίππος πεποιθότες και εφ' άρμασιν, έστι γαρ πολλά, και εφ' ίππος πλήθος σφόδρα, και ουκ ήσαν πεποιθότες επί τον Άγιον του Ισραήλ και τον Κύριον ουκ εζήτησαν. Και αυτός σοφώς ήγεν επ' αυτούς κακά και ο λόγος αυτού ου μη αθετηθή και επαναστήσεται επ΄οίκους ανθρώπων πονηρών και επί την ελπίδαν αυτών την ματαίαν, Αιγύπτιον άνθρωπον και ου Θεόν, ίππων σάρκας και ουκ εστι βοήθεια. Ο δε Κύριος επάξει την χείραν αυτού επ' αυτούς και κοπιάσουσιν οι βοηθούντες και άμα πάντες απολούνται»(Ης. Λα,1-3)

Παναγιώτατε, Μυριάκις προτιμότερον να εκριζωθή ο ιστορικός της Κωνσταντινουπόλεως Θρόνος και να μεταφυτευθή εις έρημον τινα νησίδα του πελάγους, ακόμη δε και να καταποντισθή εις τα βάθη του Βοσπόρου, ή να επιχειρηθή έστω και η ελαχίστη παρέκλισις από της χρυσής των πατέρων γραμμής, ομοφώνως βοώντων: «Ου χωρεί συγκατάβασις εις τα της Πίστεως». Αι επτά λυχνίαι της αποκαλύψεως, διά τας αμαρτίας ημών, εσβέσθησαν προ πολλού. Αι επτά Εκκλησίαι αποστολικαί, Εκκλησίαι σχούσαι την υψίστην τιμήν να λάβωσιν, ειδικώς αύται, γράμματα εξ ουρανού μέσω του θεοπνεύστου της Πάτμου Οραματιστού, εξέλιπον εκ της επιφανείας της Γης και εκεί, ένθα άλλοτε ετελείτο η φρικωδεστάτη Θυσία και ο Τριαδικός ανεμέλπετο Ύμνος, σήμερον ίσως κρώζουσι νυκτικόρακες ή «ορχούνται ονοκένταυροι». Και όμως η Νύμφη του Κυρίου δεν απέθανεν. Η Εκκλησία του Χριστού δεν εξηφανίσθη. Συνεχίζει, τετραυματισμένη και καθημαγμένη ως ο Ιδρυτής αυτής, αλλ' αείζωος και ακατάβλητος, την δια μέσω των αιώνων πορείαν αυτής, φωτίζουσα, θάλπουσα, ζωογονούσα, σώζουσα. Δεν θα αποθάνη λοιπόν αύτη και άν μετακινηθή και άν αποθάνη ο Οικουμενικός Θρόνος. Ουδείς Ορθόδοξος εύχεται την μετακίνησην ή τον θάνατον του Οικουμενικού Θρόνου. Μη γένοιτο! Αλλά και ουδείς θα θυσιάση χάριν αυτού ιώτα έν ή μία κεραίαν εκ της Ορθοδόξου Πίστεως. Αγωνίσασθε υπέρ αυτού πάση δυνάμει. οχι απλώς έχετε δικαίωμα, αλλά οφείλετε να στηρίξητε αυτόν, το καθ' Υμάς. Θυσιάσατε χάριν αυτού οτιδήποτε: χρήματα, κτήματα, τιμάς, δόξας, πολύτιμα κειμήλια, Διακόνους, Πρεσβυτέρους, Επισκόπους, ακόμη και τον Πατριάρχη Αθηναγόραν! Έν μόνον κρατήσατε, έν φυλάξατε, ενός φείσασθε, έν μη θυσιάσητε: την Ορθόδοξον Πίστιν! Ο Οικουμενικός Θρόνος έχει αξίαν και χρησιμότητα μόνον και μόνον όταν εκπέμπη παντού απανταχού της γης το γλυκύ και ανέσπερον της Ορθοδοξίας Φως. Οι φάροι είναι χρήσιμοι εάν και εφόσον φωτίζωσι τους ναυτιλλομένους, ίνα αποφεύγωσι τους σκόπελους. Όταν το φως αυτών σβεσθή, τότε δεν είναι μόνον άχρηστοι αλλά και επιβλαβείς, διότι μεταβάλλονατι και αυτοί εις σκόπελους.

Παναγιώτατε, Προχωρήσατε ήδη πολύ. Οιπόδες Υμών ψαύουσι πλέον τα ρείθρα του Ρουβικώνος. Η υπομονή χιλιάδων ευσεβών ψυχών, κληρικών και λαϊκών, συνεχώς εξαντλείται. Διά την αγάπην του Κυρίου οπισθοχωρήσατε! Μη θέλετε να δημιουργήσετε εν τη Εκκλησία σχίσματα και διαιρέσεις. Πειράσθε να ενώσητε τα διεστώτα ακι το μόνον όπερ κατορθώσητε, θα είναι να διασπάσητε τα ηνωμένα και να δημιουργήσητε ρήγματα εις εδάφη έως σήμερον στερεά και συμπαγή. Σύνετε και συνέλθετε! Αλλά φευ! Διηνύσατε πολύν οδόν. Ήδη «προς εσπέραν εστι και κέκλικεν η ημέρα...». Πως θα ίδητε τας χαινούσας αβύσσους, αφ' ων θα διέλθη μετ' όλίγον η ατραπός ήν οδεύετε; Είθε, είθε ο πάλαι ποτέ «στήσας τον ήλιον κατά Γαβαών και την σελήνην κατά φάραγγαν Αιλών», να δευτερώση το θαύμα και να παρατείνη άπαξ έτι το μήκος της ημέρας, να ενισχύση έτι πλέον το φώς αυτής και να διανοίξη τους οφθαλμούς Υμών, ίνα ίδητε, κατανοήσητε, επιστρέψητε. Αμήν.
Μετά βαθυτάτου σεβασμού

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019

Ας κάνουμε τον Χριστό ζωή ώστε να γίνει η ζωή μας Χριστός!



Ένας Χριστός μόνο για τον Ιερό Ναό. Δυστυχώς περιορίζουμε τον Χριστό πολλές φορές μόνο στην Θεία λειτουργία.


Βγαίνουμε μετά τον «Δι’ευχών» και δυστυχώς δεν μπορούμε να τον κάνουμε ζωή. Μένουμε πολλές φορές ακόμα και σε μια τυπική συμμετοχή στα Ιερά Μυστήρια αλλά μέσα μας μπορεί να βράζει η αμετανοησία ή ακόμα και η αίρεση. Βλέπουμε ανθρώπους που πάνε στην Εκκλησία μπορεί ακόμα να εξομολογούνται και να μετέχουν στα Ιερά Μυστήρια αλλά δυστυχώς η ζωή τους δεν «μυρίζει» λιβάνι. Πολλοί άνθρωποι είναι «μέσα» στην Εκκλησία και έχουν ακόμα αιρετικές ιδέες για την ζωή, τους ίδιους, σχετικά με τα παιδιά και τα εγγόνια τους, για τους Αγίους, σχετικά με το σώμα, τον Θάνατο ή την Παναγία μας. Μια διαστρεβλωμένη εσωτερική πνευματικότητα που μένει απλά σε ένα θρησκευτικό τυπικό. Φτάνουμε στο σημείο να ανοίγουμε το στόμα μας στην Θεία Μετάληψη αλλά μέσα στην καρδιά μας να έχουμε τον Ιούδα και να αρνούμαστε τον Χριστό σαν τον Πέτρο. Ένας απλά θρησκευτικός Χριστός απλά για να αναπαύουμε την συνείδηση μας. Είναι δυνατόν να θέλουμε να περιορίσουμε τις ακτίνες του Ήλιου;... Ας αφήσουμε τον Χριστό να λάμψει μέσα στην ζωή μας !

Λέμε ότι τον αγαπάμε ή ότι πιστεύουμε αλλά τελικά αυτή η αγάπη και η πίστη είναι πλατωνική κατάσταση. Ο ίδιος ο Κύριος καθορίζει και λέει: «Ο έχων τάς εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος έστιν ο αγαπών με» (Ιω. 14, 21). Όποιος αγαπάει ειλικρινά το Θεό, προσπαθεί να φυλάγεται απ΄όσα δεν αρέσουν σ΄Εκείνον και αγωνίζεται να εφαρμόζει όσα Εκείνος αγαπάει...Ξεκάθαρα πράγματα... Στο Ευαγγέλιο η αγάπη και η πίστη δεν είναι μαθηματικές θεωρίες αλλά πράξεις που ρέουν από τα βάθη της καρδιάς και της ύπαρξης του ανθρώπου.

Που είναι το λάθος τελικά; Βλέπουμε τον Χριστό από το μικροσκόπιο του ναρκισσισμού μας. Αποτέλεσμα; Να τον βλέπουμε όπως θέλουν τα πάθη μας και όχι όπως πραγματικά είναι. Γι’αυτό αρέσει στον σημερινό άνθρωπο το χαϊδολόγημα στα πάθη. Να ακούμε ομιλίες με ωραία λογάκια και αγαπούλες αλλά όταν ακούσουμε ή διαβάσουμε κάτι που μιλάει για πάθη, άσκηση, πάλη, δυσκολία, και μάχη τότε τρέχουμε μακριά όπως ο διάβολος στο λιβάνι. Μας αρέσει η φιλοσοφική θεολογία. Ωραία ακούσματα, ή διαβάσματα που να λένε ότι είμαστε καλά και όλα πάνε καλά!

Αν ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ή ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος ζούσαν στις μέρες μας και πήγαιναν να κάνουν ομιλίες σε ενορίες δεν θα πατούσε κανείς το πόδι του. Θα τους χαρακτήριζαν ακραίους. Θέλουμε να ακούμε για έναν Χριστούλη που θα τους σώσει όλους , ότι και να γίνει όπως και να γίνει και στην τελική δεν τρέχει και τίποτα να έχεις και κάποιες αμαρτίες αφού όπως λένε πολλοί (δεν τα βλέπει αυτά ο Θεός).

Μόνο όταν δούμε τον Χριστό όπως πραγματικά είναι και πάρουμε γενναίες αποφάσεις τότε έχουμε ελπίδα θεραπείας και σωτηρίας.

Τι είναι αλήθεια ο Χριστιανός ; Κατά τον συγγραφέα της Αποκαλύψεως, είναι ο «τηρών τας εντολάς του Θεού και έχων την μαρτυρίαν του Ιησού Χριστού» (Αποκ. 12,17). Φάνερώνουμε τον Χριστό στην ζωή μας με τις πράξεις μας; , με την μαρτυρία μας ; Θέλουμε να αλλάξουμε την ζωή μας, να παλέψουμε τα πάθη μας, να Χριστοποιήσουμε το νου και τις σκέψεις μας ; ή απλά θέλουμε να θρησκεύουμε τυπικά για να παρατείνουμε την βιολογική μας ζωή χόρεύοντας με τους δαίμονες ;

Aυτό χρειάζεται η σημερινή εποχή που βράζει μέσα σε έναν βούρκο πνευματικής σήψης. Χρειαζόμαστε την μαρτυρία του Χριστού, αυτήν την έξωθεν αγία μαρτυρία. Είμαστε μέλη του Σώματος του Χριστού, αλλά πολλές φορές ενεργούμε σαν φίλοι του διαβόλου. Ας διαλέξουμε…

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019

Ο ιεροψάλτης στέκεται ως παράδειγμα προσευχής και ταπείνωσης και όχι ως κοσμικός τραγουδιστής με υπεροψία και αλαζονεία. (π. Παύλος Παπαδόπουλος)

Το να διακονείς στο αναλόγιο είναι μεγάλη ευλογία.Είναι μεγάλη ευλογία αλλά και μεγάλη ευθύνη.Χρειάζεται να γνωρίζεις όχι απλά βυζαντινή μουσική, όχι μόνο τυπικό (τι θα πεις, πότε θα το πεις) αλλά κυρίως να έχεις εκκλησιαστικό φρόνημα.
Ο Θεός μου έδωσε την ευκαιρία να διακονήσω σε αναλόγια δίπλα σε καταξιωμένους και έμπειρους ιεροψάλτες.
Η αγάπη μου για την ψαλτική τέχνη είναι μεγάλη.Την αγαπώ την βυζαντινή μουσική διότι είναι η μουσική της λογικής λατρείας μας. Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι η βυζαντινή μουσική αναπτύχθηκε ώστε να εξυπηρετεί τα Ιερά Μυστήρια και όχι να χρησιμοποιείται σε συναυλιακούς χώρους.

Για να μην παρεξηγηθώ: Μέσα στους χώρους του Ιερού Ναού, μέσα στην λατρεία είναι κυρίως η θέση της. Εάν χρησιμοποιείται και εκτός των Ιερών Ναών, εκτός της λατρείας μας είναι κάτι το έκτακτο και φυσικά δεν είναι κάτι το κακό.

Οι γνώσεις μου πάνω στη Βυζαντινή Μουσική ίσως είναι περιορισμένες, το ταλέντο μου ελάχιστο όμως η διακονία μου δίπλα σε έμπειρους ιεροψάλτες αυτό με δίδαξε: ότι το αναλόγιο δεν είναι ένα βάθρο επίδειξης φωνητικών ικανοτήτων, αλλά βήμα διακονίας. Ο ιεροψάλτης στέκεται ως παράδειγμα προσευχής και ταπείνωσης και όχι ως κοσμικός τραγουδιστής με υπεροψία και αλαζονεία. Η Εκκλησία τον τοποθετεί σε περίοπτη θέση για να εμπνεύσει τους πιστούς με το ήθος του, με την απλότητά του, με το εκκλησιαστικό του ήθος. Ο ιεροψάλτης ως "επιφανή" πρόσωπο της εκκλησιαστικής κοινότητας καλείται να μαρτυρεί της Αλήθεια του Ευαγγελίου και εκτός των Ιερών Ναών. Φυσικά αυτό να μην ερμηνευτεί ότι ο ιεροψάλτης καλείται να υποκρίνεται μια "σωστή" χριστιανική ζωή. Το θέμα είναι να ζει εν Χριστώ συνεχώς, παντού και πάντοτε, όπως φυσικά και ο κάθε χριστιανός, πόσο μάλλον όμως ο χριστιανός αυτός που διακονεί μέσα στα Ιερά Μυστήρια (νεοκώρος, ιεροψάλτης, επίτροπος).

Θυμάμαι δεν ανέβαινα ποτέ στο αναλόγιο εάν πρώτα δεν έπαιρνα την ευχή του ιερέως που θα λειτουργούσε.
Μα πώς είναι δυνατόν να λάβω μέρος στην λατρεία χωρίς την ευχή του λειτουργούντος ιερέως;
Ο ιεροψάλτης βρίσκεται στο αναλόγιο, όχι για να ερμηνεύσει με τρόπο επιτακτικό συγκεκριμένα μουσικά κομμάτια του ήχου της Κυριακής, όχι για να ψάλλει σχολαστικά και σφιγμένα τα μουσικά κείμενα με το άγχος μήπως και δεν ερμηνεύσει σωστά κάποια "πεταστή"· αλλά μέσα στον λατρευτικό χρόνο να προσφέρει κατάνυξη, προσευχητική διάθεση, έμπνευση μετάνοιας και δοξολογίας προς τον Τριαδικό Θεό μας.

Πολλές φορές ικανότατοι ιεροψάλτες χάνουν τον νόημα της διακονίας τους και γίνονται κουραστικοί αλλά και δυσάρεστοι στις καρδιές των πιστών που ήρθαν στο Ναό όχι για να ακούσουν κάποια "περίφημη" αργή δοξολογία αλλά για να κοινωνήσουν ουρανό, ηρεμία και αμεριμνησία.
"Μεγάλοι δάσκαλοι", προσπαθούν συνεχώς να εντυπωσιάσουν μ' έναν επιδεικτικό τρόπο, με τις ικανότητές τους, λέγοντας "σπάνια και δύσκολα μαθήματα" που το μόνο που εξυπηρετούν είναι να τρέφουν το εγώ τους και όχι να εξυπηρετούν τον λατρευτικό χρόνο.
Οι πιστοί θέλουν απλές μελωδίες, απαλές φωνές, χωρίς κοσμικές κορώνες.
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές φορές οι πιστοί αναπαύονται σε ιεροψάλτες που μπορεί να μην έχουνε πολλές μουσικές γνώσεις αλλά ψέλνουν απλά και λιτά.
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές φορές η εκκλησιαστική κοινότητα συμμετέχει περισσότερο προσευχητικά όταν στο αναλόγιο ανέβει κάποιος άνθρωπος που έχει πνευματική κατάσταση, κι ας μην τα λέγει όλα καλά, κι ας έχει μία "συνηθισμένη" φωνή.
Είναι η Χάρις του Θεού που ποτίζει την μελωδία του. Είναι η Χάρις του Θεού που νιώθεις πνευματική ευφορία όταν ακούς να ψέλνει ένας λαϊκός ή μοναχός που πλησιάζει το αναλόγια με φόβο Θεού, που προσπαθεί να ζει με τον Ευαγγελικό Λόγο.

Η εκκοσμίκευση μέσα στην Εκκλησία είναι μια μεγάλη πληγή. Είτε αυτή λέγεται: ιερατικά άμφια, διακόσμιση Ναών, λατρευτικές τελετές που καταντούν κοσμικές φιέστες, ιεροψάλτες-τραγουδιστές σε νυκτερινά κέντρα, κ.α.
Δεν θέλω να το παίξω διδάσκαλος των ιεροψαλτών, μιας και τώρα κυρίως διακονώ την Εκκλησία ως ιερέας. Όμως έχοντας ζήσει το αναλόγιο, έχοντας συναναστραφεί με καταξιωμένους ιεροψάλτες (που κάποιοι έχουνε φύγει από την ζωή), νομίζω μπορώ ταπεινά να πω (να παροτρύνω) ότι οι ιεροψάλτες, οι σύλλογοι ιεροψαλτών καλούνται να λάβουν δράση ώστε η εκκοσμίκευση του αναλογίου να παύση να υφίσταται.
Δεν είναι δυνατόν κάποιος ιεροψάλτης-πρωτοψάλτης, να απαντά στον προεστό της λατρευτικής σύναξης, που ξεκάθαρα είναι ο λειτουργών ιερέας, ότι "εγώ κάνω κουμάντο στο αναλόγιο, θα πω ότι θέλω, όπως το θέλω, όση ώρα θέλω". Το αναλόγιο είναι ένα κομμάτι του Ναού, δεν μπορεί να δρα αυτόνομα. Ούτε ο πρωτοψάλτης είναι Δεσπότης της λατρευτικής πράξης· είναι διακονητής.

Τέτοιες φαιδρές καταστάσεις δείχνουν ότι ο συγκεκριμένος τύπος ιεροψάλτου δεν έχει συναίσθηση που βρίσκεται, ποια είναι η θέση του...και φυσικά δείχνει ότι όχι μόνο πνευματική κατάσταση δεν έχει, αλλά ούτε στοιχειώδη εκκλησιαστικό φρόνημα. Και όλα αυτά διότι ο ιερέας αντιμετωπίζεται ως εχθρός, φανερώνοντας με το σκεπτικό του το πόσο πάσχει αυτός ο άνθρωπος που υμνεί με το στόμα του το Θεό, από εγωπάθεια και οίηση.
Δεν είναι δυνατόν ο ιεροψάλτης να απαιτεί συγκεκριμένο "τόνο" από τον ιερέα και να του τον δίνει, κι αν ο ιερέας δεν "κτυπήσει σωστά" ο ιεροψάλτης να νευριάζει. Δεν βρισκόμαστε αγαπητοί μου στο Ναό για να λόγους ορθοφωνίας αλλά για να λάβουμε Χάρη Θεού δια των Μυστηρίων.

Δεν συμφωνώ καθόλου με την τακτική κάποιων που επειδή και μόνο έχουνε μεράκι να διακονήσουν σε αναλόγιο, ανεβαίνουν πάνω και ανοίγουν το στοματάκι τους και βγαίνουν από εκεί μέσα “άρρητα ρήματα”. Φυσικά και αυτό δεν είναι σωστό να γίνεται. Άλλο τι θέλω να κάνω και άλλο να μπορώ να το κάνω. Πρέπει να έχουμε την διάκριση να ξέρουμε τις δυνατότητές μας. Βεβαίως λόγω έλλειψης σωστών ιεροψαλτών τα αναλόγια ειδικά τις καθημερινές ή σε διάφορα χωριά γεμίουν με τέτοιους ανθρώπους που για λόγους οικονομίας εξυπηρετούν την λατρεία.
Τι να κάνει ο ιερέας-προϊστάμενος όταν κάποιος σωστός ιεροψάλτης ζητά ένα υπέρογκο χρηματικό ποσό για να έρχεται μια φορά την Κυριακή και ο Ναός αδυνατεί οικονομικά; Θα αρκεστεί στον συνταξιούχο που το είχε μεράκι και έρχεται και αφιλοκερδώς (με ότι αυτό συνεπάγεται).
Φυσικά λοιπόν και παίζει ρόλο η ορθοφωνία, η μουσική κατάρτιση όλων όσων παίζουν κάποιο ρόλο μέσα στην λατρευτική πράξη (ιεροψάλτες, αρχιερείς, ιερείς, διάκονοι), όμως κι αν γίνονται κάποια λάθη δεν χάθηκε και ο κόσμος. Μας εμπαίζει ο διάβολος, δεν το καταλαβαίνουμε; Ασχολούμαστε με το ποιο μουσικό μάθημα θα πούμε, πώς θα εκτελέσω τα "πληρωτικά", πόσα "γυρίσματα" θα κάνω, και ο Χριστός πουθενά, η προσευχή πουθενά.

Λέμε πολλά "Κύριε ελέησον" σύμφωνα με το μουσικό κείμενο, όμως ούτε ένα "Κύριε ελέησον" δεν βγαίνει από την καρδιά μας.
Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν και ιεροψάλτες που αγαπούν αυτό που κάνουνε, και το κάνουμε συνειδητά, υπεύθυνα, ταπεινά, με εκκλησιαστικό φρόνημα, έχοντας μια ζωή που μοσχοβολά θυμίαμα. Και αυτό βγαίνει και στο ψάλσιμό τους, το βλέπεις με το πως στέκονται στο αναλόγιό τους, πως κινούνται μέσα στο Ναό, στην καθημερινότητά τους.
Είναι αυτοί οι ιεροψάλτες που με το μειλίχιο ύφος τους, με την ανοικτή καρδιά τους προσελκύουν και νέα παιδιά στο αναλόγιο. Και γεμίζουν τα αναλόγια με παιδικές φωνές που μαθητεύουν κυρίως μέσα στην λατρεία και όχι μόνο στα θρανία των ωδείων. Η Βυζαντινή μουσική σπουδάζεται πάνω στο αναλόγιο.

Ελπίζω να μην δημιούργησα σκάνδαλο με τα γραφόμενά μου. Απλά ήθελα να τονίσω τον σημαντικότατο ρόλο των ιεροψαλτών μέσα στην λατρευτική ζωή της εκκλησιαστικής κοινότητας. Μπορούν να κάνουν μεγάλο καλό αλλά και να βλάψουν. Μπορεί το αναλόγιο να γίνει ο οδός της προσωπικής τους σωτηρίας τους ή της απώλειάς τους.
Μακάρι όλοι μας να καταλάβουμε γιατί βρισκόμαστε μέσα στην Εκκλησία. Και ο λόγος αυτός είναι για να βρούμε τον Χριστό, όχι για να πιάσουμε κάποια θέση, όχι για να κτίσουμε ένα καλό όνομα, ούτε για να αναδειχθούμε κοινωνικά.
Είτε είσαι ιεροψάλτης, είτε κληρικός δεν πρέπει να ξεχνάς γιατί βρίσκεσαι μέσα την Εκκλησία. Το ότι βρίσκεσαι στην Εκκλησία δεν σημαίνει ότι ό,τι κάνεις είναι σωστό και θα σωθείς. Διότι η πρόθεσή μας, τα κριτήρια με τα οποία κάνουμε κάτι θα κρίνει και το εσχατολογικό αποτέλεσμα των πραξεών μας. Μακάρι τα κίνητρά μας να είναι αγαθά, καλοπροαίρετα και θεμελιωμένα πάνω σ' αυτήν την ιερή αγωνία μας: να ευαρεστούμε τον Χριστό μας και όχι τους κόλακες, τον κόσμο, τα πλήθη.
Ας το θυμόμαστε όλοι μας: μπορεί να ερμηνεύεις απίστευτα καλά κάποιο δύσκολο βυζαντινό μάθημα, μπορεί να έχεις απίστευτα καλή φωνή· χωρίς υπακοή και ταπείνωση, χωρίς υπομονή και διάκριση, χωρίς συγχωρετικότητα και αγάπη, δεν σώζεσαι.
Εάν οι μουσικές μου γνώσεις γίνονται αιτία να χάνω τον Χριστό μου, να τα βράσω όλα. Καλύτερα να μην ξαναψάλλω ποτέ, παρά να χαθώ αιώνια.

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2019

Το Μυστήριο τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου - Ἐπίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware



«Μιὰ ψυχὴ φτιαγμένη κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ
εἶναι πιὸ πολύτιμη στὸ Θεὸ
ἀπ᾿ ὅτι δέκα χιλιάδες κόσμοι
μὲ ὅλα ὅσα περιέχουν»
Ἀποφθέγματα Πατέρων τῆς Ἐρήμου
Τὸ ἀληθινὸ θαῦμα

«Μίλησέ μας γιὰ τὶς θεῖες ὀπτασίες ποὺ ἔχεις», εἶπε κάποτε ἕνας μοναχὸς στὸν Ἀββᾶ Παχώμιο (286-346). «Ἕνας ἁμαρτωλὸς σὰν ἐμένα δὲν περιμένει νὰ ἔχει καμιὰ ὀπτασία ἀπὸ τὸ Θεό», ἀπάντησε ὁ Παχώμιος. «(...) Ἐπίτρεψέ μου ὅμως νὰ σοῦ πῶ γιὰ μιὰ μεγάλη ὀπτασία. Ἂν δεῖς ἕναν ἅγιο καὶ ταπεινὸ ἄνθρωπο, αὐτὸ εἶναι μιὰ μεγάλη ὀπτασία. Γιατί ποιὰ ἄλλη μεγαλύτερη ὀπτασία ἀπ᾿ αὐτὴ μπορεῖ νὰ ὑπάρξει: νὰ δεῖς τὸν ἀόρατο Θεὸ νὰ φανερώνεται στὸ ναό του, σ᾿ ἕνα ὁρατὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο»;

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀνώτερη ὀπτασία ἀπὸ ὅλες, τὸ ἀληθινὸ θαῦμα: μιὰ ἀνθρώπινη ὕπαρξη φτιαγμένη κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ. «Ἐξομολογήσομαί σοι, ὅτι φοβερῶς ἐθαυμαστώθην» (Ψαλμ. 138:14). Στὴν πνευματικὴ ζωὴ τοῦ καθενὸς ἀπὸ μᾶς ἴσως δὲν ὑπάρχει καθῆκον πιὸ ἐπιτακτικὸ ἀπὸ αὐτό: νὰ ἀνανεώνουμε τὸ αἴσθημα τοῦ θαυμασμοῦ καὶ τῆς ἔκπληξης μπροστὰ στὸ θαῦμα καὶ τὸ μυστήριο τοῦ δικοῦ μας προσώπου. Ἡ λέξη μυστήριον, ἰδιαίτερα, χρειάζεται ἔμφαση. Ποιὸς εἶμαι; Τί εἶμαι; Ἡ ἀπάντηση δὲν εἶναι καθόλου εὔκολη. Γνωρίζω μόνο ἕνα πολὺ μικρὸ μέρος τοῦ ἑαυτοῦ μου. Τὰ ὅρια τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου εἶναι ἀπίστευτα πλατειά. Ἐκτείνονται κατὰ ὕψος καὶ κατὰ πλάτος στὸ χῶρο καὶ πέρα ἀπὸ τὸ χρόνο, στὸ ἀτελεύτητο. Προεκτείνονται μπροστὰ καὶ πίσω μέσα στὸ χρόνο καὶ πέρα ἀπὸ τὸ χρόνο, στὴν αἰωνιότητα. Στὸ βάθος τοῦ ἑαυτοῦ μου κρύβονται ἀνεξιχνίαστα βάθη ποὺ διαφεύγουν τῆς δικῆς μου ἀντίληψης.

Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ μυστήριο ἀνθρώπινο πρόσωπο, ποὺ εἶναι φτιαγμένο κατ᾿ εἰκόνα τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ὑπάρχουν τέσσερα στοιχεῖα ξεχωριστῆς σημασίας: ἐλευθερία, εὐχαριστία, κοινωνία καὶ ὡρίμανση.
Ἐλευθερία

Ὁ Δημιουργὸς Θεὸς εἶναι ἐλεύθερος: μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ τὰ ἀνθρώπινα δημιουργήματα ποὺ εἶναι φτιαγμένα κατ᾿ εἰκόνα του εἶναι προικισμένα μὲ ἐλευθερία. Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνει τὰ ἀνθρώπινα ὄντα νὰ ξεχωρίζουν, μὲ ἕνα τρόπον ποὺ ὑπερέχει, ἀπὸ τὰ ἄλλα ὄντα; Πέρα ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, εἶναι ἡ αὐτοσυνειδησία, ἡ φωνὴ τῆς συνείδησης, ἡ δύναμη τῆς ἐλεύθερης ἀπόφασης, ἡ ἱκανότητα τῆς ἠθικῆς ἐκλογῆς. Ἐνῶ τὰ ἄλλα ὄντα ἐνεργοῦν ἀπὸ ἔνστικτο, τὸ ἀνθρώπινο ὂν στέκεται εὐσυνείδητα ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ - στέκεται μὲ πλήρη ἐπίγνωση στὸ σημεῖο τοῦ καιροῦ, στὴ στιγμὴ τῆς κρίσης καὶ τῆς εὐκαιρίας - καὶ διαλέγει. Ὁ Θεὸς κάθε μέρα ἀπευθύνεται στὸν ἄνθρωπο λέγοντάς του: «Τὴν ζωὴν καὶ τὸν θάνατον δέδωκα πρὸ προσώπου ὑμῶν, τὴν εὐλογίαν καὶ τὴν κατάραν· ἐκλέξαι...» (Δευτ. 30:19). Μόνο μὲ τὴν ἄσκηση αὐτῆς τῆς δύναμης, τῆς ἐλεύθερης ἐκλογῆς, ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἄνθρωπος πραγματικά.

Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ὁριστεῖ ὡς ἕνα ἐλεύθερο ὄν. Αὐτὸ τὸ σημεῖο τονίζεται ἔντονα ἀπὸ τὸν Ντοστογιέφσκι στὴ διήγηση τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ, στὸ ἔργο Ἀδελφοὶ Καραμαζώφ. Αὐτὸ ποὺ ὁ Χριστὸς προσέφερε στὸν ἄνθρωπο, ὅπως ἀναγνωρίζει ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής, εἶναι ἀκριβῶς τὸ δῶρο τῆς ἐλευθερίας: ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἦρθε γιὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει (Ἰω. 8:36). Αὐτὴ ἡ ἐλευθερία ὅμως, στὰ μάτια τοῦ γηραιοῦ καρδιναλίου, εἶναι πολὺ βαρειά, ἕνα φορτίο δυσβάστακτο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ἕνα ἐπικίνδυνο κοφτερὸ σπαθί· τὸ ἀνθρώπινο γένος θὰ ἦταν εὐτυχέστερο ἂν τοῦ ἀφαιροῦσαν αὐτὸ τὸ δῶρο. «Ἐμεῖς διορθώσαμε τὸ ἔργο σου», λέει ὁ Ἱεροεξεταστὴς στὸν Ἰησοῦ. Ἀπὸ μία σκοπιὰ ἔχει δίκιο: ἡ ἐλευθερία μας πολὺ συχνὰ ἀποδεικνύεται ἕνα ἄσχημο δῶρο. Ὅμως ἂν ὁ ἄνθρωπος εἶναι κάτι λιγότερο ἀπὸ ἐλεύθερος, τότε γίνεται κάτι λιγότερο κι ἀπὸ ἄνθρωπος.

Ἡ ζωτικὴ σημασία τῆς ἐλευθερίας μπορεῖ νὰ φανεῖ στὴν περίπτωση τῆς εὐλογημένης Παρθένου Μαρίας, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ τί σημαίνει νὰ εἶσαι γνήσιος ἄνθρωπος. Στὸν Εὐαγγελισμό, ὁ Ἀρχάγγελος δὲν ἐπληροφόρησε ἁπλῶς τὴν Παναγία γιὰ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ περίμενε τὴν ἐλεύθερη καὶ ἐθελοντική της ἀπάντηση: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου» (Λουκ. 1:38). Θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε ἀρνηθεῖ. Ὁ Θεὸς λαμβάνει τὴν πρωτοβουλία, ὅμως ἡ ἐθελοντικὴ συνεργασία τῆς Παναγίας εἶναι ἐπίσης ἀπαραίτητη. Δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα παθητικὸ ἐργαλεῖο ἀλλὰ ἕνας ἐνεργητικὸς μέτοχος στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας. Ἡ ἀπάντησή της μὲ κανέναν τρόπο δὲν ἦταν ἕνα ἐκ τῶν προτέρων γνωστὸ συμπέρασμα· σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐλεύθερα δοσμένη ἀπάντηση κρεμόταν ὁλόκληρο τὸ μέλλον τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας.

Σ᾿ ἕναν κόσμο ποὺ ὁλοένα γίνεται πιὸ ἀπάνθρωπος - σ᾿ ἕναν κόσμο ποὺ φαινομενικὰ ἐλέγχεται ἀπὸ τοὺς ψυχαναλυτές, τὶς στατιστικὲς καὶ τὶς μηχανὲς - ἡ ἀνάγκη γιὰ Χριστιανοὺς ποὺ ἐπιμένουν στὴν ὑψίστη ἀξία τῆς ἐλευθερίας, εἶναι ἄμεση. Σ᾿ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα, τίποτα δὲν εἶναι πιὸ ἀποφασιστικῆς σημασίας ἀπὸ τὶς ἐλεύθερες πράξεις ἐκλογῆς ποὺ γίνονται ἀπὸ πρόσωπα προικισμένα μὲ λόγο καὶ συνείδηση. Ὡς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις ἐπηρεαζόμαστε ἀπὸ τὸ περιβάλλον καὶ τὶς ἀσυνείδητες διαθέσεις μας, ὅμως ποτὲ δὲν ὑποδουλωνόμαστε τελειωτικὰ σ᾿ αὐτὰ τὰ πράγματα. Παραμένουμε ἐλεύθεροι. Ὁ Θεὸς ἔθεσε τὸν καθένα ἀπό μας σὰν βασιλιὰ πάνω στὴ γῆ καὶ τοῦ ἔδωσε ἐξουσία ἐπὶ «πάντων τῶν κτηνῶν» (Γεν. 1:28). Ἂς μὴν παραιτούμαστε ἀπὸ αὐτή μας τὴ βασιλικὴ ἐξουσία ἀπὸ δειλία ἢ ἔλλειψη φαντασίας.

Ἐδῶ ἐξάγεται ἕνα σημαντικὸ συμπέρασμα. Ἡ ἐλευθερία δείχνει ὅτι σὰν ἄνθρωποι εἴμαστε διάφοροι, ξεχωριστοί. Ἐφόσον καθένας ἀπὸ μᾶς εἶναι ἐλεύθερος, ὁ καθένας ἐκφράζει τὸ κατ᾿ εἰκόνα μὲ τὸ ὅποιο εἶναι προικισμένος μὲ τὸ δικό του ἣ δικό της μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο τρόπο. Καὶ ὁ καθένας, ἐφόσον εἶναι μοναδικός, ἔχει ἀνεκτίμητη ἀξία· ὁ καθένας εἶναι τὸ τέρμα καὶ ὁ σκοπὸς κι ὄχι τὸ μέσο γιὰ κάποιον ἄλλο σκοπό. Ὁ σύγχρονος πολιτισμὸς μᾶς κάνει νὰ σκεφτόμαστε μὲ τρόπο στερεότυπο, ἔτσι ποὺ νὰ φαίνεται ὅτι ὅλα μετροῦνται καὶ κατατάσσονται στατιστικὰ ἢ «προγραμματίζονται» σ᾿ ἕνα κομπιοῦτερ. Ὡς χριστιανοὶ ἀνθρωπιστὲς ἔχομε κάθε λόγο νὰ ἀρνηθοῦμε μία τέτοια τάση. Εἶναι καθῆκον μας νὰ προσβλέπουμε πάντα πέρα ἀπὸ τὸ ἐπίπεδό της ἐπιπολαιότητας, ὅπου οἱ ἀνθρώπινες ὑπάρξεις κατατάσσονται σὲ ὁμάδες, πρὸς τὸ ἐπίπεδό της γνήσιας προσωπικότητας, ὅπου κανένας δὲν εἶναι κουραστικός. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καθιστώντας μας ἐλεύθερους, κάνει τὸν καθένα μας διαφορετικό· τὸ ἴδιο καὶ οἱ πνευματοφόροι ἢ ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἀποκαλύπτουν σὲ μᾶς τὰ πραγματικὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, πάντοτε ἐπιδεικνύουν τὴν ἄκρα ποικιλία. Δὲν εἶναι ἡ ἁγιότητα ἀλλὰ ἡ ἁμαρτία ποὺ εἶναι μονότονη.
Εὐχαριστία

Κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ, προικισμένος μὲ αὐτοσυνειδησία καὶ ἠθικὴ ἐκλογή, ὁ ἄνθρωπος δὲν βρίσκεται σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο κάνοντάς του χρήση ὅπως τὰ ὑπόλοιπα ὄντα. Τὸ ἀνθρώπινο ὂν μπορεῖ ἐπιπλέον νὰ δοξάζει τὸ Θεό, ἀντιπροσφέροντας τὴ δημιουργία στὸ Δημιουργό με εὐχαριστία· καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν πράξη τῆς προσφορᾶς ὁ καθένας γίνεται πραγματικὸς ἄνθρωπος, πραγματικὸ πρόσωπο. Αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερο οὐσιῶδες στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινής μας ὕπαρξης. Ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα ἐλεύθερο ὂν ἀλλὰ ἕνα εὐχαριστιακὸ ὄν. Ὁ καθένας εἶναι καὶ βασιλιὰς καὶ ἱερέας.

Αὐτὸ τὸ σημεῖο μπορεῖ καὶ πάλι νὰ τονιστεῖ μὲ κάτι ἀπὸ τὸν Ντοστογιέφσκι. Ὁ ἥρωας, ἢ μᾶλλον ὁ ἀντί-ἥρωας, λέει στὶς Σημειώσεις ἀπὸ τὸ Ὑπόγειο:

«Κύριοι, ἂς ὑποθέσουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι βλάκας... Ὅμως ἂν δὲν εἶναι βλάκας, εἶναι τερατωδῶς ἀγνώμων. Εἶναι ἀγνώμων μ᾿ ἕνα τρόπο πρωτοφανῆ. Ἀκόμη νομίζω ὅτι ὁ καλύτερος ὁρισμὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι: ἕνα δημιούργημα μὲ δυὸ πόδια καὶ καθόλου αἴσθηση εὐγνωμοσύνης...

Μόνο ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ προφέρει κατάρες: εἶναι τὸ προνόμιό του καὶ αὐτὸ κυρίως τὸν κάνει νὰ ξεχωρίζει ἀπὸ τὰ ἄλλα ζῶα».

Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀναμφίβολα ὀρθὰ γιὰ τὸ μεταπτωτικὸ ἄνθρωπο, γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸ Θεό. Ὅμως στὴν περίπτωση τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἀρχικὰ ὁ Θεὸς τὸν ἤθελε νὰ εἶναι, καὶ ὅπως λυτρώθηκε ἐν Χριστῷ, αὐτὲς οἱ θέσεις πρέπει νὰ ἀντιστραφοῦν. Ὁ καλύτερος ὁρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου, τὸ κύριο χαρακτηριστικό του, αὐτὸ ποὺ τὸν κάνει νὰ εἶναι ὁ ἑαυτός του, εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη ἢ εὐχαριστία. Αὐτὸ ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ διαφέρει ἀπὸ τὰ ἄλλα ζῶα, τὸ προνόμιό του σὰν ἱερέας τῆς κτίσης, εἶναι νὰ εὐλογεῖ τὸ Θεὸ καὶ νὰ ἐπικαλεῖται, τὴ θεία εὐλογία γιὰ τὰ ἄλλα πρόσωπα καὶ πράγματα.

Ὅπως καὶ πρίν, ἔτσι καὶ τώρα, τὸ παράδειγμα τῆς Θεοτόκου στὸν Εὐαγγελισμὸ μπορεῖ νὰ σταθεῖ τὸ πρότυπό μας. Ὅταν πῆρε τὸ μήνυμα τοῦ ἀρχαγγέλου, ἀπάντησε μὲ μία πράξη εὐχαριστίας: «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμα μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρι μου» (Λουκ. 1:46-7).

Ἡ διάθεσή της εἶχε τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς χαρᾶς, τῆς εὐχαριστίας τῆς δοξολογίας.

Ἄν, λοιπόν, πρόκειται νὰ εἴμαστε πραγματικὰ ἄνθρωποι στὴν ἐσωτερική μας ζωή, ἡ προσευχή μας πρέπει νὰ διαπνέεται ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς εὐχαριστίας. «Προσευχὴ εἶναι ἡ κατάσταση τῆς συνεχοῦς εὐχαριστίας», τονίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης (1829-1908). Καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος (7ος αἰώνας) σημειώνει:

«Πρὸ πάντων ἐν τῷ τῆς ἡμετέρας δεήσεως χάρτη εὐχαριστίαν εἰλικρινῆ κατατάξωμεν· ἐν δευτέρῳ δὲ στίχω, ἐξομολόγησιν καὶ συντριμμὸν ψυχῆς ἐν αἰσθήσει· εἶθ᾿ οὕτω τὴν αἴτησιν ἡμῶν τῷ παμβασιλεῖ γνωρίσωμεν».

Εὐχαριστία, ἐξομολόγηση, αἴτηση - αὐτὴ εἶναι ἡ βασικὴ σειρὰ ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε ὅταν προσευχόμαστε. Δὲν πρέπει νὰ ἀρχίζουμε ἐξομολογούμενοι τὶς ἁμαρτίες μας. Πρὶν σκύψουμε πρὸς τὰ κάτω γιὰ νὰ δοῦμε τὴν ἐσωτερική μας ἀσχήμια, πρέπει νὰ ὑψώσουμε τὸ βλέμμα πρὸς τὰ ἔξω καὶ πρὸς τὰ πάνω γιὰ νὰ ἀτενίσουμε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὅποιο ὁ εἰκοσιτετράωρος λατρευτικὸς κύκλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀρχίζει κάθε μέρα μὲ τὸν ἑσπερινὸ ὅπου διαβάζεται ὁ ψαλμὸς 103 ποὺ εἶναι ἕνας ὕμνος δοξολογίας γιὰ τὴ δημιουργία:

«Εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον· Κύριε ὁ Θεός μου, ἐμεγαλύνθης σφόδρα, ἐξομολόγησιν καὶ μεγαλοπρέπειαν ἐνεδύσω (...) ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας».

Μὲ παρόμοιο τρόπο ἀρχίζει καὶ ἡ Θεία Λειτουργία, ὄχι μὲ μιὰ πράξη ἐξομολόγησης ἀλλὰ μὲ μία προκήρυξη γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ: «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος...». Ὡς ὁ περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἀρχίζουμε πρῶτα-πρῶτα εὐλογώντας αὐτὸν γιὰ τὴ χαρὰ τῆς Βασιλείας του.
Κοινωνία

Πέρα ἀπὸ τὸ ὅτι εἴμαστε ἐλεύθερα ὀντὰ καὶ εὐχαριστιακὰ ὄντα, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐπίσης κοινωνικὸ ὄν. Αὐτὸ εἶναι τὸ τρίτο χαρακτηριστικό του στοιχεῖο. Εἶναι, σύμφωνα μὲ τὸ χαρακτηρισμὸ τοῦ Ἀριστοτέλη, ἕνα «πολιτικὸ ζῶο», γιατί ὄντως πραγματώνει τὸν ἑαυτό του, γίνεται ὄντως ἄνθρωπος, ἐφόσον ζεῖ σὲ μία πόλη, σ᾿ ἕνα κοινωνικὰ ὀργανωμένο χῶρο. Ἀκόμη καὶ οἱ ἐρημίτες πρέπει νὰ προετοιμάσουν τὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴ μόνωση, ἀφοῦ ζήσουν ἀρχικὰ στὴν κοινωνικὴ ζωὴ μιᾶς μοναχικῆς ἀδελφότητας. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι διαλογικός. Γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε τὰ λόγια του John Macmurray «δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἄνθρωπος μέχρι ποὺ νὰ βρεθοῦν δυὸ τουλάχιστον σὲ κοινωνία».

«Καὶ εἶπεν ὁ Θεός, ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γεν. 1:26). Αὐτὸ τὸ «ποιήσωμεν ἄνθρωπον», ὅπως παρατηροῦν οἱ Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, δείχνει ὅτι τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἔκαναν συμβούλιο μεταξύ τους. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος - δηλαδὴ σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνας, ἀλλὰ ἕνας ἐν τρισὶν ὑποστάσεσι. Ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν καλεῖται νὰ πραγματώσει τὸν ἑαυτό του καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ, σὲ κοινότητα ἢ κοινωνία. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μία ἀπομονωμένη μονάδα, ἀλλὰ μία ἕνωση τριῶν προσώπων ποὺ ἀλληλοπεριχωροῦνται μέσῳ μιᾶς ἀκατάπαυστης ἀμοιβαίας ἀγάπης, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, πραγματώνει πλήρως τὸν ἑαυτό του - γίνεται ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὴ θεία εἰκόνα - μόνο ὅταν ζεῖ μέσα στοὺς ἄλλους καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους. Γίνεται ἄνθρωπος ὅταν ξέρει νὰ μοιράζεται.

Ὁ Ντοστογιέφσκι μᾶς προσφέρει ἀκόμη μιὰ πετυχημένη εἰκόνα αὐτῆς τῆς πραγματικότητας. Στοὺς Ἀδελφοὺς Καραμάζωφ περιλαμβάνεται, μιὰ λαϊκὴ ἱστορία ποὺ ἄκουσε κάποτε, σχετικα μὲ μία ἡλικιωμένη γυναίκα ποὺ δὲν ἔζησε σωστὰ καὶ μετὰ θάνατο βρέθηκε σὲ μία λίμνη ἀπὸ φωτιά. Ὁ φύλακας Ἄγγελός της προσπαθοῦσε νὰ κάνει ὅ,τι μποροῦσε γιὰ νὰ βοηθήσει. Ἡ μόνη καλὴ πράξη ὅμως ποὺ θυμόταν ὅτι ἔκανε αὐτὴ ἡ γυναίκα ὅταν ζοῦσε, ἦταν ποὺ εἶχε δώσει κάποτε ἀπὸ τὸν κῆπο της ἕνα κρεμμύδι, σὲ μιὰ ζητιάνα. Πῆρε λοιπὸν ὁ ἄγγελος τὸ κρεμμύδι, εἶπε στὴ γυναίκα νὰ πιαστεῖ ἀπ᾿ αὐτὸ κι ἄρχισε νὰ τὴν τραβᾷ ἔξω ἀπὸ τὴ λίμνη. Μέσα στὴ λίμνη ὅμως δὲν ἦταν μόνη της. Ὅταν οἱ ἄλλοι εἶδαν τί συνέβαινε, μαζεύτηκαν τριγύρω καὶ κρεμάστηκαν πάνω της μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ συρθοῦν κι αὐτοὶ ἔξω μαζί της. Τότε ὅμως ἡ γυναίκα, μὲ τρόμο καὶ ἀγανάκτηση, ἄρχισε νὰ τοὺς κλωτσᾷ. «Ἀφῆστε με», φώναξε. «Ἔμενα τραβᾷ ἔξω, ὄχι ἐσᾶς. Δικό μου εἶναι τὸ κρεμμύδι, ὄχι δικό σας». Τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ εἶπε αὐτό, τὸ κρεμμύδι ἔσπασε στὰ δυὸ καὶ ἡ γυναίκα ἔπεσε πίσω, μέσα στὴ λίμνη. Καὶ ἐκεῖ μέσα καίγεται μέχρι σήμερα.

Ἐὰν ἡ ἡλικιωμένη γυναίκα ἔλεγε μόνο, «αὐτὸ εἶναι τὸ κρεμμύδι μας», δὲν θὰ ἀποδεικνυόταν ἄραγε ἀρκετὰ δυνατὸ γιὰ νὰ τοὺς τραβήξει ὅλους ἔξω ἀπὸ τὴ φωτιά; Μόλις ὅμως εἶπε «εἶναι δικό μου, ὄχι δικό σας», ἔγινε κάτι λιγότερο ἀπὸ ἄνθρωπος. Μὲ τὸ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ μοίρασμα, ἀρνήθηκε τὴν προσωπικότητά της. Ὁ γνήσιος ἄνθρωπος, πιστὸς στὴν εἰκόνα τῆς τρισυπόστατης Θεότητας, εἶναι αὐτὸς ποὺ πάντοτε λέει ὄχι «ἐγώ», ἀλλὰ «ἐμεῖς», ὄχι «δικό μου» ἀλλὰ «δικό μας». Ἡ προσευχὴ ποὺ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ μας δίδαξε ἀρχίζει μὲ τὸ «Πάτερ ἡμῶν» κι ὄχι «Πάτερ μου». Αὐτὸ ποὺ ἔκανε τὴν πρώτη ἀποστολικὴ κοινότητα τῶν Χριστιανῶν στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ ξεχωρίσει, ἦταν ἀκριβῶς ἡ πράξη τῆς μοιρασιᾶς. «Ἦσαν δὲ προσκατεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς (...) πάντες δὲ οἱ πιστεύοντες ἦσαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ εἶχον ἅπαντα κοινά» (Πράξ. 2:42-4). Ὡς Χριστιανοὶ δεκαεννιὰ αἰῶνες ἀργότερα, πόσο ἀπεγνωσμένα χρειαζόμαστε νὰ ἀνακτήσουμε αὐτὴ τὴν αἴσθηση τῆς κοινωνίας, νὰ ξαναμάθουμε πῶς νὰ μοιραζόμαστε τὸ κρεμμύδι.

Τὸ πρότυπό μας σ᾿ αὐτὸ τὸ μοίρασμα εἶναι καὶ πάλι ἡ Παναγία. Ὅταν δέχθηκε τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἡ ἄμεση ἀντίδρασή της ἦταν νὰ πορευθεῖ «εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς» γιὰ νὰ μοιραστεῖ τὴν καλὴν εἴδηση μὲ τὴν ἐξαδέλφη της Ἐλισάβετ (Λουκ. 1:39-40). Μὲ σπουδὴ καὶ αἴσθημα βιασύνης: ἔνιωθε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ κρατήσει τὴ χαρὰ γιὰ τὸν ἑαυτό της.

Ὅπως δείχνει ἡ παραβολὴ τῶν προβάτων καὶ τῶν ἐριφίων (Ματθ. 25:31-46), τὸ κριτήριο τῆς θείας κρίσης στὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, δὲν θὰ εἶναι οἱ ἐσωτερικές μου σκέψεις καὶ τὰ αἰσθήματα, οἱ θεῖες ὀπτασίες καὶ οἱ ἐκστάσεις μου. Οὔτε θὰ ἐρωτηθῶ γιὰ τὴ μοναχική μου ἄσκηση, τὶς νηστεῖες καὶ τὶς μετάνοιες. Θὰ μοῦ ζητηθεῖ ὅμως νὰ πῶ ἂν ἔδωσα τροφὴ στοὺς πεινασμένους, ἂν ἐπισκέφθηκα τοὺς φυλακισμένους καὶ τοὺς ἄρρωστους, ἂν φιλοξένησα τοὺς ξένους. Γι᾿ αὐτὰ ὅλα θὰ ἐρωτηθῶ. Μὲ ἄλλα λόγια, πῶς ἦσαν οἱ σχέσεις μου μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους; Ἤξερα νὰ μοιράζομαι; Ἤμουν ἁπλῶς ἕνα ἄτομο, κλεισμένο στὸν ἑαυτό μου; Ἢ ἤμουν ἕνα αὐθεντικὸ πρόσωπο ποὺ ζοῦσα σὲ κοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους; Δὲν εἶναι συμπτωματικὸ ποὺ ἡ λέξη πρόσωπο σημαίνει, ἐπίσης καὶ «ὄψη». Εἶμαι ἕνα ζωντανὸ πρόσωπο, ποὺ ξεχωρίζω ἀπὸ τὰ ἄλλα, μόνο ὅταν στέκω ἀπέναντί τους, τὰ ἀντικρύζω, τὰ κοιτάζω μέσα στὰ μάτια καὶ αὐτὰ κοιτάζουν ἐμένα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ κατοικεῖ μέσα στὴν καρδιά μας εἶναι Πνεῦμα κοινωνίας: κάνοντάς μας διαφορετικούς, μᾶς κάνει ὅλους ἕνα.

Ζώντας σὲ μία κοινωνία ποὺ μεγαλώνει ὁλοένα πιὸ ψυχρὰ καὶ ἀδιάφορα, εἶναι χριστιανικό μας καθῆκον νὰ ἐπαναβεβαιώσουμε τὸ νόημα τῆς προσωπικῆς κοινωνίας. Δὲν πρέπει νὰ ἐπιτρέψουμε στὶς μηχανὲς νὰ κυριαρχήσουν. Ὑπάρχει μία ἱστορία ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ πῆγε νὰ δεῖ ἕναν ψυχίατρο. «Βρῆκα σὰν πιὸ εὔκολο τρόπο γιὰ νὰ συγκεντρώνομαι», εἶπε ὁ ψυχίατρος, «τὸ νὰ μὴ σὲ κοιτάζω στὸ πρόσωπο. Γι᾿ αὐτὸ ξάπλωσε στὸν καναπὲ καὶ ἐγὼ θὰ καθήσω στὴ γωνιά, πίσω ἀπὸ τὴν κουρτίνα». Ἀφοῦ πέρασε λίγη ὥρα ὁ ἄνθρωπος παραξενεύθηκε γιατί ἐπικρατοῦσε μία ὕποπτη ἡσυχία πίσω ἀπὸ τὴν κουρτίνα. Περπάτησε στὶς ἄκρες τῶν ποδιῶν τοῦ ὡς τὴ γωνιὰ καὶ κοίταξε προσεκτικὰ πίσω ἀπὸ τὴν κουρτίνα. Οἱ ὑποψίες του ἐπιβεβαιώθηκαν. Εἶδε μία καρέκλα καὶ πίσω της μιὰ πόρτα· ὅμως πουθενὰ ὁ ψυχίατρος. Στὴν καρέκλα ὑπῆρχε ἕνα κασεττόφωνο. Ὁ ἄνθρωπος δὲν τὰ ἔχασε. Εἶχε πεῖ τὴν ἱστορία του πολλὲς φορὲς σὲ διαφορετικοὺς ψυχίατρους καὶ τὴν εἶχε γραμμένη σὲ κασέττα. Πῆρε λοιπὸν ἕνα κασεττόφωνο ἀπὸ τὴν τσάντα του, ἔβαλε μέσα τὴν κασέττα, τὸ ἄφησε στὸν καναπὲ καὶ τὸ ἔβαλε σὲ λειτουργία. Ὕστερα κατέβηκε κάτω γιὰ νὰ πάρει ἕνα καφέ. Στὴν καφετερία ὅμως συνάντησε τὸν ψυχίατρο ποὺ ἐπίσης ἔπαιρνε τὸν καφέ του. Ὁ ἄνθρωπος κάθησε στὸ ἴδιο τραπέζι μαζί του. «Πρόσεξε», διαμαρτυρήθηκε ὁ ψυχίατρος, «δὲν ἔπρεπε νὰ βρίσκεσαι ἐδῶ· ὄφειλες νὰ μείνεις πάνω, ξαπλωμένος στὸν καναπέ, νὰ λὲς τὴν ἱστορία σου». «Πολὺ σωστά», ἀπάντησε ὁ ἄνθρωπος. «Τὸ δικό μου κασεττόφωνο μιλᾶ στὸ δικό σου».

Ὡς Χριστιανοὶ βρισκόμαστε ἐδῶ γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουμε τὴ μεγάλη ἀξία τῆς ἄμεσης ἐπικοινωνίας καὶ συνάντησης - ὄχι μηχανὴ πρὸς μηχανή, ἀλλὰ πρόσωπο πρὸς πρόσωπο, ἐνώπιος ἐνωπίῳ.
Ὡρίμανση

Τέτοιο εἶναι τὸ ἀληθινὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο: ἐλεύθερο, εὐχαριστιακό, κοινωνικό - αὐτὸ πού, σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ στάρετς Ζωσιμᾶ τοῦ Ντοστογιέφσκι, καθιστᾶ τὸν ἑαυτό του «ὑπεύθυνο γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα». Σ᾿ αὐτὰ τὰ τρία χαρακτηριστικὰ πρέπει νὰ προστεθεῖ καὶ ἕνα τέταρτο: ἡ ὡρίμανση, ἡ πορεία πρὸς τὰ ἐμπρός, ἡ συνεχὴς πρόοδος. «Ἀγαπητοί, νῦν τέκνα Θεοῦ ἐσμέν, καὶ οὔπω ἐφανερώθη τί ἐσόμεθα» (Α´ Ἰω. γ:2). Τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο δὲν εἶναι στατικὸ ἢ στάσιμο, ἀλλὰ εἶναι δυναμικό. Εἶναι ἕνας ὁδοιπόρος, ἕνας ταξιδευτὴς - homo viator.

Αὐτὴ ἡ δυναμικὴ ὄψη τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας συχνὰ ἐκδηλώνεται κάνοντας μία διάκριση μεταξὺ τῆς εἰκόνας καὶ τῆς ὁμοίωσης τοῦ Θεοῦ. Ὁ συγγραφέας τῆς Γεν. 1:26, ὅταν ἔγραψε τὶς λέξεις «κατ᾿ εἰκόνα ἡμέτεραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» πιθανὸν δὲν εἶχε τὴν πρόθεση νὰ δημιουργήσει ἀντίθεση μεταξὺ τῶν δυὸ ὅρων. Ἁπλῶς ἐκατανοοῦντο ὡς δυὸ παράλληλοι. Οἱ Ἕλληνες ὅμως Πατέρες - ἰδιαίτερα ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος, ὁ Ὠριγένης, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός - τοὺς ἑρμηνεύουν ὡς νὰ ἔχουν διαφορετικὸ νόημα. Ἡ εἰκόνα, σύμφωνα μὲ τὴ δική τους ἐξήγηση, δηλώνει αὐτὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κατέχει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ τὸ ὁποῖο, παρὰ τὴν Πτώση, ποτὲ δὲν χάθηκε ἐντελῶς. Ἡ «ὁμοίωση» δηλώνει τὸν ἔσχατο σκοπό μας, τὴν πληρότητα τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς ζωῆς ἐν Θεῷ, τὴ θέωση. Εἰκόνα εἶναι τὰ ἀρχικὰ χαρίσματα ποὺ δόθηκαν στὸν ἄνθρωπο κατὰ τὴ δημιουργία, ὁμοίωση ὁ τελικὸς σκοπὸς ποὺ πρέπει νὰ ἐκπληρωθεῖ μέσῳ τῆς ὀρθῆς χρήσης τῆς ἐλευθερίας, μὲ τὴ χάρη πάντοτε τοῦ Θεοῦ. Εἰκόνα εἶναι ἡ δυνατότητα γιὰ πραγματοποίηση τῆς ὁμοίωσης, ἡ ἀφετηρία καὶ τὸ τέρμα. Ἡ Εἰκόνα δὲν εἶναι ποτὲ αὐτάρκης. πάντοτε κοιτᾶ πρὸς τὰ ἐμπρός, κατευθύνεται πάντα πρὸς τὴν ὁμοίωση γιὰ νὰ ἐκπληρωθεῖ. Ὁ ἄνθρωπος ταξιδευτής, ὁ homo viator, σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ βρίσκεται σ᾿ ἕνα ταξίδι ἀπὸ τὴν εἰκόνα στὴν ὁμοίωση.

Οἱ χριστιανοὶ συγγραφεῖς συχνὰ μίλησαν γιὰ τὸ «πρωτόκτιστον κάλλος» τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, στὸν Παράδεισο. Ὁ Ἀδὰμ κατὰ τὴ δημιουργία του, μὲ μιὰ τέτοια θεώρηση, προικίστηκε μὲ ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς γνώσεως. Γιὰ μᾶς σήμερα εἶναι ἐξαιρετικὰ δύσκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε τί σημαίνει αὐτό. Εἶναι λοιπὸν σημαντικὸ νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι στὴν πραγματικότητα δὲν εἶναι ὁ μοναδικὸς τρόπος ποὺ ἐξετάζεται ἡ προπτωτικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου στὴ χριστιανικὴ παράδοση. Ὑπάρχει ἀκόμη μιὰ προσέγγιση ποὺ βρίσκεται σὲ συγγραφεῖς τοῦ δευτέρου αἰώνα, ὅπως γιὰ παράδειγμα οἱ Θεόφιλος Ἀντιοχείας καὶ Εἰρηναῖος, καὶ ἡ ὁποία προσαρμόζεται πολὺ καλύτερα στὴ δυναμικὴ διάκριση ποὺ κάναμε μεταξὺ εἰκόνας καὶ ὁμοίωσης. Ὁ ἄνθρωπος στὴν πρώτη δημιουργία, εἰσηγοῦνται αὐτοὶ οἱ συγγραφεῖς, ἦταν σὰν νήπιο - τέλειος ὄχι τόσο ἐνεργείᾳ, ὅσο δυνάμει. Δὲν ἦταν προικισμένος μὲ τὴν πληρότητα τῆς σοφίας καὶ τῆς δικαιοσύνης ἀλλὰ βρισκόταν ἁπλῶς σὲ μιὰ κατάσταση ἁπλότητας καὶ ἀθωότητας. «Ἦταν ἕνα παιδὶ ποὺ δὲν εἶχε ἀκόμη ἀναπτυγμένη τέλεια τὴν ἀντίληψή του», σημειώνει ὁ Εἰρηναῖος. «Ἀπαραίτητα ἔπρεπε νὰ ὡριμάσει καὶ νὰ φτάσει στὴν τελειότητα». Ὁ Δημιουργὸς Θεὸς ἔβαλε τὰ πόδια τοῦ Ἀδὰμ στὸ σωστὸ δρόμο, ὅμως ὁ Ἀδὰμ εἶχε μπροστά του πολλὴ ἀπόσταση νὰ διανύσει ὥσπου νὰ φτάσει στὸ τέρμα τοῦ ταξιδιοῦ του. Ὁ homo viator δὲν ταξιδεύει σ᾿ ἕνα κλειστὸ κύκλο ἀλλὰ κατὰ μῆκος μιᾶς γραμμῆς ποὺ ὁδηγεῖ πρὸς τὰ πάνω.

Αὐτὸ τὸ σημεῖο δικαιώνεται ἂν δοθεῖ ἡ πραγματικὴ βαρύτητα στὴν Ἐνσάρκωση τοῦ Χριστοῦ. Λαμβάνοντας τὴ δική μας ἀνθρώπινη φύση στὴ δική του κατὰ τὴν ἐνσάρκωση καὶ «θεώνοντας» τὴν κατὰ τὴ Μεταμόρφωση, Ἀνάσταση καὶ Ἀνάληψη, ὁ Λόγος εἰσήγαγε στὴν ἀνθρωπότητα ἕνα νέο στοιχεῖο, μιὰ πιὸ πλήρη διάσταση ποὺ δὲν ὑπῆρξε σ᾿ αὐτὴν ἀπὸ τὴν ἀρχή. Δὲν ἀποκατάστησε ἁπλῶς τὴν εἰκόνα ἀλλὰ χάρισε στὸ καθ᾿ ὁμοίωση πλατύτερες δυνατότητες. Τὸ τέλος ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὴν ἀρχή· ἐσχατολογία δὲν εἶναι ἁπλῶς ἀρχαιολογία.

Ὅμως ὅλα δὲν σταματοῦν ἐδῶ. Σύμφωνὰ μὲ τὸ Βίο τοῦ Μωυσέως τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης (330-395), ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὰ ἐμπρὸς καὶ ἡ συνεχὴς ὡρίμανσή του - ὁ Γρηγόριος τὴν ἀποκαλεῖ ἐπέκταση, ποὺ σημαίνει τὴν κίνηση εἰς τὸ πέραν, πέρα ἀπ᾿ αὐτὸ ποὺ βρίσκεται μπροστὰ (ἰδὲ Φιλ. 3:13) - θὰ συνεχιστεῖ ἀδιάκοπα ὄχι μόνο σ᾿ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἀλλὰ καὶ στὴν ἄλλη, στὴν αἰωνιότητα. Ὄχι μόνο στὴ γῆ, ἀλλ᾿ ἐξ ἴσου στὸν οὐρανό, ἡ ὡρίμανση εἶναι ἕνα χαρακτηριστικὸ τῆς ἀνθρώπινής μας προσωπικότητας. Ἀφοῦ ὁ θεὸς εἶναι ἀτελεύτητος, πιστεύει ὁ Γρηγόριος, ἡ σεσωσμένη ἀνθρώπινη φύση δὲν θὰ πάψει ποτὲ νὰ μετέχει ἔτι καὶ ἔτι πληρέστερον στὴν ἀπέραντη δόξα καὶ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ γνώση μας γι᾿ αὐτόν, ἐνῶ συνέχεια αὐξάνεται ποτὲ δὲν θὰ ἐξαντληθεῖ. Ἡ οὐσία τῆς τελειότητας συνίσταται παραδόξως στὸ γεγονὸς ὅτι ποτὲ δὲν γινόμαστε τέλειοι ἀλλὰ συνεχίζουμε νὰ μεταμορφωνόμαστε ἀπὸ «δόξης εἰς δόξαν» (Β´ Κορ. 6:18). Ὅπως γράφει ὁ Jean Danielou, «κάθε τέλος εἶναι μία καινούργια ἀρχή, καὶ κάθε ἄφιξη εἶναι μοναχὰ μιὰ νέα ἀναχώρηση». Κάθε σύνορο, στὴ σκέψη τοῦ Γρηγορίου, προϋποθέτει ἕνα πέραν· κάθε περιορισμὸς συνεπάγεται, ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι πεπερασμένος. Ἡ αἰωνιότητα ὅπως καὶ ἡ ἱστορία δὲν εἶναι ἕνας κύκλος ἀλλὰ μία πορεία πρὸς τὰ πάνω. Δὲν εἶναι ἕνα γεωμετρικὸ σημεῖο ἀλλὰ μία ἑλικοειδὴς ἄνοδος.

Αὐτὸ λοιπὸν σημαίνει νὰ εἶσαι γνήσιος ἄνθρωπος: νὰ ἐκλέγεις, νὰ εὐχαριστεῖς, νὰ μοιράζεσαι, νὰ ὡριμάζεις. Gloria enim, Dei vivens homo, βεβαιώνει, ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος: «Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ζωντανὸς ἄνθρωπος». Ἂς ἀγωνιστοῦμε νὰ κάνουμε αὐτὴ τὴ δόξα ὁλοένα καὶ πιὸ ἐμφανῆ στὸν ἑαυτό μας. Ἂς γίνουμε περισσότερο ὅμοιοι τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ νὰ γινόμαστε ἀκόμη περισσότερο ἄνθρωποι.

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019

Αλλαγές και μεταμορφώσεις σε κίνηση προς την Βασιλεία των Ουρανών! π. Σπυρίδων Σκουτής



Δεν αλλάζουνε τα πράγματα αν δεν αλλάξουμε εμείς , διότι και εμείς είμαστε μέρος των πραγμάτων.


Δεν κάνω αγιασμό για να φύγει κάποιο αόριστο κακό όταν εγώ δεν θέλω να αλλάξω. Ζητάω την χάρη του Θεού για να με βοηθήσει να αλλάξω εγώ και τότε θα αλλάξει και ο κόσμος. Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη λέει ένα ρητό , όμως είναι ικανός να φέρει το μήνυμα της αλλαγής. Η χάρη του Θεού είναι ένα χέρι βοηθείας όταν θέλω να αλλάξω, αλλιώς δεν γίνεται τίποτα. Η χάρη του Θεού ενεργεί με την συγκατάθεση του ανθρώπου. Τον Χριστό δεν τον φωνάζω ως δικαστή, τύραννο, μάγο, αλλά ως πατέρα, δάσκαλο, οδηγό, γιατρό και Σωτήρα.

Με τα Ιερά Μυστήρια ξεκινάει ένα ταξίδι εμείς νομίζουμε ότι κάτι τελειώνει αλλά τότε κάτι ξεκινά! Με την βάπτιση φοράμε τα στρατιωτικά ρούχα και ξεκινάμε το ταξίδι του πολέμου! Με τον εαυτό μας, με τον πονηρό, με τον κόσμο, με την φθορά με τα πάντα ! Αλλά πάντα με οδηγό έναν πατέρα που στο κάλεσμα του όλα υποκλίνονται θεραπεύονται και νικώνται κατά κράτος. Ο γλυκύτατος Νυμφίος !

Θέλουμε όλα να αλλάξουν προς το κοσμικό καλό και όχι προς το καλό της σωτηρίας μας και φυσικά χωρίς να θέλουμε να κουνήσουμε το μικρό μας δαχτυλάκι.Το ότι μας συμφέρει κάτι κοσμικά δεν σημαίνει ότι μας ανοίγει την πόρτα της Βασιλείας των ουρανών διότι μπορεί αυτό το κοσμικό συμφέρον με λάθος χειρισμούς να μας ρίξει στην απώλεια. Το θαύμα, ο αγιασμός, η μεταμόρφωση του ανθρώπου είναι στην ουσία ένας γάμος που χρειάζονται δύο για να γίνει. Ένας είναι ο Θεός και ο άλλος είναι ο άνθρωπος. Ο Χριστός είναι ο Θεός που θέλει ως άνθρωπος και εμείς πάμε να αποκτήσουμε και να σμιλεύσουμε με την άσκηση αυτό το Άγιο θέλημα. Με την άσκηση γυρνάω τις ράγες με το κλειδί της προαιρέσεως για να αλλάξω κατεύθυνση δηλαδή να μετανοήσω να αλλάξει ο νους ρότα δηλαδή προορισμό και τότε θα αλλάξουν τα πάντα.

Όταν θέλω τον Θεό όπως θέλει ο εγωϊσμός μου ένας τέτοιος γάμος δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει ποτέ. Όταν όμως θέλω τον Θεό όπως θέλει εκείνος μέσα από τον δρόμο της υπακοής τότε ο γάμος όχι μόνο γίνεται αλλά φτάνει μέχρι το ουρανό με το στεφάνι της αγιότητος να ακτινοβολεί σε όλο το στερέωμα της οικουμένης. Ο Χριστιανός με την άσκηση κινείται ! Τι σημαίνει αυτό ; Δεν είναι ευχαριστημένος ποτέ με τον εαυτό του. Νιώθει τελευταίος και αυτό το βίωμα το καθιστά πρώτο! Κάθε μέρα γίνεται σκαλοπάτι και ευκαιρία για άσκηση και αλλαγή. Κινούμαι σημαίνει αλλάζω ! Αλλάζω συνέχεια! Κίνηση σε σχέση μπροστά με το πρόσωπο του Νυμφίου.

Η αλλαγή και η μεταμόρφωση έρχεται με την συνεχή σχέση και όχι με περιστασιακά καλέσματα για κοσμικούς λόγους και βολέματα. Πάμε στην εξομολόγηση και λέμε ότι θέλουμε να αλλάξουνε οι άλλοι που μας ενοχλούν αλλά για την δική μας θέση στα πράγματα ούτε λόγος. Ο Χριστός απλά μένει ένα φιλοσοφικό όνομα στην ζωή μας ή μια θρησκευτική τυπικότητα για τα μάτια του κόσμου με μια φανουρόπιτα μια φορά το χρόνο, μια αρτοκλασία και ένα Χριστός Ανέστη του πενταλεπτου μέσα από το αυτοκίνητο.

Σε τι θέση έχουμε τελικά τον Κύριο στην ζωή μας; Έχει κάποια θέση ; Έχει την θέση του μάγου αν αρρωστήσω να με κάνει καλά; Του τζίνι για να μου κάνει τα χατίρια ; Του δικαστή για να ρίξει κακία σε αυτούς που με πληγώνουν ;

Πότε άραγε θα θελήσουμε να βάλουμε τον Χριστό στην Βασιλική καθέδρα της καρδιάς μας;

Πότε θα γίνει το Α και το Ω της ζωής μας ;

Πότε θα γίνει ο δάσκαλος, ο πατέρας, ο γιατρός, ο οδηγός και ο Σωτήρας μου;

Πότε θα γίνει το σημείο αναφορά σε κάθε απόφαση της ζωής μου ;

Τελικά αυτή είναι η πρόγευση της κολάσεως μας, ότι ο Χριστός δεν έχει την θέση που του αξίζει στην ζωή μας και ότι εμείς δεν θέλουμε να αλλάξουμε. Κόλαση για τον Χριστιανό είναι να ξημερώνει μια μέρα και να μένει ο ίδιος ή χειρότερος από την προηγούμενη ενώ παράδεισος είναι η συνεχής μετάνοια με θέα την θεραπεία, τον αγιασμό και την Βασιλεία των ουρανών…

Ξεκίνα τις αλλαγές τώρα αδερφέ ώστε να αρχίζεις να προγεύεσαι τον Παράδεισο που είσαι ήδη προσκεκλημένος ! Καλό αγώνα…!

Πέμπτη 15 Αυγούστου 2019

Οι Ιερείς ως ποιμένες; ή ως "μαριονέτες"; ο. Σπυρίδων Σκουτης



Επειδή, πολλά χρόνια σε όλη την οικουμένη ακούμε αυτούς τους χαρακτηρισμούς (καλός παπάς – αυστηρός παπάς)


και μάλιστα σε καθημερινή βάση, ας τους αναλύσουμε λιγάκι ώστε να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα και να μπορέσουμε να ωφεληθούμε πνευματικά:

Καλός Ιερέας: Καλός παπάς για τον κόσμο είναι αυτός ο οποίος δεν μιλάει , δεν αλλάζει το στραβό , δεν κάνει κηρύγματα – και αν κάνει, πρέπει αν είναι σύντομα χωρίς πολλά πολλά. . Απλά είναι μια μαριονέτα που κάποιοι θα του πούνε ακόμα και ποιες ευχές θα διαβάσει στα Μυστήρια.
Ένας παπάς που δεν μιλάει (γιατί δεν μας αρέσει) και αν πει κάτι που μας ενοχλήσει θα του κάνουμε και καταγγελία, έτσι για να δείξουμε ότι μπορούμε να κινούμε τα νήματα. Καλός είναι ο Ιερέας "Αγαπούλης" διότι μας κάνει ό,τι θέλουμε, δεν μας λέει ποτέ όχι, μας κάνει τα χατίρια ακόμα και σε παράλογα πράγματα και έτσι νομίζουμε ότι τα έχουμε καλά με τον Θεό. Αρκεί να μας λέει γλυκόλογα. Θεωρούμε ότι έτσι γλυκαίνει την ψυχή μας, αλλά στην ουσία χαϊδεύει τους δαίμονές μας και θεραπεία δεν υπάρχει. Αποτέλεσμα: Θέλουμε έναν παπά στα αμαρτωλά μας μέτρα για να τον χειριζόμαστε όπως θέλουμε, χωρίς να μας ενδιαφέρει η ευλογημένη ενοριακή ζωή, ούτε η ορθόδοξη πίστη, ούτε η σωτηρία της ψυχής.

Αυστηρός Ιερέας: Αυστηρός παπάς για τον κόσμο είναι αυτός που μας ξεβολεύει. Αυτόν που μιλάει για τον Χριστό και τους Πατέρες μάλιστα, τον θεωρούμε ακραίο. Για την ακρίβεια, χαρακτηρίζουμε αυτά που λέει ακραία και «παπαδίστικα» ενώ είναι λόγια του Χριστού και των Αγίων! Αυστηρός παπάς για τον κόσμο είναι αυτός που επειδή θέλει να βάλει τάξη γενικότερα στην ενορία, ορμάμε να τον φάμε με το επιχείρημα : «Εμείς έτσι τα μάθαμε και έτσι θα μείνουνε». Ιδιαίτερα αν ο παπάς μιλάει για Μετάνοια, Εξομολόγηση , Εκκλησιασμό, Θεία Κοινωνία θα ορμήσουμε να τον γδάρουμε. Έχουμε φτιάξει έναν Χριστό στα μέτρα μας και όταν ο παπάς μας πει ότι αυτός ο Χριστός δεν έχει καμία σχέση με τον πραγματικό Χριστό θα πέσουμε να τον φάμε.... Αν ακόμα μπορούσε ο παπάς να καταργήσει τις νηστείες και τον Εκκλησιασμό θα τον λατρεύαμε! ..... Θέλουμε γλυκόλογα αλλά όχι άσκηση, θέλουμε σωτηρία χωρίς μετάνοια και αλλαγή.....

Αν ζούσε στην μέρες μας ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ή ο Άγιος Νικόδημος και ήταν εφημέριοι σε ενορίες σε λιγότερο από μία εβδομάδα θα τους είχαν κρεμάσει στις πλατείες..... "Παπά μου εμείς έτσι τα ξέρουμε, έτσι τα μάθαμε , τι είναι τούτα τα καινούρια που μας λές;....ΝΑ ΦΥΓΕΙΣ!"

Αδιαφορία για τον Ιερέα: Υπάρχουν και αυτοί που δεν τους ενδιαφέρει γενικά τι λέει ο Ιερέας και η Εκκλησία. Πιστεύουν λένε με τον τρόπο τους, αυτός όμως ο τρόπος οδηγεί στην αίρεση και στην απώλεια. Ο Ιερέας μας ενδιαφέρει μόνο για να μας κάνει τη θρησκευτική-κοινωνιολογική εξυπηρέτηση. Δηλαδή να μας κάνει το Μυστήριο της οικογένειας και εκεί μάλιστα ΕΜΕΙΣ θα του υποδείξουμε τι θέλουμε και τί όχι ή να μας κάνει κάποια ιδιωτική λειτουργία έτσι για να δείξουμε και λίγη θρησκευτικότητα στη γειτονιά ή στο χωριό. Δυστυχώς δεν ρωτάμε για πνευματικά πράγματα τον ιερέα, ο οποίος εκφράζει τον λόγο της Εκκλησίας, αλλά κάνουμε ότι μας κατέβει. Γυναίκες μένουν έγκυες, άνθρωποι είναι στην εντατική και δεν ρωτάμε τον Ιερέα τι πρέπει να γίνει πνευματικά για να ωφεληθούν οι άνθρωποι. Απλά θα κάνουμε αυτό που μας είπε η θεία από το χωριό, το οποίο ενέχει μπόλικη δεισιδαιμονία, κι αν ο ιερέας μας πει το αντίθετο από αυτό που έχουμε χτίσει μέσα μας, στην καλύτερη θα του την πούμε και στη χειρότερη θα τον καταγγείλουμε στην Μητρόπολη και μετά θα λέμε στο χωριό "Εγώ τον τακτοποίησα τον Παπά!". Με μια τέτοια συμπεριφορά γεννιέται ένα εύλογο ερώτημα...Τί τη θέλουμε τελικά την ενορία;

"Το κόκκινο κουμπί" της πυρηνικής έκρηξης : Αν ο Ιερέας κάνει το λάθος και μιλήσει ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ για το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, αμέσως στην ενορία έχει γίνει το κόκκινο πανί. "Σιγά που θα μου πει ο τράγος πότε θα κοινωνάω", "Δεν έχω αμαρτίες εγώ, άκου εκεί να πάω να τα πω στον Εξομολόγο", "Να τα αφήσει αυτά τα παπαδίστικα ο παπάς γιατί δεν θα έχουμε καλά ξεμπερδέματα". Η "αχίλλειος πτέρνα" ........"Παπά μου όλα καλά, αλλά όχι να πάμε να εξομολογηθούμε κι όλας!!!"

Βλέπουμε τον Χριστό σαν ένα ΑΓΑΛΜΑ, σαν ένα ΕΙΔΩΛΟ.... Θέλουμε ευλογίες, σωτηρία , Παράδεισο...Αλλά εμείς ΝΑ ΜΗΝ κάνουμε τίποτα. Κάνουμε μεγάλο αγώνα στη ζωή μας για να καταφέρουμε ανόητα επίγεια πράγματα αλλά για την σωτηρία λέμε "Δεν βαριέσαι , δεν σκότωσα , δεν έκλεψα θα με σώσει ο Καλός Θεούλης!".....

Πόσες φορές δυστυχώς βλέπουμε την Εκκλησία σαν ένα θρησκευτικό "Super Market" που θα πάμε να "αγοράσουμε ευλογίες" για να τα έχουμε καλά με το ΥΠΕΡΤΑΤΟ ΟΝ!!! Πότε θα μας κάνει ο παπάς Θεια Λειτουργία της Παναγίας, των Χριστουγέννων, Επιτάφιους και Αναστάσεις άσχετα αν δεν πατάμε ποτέ το πόδι μας ,απλά να πούμε ότι στο χωριό ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΘΗΚΑΜΕ της Παναγίας ή το Πάσχα....Αλλά το Άγιο Ποτήριο το αποφεύγουμε όπως ο διάβολος το λιβάνι ή πάμε να Κοινωνήσουμε όπως μας αρέσει. Της πλάνης το ανάγωσμα.....

Αλοίμονο αδερφοί μου, πρέπει να αποφασίσουμε επιτέλους σαν Ορθόδοξοι τί θέλουμε....Στην Εκκλησία δεν μπορεί ο καθένας να επιβάλει το θέλημα του. Το θέλημα είναι του Κυρίου και εκεί κάνουμε υπακοή.
Στην Εκκλησία κάνουμε ότι μας παραδόθηκε από τον ίδιο τον Χριστό, τους Αγίους Πατέρες και την Ιερά Παράδοση. Αυτή είναι η πίστη μας. Εάν κάποιου δεν του αρέσει μπορεί άνετα να αλλαξοπιστήσει, είναι ελεύθερος να το κάνει. Αυτή όμως η σήψη να είμαστε Βαπτισμένοι Ορθόδοξοι αλλά πρακτικά χειρότεροι και από προτεστάντες , είναι μια κατάσταση λυπηρή.

Όπως έλεγε και ένας φίλος Ιερέας : “Ο Κόσμος βλέπει τον παπά σαν τον Μάγο της φυλής που θα κάνει τα ξόρκια για να μας πάει καλά η αμαρτωλή ζωή μας.”
Ας αποφασίσουμε επιτέλους τί θέλουμε και αν θέλουμε να λεγόμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Ας δούμε λοιπόν τους Ιερείς ως πατέρες και την ενορία ως οικογένεια.

Αυτή είναι η μία και μοναδική επιλογή για να μπορούμε να οδηγηθούμε στη Βασιλεία των Ουρανών.
Η αγάπη του Χριστού ας λαμπυρίσει τις καρδιές μας ώστε να βλέπουμε τα πράγματα καθαρά για να ωφεληθούμε.

Καλή Παναγιά...Και καλά μυαλά...

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2019

Μάνα....Πονάω! Βοήθησε με..(π. Σπυρίδων Σκουτής)



Η νηστεία είναι πράξη αγάπης προς το πρόσωπο της Παναγίας , ανάγκη για προσωπική θεραπεία και πόθο για Θεό.


Τα υπόλοιπα είναι εκτροχιασμοί και εκπτώσεις που δεν χρειάζεται καν να τα αναλύσουμε. Στην άσκηση μπαίνει όλος ο άνθρωπος. Όταν μιλάμε για νηστεία μιλάμε για γονάτισμα των αισθήσεων : Για πείνα, αγρυπνία, προσευχή , για στέρηση των υλικών αγαθών προς τέρψη των ουρανίων απολαύσεων. Η άσκηση είναι το εμβόλιο για να χτυπήσουμε την αρρώστια των παθών. Η νηστεία ΟΛΩΝ των αισθήσεων είναι μεταμόρφωση του ανθρώπου σε προτύπωση του Νυμφίου , σε ομοίωμα των Αγίων και των Αγγέλων. Νηστεύω για να πω ΟΧΙ στα επίγεια και ΝΑΙ στα επουράνια. Η νηστεία είναι ερωτικός πόθος για ουρανό. Άσκηση για να γίνω ουρανοπολίτης.

Πολλές φορές λένε οι άνθρωποι: Δεν κατακρίνω, οπότε δεν χρειάζεται να νηστέψω. Ο αγώνας δεν μπαίνει σε καλούπια. Άλλο η αναλογία της ασκήσεως εξαιτίας της ανθρώπινης αδυναμίας, ένα θέμα το οποίο θα εξετάσει ο πνευματικός πατήρ και άλλο κάνω ό,τι με βολεύει και να μετατρέψω τη νηστεία σε ένα θρησκευτικό καθήκον με δικαίωση του εγωϊσμού μου.

Κουβέντες του στυλ θα νηστέψω όπως θέλω , πιστεύω όπως θέλω, δεν χρειάζεται εκείνο και το άλλο δείχνουν μια αγάπη σε πτώση. Η αγάπη προς τον Θεό δεν μπαίνει σε μπουκάλια και βαθμολογίες ή αγαπάμε ή όχι, ή θέλουμε να σωθούμε ή όχι.

Δεκαπέντε ημέρες σαν σκαλοπάτια να έρθω να παρακαλέσω τη μητέρα του Θεού και δική μου. Παρακαλούμε την Παναγία διότι την έχουμε ανάγκη. Χωρίς εκείνη δεν μπορούμε, είμαστε ορφανοί και απροστάτευτοι. Η μόνη που μπορεί να παρακαλέσει τον Υιό της για τη δική μας σωτηρία. Η μόνη που ως στοργική μητέρα αγκαλιάζει και θεραπεύει κάθε ανθρώπινο πόνο.

Παρακαλάμε για μετάνοια …..ούτε για υγείες και χρόνια ζωής , ούτε για υλικά αγαθά, ούτε τίποτα. Θέλουμε σωτηρία και αυτό θα γίνει μόνο από τον δρόμο της μετάνοιας. Το πώς θα γίνει θα το κρίνει ο Κύριος, με υγεία, δοκιμασία, πόνο, σταυρό, ευλογία… Ό,τι θέλει αρκεί να σωθούμε…

Χρειαζόμαστε την Παναγία για να γίνει η αδυναμία μας δύναμη, για να γίνει το δάκρυ χαμόγελο. Για να γίνει η πτώση Ανάσταση.

Πάμε στον Ναό αυτές τις μέρες για να τη συναντήσουμε και να πέσουμε στην αγκαλιά της. Να κλάψουμε, να ουρλιάξουμε, να της πούμε τα πάντα. Να της δώσουμε την πληγωμένη μας καρδιά που την έχουμε πληγώσει με την αμαρτία μας και αυτή ως μητέρα θα μας βοηθήσει.

Πάμε στον Ναό για να φωνάξουμε : “Μάνα πονάω , πονάει το παιδί σου , θέλω βοήθεια σε χρειάζομαι”...

Η Παναγία είναι το χρώμα του Ουρανού και του κόσμου...Μέσα από τη σχέση μαζί της νιώθουμε περισσότερο παιδιά και αυτό μας βοηθάει πολύ στην πνευματική μας ζωή…

Αυτό το όμορφο ένστικτο, όπως όταν ήμασταν παιδιά ...Όταν πέφταμε η πρώτη λέξη ήταν και το καλύτερο κάλεσμα…. “Μαμά!!!”

Τι όμορφος ψαλμός...Σαν ακτίνα του ήλιου στα σκοτεινά δωμάτια της καρδιάς μας.

«Και σε μεσίτριαν έχω προς τον φιλάνθρωπον Θεόν, μη μου ελέγξει τας πράξεις ενώπιόν των Αγγέλων, παρακαλώ σε Παρθένε, βοήθησον μοι εν τάχοι».

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2019

«Γιατί είμαι πνευματικά στάσιμος; Τι φταίει;» π.Σπυρίδων Σκουτής

Πολλές φορές αγανακτούμε με τον εαυτό μας και γενικότερα με την πορεία μας στην πνευματική ζωή.
Το σημαντικό ερώτημα που ταλανίζει τον εσωτερικό μας κόσμο είναι «Γιατί είμαι πνευματικά στάσιμος; Τι φταίει;» από κει και πέρα αρχίζει η πτώση, η απογοήτευση και μερικές φορές η εγκατάλειψη και ο εσωτερικός ακρωτηριασμός.
Στην πνευματική ζωή δεν υπάρχουν συνταγές που κάποιος θα μας πει ότι είναι ωραίες και κερδίζουν το βραβείο. Η πνευματική ζωή είναι μια διαρκής σχέση με τον Θεό αυστηρά προσωπική. Ένα ταξίδι που δεν σταματάει , ένα φως που δεν σβήνει τουλάχιστον από την πλευρά του Θεού.
Χρειάζεται αγώνας σε όλα τα μέτωπα, να γίνει ο Χριστός η ζωή μας και όχι απλά ένα μέρος αυτής. Να ζητάμε στην προσευχή μας τον ίδιο τον Χριστό και όχι κάτι από Εκείνον για να καλύψουμε κάποιες υλικές ανάγκες κάποιας περιόδου της ζωής μας. Να ανοιχτούμε στο θέλημα Του , και όχι να απαιτούμε το δικό μας θέλημα και μάλιστα να θέλουμε και τον Θεό συνένοχο σε αυτό.

Η πνευματική αλλοίωση είναι υπόθεση του Θεού και όχι δική μας, μέσα φυσικά από τη δική μας συνέργεια και όχι μέσα από κάποιο ατομικό κατόρθωμα. Ο αγώνας δεν θα σταματήσει, ακόμα και μέχρι την τελευταία μας πνοή θα παλεύουμε για μετάνοια και αγάπη.
Δεν χρειάζεται απογοήτευση ιδιαίτερα όταν πέφτουμε συχνά στο ίδιο αμάρτημα, αλλά θάρρος και ελπίδα που θα αντλήσουμε από την αγκαλιά του Θεού. Εκεί είναι το λιμάνι του ανεφοδιασμού για να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες μάχες.
Πρέπει να δώσουμε αίμα για να λάβουμε πνεύμα. Χρειάζονται αγώνες, δάκρυα
και διαρκής μετάνοια για να έρθει η πνευματική αλλοίωση μέσα στο πλαίσιο της υπομονής, χωρίς όμως χρονικά περιθώρια. Στη μάχη για την αγάπη του Θεού δεν βάζουμε όρους και χρόνους, βάζουμε την επιθυμία μας, την αποφασιστικότητά μας και την καρδιά μας και τρέχουμε στην αγκαλιά Του. Τα υπόλοιπα τα γνωρίζει Εκείνος.

Το παρακάτω απόσπασμα είναι από το βιβλίο «Η ΑΓΑΠΗ-Προσεγγίσεις στο μυστήριο του Θεού» του Επισκόπου Αχελώου κ.κ.Ευθυμίου Στυλιανού και απαντάει σε όσους παραπονιούνται γιατί δεν βλέπουν κανένα άμεσο αποτέλεσμα από τη βίωση του χριστιανικού τρόπου ζωής.

«Αδερφοί μου, το σίδερο δεν κοκκινίζει από τη μία στιγμή στην άλλη. Πρέπει να μείνει αρκετά μέσα στο πυρωμένο καμίνι, μέσα στην πηγή της φλόγας, κοντά στην καρδιά της φωτιάς….
Η μεταπτωτική, σκοτεινή, σκληρή και άκαμπτη φύση μας δεν θα αλλοιωθεί, παρά αφού παραμείνει πολύ καιρό κοντά στην καρδιά του Θεού, κοντά στην πηγή του θεϊκού πυρός.
Εμείς βέβαια δεν είμαστε ικανοί να επικοινωνούμε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Θεό, όπως ο θεόπτης Μωϋσης. Μπορούμε όμως να επιλέξουμε οριστικά την αγάπη του Θεού και να βιώνουμε αποφασιστικά τον τρόπο ζωής του Θεού, με το πρόσωπο μας στραμμένο πάντοτε προς το φωτεινό πρόσωπο του Θεού. Και η αλλοίωση θα έλθει. Όχι βέβαια αμέσως, αλλά ύστερα από πολύ καιρό. Οι άνθρωποι δεν γίνονται Άγιοι από τη μία στιγμή στην άλλη.
Οι Άγιοι είναι ώριμοι καρποί του Αγίου Πνεύματος. Είναι καρποί υπομονής, αγώνων και αγιασμού μιας ολόκληρης ζωής. Οι Άγιοι έμειναν κοντά στην καρδιά της θεϊκής φωτιάς , όχι μόνο σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες . Αλλά σαράντα και πενήντα και εξήντα χρόνια. Και τελικά ας μη λησμονούμε: Η αλλοίωση μας δεν θα είναι δικό μας επίτευγμα. Θα είναι «αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου». Καλό αγώνα

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2019

Συγκεκριμένος Θεός ή απρόσωπη δύναμη; (π. Δ. ΜΠΟΚΟΣ, ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΕ ΓΝΩΡΙΖΕΙ Ο ΘΕΟΣ )

Πολὺ τῆς μόδας ἔγιναν στὴν ἐποχή μας καὶ θεωροῦνται μοντέρνες ἰδέες τὰ θολά, βαλτωμένα ἀπόνερα πολὺ παλιῶν θρησκευτικῶν θεωριῶν γιὰ τὸ τί εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ποιά εἶναι ἡ σημασία του γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Τὸ νὰ μιλάει κανεὶς σήμερα μὲ τοὺς «παρωχημένους» ὅρους Χριστός, Παναγία, Ἁγία Τριάδα, προσευχή, ἄγγελος, δαίμονας, διάβολος, ἅγιος, θαῦμα, Θεὸς καὶ μάλιστα Θεός-πρόσωπο, εἶναι πολὺ ξεπερασμένο. Ἀντιθέτως ἂν πεῖ τὶς μαγικὲς λέξεις ἀνώτερη ἢ ἀπρόσωπη δύναμη, συμπαντικὴ ἢ θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ ἐνέργεια, προσωπικὴ αὔρα, διαλογισμός, γιόγκα, ἐξωσωματικὴ ἐμπειρία κ. λ. π., εἶναι εὐθυγραμμισμένος ἀπόλυτα μὲ τὴν προοδευτική, κουλτουριάρικη διανόηση, πού, νομίζοντας ὅτι ἔχει ἐξελιχθεῖ καὶ φθάσει σὲ ἀνώτερη «γνώση», περιφρονεῖ ὁτιδήποτε δὲν ἀνήκει στὴ «γνώση» αὐτή.


Ἀλλὰ τί σημαίνει ἀπρόσωπη δύναμη; Μιὰ δύναμη ποὺ δὲν προσωποποιεῖται σὲ μιὰ συγκεκριμένη ὀντότητα. Μιὰ οὐσία, μιὰ φύση ποὺ δὲν ὑλοποιεῖται σὲ μιὰ ἰδιαίτερη ἐνσυνείδητη μορφή, δὲν «ὑποστασιάζεται» σὲ πρόσωπο, ὅπως λέει ἡ θεολογικὴ γλώσσα, δὲν ἀποτελεῖ μιὰ αὐτοτελῆ ὕπαρξη. Συνεπῶς δὲν ἔχει τὰ γνωρίσματα, τὶς ἰδιότητες ἑνὸς διακεκριμένου ὄντος. Δηλαδὴ δὲν ἔχει καμμιὰ συνείδηση τοῦ ἑαυτοῦ της. Δὲν ξέρει ὅτι ὑπάρχει, ἐφόσον δὲν μπορεῖ νὰ σκεφθεῖ. Εἶναι ὑποταγμένη στοὺς νόμους ποὺ διέπουν τὴ φύση της. Δὲν ἔχει προσωπικὴ ἐλευθερία νὰ κινηθεῖ ἔξω ἀπὸ αὐτούς, νὰ ἐνεργήσει, νὰ κάνει κάτι διαφορετικό. Δὲν ἔχει προσωπικὴ θέληση, οὔτε προσωπικὰ συναισθήματα ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο προσωπικὸ χαρακτηρίζει μιὰ χωριστὴ ὕπαρξη.


Ἂς τὸ δοῦμε, γιὰ πιὸ εὔκολα, σὲ μιὰ φυσικὴ δύναμη. Ἂς πάρουμε τὴν ἐνέργεια σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς γνωστές της μορφές, π. χ. τὸν ἠλεκτρισμό. Γεμίζει τὸν φυσικὸ κόσμο, χωρὶς νὰ ὑλοποιεῖται σὲ μία συγκεκριμένη, ξεχωριστή, συνειδητὴ ὕπαρξη, ποὺ νὰ μπορεῖ δηλαδὴ νὰ σκέφτεται, νὰ αἰσθάνεται, νὰ γνωρίζει ἄλλα ὄντα, νὰ ἔρχεται σὲ σχέση μαζί τους, νὰ ἀγαπᾶ ἢ νὰ μισεῖ. Ὅποιος τὸ ἰσχυρισθεῖ αὐτὸ θὰ θεωρηθεῖ ἀμέσως ἠλίθιος. Ἐκδηλώνεται μόνο ὅπως ἐπιβάλλουν οἱ φυσικοὶ νόμοι ποὺ τὴν διέπουν. Δὲν ἔχει προσωπικὴ ἐλευθερία οὔτε θέληση νὰ πράξει κάτι ποὺ δὲν ἐντάσσεται στοὺς νόμους αὐτούς. Δὲν ἔχει συνείδηση τῆς ὕπαρξής της, δηλαδὴ δὲν ξέρει κὰν ὅτι ὑπάρχει σὰν οὐσία ἢ ἐνέργεια. Εἶναι μιὰ τυφλὴ δύναμη. Ὅποιος μπορεῖ νὰ ἐλέγξει τοὺς φυσικοὺς νόμους, μπορεῖ νὰ ρυθμίσει καὶ τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους λειτουργεῖ ὁ ἠλεκτρισμός. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὑποτάσσει τὸν ἠλεκτρισμὸ καὶ τοῦ ὑπαγορεύει μὲ τί τρόπο θὰ ἐκδηλώνεται. Ἐκεῖ ὅμως ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἔλεγχος τῶν φυσικῶν νόμων, ὁ ἠλεκτρισμὸς δρᾶ τυφλὰ καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕρμαιο τῆς ἀπρόσωπης δύναμής του (π. χ. κεραυνός). Δὲν μπορεῖ νὰ ἐλπίζει σὲ κάποια εὐσπλαχνία ἐκ μέρους μιᾶς ἀδυσώπητης τυφλῆς δύναμης.


Τί σημαίνει προσωπικὴ ὕπαρξη; Νὰ ὑπάρχει κάποιος μὲ συγκεκριμένη ὀντότητα. Νὰ ἔχει συνείδηση τοῦ ἑαυτοῦ του. Νὰ νοιώθει, νὰ ξέρει ὅτι ὑπάρχει. Νὰ γνωρίζει τὸν ἑαυτό του, δηλαδὴ νὰ μπορεῖ νὰ πεῖ, «εἶμαι ὁ τάδε». Νὰ εἶναι πρόσωπο, προσωπικότητα. Νὰ σκέφτεται, νὰ θέλει, νὰ μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει ἐλεύθερα, εἴτε γιὰ τὸ καλό του εἴτε γιὰ τὸ κακό του. Νὰ ἔχει συναισθήματα, νὰ μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει ἢ νὰ μισήσει. Νὰ μπορεῖ δηλαδὴ νὰ σχετισθεῖ κατὰ βούλησιν μὲ ἄλλα συνειδητὰ ὄντα, νὰ κινηθεῖ πρὸς αὐτὰ ἢ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ κοντά τους. Νὰ ἔχει ὅλα τὰ γνωρίσματα μιᾶς ὕπαρξης ποὺ ἔχει ἐνσυνείδητη αἴσθηση τοῦ ἑαυτοῦ της.


Τέτοια ὅμως ὕπαρξη ἐνσυνείδητη, προσωπικὴ ὄχι ἀπρόσωπη, εἶναι καὶ ὁ Θεός, ὅπως μᾶς τὸν φανέρωσε ὁ Χριστός. Ἔχει ἀπόλυτη συνείδηση ὅτι ὑπάρχει. Εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐνεργήσει ὅπως θέλει. Δὲν ὑποτάσσεται παρὰ τὴ θέλησή του σὲ κανένα τυφλὸ νόμο. Ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ ἀγαπάει καὶ μάλιστα ἀπέραντα. Γνωρίζει τὸν ἄνθρωπο, μπορεῖ καὶ θέλει νὰ σχετίζεται μαζί του καὶ μάλιστα τὸν προσκαλεῖ σὲ μία, ἐλεύθερη πάντα, πραγματικὴ ἕνωση μαζί του. Ὅπου ὁ ἄνθρωπος δὲν χάνει τὸ δικό του πρόσωπο, τὴ δική του ὕπαρξη, τὴ δική του αὐτοσυνειδησία. Ἀλλὰ δέχεται τὴν ἐνέργεια (ἀγάπη) τοῦ Θεοῦ καί, χωρὶς νὰ χάσει τίποτε ἀπ’ τὴ δική του ἐνσυνείδητη ὀντότητα, βιώνει καὶ μιὰν ἄλλη θαυμαστὴ πραγματικότητα. Σὰν τὸ σίδερο ποὺ θερμαίνεται στὴ φωτιά, ἑνώνεται μὲ τὴν ἐνέργειά της (τὴ θερμότητα) καὶ κοκκινίζει, χωρὶς νὰ παύει ποτὲ νὰ εἶναι σίδερο.


Ἡ ἕνωση ὅμως μὲ μιὰ ἀπρόσωπη τυφλὴ θεότητα, λένε οἱ ὑπέρμαχοί της, σημαίνει νὰ διαλυθεῖ ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη μέσα στὴν ἀπρόσωπη ἀνώτερη (;) δύναμη. Ὅπως πέφτει μιὰ σταγόνα στὸν ὠκεανὸ καὶ διαχέεται, χάνεται. Γίνεται ἕνα μαζί του. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἡ σταγόνα παύει νὰ ὑπάρχει ξεχωριστά, νὰ ἔχει προσωπικὴ ζωή, ἐλευθερία, ὀντότητα. Οὔτε ὁ ὠκεανὸς οὔτε ἡ σταγόνα ἔχουν αἴσθηση ὅτι ὑπάρχουν. Ἡ ὁποιαδήποτε ἐνέργειά τους ὑποτάσσεται στοὺς νόμους ποὺ διέπουν τὴ φύση τοῦ νεροῦ.


Δηλαδή: Ἕνωση μὲ ἀπρόσωπη δύναμη σημαίνει στὸ ἑξῆς οὐσιαστικὰ ἀνυπαρξία γιὰ μένα, ἀπώλεια τῆς αἴσθησής μου ὅτι ὑπάρχω προσωπικά. Γι’ αὐτὸ καὶ προτιμῶ τὸν Θεὸ ποὺ ὑπάρχει ὡς πρόσωπο καὶ μάλιστα τριαδικά. Τὸν Θεὸ ποὺ ξέρει τί τοῦ γίνεται, γνωρίζει καλὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γνωρίζει κι ἐμένα μὲ τὸ ὄνομά μου, μὲ ἀγαπάει, μὲ καλεῖ -χωρὶς νὰ μὲ ἀναγκάζει- κοντά του καὶ μοῦ χαρίζει μιὰ αἰώνια, προσωπική, ἐνσυνείδητη ζωή, πληθωρικὰ γεμάτη ἀπ’ τὸν ὑπέροχο πλοῦτο τῆς δικῆς του ζωῆς. Τὸν ἕνα τριαδικὸ Θεὸ ποὺ κοντὰ σὲ μένα γνωρίζει καὶ ὅλα τὰ ἄλλα λογικά του πρόβατα, «τὰ καλεῖ κατ’ ὄνομα» καὶ κάνει τὰ πάντα γι’ αὐτά, ὥστε νὰ τὰ συναγάγει εἰς «μίαν ποίμνην».


Εἶναι ἡ μόνη διαθέσιμη προσφορὰ αὐτοῦ τοῦ εἴδους. Πῶς νὰ τὴν ἀπορρίψω;


Γι’ αὐτὸ καὶ «πιστεύω εἰς ἕνα Θεὸν Πατέρα, Παντοκράτορα, …καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, …καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, …τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον…». Στὸν τρισυπόστατο προσωπικὸ Θεό, τὸν ὁποῖο ἀνακαλύπτω καὶ συναντῶ, σὲ μιὰ ἀσύγκριτη σχέση ἀγάπης, μόνο μέσα στὴ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μου.




(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 391, Φεβρ. 2016, ἐπηυξημένο)

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

Ο Χριστός ως πάζλ και η Αθεϊα ως ακαρδία. (π. Σπυρίδων Σκουτής )

Εντυπωσιακές λεπτομέρειες που ανιχνεύεις στις συνειδήσεις των ανθρώπων, ιδιαίτερα στο στενό σου κύκλο.
Σίγουρα όλοι έχουμε τέτοια παραδείγματα. Θείους, Θείες, γνωστούς γείτονες, φίλους που όλο το χρόνο ειρωνεύονται τον Χριστό, το Πάσχα τους Αγίους αλλά σουβλίζουν αρνί το Πάσχα, πάνε στην Ανάσταση και φεύγουν 00:05'.

Για αυτούς ο Χριστός δεν υπάρχει αλλά υπάρχει το αρνί και η κοιλιά, απίστευτη υποκρισία σε όλο το μεγαλείο. Σου λέει ότι είναι άθεος ή άπιστος ή ότι δεν πιστεύει αλλά θέλει το Πάσχα να φάει και να γλεντήσει για κάτι που ο ίδιος το θεωρεί ανύπαρκτο.
Από τη στιγμή που δεν πιστεύεις, και από την πίστη παίρνεις ό,τι βολεύει τον εγωϊσμό σου, πώς μπορεί να σε χαρακτηρίσει κάποιος αυθεντικό;

Εάν αυτό δεν είναι το μεγαλείο της υποκρισίας και του Φαρισαϊσμού τότε τι είναι;
Όχι αγαπητέ μου αδερφέ, εάν για σένα ο Χριστός δε σημαίνει τίποτα, τότε δεν υπάρχει λόγος την Κυριακή του Πάσχα να σουβλίσεις το αρνί και να πας στην Ανάσταση. Θα μου πεις παράδοση. Ποια παράδοση; Η σταύρωση και η Ανάσταση είναι γεγονός μέγα σωτήριο. Και οι Μουσουλμάνοι έχουν παράδοση αλλά δε βλέπω να τους ακολουθείς. Οπότε από τη στιγμή που δεν πιστεύεις και δεν έχεις σχέση με τον Χριστό τότε καλύτερα εκείνες τις μέρες να γιορτάσεις την ανυπαρξία, τον μηδενισμό και το τίποτα. Τότε δεν θα μπορεί κανένας να σου πει τίποτα, αντίθετα θα είσαι αυθεντικός στο πιστεύω σου και όχι κοσμική μαριονέτα που κάνεις ότι λέει ο κόσμος, άρα ανύπαρκτη προσωπικότητα. Από τη στιγμή που είσαι είρων του καναπέ, οφείλεις να εφαρμόζεις τις θεωρίες σου και όχι να το παίζεις ο μέγας φιλόσοφος χωρίς να έχεις ερευνήσει και βιώσει αυτό που ακολουθείς κοσμικά. Γιατί αφού δεν πιστεύεις ή είσαι άθεος δε μένεις στην ανυπαρξία σου ενώ αυτήν υποστηρίζεις;

Γιατί από τη στιγμή που δεν πιστεύεις και δεν ακολουθείς αυτό τον δρόμο της Αναστάσεως και του Ορθοδόξου βιώματος γιορτάζεις την ημέρα που έχεις το όνομα του Αγίου; Για να παίρνεις δώρα; Αφού για σένα δεν υπάρχει Χριστός, Άγιοι κλπ. Άρα εκμεταλλεύεσαι ένα γεγονός για να τραφεί ο εγωισμός σου και τίποτα άλλο. Τότε πως να λογίζεσαι άνθρωπος και όχι ζώο; Ο Άγιος μαρτύρησε για τον Αναστημένο Χριστό άρα όταν αυτό δεν το αποδέχεσαι τότε να μην δέχεσαι τα Χρόνια πολλά ούτε και να κάνεις γιορτές.
Δηλαδή ο Χριστός και οι Άγιοι υπάρχουν για να παίρνουμε δώρα και να κάνουμε επισκέψεις αλλά σε κουβέντες και πράξεις ειρωνευόμαστε; Άρα έχουμε ένα υποχθόνιο φρόνημα που επιλέγει ότι το συμφέρει για να τραφεί.


Ποιο είναι άραγε το γενικό συνειδητό και πνευματικό υπόβαθρο τέτοιων ανθρώπων;
Είναι ο λεγόμενος Χριστός που τον ΚΟΒΟΥΜΕ και τον ΡΑΒΟΥΜΕ στα μέτρα μας, είναι απλά ένα παζλ που παίρνω όποιο κομμάτι με βολεύει για να περνάω καλά. Δηλαδή ένα μείγμα της προσωπικότητος του Ιούδα, του Φαρισαίου, του Πιλάτου και του Ηρώδη.

Ας δούμε προσεκτικά τα κομμάτια του Παζλ:
Χριστός υπάρχει για να παίρνω δώρα στο όνομα ενός Αγίου που δεν αποδέχομαι.
Χριστός υπάρχει για να ΚΑΝΩ τον γάμο με τα φαγοπότια.
Χριστός υπάρχει για να βαφτίζω το παιδί μου, να κάνω γλέντι και να δίνω το όνομα που μου λένε οι συγγενείς.
Χριστός υπάρχει για να παίρνω άδεια το Πάσχα και να τρώω αρνί.
Χριστός υπάρχει για να πηγαίνω στα μπουζούκια τα Χριστούγεννα, να καλώ συγγενείς στο σπίτι, να γλεντάω και να λέω χρόνια πολλά.
Χριστός υπάρχει για να τον θυμάμαι αν το παιδί μου πάθει καρκίνο ή ατύχημα.
Χριστός υπάρχει όταν δω τον πατέρα μου στην εντατική να ψυχορραγεί για να καλέσω παπά να τον κοινωνήσει μπας και πάει "μαγικά" στον παράδεισο.
Χριστός υπάρχει όταν μου πει ο γιατρός ότι έχω 6 μήνες ζωής και καρκίνο για να τρέξω στα μοναστήρια και στους γέροντες για άνωθεν βοήθεια.

Δηλαδή βλέπω τον Χριστό ως ειδωλολάτρης και παίρνω αυτό που με βολεύει για να μπορώ να ζω στη δική μου υποκρισία και ανυπαρξία.

Αλλά δεν υπάρχει Χριστός ώστε να τον κοιτάξω πραγματικά και να τον συναντήσω όπως είναι. Γιατί ο πραγματικός Χριστός είναι σκάνδαλο μέγα. Λέω ότι είμαι καλός άνθρωπος αλλά δεν πάω να ταπεινωθώ στο μυστήριο της εξομολογήσεως, ώστε να βρω τα χάλια και να βαδίσω στο δρόμο της θυσίας και της αγάπης. Η απάντηση σε όλα αυτά είναι ότι τα λέω στην εικόνα λες και η εικόνα απαντάει, άρα τα λέω στο είδωλο του εγωϊσμού μου διότι θέλει ταπεινή καρδιά η εξομολόγηση. Ο Χριστός ο ίδιος θεμελίωσε το μυστήριο της εξομολογήσεως ώστε ο άνθρωπος να βαδίζει και να αγιάζεται μέσα από τον άνθρωπο δηλαδή τον ιερέα.

Κοιτάξτε στο κοντινό και γενικό σας οικογενειακό, φιλικό ή συγγενικό κύκλο. Οι άνθρωποι που ειρωνεύονται, ή λένε ότι δεν πιστεύουν, έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά, ας τα δούμε :
Δεν έψαξαν ποτέ πρώτα σε ερευνητικό και έστω λογικό επίπεδο τι είναι Ορθοδοξία, γιατί παντρεύομαι, γιατί βαπτίστηκα. Τι είναι αυτό που η Ορθοδοξία ομολογεί μετέχοντας στην ενσαρκωμένη αλήθεια που είναι ο Ιησούς Χριστός. Συνήθως σε κουβέντες λένε μισόλογα ακόμα και ιστορικά και όταν πας να τους μιλήσεις δε θεμελιώνουν καμία απάντηση και θεωρούν ότι τα ξέρουν όλα, άσε που έχουν βγάλει και τα συμπεράσματά τους. Είναι τραγικό συνειδησιακά να κάνεις κάτι και να μην ξέρεις γιατί το κάνεις γιατί το βιώνεις και να το κάνεις ιδιαίτερα επειδή το λέει ο κόσμος.

Δεν έχουν ΒΙΩΣΕΙ πραγματικά τι εστί ο δρόμος των Αγίων του Ορθόδοξου βιώματος, και της προσωπικής σχέσης μετά του ΕΝΣΑΡΚΩΜΕΝΟΥ ΘΕΟΥ, δηλαδή αρνούνται κάτι που δεν έχουν βιώσει και παρόλα αυτά έχουν καταλήξει στο τι είναι ορθοδοξία. Γενικά σε άλλα διάφορα θέματα όταν δεν ξέρουν ρωτάνε, ενώ για Θεό η απάντηση είναι: «Θα σου πω εγώ που ξέρω, δεν υπάρχει τίποτα». Τότε πως προέκυψες εσύ; Από το τίποτα;

Παρόλο που έχουν άρνηση και κλειστή καρδιά όταν τους λες "ψάξε και βίωσε τουλάχιστον αυτό που σε βάπτισαν και μετά να το αρνηθείς ελεύθερα, διότι δεν μπορείς να έχεις άποψη για κάτι που δε γνωρίζεις και δε βιώνεις", η απάντηση είναι συνήθως "Δε θέλω, δε χρειάζεται, ξέρω εγώ". Ωραία αφού δε σε ενδιαφέρει γιατί εκμεταλλεύεσαι το γεγονός, το αρνήσαι και το ειρωνεύεσαι; Άρα έχεις κλειστή καρδιά.

Είναι απλά τα πράγματα δεν υπάρχει άθεος. Όπως δεν υπάρχει και αγράμματος με την ουσιαστική έννοια. Αγράμματος είναι αυτός που δεν ξέρει ακόμα τι είναι γράμματα, η ύπαρξη του αγράμματου δεν σημαίνει ότι τα γράμματα δεν υπάρχουν. Ο άθεος πιστεύει τουλάχιστον στο μηδέν, στον άνθρωπο κλπ. Ο άθεος στην ουσία του είναι άκαρδος άνθρωπος με κλειστή καρδιά. Δε δέχεται έναν Θεό που δε γνωρίζει αλλά και δε θέλει να ψάξει κιόλας. Και τον Χριστό να δει μπροστά του θα πει ότι είναι φάντασμα. Εδώ οι Φαρισαίοι παρόλο που είδαν τα θαύματα τον κατηγορούσαν για μαγεία. Όταν λες στον άθεο ότι "ωραία δεν υπάρχει τίποτα, άνοιξε εσύ την καρδιά σου και ψάξε, αν υπάρχει θα σου αποκαλυφθεί εάν δεν υπάρχει τότε μείνε στο πιστεύω σου, η απάντηση είναι συνήθως δε θέλω ή δε χρειάζεται.

Έχουμε πολλούς Αγίους που ήταν ΑΘΕΟΙ αλλά είχαν ανοιχτή την καρδιά τους, τους αποκαλύφθηκε ο Θεός και έγιναν ΘΥΣΙΑ για τον συνάνθρωπο και την ενσαρκωμένη αλήθεια.

Ο άθεος πιστεύει σε έναν ΘΕΟ που είναι ανύπαρκτος και δεν μπορεί να δεχτεί τον Θεό πραγματικά διότι για να δεχτείς τον Θεό πραγματικά πρέπει να έχεις αγάπη και ανοιχτή καρδιά. Αλλιώς δεν μπορεί ο Θεός να μπει στην καρδιά σου διότι τότε θα σου παραβίαζε την ελευθερία που στην έδωσε ως μέγα δώρο ώστε να το διαχειριστείς όπως εσύ επιθυμείς.

Ο άθεος ή ο άπιστος έχουν κάποια συγκεκριμένα μότο: "Δεν τον έχουνε ανακαλύψει αποδεικτικά το Θεό". Τι Θεός θα ήταν αυτός που θα τον είχαμε σε μπουκαλάκια εργαστηρίου; Και ωραία τον αποδείξαμε και λοιπόν; Αν δεν έχω σχέση μαζί του τι Θεός είναι αυτός; Μια ανώτερη δύναμη; Μάλλον της φαντασίας μου που με βολεύει για να κάνω ότι θέλω εις το όνομα κάποιας δύναμης.

Θέλει καρδιά για να δεις τον Χριστό ως Θεό και τη Θυσιαστική του αγάπη ως έξοδο από τη φιλαυτία σου και να την κάνεις προσφορά στον πλησίον σου. Δηλαδή να διαλυθείς, να αγαπήσεις τον εχθρό σου, και να κάνεις την καρδιά σου κομμάτια και να την μοιράσεις στον κόσμο όπως έλεγε και ο Γέροντας Παϊσιος.

Μια φοβερή φράση ΑΘΕΟΥ που άνοιξε αργότερα την καρδιά του:
"Αν ήθελα να υπάρχει Θεός σαν τον Χριστό θα ήθελα να είναι"

Αγαπημένε ΑΘΕΕ, ή ΑΠΙΣΤΕ. Την ώρα που κρατάς το κερί της Αναστάσεως έστω και υποκριτικά να ξέρεις ότι αυτός που αρνήσαι έρχεται ως "μανιακός εραστής θυσιαστικής αγάπης προσωπικά για σένα και χτυπά την πόρτα της καρδιά σου και μάλιστα σου δίνει την ελευθερία να πείς όχι". Όταν έχω τα παράθυρα του σπιτιού μου κλειστά και ζω στο σκοτάδι, είναι τελείως ανώφελο και υποκριτικό να βρίζω τον ήλιο. Άφησε το αναστάσιμο φως να μπεί στην καρδιά σου ...