Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2023

π. Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος: Ἡ ἀκραία διαστροφή πιά, νά ποῦν ὅτι ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά δεχτεῖ κι αὐτούς τούς συμπαθεῖς ἀνθρώπους. Ὄχι δέν εἶναι καθόλου συμπαθής ἡ διαστροφή αὐτή καί τούς ἀνθρώπους τούς δέχομαι, ὄχι ὅμως τή διαστροφή τους!



Ἡ διαστροφή τῆς ὁμοφυλοφιλίας καί ἡ θεραπεία της κατά τήν Ὀρθόδοξη παράδοση
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, πού ἔγινε στά πλαίσια τῶν κατηχητικῶν ἀναλύσεων τῶν Ὅρων κατ᾽ ἐπιτομήν 225, 226 καί 229 τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, στόν Ἱερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου, Δικηγορικῶν Γλυφάδας, τό Σάββατο 14-01-2006.
Συνεχίζοντας τίς ὁμιλίες μας αὐτές, μετά ἀπό τή σύντομη ἑορταστική διακοπή, νά εὐχηθῶ σέ ὅλους σας καλή κι εὐλογημένη χρονιά νά ἔχετε. Δέν λέμε χρόνια πολλά, πού εἶναι κάτι πολύ σχετικό γιά τά μέτρα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐφόσον τά χρόνια τά πολλά ἔρχονται σέ μιά, θά ᾽λεγα ἔτσι, διανοητική ἀντιπαλότητα μέ τό στοιχεῖο τῆς αἰωνιότητας, ἀλλά νά ᾽ναι χρόνια εὐλογημένα, πού θά σᾶς ὁδηγήσουν αὐτά τά χρόνια στό χῶρο τῆς αἰωνιότητας. Χρησιμοποιοῦμε τό χρόνο γιά νά φτάσουμε στήν αἰωνιότητα, ὄχι ὁ πολλαπλασιασμός τοῦ χρόνου, πού θά μᾶς κάνει κάτι καλύτερο. Ὅπως λέει καί ἡ Γραφή, «γῆρας τό τίμιον οὐ τό πολυχρόνιον», ἕνας πού... καταξιώθηκε ἤ χαριτώθηκε νά ᾽χει χρόνια, πού εἶναι γεροντικῆς ἡλικίας, δέν σημαίνει πού καταξιώθηκε λόγω ἀκριβῶς τῆς χρονικῆς του παρουσίας πάνω στή γῆ, ἀλλά γιά ἐκεῖνο, τό ὁποῖο εἶναι εὐλογημένο κι ἁγιασμένο. Οὐ, λοιπόν, τό πολυχρόνιο, ἀλλά τό εὐλογημένο μετράει γιά μᾶς.
Μέσα ἀπ᾽ αὐτές τίς χρονολογικές εὐχές μας, πού εὐχόμαστε ἀπό τή σχετικότητα τοῦ χρόνου νά πᾶνε στήν ἀπολυτότητα τῆς αἰωνιότητας, νά συνεχίσουμε τίς ἀναλύσεις μας, πού ἔχουν σάν ἐργαλεῖο καί σάν ὄργανο, βέβαια, κείμενα πατερικά, πού εἶναι πάρα πολλά τά κείμενα καί σίγουρα θέλουν πολλές ἀναλύσεις καί πολύπτυχα νά τίς δοῦμε, τῶν Ὅρων κατ᾽ ἐπιτομήν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀλλά πού πάντοτε συνδυάζουμε αὐτές τίς ἀναλύσεις μέ κάποιο ἐπίκαιρο γεγονός καί μᾶς βοηθοῦν πάντοτε οἱ Ὅροι κατ᾽ ἐπιτομήν γιά νά προσδιορίσουμε καλύτερα τήν ἐπικαιρότητα, πού πάντοτε μᾶς δίνει ἐρεθίσματα καί πάντοτε μᾶς δίνει ἀφορμές, μιά πού εἶναι κάτι ζωντανό ἡ ἐπικαιρότητα καί εἶναι πρός ἀξιοποίηση· καί αὐτό πού λέω πάντοτε, ὅτι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί δέν φοβόμαστε τήν ἐπικαιρότητα, ἐπειδή ζοῦμε στόν κόσμο.


Τό ἐπίκαιρο εἶναι τό ἐπί καιροῦ, εἶναι κάτι πολύ προσωρινό, ἀλλά ἐμεῖς δέν φοβόμαστε τό ἐπίκαιρο, ἀφοῦ καί τώρα, αὐτή τή στιγμή, ζοῦμε ἐπίκαιρα, ζοῦμε αὐτό τό λεπτό, αὐτή τήν ὥρα τῆς ζωῆς μας καί ἡ ἐπικαιρότητα μπορεῖ νά εἶναι τόσο πληθωρική αὐτή τήν ἐποχή, μάλιστα μέ τά μέσα τῆς ἐνημερώσεως, πού πολυποίκιλα γεμίζουν τίς ἀκοές μας καί τό νοῦ καί τήν καρδιά μας μέ τίς τρέχουσες εἰδήσεις, πού μπορεῖ νά γίνουν πληθωρικές καί κουραστικές καί πληθωριστικές καί νά χάσουν τήν ἀξία τους· ἀλλά τολμῶ νά πῶ ὅτι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ἐπειδή δέν ζοῦμε μανιχαϊκά, ἀλλά ζοῦμε ὀρθόδοξα, ἀξιοποιοῦμε τήν ἐπικαιρότητα μ᾽ ἕναν τρόπο εὐλογημένο, δηλαδή δέν ἀκοῦμε ἁπλῶς γιά νά γεμίσουμε τά αὐτιά μας μ᾽ ἐμπειρίες ἀκοῶν.


Ἀκοῦμε γιά ν᾽ ἀκούσουμε τί συμβαίνει στόν κόσμο καί τουλάχιστον νά πάρουμε ἐρεθίσματα ἀπ᾽ αὐτό καί αὐτή εἶναι, θά ᾽λεγα, ἡ ἀποκλειστική δυνατότητα πού μπορεῖ νά ἀκοῦμε τήν ἐπικαιρότητα, εἶναι νά πάρουμε τίς ἀκοές τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου καί ὅλα αὐτά νά μετασχηματιστοῦν ἤ σέ μιά πράξη ζωῆς, ἄν εἶναι δυνατό, κάπου νά σταθεῖς πλάι σέ κάποιον ἄνθρωπο ἤ ἀκόμη περισσότερο, ἐφόσον δέν μπορεῖ νά γίνει πράξη ζωῆς ἡ κάθε εἴδηση πού ᾽ρχεται, νά γίνει ἕνα ἀντικείμενο προσευχῆς κι ἔτσι ὁ πόνος, ἡ κραυγή τῆς ἀγωνίας, τῆς πείνας, τῆς δίψας, τῆς καταπιέσεως, τῆς ἀδικίας, πού διατρέχει συνήθως τά δελτία ἐνημερώσεως, πού δέν μπορεῖ νά εἶναι ὡραιοποιημένα, πάνω στήν τραγωδία στέκονται -τά ὡραῖα τά πράγματα εἶναι κρυμμένα πάντοτε, ὅπως οἱ ἅγιοι εἶναι κρυμμένοι πάντοτε- μᾶς δίνουν ἀφορμή γιά πολύ βαθύτερη προσευχή.


Κι ἔτσι δέν μέ πειράζει ἡ ἐπικαιρότητα κι ἀσχολοῦμαι μέ τήν ἐπικαιρότητα καί τήν ἀξιοποιῶ, κατ᾽ ἐξοχήν, ὅσο ἐπιτρέπει ὁ λειτουργικός μου ὁ χρόνος, γιά νά βάλω μιά μερίδα μέσα στό δισκάριο τῆς προσκομιδῆς, γιά ὅλους τούς πονεμένους τῆς γῆς καί κατ᾽ ἐξοχήν μετά γιά νά μπορῶ νά πῶ ἕνα λόγο, ν᾽ ἀρθρώσω ἕνα λόγο γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου ἐξ ἀπόψεως Ὀρθοδοξίας, γιατί ἄν δέν ὑπάρχει ὀρθόδοξος λόγος, ὄχι ὡς ἀντιπαλότητα, ἀλλ᾽ ὡς κατάθεση ἀληθείας, ὅλα τά ἄλλα τά γεγονότα θά διατρέχουν τή ζωή μας καί τίς ἀκοές μας καί μερικά θά τά ἀπορρίπτουμε ἀκριβῶς γιατί πιστεύουμε ὅτι εἶναι ἀντίθετα μέ τήν πίστη μας ἤ μερικά ἄλλα σιγά-σιγά θά τά δεχόμαστε κι ἔρχεται μιά πολύ βαθιά ἀλλοίωση τῆς ζωῆς μας· κι αὐτό γίνεται εἰδικά καί ἀπό τίς νεαρές ἡλικίες, γίνεται μιά συστηματική ἀντικατήχηση, ὅπου τά παιδιά μας σέ λίγα χρόνια θά ζοῦν ἄλλα γεγονότα, γιατί γίνεται μιά συστηματική ἀντικατήχηση.


Ἐμεῖς, λοιπόν, δέν κάνουμε λόγο ἀπολογητικό, οὔτε ἐπιθετικό λόγο· καταθέτουμε τή μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας μας. Παράδειγμα, ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία, ἡ πολύ γνωστή ἱστορία πού εἶναι τραγική γιά τή χριστιανική ἐμπειρία, γιά τήν ὀρθόδοξη ἐμπειρία, τοῦ «γάμου» τῶν ὁμοφυλοφίλων, πού εἶναι ἀπαράδεκτο γιά ὅλους μας, μπορεῖ σιγά-σιγά νά γίνει μιά κοινή συνείδηση. Βλέπετε, πρίν ἀπό μερικές δεκαετίες, οὔτε κουβέντα δέν γινόταν γιά μιά ἐπίσημη παρουσίαση τέτοιων τραγελαφικῶν καταστάσεων καί διαστροφῶν.


Σήμερα αὐτό σιγά-σιγά γίνεται ἀποδεκτό καί πρόσωπα ἐπίσημα, ἀρχίζουν νά τό ἀποδέχονται καί ἄς μήν τό ζοῦν οἱ ἴδιοι αὐτό τό γεγονός, τό θεωροῦν μιά ἔκφραση δημοκρατικῆς ἐλευθερίας. Βέβαια, ὁ καθένας κυβερνάει τή ζωή του ὅπως θέλει “κατ᾽ ἐλευθερίαν” καί τό λέει καί ἡ Ἁγία Γραφή, βέβαια μιλάει γιά τό «ἐπ᾽ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί» ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀλλά αὐτή ἡ ἐλευθερία εἶναι μιά ἐλευθερία ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὄχι μιά ἐλευθερία πού κάνει τό δικό μας θέλημα.


Ἀπό ᾽κεῖ θ᾽ ἀρχίσει ἡ θεολογική μου ἡ διαφοροποίηση. Δέν διαφωνῶ ποτέ μέ τίς ἐλεύθερες σκέψεις καί τίς φωνές καί δέν μπορῶ ποτέ νά κάνω καθυπόταξη συνειδήσεων, οὔτε νά κάνω λογοκρισία τῶν συνειδήσεων, ἀλλά, πέρα ἀπ᾽ αὐτό, κανείς δέν μπορεῖ νά κλείσει τό στόμα μου νά λέω ἀλήθειες, γιά γεγονότα, τά ὁποῖα διαστρέφουν τόν κόσμο.


Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας μας καί μπορῶ νά κάνω κριτική σέ ὅλο αὐτό τό σύστημα τό διαστροφικό, πού θέλει νά περάσει αὐτή τή διαστροφή πάνω στή ζωή μας καί εἶναι μιά ἀναίρεση οὐσιαστικά, ὄχι μόνο τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου, μιά ἀναίρεση τῆς ἴδιας τῆς ψυχολογίας τοῦ ἀνθρώπου. Τό ἀποτέλεσμα ὅλης αὐτῆς τῆς ἱστορίας θά εἶναι καί εἶναι ἤδη -ὅσο διατρέχει τήν ἱστορία μας- πολύ βεβαρημένη ψυχασθένεια μές τή ζωή τοῦ κόσμου, χωρίς νά καταλαβαίνουν γιατί αὐτό συμβαίνει· γιατί ἀκριβῶς διαστρέφονται βασικά ψυχικά δομικά τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.


Αὐτό μπορῶ νά ἀξιολογήσω σήμερα σάν τραγικότητα, πού μιλᾶνε γιά «γάμο» ὁμοφυλοφίλων, ὅ,τι πιό ἀντιφατικό σάν λέξη, «γάμος» ὁμοφυλοφίλων δέν γίνεται, δέν ὑπάρχει τέτοιο γεγονός. Ὅπου ὁ Θεός ἑνώνει, ἀλλά γιατί ἑνώνει, μέ ποιό σκοπό ἑνώνει, ποιά εἶναι ἡ προοπτική τοῦ «ἑνώνει» καί φυσικά αὐτό τό «ἑνώνω» χρησιμοποιεῖ σάν βασικό του ὄργανο τήν ἀγάπη. Ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός Θεός, ἐπειδή εἶναι ἀγάπη ὁ Θεός καί εἶναι ἑνότητα ὁ Θεός, δέν μπορῶ ἀλλιῶς νά τό ἐκφράσω τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ.


Ἄν μιλᾶμε, λοιπόν, γιά ἕνωση, ἡ μόνη ἔκφραση πού μπορεῖ νά κάνει τήν ἕνωση ἕνωση, εἶναι μόνο ἡ ἀγάπη· ἀλλά ποιός ὅρισε τήν ἀγάπη; Καί ἐπειδή ὁ μόνος ὁρισμός τῆς ἀγάπης μπορεῖ νά δοθεῖ ἀπ᾽ αὐτό πού λέει τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν», ὅταν μιλῶ τουλάχιστον ἐγώ γιά ἀγάπη, δέν μπορῶ παρά νά στραφῶ νά ψάξω τόν ὁρισμό τῆς ἀγάπης στό Θεό, δέν ἔχω ἄλλα κριτήρια, δηλαδή. Μπορεῖτε κι ἐσεῖς νά δώσετε ὁρισμούς τῆς ἀγάπης, ἀλλά εἶναι κι αὐτοί ἐλέγξιμοι, πρέπει νά ἐλέγξουμε γιατί τό λέτε ἀγάπη αὐτό. Ἀγάπη λέτε τό βίτσιο σας, τήν ἐπιθυμία σας, τόν ἐγωισμό σας, τήν προβολή σας, αὐτό μπορεῖ νά τό λέτε ἀγάπη, ἀλλά δέν εἶναι ἀγάπη.


Ἐδῶ λέμε «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν» καί ὁ Θεός εἶναι ταπεινός, ὁ Θεός κρύβεται, ὁ Θεός δέν μᾶς καθηλώνει, ὁ Θεός μᾶς φτιάχνει, ὁ Θεός θέλει νά μᾶς σώσει· ἀλλοῦ μπαίνει ἡ ἔννοια τῆς ἀγάπης. Ἔτσι λοιπόν, ἀμέσως οἱ ἔννοιες ἀλλάζουν τελείως καί πρέπει ν᾽ ἀναμετρηθοῦμε μ᾽ αὐτές τίς ἔννοιες. Ἄν λοιπόν ὑπάρχει γάμος χωρίς ἀγάπη, δέν εἶναι γάμος καί ἐφόσον ὁ «γάμος» αὐτός δέν μπορεῖ νά ἔχει ἀγάπη μέ τίποτε, παρά μόνο καταξίωση ἐγωιστικοῦ βίτσιου, τότε ἀκριβῶς δέν μιλᾶμε γιά «γάμο», δηλαδή εἶναι ἀντιφατικές οἱ ἔννοιες, πρέπει νά ψάχνουμε τούς ὁρισμούς. Ἀκόμη κι ἄν δέν ξέρουν τά τῆς Ἐκκλησίας μας, νά κάνουν ἐτυμολογικές ἀναλύσεις.


Τί σημαίνει ἡ λέξη: «γάμος»; Θά πεῖ κάποιος τό «ἔγημα-γαμέω-γαμῶ» ἀπό τή λέξη αὐτή. Τί σημαίνει αὐτό ὀρθόδοξα; Εἶναι ἁπλῶς μιά σεξουαλική πράξη ἤ εἶναι κάτι πολύ βαθύτερο; Τί εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ γάμου στήν ὀρθόδοξη Θεολογία; Εἶναι ἁπλῶς ἡ ὁριζόντια ἔκφραση τῆς πράξεως τῆς σεξουαλικῆς; Καθόλου. Εἶναι μιά πολύ βαθιά ἀγαπητική ἕνωση, ἡ ὁποία κατευθύνεται πρός τό Θεό, καταλήγει στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· γι᾽ αὐτό βλέπετε κι ἡ σχέση μας μέ τό Θεό εἶναι ἐρωτική κι ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἐρωτικά κατευθυνόμενος στό Θεό κι ἔχοντας αὐτή τήν ἀγαπητική σχέση μέ τό Θεό, μπορεῖ νά ἀγαπήσει μετά.


Καί εἶμαι βέβαιος γι᾽ αὐτό, δέν τό λέω φιλοσοφικά, οὔτε θεολογικά, οὔτε τό λέω γιατί θέλω νά κάνω ἀντιπαλότητα, προσωπικά σάν πνευματικός δέν γνώρισα ποτέ κάποιον ἄνθρωπο πού μπορεῖ ν᾽ ἀγαπάει, ἄν δέν ἀγαποῦσε τό Θεό. Ὅλα τ᾽ ἄλλα ἦταν μιά προβολή βίτσιων ἤ ἐπιθυμιῶν ἤ ψευτοαγαπητικῶν διαθέσεων. Ἄν, λοιπόν, μιλοῦν γιά ἀγάπη νά ᾽ρθουν ν᾽ ἀναμετρηθοῦν μέ τήν πράξη τῆς ζωῆς κι ὄχι μ᾽ ἕνα θεολόγο, οὔτε μέ τήν ὀρθόδοξη Θεολογία.


Μέσα ἀπ᾽ αὐτές τίς προοπτικές, λοιπόν, προσπαθώντας νά ὁρίσω καί δέν χρειάζεται τό αὐτονόητο, νά ὁρίσω θεολογικά τήν ἀντίθεση μέ τό θέμα τοῦ «γάμου» τῶν ὁμοφυλοφίλων, εἶναι ἀντιφατικό, δέν μπορεῖ νά γίνει, δέν εἶναι γάμος. Ἁπλῶς εἶναι μιά συμβατική νομική ἕνωση, ἡ ὁποία ἐπεβλήθη διά τῆς ἐπιβολῆς πολλῶν δυνατῶν τῆς γῆς, οἱ ὁποῖοι ἦταν ὁμοφυλόφιλοι, εἶναι πολύ δεδομένο αὐτό.


Ἐπειδή, λοιπόν, ἤθελαν νά καταξιώσουν τόν ἑαυτό τους, τό πέρασαν νομικά δηλαδή, αὐτό εἶναι σίγουρο, ξέροντας τίς ἰσορροπίες τίς μαθηματικές ἀκόμη καί στά κοινοβούλια ἤ τά εὐρωκοινοβούλια, τά ὁποῖα καταξιώνουν τέτοιες καταστάσεις, δέν χρειάζεται νά ζητήσουμε ἀλλοῦ τήν ἱστορία· καί μερικοί ἄλλοι ἀνόητοι ἐν ὀνόματι τῆς δημοκρατικότητας τό ψήφισαν κι αὐτοί μαζί τους. Δηλαδή δέν μέ ἐνδιαφέρει αὐτή τή στιγμή ὁ νόμος. Ὁ νόμος ἁπλῶς εἶναι πρός χρήση, ἄν πρόκειται νά κρατήσει τή νόμιμη τάξη καί νά μή διαστρέψει τόν κόσμο. Ἄν πρόκειται νά διαστρέψει εἶναι νόμος παράνομος, δέν μοῦ λέει τίποτα αὐτό τό πράγμα.


Κι ἐπειδή εἶμαι σίγουρος ὅτι μετά ἀπό μερικά χρόνια ἤ δεκαετίες, δέν ξέρω, τό φαινόμενο θά ἐμφανιστεῖ κι ἐδῶ -δέν μπορεῖ, εἴμαστε κι ἐμεῖς μιμητικά ὄντα καί μεταδίδουμε τίς νόσους αὐτές, ὅπως τά ἀποδημητικά πτηνά μεταδίδουν τή γρίπη τῶν πτηνῶν, μεταδίδουμε κι ἐμεῖς αὐτή τή γρίπη τῆς ἀνωμαλίας συνέχεια- θά ᾽ρθει κι αὐτό ἐδῶ πέρα καί πρέπει νά ἔχουμε λόγο θεολογικό καί βασικά θεραπευτικό λόγο, γιά τή διαστροφή πού γίνεται μέσα ἀπ᾽ αὐτό τό γεγονός.


Νά προσπαθήσω, λοιπόν, χρησιμοποιώντας Ὅρους κατ᾽ ἐπιτομήν, ὅσο μπορῶ νά μπῶ σ᾽ αὐτό τό στοιχεῖο τῆς ἑνότητας καί νά μιλήσουμε γιά ἄλλους Ὅρους, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ἄμεση σχέση μ᾽ αὐτό τό γεγονός, ἀλλά ἐγώ βρίσκω σ᾽ αὐτή τή θεραπευτική τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, μέσα ἀπό τούς Ὅρους κατ᾽ ἐπιτομήν, αὐτά τά κείμενα πού προσαρμόζονται καί σέ τέτοια φαινόμενα καί τέτοια κείμενα θά χρησιμοποιήσω πιθανῶς γιά νά δώσω πιό βαθιές καί ὀργανωμένες θεολογικές ἀπαντήσεις, σέ τέτοιες διαστροφικές καταστάσεις.


Πρίν ἀρχίσω τήν ἀνάλυση τῶν κειμένων τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, νά πῶ καί πάλι, ὀνομάζω αὐτή τήν πράξη διαστροφή, μιά διαστροφή, γι᾽ αὐτό δέν θά πάψει ποτέ νά εἶναι διαστροφή. Ἀλλά ἕναν πού θά τόν δῶ μπροστά μου, πού ζεῖ αὐτή τή διαστροφή δέν θά τόν πῶ διεστραμμένο, γιατί δέν εἶναι γιά πάντα διεστραμμένος, μπορεῖ νά μετανιώσει. Ὁ διάβολος εἶναι διεστραμμένος, γιατί θά παραμείνει πάντα διάβολος.


Ἄρα κάνω μία διαφοροποίηση: ζεῖ μία διαστροφή, ἀλλά εὔχομαι νά μή ζεῖ αὐτή τή διαστροφή συνεχῶς, νά μή διαβολοποιηθεῖ, ὅπου ἡ διαστροφή θά γίνει μόνιμη. Ἀλλά ἐπειδή δέν ξέρω πόσο μόνιμα θά μείνει αὐτή ἡ διαστροφή πάνω του, ἐγώ δέν τόν λέω διεστραμμένο, ὄχι ἁπλῶς νά μήν τόν κατακρίνω, γιατί ἔτσι εἶναι τό πράγμα. Διεστραμμένος ὁριστικά εἶναι ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀμετανοησία καί δέν ξέρω τό πρόσωπο πού ἔχω μπροστά μου κατά πόσο θά διατηρήσει αὐτή τήν ἀμετανοησία του ἤ ὄχι σ᾽ αὐτό τό γεγονός, ἀλλά ὁπωσδήποτε ὅμως πρέπει νά πῶ -χωρίς νά φοβᾶμαι τίς λέξεις μου- ὅτι αὐτό εἶναι διαστροφή.


Σηκώνονται σήμερα οἱ ἐκπρόσωποι αὐτῆς τῆς ὄχι συμπαθοῦς τάξεως, ὅπως λένε μερικοί -καθόλου συμπαθής τάξη, δέν εἶναι κἄν τάξη, εἶναι μιά ὁμάδα ἐκφράσεως μιᾶς διαστροφῆς- καί λένε ἐντάξει τί νά κάνουμε, ἀφοῦ ἔτσι εἶναι τά πράγματα, πρέπει νά τό δεχτοῦμε, νά τό δοῦμε μέ συμπάθεια· καθόλου συμπάθεια. Οὔτε ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νά δεῖ μέ συμπάθεια. Τί θά πεῖ μέ συμπάθεια νά δεῖ ἡ Ἐκκλησία, τί νά δεῖ δηλαδή; Ἡ Ἐκκλησία βλέπει τά παιδιά της πού καταστρέφονται. Ποιά συμπάθεια νά δείξει ἡ Ἐκκλησία; Μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά συγκαταβεῖ σέ τέτοια τραγικά γεγονότα, νά ἀποδεχτεῖ, δηλαδή, τήν ἀρρώστια ὡς ἀρρώστια; Ἡ Ἐκκλησία θέλει νά θεραπεύσει καί νά φωνάξει, ὑπάρχει ἀρρώστια, πρέπει νά τό γιατρέψουμε. Ἄρα καμία συμπαθητική διάθεση καί καμία συγκατάβαση σ᾽ αὐτή τήν ἁμαρτία.


Συγκατάβαση στόν ἄνθρωπο γιά νά ὁδηγηθεῖ στή μετάνοια ναί, νά μιλήσω μαζί του ναί, δέν θά τόν διώξω, ἀλλά δέν μπορεῖ νά πεῖ, οὔτε τολμάει νά πεῖ αὐτό πού λένε σήμερα καί διαφημίζουν: εἴμαστε κι ἐμεῖς πολύ καλοί Χριστιανοί, στό Χριστό πιστεύουμε. Ἐντάξει, ἄν πιστεύεις στό Χριστό, ὁ Χριστός δέν εἶναι κάτι ἀφηρημένο, ὁ Χριστός ἐκφράζεται μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία Του καί μέσα ἀπό τή Γραφική Της καί Πατερική Της Παράδοση. Ἄν, λοιπόν, τό Χριστό πιστεύεις καί λές ὅτι εἶσαι καλός Χριστιανός, δέν μπορεῖς νά διαστρέφεις τήν Πατερική Παράδοση γιά τά βίτσια σου!


Δηλαδή πόσες κουβέντες θά μπορούσαμε νά κάνουμε· γιατί ἔφτασαν σ᾽ αὐτό τό προχωρημένο στάδιο, νά κάνουμε ὀρθόδοξη Θεολογία πάνω σ᾽ αὐτά τά θέματα. Κι ἐδῶ εἶναι ἡ ἀκραία διαστροφή πιά, νά ποῦν ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά δεχτεῖ κι αὐτούς τούς συμπαθεῖς ἀνθρώπους. Ὄχι δέν εἶναι καθόλου συμπαθής ἡ διαστροφή αὐτή καί τούς ἀνθρώπους τούς δέχομαι ὄχι ὅμως τή διαστροφή τους καί τούς δέχομαι πρός μετάνοια. Τό νοσοκομεῖο δέχεται ἀνθρώπους πρός θεραπεία, ὄχι γιά νά μείνουν μέσα ἐκεῖ πέρα νά διατηροῦν τήν ἀσθένειά τους καί νά βρίζουν τή θεραπευτική μέθοδο πού χρησιμοποιεῖ τό νοσοκομεῖο. Ἔτσι θέλουν, ἀλλά δέν μποροῦν νά παίξουν μέ τά γεγονότα αὐτά. Νά εἴμαστε σαφεῖς δηλαδή καί δέν μπορῶ νά πέφτω σέ συμπαθητικές, δημοκρατικές ἐκφράσεις. Εἶναι πολύ ἀνόητο νά κάνουμε αὐτή τήν κατάσταση, γιά νά φανοῦμε καλοί μέ τόν κόσμο. Δέν φαινόμαστε καλοί μέ τόν κόσμο.


Νά δοῦμε, ὅμως, λιγάκι τό Μέγα Βασίλειο, σέ ἄλλα ἐκφραστικά μεγέθη -θά φαίνεται στήν ἀρχή, ὅπως μιλῶ- ἀλλά νά δεῖτε στό σύνολό του, στήν ὁλική του ἔκφραση πῶς δίνει ἀπαντήσεις, ξεκινώντας ἐδῶ ἀπό τό συλλογικό μέγεθος, ἀπό τά μεγέθη τῆς ἑνότητας, πῶς λειτουργεῖται ἡ ἑνότητα μέσα στό χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας.


Στόν Ὅρο, λοιπόν, 225 -νά διαβάζω καί τό πρωτότυπο τοῦ πρωτοτύπου ἐρωτήματος, εἶναι πολύ μικρό συνήθως- καί παρατηρῶ πάντοτε, διαβάζοντας τή συγκριτική τοῦ κειμένου καί τῆς μεταφράσεως πόσο σπουδαῖο εἶναι νά κατανοεῖς, ὅσο εἶναι δυνατό, κατά τά μέτρα τῆς γνώσεως τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, νά κατανοεῖς καί τό πρωτότυπο κείμενο κι ἔχει πάντοτε ἄλλο κάλλος καί κρύβει ἄλλες ἑρμηνευτικές δυνατότητες. Νά δῶ τό πρωτότυπο λοιπόν, θά τό μεταφράσω, μή φοβάστε· καί δέν ἔπρεπε νά φοβάστε καθόλου τά ἀρχαῖα Ἑλληνικά ἤ ἀκόμη περισσότερο τή γλώσσα τῶν Πατέρων καί δή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, πού δέν εἶναι καθόλου μιά ἀρχαΐζουσα ἀρχαιοελληνική γλώσσα, ἀλλά εἶναι μιά βατή γλώσσα πού ἔχει πολύ μεγάλο κάλλος καί πολύ σπουδαία ποιητικότητα.


Λέει τό ἑξῆς στό ἐρώτημά του ὁ Μέγας Βασίλειος: «Τοῦ Κυρίου εἰπόντος, ὅπου ἐάν ὦσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν· πῶς τούτου καταξιωθῆναι δυνηθῶμεν;». Ὁ Χριστός, λέει, μᾶς εἶπε, ὅπου εἶναι δύο ἤ τρεῖς μαζεμένοι στό ὄνομά μου, ἐκεῖ εἶμαι ἀνάμεσά τους. Πῶς θά ἀξιωθοῦμε αὐτοῦ τοῦ γεγονότος; Βλέπετε παίρνει ἕνα ἐρώτημα ἑνότητας, ὅπου εἶναι δύο ἤ τρεῖς μαζεμένοι, τό ξέρετε αὐτό, καί εἶμαι ἀνάμεσά τους καί πάνω σ᾽ αὐτό τό δομικό στοιχεῖο τῶν δύο ἤ τριῶν -βλέπετε δύο ἤ τρεῖς, ὄχι ἕνας, ποτέ ἡ μοναδικότητα, ἡ ἀποκλειστικότητα, ὁ ἐγωισμός, ὁ ἀποκλεισμός- οἱ δύο ἤ τρεῖς ὅπου ὁ Χριστός εἶναι ἐν μέσῳ αὐτῶν.


Πῶς θά ἀξιωθοῦμε αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, πῶς θά τό ζήσουμε; Ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι δεδομένο ὅτι εἶναι ἀνάμεσα στούς δύο ἤ τρεῖς πού εἶναι συνηγμένοι ἐν τῷ ὀνόματί Του, προσέξτε ἐν τῷ ὀνόματί Του, ὄχι δύο ἤ τρεῖς πού εἶναι μαζεμένοι γιά ὁποιονδήποτε ἄλλο λόγο. Ὁ Χριστός πάντοτε εἶναι πανταχοῦ παρών γιατί εἶναι Ἀγάπη, ἀλλά λειτουργεῖ τήν ἑνότητα, ἐφόσον αὐτοί τό θέλουν καί τή θέλουν τήν ἑνότητα ἐν τῷ ὀνόματί Του. Πού σημαίνει γιά νά ὑπάρχει ἑνότητα, πρέπει νά ὑπάρχει Χριστός, ἄν τό θέλουν οἱ ἄλλοι. Ἄν δύο ἤ τρεῖς μαζευτοῦν νά κάνουν μιά συμμορία ἀνομίας -ὁ Χριστός τούς ἀγαπάει κι αὐτούς γιά νά μετανιώσουν καί θά κάνει γι᾽ αὐτούς θεραπευτική- ἀλλά δέν σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἐν μέσῳ αὐτῶν γιά νά συγκροτήσει τήν ἑνότητά τους.


Μπαίνω, δηλαδή, στό δομικό στοιχεῖο τῆς λέξης ἑνότητα, γιά τήν ὕπαρξη κοινωνικῶν ὁμάδων. Ὕπαρξη κοινωνικῶν ὁμάδων ὑπ᾽ αὐτή τήν ἔννοια, πού εἶναι χῶροι βαθιά ἀναπαυτικοί, θεραπευτικοί, ἀπαιτεῖ νά ὑπάρχει ὁ Χριστός καί νά δεχόμαστε τό Χριστό, ὅπως εἶναι, ὄχι ὅπως Τόν θέλουμε ἐμεῖς.


Ἄρα ἐγώ δέν μπορῶ νά δεχτῶ ἑνότητα κατ᾽ ἐπίφασιν συλλόγων, ὁμάδων ἐκφραστικῶν, κομμάτων, πεῖτε ὅ,τι θέλετε, πού ἔχουν σκοπούς. Ἄν ὁ σκοπός τους δέν εἶναι τό κατεξοχήν πρόσωπο πού ἑνώνει, ὁ Χριστός, δέν εἶναι ὁμάδες αὐτές. Εἶναι συμπίλημα ἀνόμων, ἐγωιστῶν ἀνθρώπων. Πάρτε το ὅπως θέλετε, εἶναι σύλλογος, εἶναι ὀργάνωση, εἶναι συνεταιρισμός, εἶναι ἑταιρεία, εἶναι κόμμα, πεῖτε το ὅπως θέλετε. Ἄν δέν ἔχει ἐν τῷ μέσῳ τό Χριστό καί δέν δέχεται τίς προθέσεις τοῦ Χριστοῦ, ἑνότητα δέν ὑπάρχει· γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ὅλα αὐτά διαλύονται, καταστρέφονται καί ὁδηγοῦνται σέ καίριες ἀντιπαλότητες.


Καί ὅπου βλέπετε σέ ὁμαδικές ἐκφράσεις ἀντιπαλότητες καί διαμάχες συνεχεῖς -διαμάχες ἀνθρώπινες μπορεῖ νά ὑπάρχουν, ἀλλά πρέπει νά θεραπεύονται- ἄν ὑπάρχουν συνεχεῖς διαμάχες καί συνεχεῖς ἀντιπαλότητες καί συνεχεῖς διχασμοί διατηρούμενοι, διπολικοί ἤ τριπολικοί διχασμοί, σημαίνει ὅτι ἐκεῖ μέσα δέν ὑπάρχει ποτέ ὁ Χριστός.


Κατά τ᾽ ἄλλα τά ἀνθρώπινα μπορεῖ νά ὑπάρχουν, ἀνάμεσα σέ δύο καλούς Χριστιανούς μπορεῖ νά ὑπάρχει ἕνας πειρασμός, μιά δυσκολία, μιά μικρή ἀντιπάθεια, ἀλλά αὐτό εἶναι πρός θεραπεία. Ἄν ὅμως αὐτό διατηρεῖται συνεχῶς καί διαιωνίζεται συνεχῶς, τότε ἐδῶ ὑπάρχει δαιμονική κατάσταση, ὅπου ὁ διχασμός εἶναι διαιωνιζόμενος, διαιωνίζεται, βλέπετε, περνάει διά τῶν αἰώνων, δέν ὑπάρχει τίποτα ἀπ᾽ τό Χριστό.


Ἄρα βλέπετε καί μόνο πού λέω μερικές κοινωνικές ἀντιπαλότητες καί μόνο πού λέω πολιτική ἀντιπαλότητα στό οἰκονομικό ἐπίπεδο, δεξιοί ἀριστεροί, ἄν αὐτό διαιωνίζεται, εἶναι δαιμονιῶδες. Ἄν ὑπάρχει, δηλαδή, ἕνα ἑνωτικό στοιχεῖο πού θά κάνει νά ξεπεράσουν τήν ἀντιπαλότητά τους πέρα ἀπό τίς ἰδέες. Οἱ ἰδέες μόνες δέν μᾶς χωρίζουν, οἱ ἰδέες εἶναι πρός κατάθεση γιά μιά περαιτέρω διεργασία μέ κουβέντα, μέ συζήτηση. Ἄν, ὅμως, οἱ ἰδέες αὐτές πάντοτε παραμένουν ὡς ὁριστικοποιημένες πράξεις διχασμοῦ, ἐδῶ ὑπάρχει διχασμός, ὑπάρχει δαιμονοποίηση τῆς καταστάσεως καί φυσικά ὄχι παρουσία Χριστοῦ καί ὄχι ἀγάπη. Αὐτό, προσέξτε, τό γεγονός εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο, σέ ὁποιαδήποτε ὁμάδα καί νά τό ἐφαρμόσετε.


Ἔτσι δέν μπορῶ νά πῶ ὅτι ὑπάρχει αὐτή τή στιγμή, γιά νά ἔρθω, ἄς ποῦμε, στό προκείμενο, γιά νά τό χαριτολογήσω καί λίγο, ἕνας σύλλογος προστασίας τῶν δικαιωμάτων τῶν ὁμοφυλοφίλων. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει τέτοιο πράγμα, ὅσο ἑνωτικά στοιχεῖα καί νά ἔχει· καί θά μοῦ πεῖ κάποιος, ὑπάρχει ἕνα Πρωτοδικεῖο πού κάνει τό σύλλογο σύλλογο. Ἀλίμονο ἄν ἡ ἑνότητα χαρακτηριζόταν ἀπό τήν πράξη ἑνός Πρωτοδικείου· θά ἦταν τελείως ἀνόητο νά μπορεῖ ἕνα ὄργανο δικαστικῆς μορφῆς ἤ ἐκφράσεως κάποιας βουλήσεως κάποιου νομοθέτου, νά ἀποκτήσει τή δυνατότητα νά ἑνώνει τούς ἀνθρώπους, δέν γίνεται αὐτό τό πράγμα. Ἡ ἑνότητα ὑπάρχει μόνο ἐν Χριστῷ καί ἐν ἀγάπῃ, μέ τήν ἀγάπη ὅπως τή λέει ὁ Χριστός καί τίποτε ἄλλο.


Ἔτσι, λοιπόν, τό ἐρώτημα εἶναι πάρα πολύ καίριο, πῶς αὐτό θά μπορέσουμε νά τό ζήσουμε, λέει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἐν μέσῳ δύο ἤ τριῶν. Νά δοῦμε τί λέει ὁ Μέγας Βασίλειος καί ἔχει σημασία γιά ὅλες αὐτές τίς ἄνομες ἑνότητες πού παρουσιάζονται γύρω μας. Ὅλοι κάνουν μιά σύμπηξη μιᾶς ὁμάδας καί οἱ γκάνγκστερ μπορεῖ νά κάνουν ὁμάδα, δηλαδή μαφία εἶναι μιά ὀργανωμένη ὁμάδα, ἀλλά αὐτό δέν ἐκφράζει τίποτα γιά μᾶς. «Οἱ συναχθέντες εἰς τό ὄνομα κάποιου ὀφείλουν ὁπωσδήποτε νά γνωρίζουν τόν σκοπόν αὐτοῦ πού τούς συνήγαγε καί νά ἑτοιμάζονται πρός αὐτόν τόν σκοπόν», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, πρέπει νά ξέρουν ποιός τούς μάζεψε καί ποιός εἶναι ὁ σκοπός τους.


Ἔχει σημασία, ποιός μᾶς μάζεψε, ποιός εἶναι ὁ σκοπός μας. Κι ἐδῶ ἡ συγκεκριμένη περίπτωση εἶναι τό ποιός, ἔχει σημασία, ποιός; Μπορεῖ κάποιος, κατά τά ἀνθρώπινα μεγέθη, νά μᾶς μαζέψει; Τολμῶ νά πάω παρακάτω τό ἐρώτημα, μπορεῖ κάποιος νά γίνει ἀρχηγός; Ἡ ὀρθόδοξη Θεολογία, μέσα ἀπό τή γλώσσα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, λέει ὄχι. Κανείς δέν ἔχει τή δυνατότητα νά μαζέψει καί νά γίνει ἀρχηγός. Ἄν κάποιος ἔχει τό κουράγιο νά κάνει μιά σύναξη ἀνθρώπινη, θά τήν κάνει ὡς παρουσία Χριστοῦ ἀνάμεσα, ἐν τῷ μέσῳ αὐτῶν.


Βλέπετε τί λέμε, στήν τοπική Ἐκκλησία, ὁ Ἐπίσκοπος ἀκριβῶς συμβολίζει τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι δέν ἐκφράζει τόν ἑαυτό του. Εἶναι ἀκριβῶς μιά ὁρατή παρουσία ἑνότητος, σημεῖο ἑνότητος τοῦ Χριστοῦ. Ἐν ὀνόματι τοῦ ἐπισκόπου δέν συνασσόμεθα. Τό Χριστό ἐκφράζει καί ἐκφράζει τήν ἑνότητα αὐτή, πού πρακτικά ἐκφράζεται μέσα ἀπ᾽ αὐτή τή σύναξη τήν ἀνθρώπινη. Γιατί ὁ Ἐπίσκοπος καί μετά ὅλο τό τίμιο Πρεσβυτέριο καί ὁ λαός θά ἐκφράσουν τήν ἀγαπητική πρόκληση τῆς ἑνότητας πού ἔρχεται μέσα ἀπ᾽ τό Χριστό.


Κανείς δέν μπορεῖ νά μαζέψει κανέναν καί νά γίνει ἀρχηγός. Ἀλλά ὅταν ἀκοῦμε καί τή λέξη ἀρχηγός, αὐτός πού μᾶς ἔσωσε, αὐτός ἔκανε αὐτό τό κίνημα, αὐτός ἔκανε αὐτό, ἔκανε τό ἄλλο, εἶναι μιά ἀνόητη φράση καί εἶναι μιά παραχάραξη τῆς ἀγαπητικῆς ἰδιότητας τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος μᾶς συνάζει. Ὅ,τι καλό γίνεται, ἐν ὀνόματι κάποιας ἑνότητας ἀνθρωπίνης, γίνεται μόνο ἀπ᾽ τό Χριστό. Θά πεῖτε εἶσαι ἀπόλυτος, γιατί ἀγαπᾶς τό Χριστό καί τά λοιπά. Μά δέν εἶναι αὐτή ἡ ἀπολυτότητα. Νά μοῦ βρεῖτε κάποιον πού μπορεῖ νά ἑνώσει τούς ἀνθρώπους.


Πάρτε ὅλα τά συστήματα τῆς ἑνότητας. Μαζεύτηκαν νά κάνουν ὅλοι μιά ἐπανάσταση κι εἶχαν ἀρχηγό. Στήν πορεία νά δεῖτε μετά πῶς διχάστηκαν ὅλοι αὐτοί. Δέν ὑπάρχει οὔτε μία ἱστορική μαρτυρία, πού ἀπό τέτοιες ὁμάδες καλῶν ἐπαναστατικῶν κινημάτων -διαβάστε τήν ἱστορία τῶν ἐπαναστάσεων ἤ τῶν κινημάτων- πῶς ἡ συνέχεια αὐτῶν τῶν κινημάτων μετά ἀπό λίγα χρόνια, δέν χρειάζεται νά πᾶμε σέ μακροχρόνιες διαδικασίες, ἦταν μιά κατάληξη διχασμοῦ τῶν ἴδιων τῶν κινημάτων, πού ἦταν δῆθεν σωτήρια, ἀπολυτρωτικά καί τά λοιπά. Ὅλες αὐτές οἱ μορφές μετά καταλύονται, γιατί ἀκριβῶς εἶναι ἐγωιστικές μορφές καί γιατί καταξιώθηκαν μέσα ἀπό τήν ἡρωική κίνηση κάποιου ἐγωιστοῦ ἀρχηγοῦ.


Ἄρα ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται ποτέ ἀρχηγό. Γιατί καί μόνο ἄν δεχτοῦμε τή λέξη ἀρχηγός, πρέπει νά δεχτοῦμε τόν ἄκρως ταπεινούμενο, γιατί ὁ Χριστός εἶναι ὁ πρῶτος ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν καί γιατί εἶναι ὁ ἔσχατος, δηλαδή ἔγινε ἔσχατος ἄχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ. Ὑπ᾽ αὐτή τήν ἔννοια γίνεται Πρῶτος. Ὁ διακονῶν εἶναι ὁ πρῶτος. Ἐκεῖνος πού διακονεῖ καί πεθαίνει γιά τόν ἄλλο, αὐτός εἶναι ὁ πρῶτος γιά μᾶς, δέν ὑπάρχει ἄλλος πρῶτος. Ἄρα ὅλες οἱ ἄλλες μορφές κινημάτων, τοῦ ἀρχηγοῦ πού ἑνώνει τούς ἀνθρώπους, τοῦ ἐκφραστοῦ ἑνός μέσου, εἶναι ἀνόητες ἐκφράσεις δηλαδή.


Ἄρα δέν μπορεῖ νά ἐμφανιστεῖ ἕνας σύλλογος νά ὑποστηρίξει τά δικαιώματα κάποιας μορφῆς ἀνομίας. Ὑπάρχει αὐτή ἡ μορφή καί ὑποστηρίζει τά δικαιώματα αὐτά καί θέλει νά τά περάσει σέ ἄλλους χώρους. Καί φυσικά ἄν γίνουν παλινδρομήσεις καί αὐτό δέν τό καταλάβουμε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί καί τό δεχτοῦμε, δέν σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία θά χάσει, ἐμεῖς χάνουμε δηλαδή. Χάνουμε καί χαλᾶμε τό κάλλος τῆς ὀρθόδοξης Θεολογίας. Ἔτσι, λοιπόν, ἐδῶ πέρα ὑπάρχει ἑνότητα καί ὑπάρχει ὁ σκοπός.


Ποιός εἶναι ὁ σκοπός; Νά θυμηθεῖτε ἕναν κανόνα, ὑπάρχει στό Πηδάλιο, πού μιλάει γιά τή συνωμοσία καί τήν τυρεία, συνωμοσία ἤ φατρία. Ὁ φατριασμός σημαίνει ἕνας διχασμός, κάποιοι ἔρχονται καί φατριάζονται· καί λέει τό ἑξῆς, κάτι πολύ ὡραῖο πού λέει ὁ κανόνας καί τό ἐπιτείνει ἡ ἑρμηνευτική διάταξη τοῦ μεγάλου ἑρμηνευτοῦ, τοῦ Βαλσαμώνα, πού ἑρμήνευε πολλές διατάξεις στό Πηδάλιο μαζί μέ τόν Ζωναρᾶ.


Λέει, λοιπόν, ἐκεῖ: ἄν ὑπάρχει μέσα στό χῶρο τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας μιά ὁμάδα ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τούς δικούς τους σκοπούς, ἄς εἶναι καί γιά καλό αὐτοί οἱ σκοποί, αὐτό εἶναι φατρία, εἶναι δαιμονικό· κι ἄν οἱ σκοποί εἶναι πολύ καλοί, ἀλλά ἄν αὐτοί διχάζονται μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δημιουργοῦν ἕνα ρῆγμα μέσα στήν Ἐκκλησία αὐτό εἶναι φατρία, εἶναι διχασμός. Ὅπου ὑπάρχει, λοιπόν, σκοπός ἔστω καί καλός -πόσῳ μᾶλλον ἄν εἶναι καί κακός ὁ σκοπός- μιλάω γιά τόν καλό τό σκοπό, δέν ὑπάρχει ἑνότητα.


Ὅποιος ἀποκόπτεται μέσα ἀπό δῶ, νά βγάλει μιά καλή κατάσταση, νά πεῖτε ἐδῶ σέ αὐτή τήν ἐνορία δέν γίνεται καλό φιλανθρωπικό ἔργο κι ἐμεῖς θέλουμε νά κάνουμε μιά δική μας ὁμάδα, θά κάνουμε καλό φιλανθρωπικό ἔργο, θά τό κάνουμε ἔτσι ἀνεξάρτητα, μόνοι μας, εἶναι καλός ὁ σκοπός σας, ἀλλά αὐτό εἶναι φατρία, γιατί ἀποκόπτεσθε περιφρονώντας τούς ἄλλους πού δέν μποροῦν νά κάνουν φιλανθρωπία, ὅσο τή φαντάζεσθε ἐσεῖς. Ἀκριβῶς θά μπεῖτε μέσα στό σῶμα καί θά ἀντέξετε τούς ἄλλους πού δέν ἔχουν νά τό κάνουν ἔτσι τό πράγμα, θά ἀντέξετε τή γνώμη τῶν ἄλλων, γιά νά γίνει ἀκριβῶς μιά ἄλλη ἰσορροπία, ὄχι δημοκρατική ἰσορροπία, νά ἐκφραστεῖ πρώτα ἡ ἑνότητα καί μετά τό καλό τό ἔργο. Ἄν ὑπάρχει καλό ἔργο χωρίς ἑνότητα, δέν κάνουμε τίποτε.


Ἄρα, λοιπόν, ἐδῶ πέρα ὅλες αὐτές οἱ ὁμάδες τῆς ἀνομίας δέν μποροῦν νά μιλοῦν οὔτε γιά ἑνότητα, οὔτε [να λένε] ὅτι ἔχουν δικαιώματα, πού προβάλλονται μέσα ἀπό ἀνεξάρτητες ὁμάδες, πού θέλουν ἀκόμα νά βοηθήσουν καί τή σκέψη, ὅπως λένε, τῆς Ἐκκλησίας γιά νά γίνει πιό συγκαταβατική καί πιό φιλάνθρωπη. Πιό δαιμονιῶδες πράγμα δέν ἄκουσα. Προτείνουν στήν Ἐκκλησία νά γίνει φιλάνθρωπη, δηλαδή προτείνουν στό χῶρο τοῦ κάλλους τοῦ φωτός, νά γίνει φῶς· μά τό φῶς δέν μπορεῖ νά γίνει πιό πολύ φῶς.


Καί δέν μπορεῖ νά τό πεῖ αὐτό ἕνας, ὁ ὁποῖος ζεῖ μιά διαστροφή, ἀφοῦ ἡ διαστροφή του τόν ὁδηγεῖ σέ ἀδυναμία νά ἔχει κάθαρση νοός. Πῶς αὐτός θά μοῦ προτείνει τί εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο εἶναι τό καλύτερο γιά τούς ἀνθρώπους καί θά προτείνει στήν Ἐκκλησία νά γίνει συγκαταβατική; Ἀπό αὐτό κάτι πιό ἄνομο δέν ἄκουσα. Τί προτείνει δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι συγκαταβατική; Δέν ἐκφράζει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Δέν συγκαταβαίνει ὁ Χριστός, λοιπόν, μέχρι τόν Ἅδη καί ἡ Ἐκκλησία δέν μαζεύει τόν κάθε πονεμένο καί κουρασμένο καί τόν συγχωρεῖ καί τόν ἀγαπάει; Αὐτοί θά μᾶς τό ποῦν ἄν ἡ Ἐκκλησία εἶναι συγκαταβατική; Γιά νά περάσουν δῆθεν δημοκρατικά μηνύματα; Ποῦ εἶναι ἡ ἑνότητα; Ποῦ εἶναι ὁ Χριστός κι ἄν ὁ Χριστός λέει τέτοια πράγματα; Ποιοί, λοιπόν, εἶναι αὐτοί πού θά τό καταξιώσουν;


Πρέπει νά ὑπάρχει κάποιος πού μαζεύει καί νά ὑπάρχει ἕνας πού ἔχει ἕνα σκοπό. Δέν ξέρω ὅταν λέμε γιά σκοπούς, τί ἐννοοῦμε σκοπούς. Πέρα ἀπό τό σκοπό τῆς ζωῆς σας, ὁ σκοπός γιατί κάνετε αὐτό, γιατί κάνετε τό ἄλλο, γιατί βρίσκεστε ἐδῶ, γιατί κάνετε αὐτή τήν πράξη. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί ἕνα σκοπό ἔχουμε. Ὁ στόχος μας εἶναι ὁ Χριστός, σ᾽ Ἐκεῖνον κινούμεθα δηλαδή καί ὁ στόχος μας εἶναι ὅ,τι γίνει νά γίνει ἐν Χριστῷ. Ὅλη ἡ ζωή μας εἶναι μιά χριστολογική παρουσίαση. Δέν ἔχουμε ἰδιαίτερους καί ἀνεξάρτητους στόχους ἐμεῖς.


Ὅ,τι καί νά κάνουμε, ἀκόμη καί καλό, ἄν αὐτό τό καλό γίνει χωρίς χριστολογικούς στόχους, χωρίς τόν ἁγιασμό μας καί τόν ἁγιασμό τοῦ κόσμου, δέν ὑπάρχει νόημα νά γίνει. Εἶναι ὁριζόντιο ἔργο, τό ὁποῖο θά καταξιωθεῖ σάν ἐγωισμός μετά, θά καταλήξει ἐγωισμός, προβαλλόμενος ἐγωισμός. Πόσῳ μᾶλλον νά προβάλεις ἐγωιστικά τή διαστροφή σου δηλαδή καί νά λές ἔτσι εἶμαι καί μοῦ ἀρέσει πάρα πολύ αὐτό πού εἶμαι καί δέν ἀλλάζω. Ἐδῶ, λοιπόν, προβάλλεται μόνο ὁ ἐγωισμός σέ αὐτή τήν περίπτωση καί τίποτε ἄλλο.


Ἔτσι, λοιπόν, γιά νά ἀξιωθοῦμε αὐτῆς τῆς χάριτος, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος «πρέπει ἀκριβῶς νά ξεπεράσουμε πρῶτα κάθε κακία καί κάθε ἀμέλεια, γιά νά ἔχουμε ἑνότητα» λέει «καί νά μποροῦμε νά προτείνουμε στοιχεῖα ἑνότητας στή ζωή τοῦ κόσμου, ὅπου θά ἀποκαλυφθεῖ ὁ Χριστός πού εἶναι τό στοιχεῖο τῆς ἑνότητάς μας». Ἀρχίζει πιά ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος κι ὁρίζει τήν κάθαρση καί μιλάει γιά τήν κακία καί τήν ἀμέλεια.


«Γιατί», λέει, «ὅπως οἱ κληθέντες ἀπό κάποιον, ἄν μέν ὁ καλέσας ἔχει σκοπό νά θερίσει, παρασκευάζονται γι᾽ αὐτό τό ἔργο». Ἄν σᾶς καλέσει κάποιος νά κάνετε κάποια δουλειά, ξέρετε [ὅτι] αὐτός σᾶς κάλεσε γιά νά θερίσετε. Γι᾽ αὐτό σᾶς καλεῖ νά ᾽ρθεῖτε νά τόν βοηθήσετε. «Ἐάν δέ ἔχει σκοπό νά οἰκοδομήσει, ἑτοιμάζονται οἱ κεκλημένοι γιά νά οἰκοδομήσουν. Ἔτσι καί οἱ κληθέντες ἀπό τόν Κύριο, ὀφείλουμε νά ἐνθυμηθοῦμε τόν Ἀπόστολο πού λέει "παρακαλῶ ὑμᾶς ἐγώ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ, νά περιπατῆτε ἀξίως τῆς κλήσεως εἰς τήν ὁποίαν προσεκλήθητε μετά πάσης ταπεινοφροσύνης καί πρᾳότητος, μετά μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες νά τηρεῖτε τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος διά τοῦ συνδέσμου τῆς εἰρήνης.


Ἕν σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε μέ μία ἐλπίδα τῆς κλήσεως ὑμῶν"». Αὐτό καί μόνο τό κείμενο τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἐδῶ, πού χρησιμοποιεῖται ἀπό τό Μέγα Βασίλειο, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο γιά νά ὁρίσουμε πιά τά πρακτικά στοιχεῖα τῆς ἀνθρωπολογίας, δηλαδή τοῦ τρόπου ζωῆς τῆς ἑνότητας. Βλέπετε, ἐπαναλαμβάνω τά στοιχεῖα αὐτοῦ τοῦ κειμένου, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο. Εἴμαστε καλεσμένοι ἀπό τό Χριστό. Πῶς θά ἐκφράσουμε αὐτή τήν ἑνότητα, ἐφόσον εἶναι ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας, τί εἶναι ὁ Χριστός γιά μᾶς; Νά, λέει «παρακαλῶ ὑμᾶς». Προσέξτε, ποιά εἶναι ἡ ἰδιότητα τοῦ ἀποστόλου Παύλου; Δέν λέει ἐγώ ὁ πρόεδρος, ὁ τάδε, τάδε, λέει «ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ». Δέν εἶναι ὁποιοσδήποτε ἐκφραστής κάποιου εἰδικοῦ μεγέθους, κάποιου συλλόγου, κάποιας ὁμάδας, κάποιας ἐπαναστατικῆς κινήσεως, νά δείξει πόσο δυνατός εἶναι.


Ποιός ἀρχηγός θά τολμοῦσε νά πεῖ: «ἐγώ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ», «δέσμιος» καί «ἐν Κυρίῳ», νά πεῖ, κοίταξε ἐγώ εἶμαι δοῦλος Κυρίου, τίποτε ἄλλο. Μποροῦν οἱ ἀπελευθερωτές, πού κάνουν ἀπελευθερωτικά κινήματα καί ἐκφράζουν δῆθεν μοντέρνες ἰδέες καί δημοκρατικές ἰδέες νά ποῦν ὅτι εἶναι δέσμιοι ἐν Κυρίῳ; Σίγουρα μποροῦν νά ποῦν εἴμαστε δέσμιοι τῶν παθῶν μας. Δέν τό λένε ἔτσι, γιατί αὐτό πού κάνουν δέν τό θεωροῦν πάθος δηλαδή.


Ἔχω ἀκούσει τόσα πολλά αὐτές τίς μέρες καί ἔχει κουραστεῖ πολύ τό μυαλό μου. Χρησιμοποιῶ τήν ὁρολογία τους, γιατί βγαίνουν εὐκαίρως, ἀκαίρως σέ ἐφημερίδες καί κανάλια καί λένε χίλιες ἀνωμαλίες καί δέν σηκώνεται κανείς νά πεῖ τίποτα, γιατί φοβοῦνται μή φανοῦν μή μοντέρνοι δηλαδή. Μά εἶναι δυνατόν; Καί σοβαροί ἄνθρωποι πού ἔχουν ἀντίθεση μέ αὐτή τή διαστροφή, σοβαρότατοι ἄνθρωποι.


Τούς ἀκοῦν ἔτσι στά κανάλια χαμογελώντας καί λένε, ἔτσι εἶναι ἡ ζωή, τί νά κάνουμε κι αὐτό εἶναι μιά ἔκφραση, ὁ ἄνθρωπος δημοκρατικά ἐκφράζεται· κι αὐτοί ἐκφράζονται ὡς πρόεδροι σωματείων καί τά λοιπά πού ἐκφράζουν τή διαστροφή. Δέν μπορῶ νά τό ἀνεχτῶ αὐτό τό πράγμα, γιατί ἀκριβῶς πρέπει νά ὑπάρχει ἕνας ἄλλος λόγος καί αὐτός ὁ λόγος δέν περνάει καί γιά νά γελάσουν τό πολύ-πολύ βάζουν ἕναν παπα-Τσάκαλο νά πεῖ κάνα καλαμπουράκι νά γελάσουμε. Καλά κάνει ὁ παπα-Τσάκαλος, τούς γελοιοποιεῖ, ἀλλά ἐμεῖς θέλουμε ἀπαντήσεις. Τόν παππούλη τόν ἀγαπῶ πολύ, γιατί εἶναι μιά ἐλεύθερη φωνή. Λέει τρέλες δηλαδή, ἀπίθανες τρέλες καί μέσα ἀπό τήν τρέλα βγαίνουν πολλά πράγματα.


Ἀλλά αὐτοί αὐτό θέλουν, νά πεῖ καί ἡ Ἐκκλησία τό λόγο Της, πού ἡ Ἐκκλησία λέει μιά τρέλα· ἀλλά αὐτοί γελᾶνε, τόν παίρνουν γιά νά γελᾶνε ἐκεῖ, τόν ἔχουν «μαϊντανό» γιά νά γελᾶνε, αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία. Ὁ ἄνθρωπος καλά κάνει, πάει νά δώσει μιά μαρτυρία, ἀλλά τό κάνουν γιά νά γελάσουν. Ἄν τολμοῦσε νά πεῖ ἕνα λόγο πιό βαθύ θά τόν πετοῦσαν ἔξω, δέν θά τόν καλοῦσαν φυσικά. Θά γινόταν ἐνοχλητικός, τώρα εἶναι χαριτωμένος. Λένε μερικές διαστροφές καί γιά νά περάσει πιό χαριτωμένα τό παραμύθι τους, ὑπάρχει κι ἕνα γέλιο πού βγαίνει ἀπό ἕναν παπά δηλαδή. Ἐδῶ εἶναι ἡ ἱστορία τῆς διαστροφῆς ἀκόμη περισσότερο.


«Παρακαλῶ ὑμᾶς ἐγώ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ νά περιπατῆτε ἀξίως τῆς κλήσεως». Βλέπετε πῶς περπατοῦμε, ἡ ἑνότητα πῶς χαρακτηρίζεται; Ἐκεῖνος πού ἑνώνει μιά ὁμάδα κι ἔχει κάτι νά φωνάξει μές τήν κοινωνία εἶναι νά περπατήσει ἀξίως τῆς κλήσεως. Νά δεῖς γιατί εἶμαι καλεσμένος ἐδῶ. Δηλαδή εἶσαι καλεσμένος νά φωνάζεις γιά μιά διαστροφή; Νά τή διαφημίζεις παντοῦ δηλαδή; Γι᾿ αὐτό σέ κάλεσε; Ποιός σέ κάλεσε; Εἶσαι αὐτόκλητος.


Ἐδῶ λέει νά εἶστε «ἀξίως τῆς κλήσεως», εἴμαστε ὅλοι κεκλημένοι, εἴμαστε κλητοί, κεκλημένοι εἴμαστε ὅλοι. Ἄλλο ἄν εἴμαστε ἐκλεκτοί ἤ ὄχι, ἀλλά εἴμαστε καλεσμένοι τουλάχιστον καί ἀξίως τῆς κλήσεως. Κανείς δέν εἶναι αὐτο-ζωή καί αὐτο-ύπαρξη καί αὐτο-θεωρία. Γιατί κάποιος καλεῖται νά κάνει μιά ἐπανάσταση, νά φέρει κάτι καινούργιο στόν κόσμο; Ποῦ τοῦ ἦρθε στό κεφάλι ἔτσι; Ποιός τόν κάλεσε; Ποιός τοῦ ἔδωσε ἐντολή; Ἔχει πολύ μεγάλη σημασία. Ὁ καθένας μπορεῖ νά πεῖ κάτι καί καλεῖ ἀνθρώπους ἐδῶ. Ποιός σέ κάλεσε; Ποιός εἶσαι ἐσύ;


Δέν ρωτοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι στόν Πρόδρομο, ποιός εἶσαι ἐσύ; Ποιός σέ ἔβαλε ἐδῶ πέρα νά βαπτίζεις; Ἐν ὀνόματι ποίου βαπτίζεις; Αὐτά τά ἀλλεπάλληλα ἐρωτήματα ἦταν καίρια ἐρωτήματα θεολογικῆς ἱστορίας, τά ὁποῖα μετά τά ἀπηύθυναν στό Χριστό. Ποιός εἶσαι ἐσύ; Κι ἔλεγε, ἐγώ εἶμαι ἐκ τοῦ Πατρός καί τά λοιπά. Ἔλεγε, ἐκ τοῦ Πατρός ἦλθον, ἀπαντοῦσε ὁ Χριστός. Ποῦ νά καταλάβουν ἐκεῖνοι...


Αὐτό τό ἐρώτημα εἶναι: Ποιός σέ κάλεσε, ἀπό ποῦ πῆρες ἐντολή; Ἤ θά πεῖς πῆρα ἐντολή ἀπό τόν ἑαυτό μου ἤ θά πεῖς, πῆρα ἐντολή ἄνωθεν. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι, ἀκόμη καί πολλοί αἱρετικοί -εἶναι οἱ σύγχρονες αἱρέσεις- ὁμιλοῦν γιά ἄνωθεν κλήσεις, δηλαδή εἶδα τό Χριστό, τήν Παναγία, εἶδα κάποιο πνεῦμα, κάποιον ἄγγελο καί μέ κάλεσε· αὐτά τά ἀνόητα τά πράγματα. Εἶναι μιά ἄλλη κλήση αὐτή, πού ὅταν καλεῖσαι γιά κάτι, καλεῖσαι μέ τόν τρόπο πού καλεῖσαι καί καταξιώνεις αὐτό τό ὁποῖο καλεῖσαι.


«Περιπατῆτε ἀξίως τῆς κλήσεως εἰς τήν ὁποίαν προσεκλήθητε». Εἶστε προσκεκλημένοι. Πῶς; «Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης». Ἡ ταπεινοφροσύνη δέν ἐπιτρέπει αὐτό τό ὁποῖο κάνεις, νά τό φωνάζεις καί νά τό διαφημίζεις. Λές μιά ἀλήθεια καί τίποτε ἄλλο· δέν λές, ἐμεῖς κάνουμε αὐτό καί τά λοιπά καί τά λοιπά καί εἴμαστε αὐτό καί θέλουμε νά σώσουμε τόν κόσμο· καθόλου.


«Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης». Αὐτό ἔχουμε νά ποῦμε, τίποτε ἄλλο. «Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης». Ποῦ εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη δηλαδή, ὅταν ὁ ἄλλος λέει, εἶναι δική μου ἡ ἐλευθερία, δέν σκέφτεσαι τόν ἄλλο δηλαδή; Τά παιδιά μου δέν τά σκέφτεσαι; Καί τό πολύ-πολύ εἶσαι ἐλεύθερος νά ἔχεις τό βίτσιο σου κρυμμένο, γιατί τό προβάλλεις στούς ἄλλους; Εἶναι ταπεινοφροσύνη αὐτό, νά τό περνᾶς μέ τό ζόρι πάνω στόν ἄλλο; Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἱστορία. Ἐδῶ κανονικά οὔτε ἡ Ἐκκλησία -ἄν τῆς ποῦνε, μή μιλᾶς- ἡ Ἐκκλησία στά κανάλια νά μή μιλάει.


Ἐκεῖ εἶναι ὁ καημός μας δηλαδή; Κι ἄν ποῦμε κάτι, θά τό ποῦμε ἐν πάσῃ ταπεινοφροσύνῃ, λέγοντας ὄχι τίς ἰδέες μας, νά ποῦμε αὐτό πού λέει ὁ Χριστός μας δηλαδή. Ἄν λές τίς δικές σου ἰδέες εἶναι καθαρός ἐγωισμός. Κανείς δέν ἔχει δικές του ἰδέες μόνος του, γιατί ὁ δωρεοδότης τῶν ἰδεῶν εἶναι ὁ Χριστός. Ποῦ βρίσκεις τίς ἰδέες, δηλαδή; Ἄρα πῆρες τίς ἰδέες τοῦ Χριστοῦ καί τίς διέστρεψες.


Μόνο αὐτό ἔχω νά πῶ. Ἄν ἔχεις ἰδέες, ποῦ βρίσκεις τίς ἰδέες; Ποιός σέ ἔφτιαξε νά ἔχεις ἰδέες; Ποιός σοῦ ἔδωσε ἐγκέφαλο καί μυαλό; Τό βρῆκες μόνος σου; Τό ἔφτιαξες μόνος σου; Καί ποῦ κατέβασε αὐτές τίς ἰδέες; Αὐτογενῶς ἦρθαν μέσα; Εἶναι μεγάλα ἐρωτήματα αὐτά, πού πρέπει νά μοῦ τά ἀπαντήσουν, ἐφόσον κινοῦνται, δῆθεν κουλτουριάρικα καί φιλοσοφικά καί κάνουν καί φιλοσοφικό λόγο στά πράγματα -ἐκεῖ καταντήσαμε- πρέπει νά δώσουν ἀπαντήσεις τέτοιες, ὅπως ἐδῶ τά ἐρωτήματα τοῦ ἀποστόλου Παύλου.


«Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης καί πρᾳότητος, μετά μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ». Καί δέν δέχομαι κουβέντες ψεύτικες δηλαδή. Πόσες φορές πού κουβέντιασα -καί μιά φορά ἦταν δημόσια κουβέντα ἀπό κανάλι- ὅταν ἄρθρωσα τέτοιο λόγο μοῦ εἶπαν «μά ἐμεῖς ἀγαπᾶμε, εἴμαστε ἄνθρωποι τῆς ἀγάπης». «Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ», λέει «ἐμεῖς ἀγαπᾶμε, γι᾽ αὐτό εἴμαστε ὁμοφυλόφιλοι, ἀγαπᾶμε, εἶναι μιά μορφή ἀγάπης».


Μά ποτέ δέν σκέφτηκε κάποιος τήν ψυχολογία τοῦ ὁμοφυλόφιλου, πού ὅσο τή μελετᾶς, σέ ἕνα πρακτικό ἐργαστήριο ἐξομολογήσεως, εἶναι μιά κατάσταση ὄχι ἁπλῶς διαστροφῆς, ἀρρωστημένης ψυχοσύνθεσης· δηλαδή, μόνο κατά τά ἀνθρώπινα τά μέτρα, ὄχι τά ἐκκλησιαστικά, θά ἅρμοζε νά εἶναι κλεισμένοι σέ ἕνα ψυχιατρεῖο καί νά τούς κάνουν θεραπεία. Ἄν δεῖς τό βαθύ μίσος πού κρύβουν μέσα γιά τόν ἄνθρωπο.


Εἶναι κλεισμένοι σέ μιά ἀγάπη κλειστή τελείως, σέ κάποιο πρόσωπο, καταξιώνοντας τά βίτσια τους, τό ὁποῖο μετά ἀπό χρόνια τό ὁδηγοῦν σέ ἕνα βαθύ μίσος· καί ὅταν ἐκεῖνος ὁ ὁμοφυλόφιλος -μοῦ τόν πέταξε ἐκεῖνος ὁ γνωστός δημοσιογράφος ξαφνικά μπροστά μου, σ᾽ ἕνα παράθυρο καί τόν ἔβγαλε μπροστά μου, ἄρα τό εἶχε προετοιμάσει, μοῦ τήν εἶχε στημένη- μοῦ βγῆκε καί μοῦ λέει «πάτερ, ἐμεῖς ἀγαπᾶμε» ἐγώ τί νά πῶ ἐκείνη τήν ὥρα, ἤξερα ὅτι δολοφόνησε τόν ἐραστή του, τί νά πῶ τώρα, παπάς ἤμουν δηλαδή, νά τοῦ πῶ κάτι; Τ᾽ ἄφησα ἔτσι, ἄς γίνω ρεζίλι -πειράζει;- γιατί σεβάστηκα τό πρόσωπό του, δέν ἤθελα νά τό γελοιοποιήσω σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα μπροστά.


Αὐτό εἶναι τό σύστημα. Ἀγαπάω. Ποῦ ἀγαπᾶνε; Νά ἀποδείξουν ὅτι ἀγαπᾶνε δηλαδή. Ἡ ἀγάπη ἔχει θυσία, δέν εἶναι βίτσιο, καταξίωση τοῦ προσώπου καί ἁπλῶς νά μελετήσουν πρακτικά. Ἀφοῦ ἡ ἐποχή μας εἶναι τόσο πληθωρική ἀπό ψυχολόγους, ψυχαναλυτές, ψυχοθεραπευτές, νά κάνουν τήν ἀνατομία τῶν ὁμοφυλοφίλων, νά κάνουν μιά μελέτη. Τό μελέτησαν ποτέ τό φαινόμενο; Νά μποῦν βαθιά στήν τομή τῆς ψυχῆς τους, ὅμως. Ἐμένα μοῦ ἐπιτρέπεται λόγῳ τῆς ἰδιότητάς μου νά συναντήσω ἀρκετούς μετανοοῦντες καί μερικούς μή μετανιωμένους, ἀλλά τό ἀποτέλεσμα εἶναι πάντοτε τό ἴδιο.


Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ἕνα βαθύ μίσος γιά τό γεγονός ἀκριβῶς καί τοῦ ἀγαπημένου προσώπου, ἄχρι καιροῦ, μέχρι νά περάσει ἡ ἰδιότητα τοῦ βίτσιου δηλαδή καί ἡ χρήση τοῦ ἄλλου. Ἐγώ δέν ἔχω ἄλλο στοιχεῖο νά καταθέσω, δέν εἶμαι ἀρκετός ἐγώ, οὔτε ἡ ἐμπειρία μου εἶναι τόσο ἐπαρκής γιά νά καταθέσω μιά πλήρη θεωρία γιά τό πράγμα, ἀλλά καί μόνη ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ἀντίθεση τῆς Ἐκκλησίας σέ αὐτό τό φαινόμενο, δέν εἶναι ἁπλῶς μιά ἀντίθεση ἠθικοπλαστική. Εἶναι μιά θέση θεολογική καί θεραπευτική βασικότατα.


Ἡ Ἐκκλησία ἕνα πράγμα ἐνδιαφέρεται νά κάνει, νά θεραπεύσει τό λαό της, γι᾽ αὐτό εἶπα δέν μιλῶ γιά διεστραμμένο ἄνθρωπο, μιλῶ γιά διαστροφή, σεβόμενος τή δυνατότητα νά θεραπευτοῦν καί αὐτοί. Νά μήν τούς βάλουμε μιά ταμπέλα καί μείνει ἀξεπέραστη αὐτή ἡ ταμπέλα πάνω τους. Αὐτός ὁ σεβασμός ὅμως, πού κάνω, εἶναι θεραπευτικός σεβασμός. Δέν εἶναι ἀντιπαλότητα θεολογική ἤ ἰδεολογική. Καί τότε πῶς ὁ Χριστός θά εἶναι «ἐν μέσῳ ἡμῶν», ἄν δέν ἔχουμε ἀγάπη καί ἁπλῶς ἀγαποῦμε μόνο τόν ἑαυτό μας καί τά βίτσια μας; Αὐτό σημαίνει Χριστός, ἀγάπη, ἀγάπη καί θυσία.


«Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες νά τηρεῖτε τήν ἑνότητα τοῦ πνεύματος, διά τοῦ συνδέσμου τῆς εἰρήνης. Ἕν σῶμα καί ἕν πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε μέ μία ἐλπίδα τῆς κλήσεως ὑμῶν». Ἅμα διασπᾶται ὁ κοινωνικός ἱστός μέ αὐτό τό φαινόμενο, πῶς θά γίνει δηλαδή; Ἅμα διαστραφεῖ ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς ἑνότητας τοῦ γάμου, τῆς οἰκογένειας καί θά γίνει μιά ὁλόκληρη ἀλλοίωση τῆς συνθέσεως τῆς ἰσορροπίας τοῦ κόσμου, αὐτό δέν εἶναι διχασμός; Αὐτό εἶναι ἑνότητα τοῦ πνεύματος;


Πρέπει νά ρωτήσω αὐτά τά ἐρωτήματα, δέν εἶναι τί σοῦ ἀρέσει. Τί περνάει στά παιδιά μου, δηλαδή. Μπορεῖ νά γελᾶς, νά χαμογελᾶς, ν᾽ ἀκοῦς τό ἀλ τσαντίρι νιούζ καί νά γελᾶς. Τί θά βγεῖ μετά, ὅμως, αὐτό μέ νοιάζει ἐμένα. Καί ἐδῶ ὑπάρχουν τά παιδιά μου πού ἀκοῦν καί δέν ξέρω γιατί δέν κάνουν ἕνα ρεπορτάζ ἀνάμεσα στούς οἰκογενειάρχες, πού ἔχουν παιδιά. Νά ποῦνε, θέλετε τά παιδιά σας νά γίνουν ὁμοφυλόφιλοι; Τολμᾶνε νά τό κάνουν αὐτό τό ρεπορτάζ; Ποιός μπαμπάς θά πεῖ ναί;


Νά τολμήσουν, ἀφοῦ εἶναι, λοιπόν, τόσο τοῦ γκάλοπ, τοῦ ρεπορτάζ καί βγάζουν κάθε βδομάδα ἄν θά πρέπει νά εἶναι αὐτός πρωθυπουργός ἤ ὁ ἄλλος, νά τολμήσουν καί αὐτό νά τό κάνουν. Δέν εἶδα ποτέ νά τό κάνουν καί νά πᾶνε στούς οἰκογενειάρχες, πού ἔχουν παιδιά. Δέν θά πᾶνε, δηλαδή, στόν ἀλ τσαντίρι νιούζ νά τόν ρωτήσουν, αὐτό δέν ἔχει νόημα. Ἔχει σημασία. Τούς προκαλῶ δηλαδή. Δέν ἔχω κάτι ἄλλο νά κάνω, γιατί μιλᾶνε ἀόριστα καί τά σπασμένα, ποιός θά τά μαζεύει μετά; Δέν μᾶς πειράζει· θά τά μαζεύει ἡ Ἐκκλησία, γιά νά μαζέψει ὅλες αὐτές τίς διεστραμμένες καταστάσεις καί τίς ἀρρωστημένες προσωπικότητες. Οὔτε αὐτό θά μᾶς κουράσει. Μακάρι ἡ Ἐκκλησία νά γεμίζει ἀπό ἀνθρώπους, πού θέλουν θεραπεία, ἀλλά γιατί νά διαστρέψουν τά παιδιά μας μέχρι νά γιατρευτοῦν αὐτά. Ποιός ἔδωσε αὐτό τό δικαίωμα;


Ἐδῶ γίνεται τόση φασαρία, βγαίνει ὁ ἄλλος καί φωνάζει καί λέει, βρῆκα μούχλα μές στό ἀλεύρι καί κάνει ὁλόκληρη φασαρία κάθε βράδυ στήν τηλεόραση. Ἔ, χαλάλι του, ἐντάξει δέν εἶναι καί τίποτα αὐτό, βρῆκε μούχλα στό ἀλεύρι, ἐντάξει, λίγο μούχλα, ἐντάξει. Θά φτιάξει καί πενικιλίνη τό πολύ-πολύ, ἄν θέλω νά γελάσω. Γιά τό ἄλλο κανείς δέν φωνάζει. Εἶναι αὐτή σωστή κοινωνία; Πῶς λένε, ἄ, μούχλα στό ἀλεύρι, ἄ, ἡ ντομάτα, ξέρω ᾽γώ, ἦταν ἔτσι καί κατακρίνουν τούς καταστηματάρχες, θά κλείνουν τά σοῦπερ μάρκετ, καλά κάνει ὁ νόμος.


Γιά τό ἄλλο κανείς δέν μιλάει; Μούχλα, δηλαδή, στή ζωή τῶν παιδιῶν μου, πού δέν ξέρω πότε θά τό ξεπεράσουν καί μέ τί κόστος, ἄν θά ἀντέξουν νά ἀνασυνταχθοῦν γιά νά τό ξεπεράσουν τό θέμα καί πάει ἡ ἑνότητα τῆς κοινωνίας πιά. Πᾶνε τά πάντα, δηλαδή, πάει αὐτό τό ὁποῖο λέμε, ὁ Χριστός «ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν», πού εἶναι ἡ μόνη κατάσταση εἰρήνης· καί μετά λέμε κάτι φταίει στήν κοινωνία. Εἶναι δεδομένο. Ἄν δέν πᾶτε στή ρίζα... βλέπω ἐδῶ τρομερή ἐπικινδυνότητα, γι᾽ αὐτό κάνω αὐτή τήν ἀνάλυση τώρα. Βλέπω μιά τραγική ἐπικινδυνότητα, γιά τό μέλλον ὅλης τῆς Εὐρώπης καί ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ζοῦν αὐτό τό γεγονός.


Καί φυσικά νά φωνάξω καί νά πῶ κατ᾽ ἐπίφαση, παρενθετικά, ὅτι δέν ὑπάρχει καμιά θρησκεία στόν κόσμο, καμιά θρησκεία, δέν λέω μόνο ὁ Χριστιανισμός, πού νά δέχεται αὐτή τήν κατάσταση. Ἀκόμη καί οἱ ἄγριοι τῆς ζούγκλας, οἱ ἄγριοι, δηλαδή, πού ἔχουν στοιχειώδη ἔκφραση κοινωνικότητας, δέν εἶναι ἄγριοι οἱ ἄνθρωποι, ἔχουν ἔστω τό σπερματικό λόγο ἀλήθειας, αὐτό τό θεωροῦν μεγάλη διαστροφή, θεωρεῖται ἀπαράδεκτο. Ὑπάρχει μιά συνείδηση βλέπετε, ἕνας κρυμμένος κώδικας καί νόμος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτά δέν τά μελέτησαν; Καί πῶς μᾶς τό περνᾶνε ἔτσι τό γεγονός τόσο αὐτονόητα πιά καί χαμογελᾶνε.


Ἔ, καί τολμοῦν νά ποῦν, καί μερικοί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, ἐντάξει, ἡ διαστροφή παντοῦ μπαίνει καί ψεῦτες εἴμαστε οἱ Χριστιανοί πολλές φορές καί ἀνώμαλοι εἴμαστε. Αὐτό ἀλλάζει τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, τή θεολογία Της, ἐπειδή μερικοί ἔκαναν μερικές διαστροφές, δηλαδή; Εἶναι ἐπιχείρημα αὐτό τό πράγμα; Ἐπειδή τό δικαστικό τό σῶμα εἶχε μερικούς, οἱ ὁποῖοι πούλησαν τή δικαιοσύνη, εἶναι φθαρμένο τό δικαστικό τό σῶμα; Αὐτό εἶναι τό ἐπιχείρημα; Οὔτε αὐτό μοῦ ἀρκεῖ, δηλαδή νά προβάλουν προσωπικότητες, δῆθεν κάποιων κληρικῶν, πού ἔχουν αὐτή τή διαστροφή. Τί νά τό κάνουμε;


«Ὁ Κύριος, λοιπόν, μᾶς ἐκθέτει τό ὅλο πράγμα σαφέστερον, διά τῆς ὑποσχέσεως πού δίνει σέ κάθε ἄνθρωπο ὅταν εἶπε, ἄν μέ ἀγαπᾶ κάποιος, τόν λόγον μου θά τηρήσει, καί ὁ πατέρας μου θά ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν θά ἔλθωμεν καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ θά ποιήσωμεν». Ἐδῶ μᾶς θυμίζει τό στοιχεῖο τῆς ἑνότητας. Πῶς γίνεται πιά αὐτή ἡ ἑνότητα; Ἐπειδή ἀκριβῶς θέλουμε τό Χριστό καί τί λέει ὁ Χριστός. Εἶναι αὐτή πού σᾶς λέω συνέχεια ἡ θεραπευτική δομή τῆς στροφῆς τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Χριστό, ὅπου ἐπειδή σέ Αὐτόν ἀνοίγεσαι καί δέν ἔχεις ἁπλῶς τίς δικές σου ἰδέες γιά νά σώσεις τόν κόσμο, ἀνοίγεσαι σέ Αὐτόν καί ἔρχεται ἡ Ἁγία Τριάδα ὁλόκληρη καί ποιεῖ μονήν.


Παραμένει πάνω μας. Κάνει τόπο κατοικητηρίου ἐπάνω μας καί τότε αὐτός ὁ ἄνθρωπος, πού ἡ ζωή του γίνεται κατοικητήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μπορεῖ νά κάνει κάτι γιά τόν ἄνθρωπο. Δέν εἶναι, δηλαδή, κανένας λεβέντης, ὁ ὁποῖος θέλει νά ἀλλάξει τόν κόσμο, πού τόν ἀλλάζει μέ τίς δικές του ἀπόψεις· οὔτε κἄν μέ χριστιανικές ἀπόψεις, ἄν δέν τίς ζεῖ τίς ἀπόψεις. Δέν ἀρκοῦν οἱ ἰδέες οἱ χριστιανικές γιά νά σώσουν τόν κόσμο, πρέπει νά ὑπάρχουν οἱ φορεῖς αὐτῶν τῶν πραγμάτων, πού οἱ ἰδέες θά γίνουν πράξη.


«Καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν». Εἶναι πολύ σπουδαῖο αὐτό πού εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος καί τότε μπορεῖ νά ἀλλάξει ὁ κόσμος, ὅπως τό ἔκαναν οἱ ἅγιοι. Οἱ ἅγιοι ἀκριβῶς τό δέχτηκαν αὐτό τό γεγονός, ἔκαναν τήν ταπείνωση καί ὅλα αὐτά πού λέει πρίν ἀπό λίγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μέσα ἀπό τά λόγια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί ἦρθε ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Τριάδα, «ἐγώ καί ὁ πατήρ» λέει «μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν» καί κατοίκησε σέ αὐτούς. Καί ἐπειδή ἦταν ἄνθρωποι ἁγιοπνευματικοί πιά, ἄνθρωποι ἐκφραστές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, μποροῦσαν πιά νά κάνουν κάτι ὀντολογικά γιά τή ζωή τοῦ κόσμου. Νά ἀλλάξει ὁ κόσμος πέρα ἀπό λόγια, πέρα ἀπό ἀντιπαλότητες καί πέρα ἀπό κούφιες ἑνωτικές διαθέσεις.


Εἶναι σπουδαία αὐτή ἡ ἱστορία πιά. Ἄρα ἡ εὐθύνη ἡ δική μας εἶναι σέ τέτοιες καταστάσεις, πού θέλουν νά φέρουν κάτι νέο στόν κόσμο, νά χαρακτηρίσουν νέες ἑνότητες. Δέν ὑπάρχουν νέες ἑνότητες, εἶναι μιά ἑνότητα τριαδιολογική τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπεινώσεως πού περνάει πάνω στή ζωή μας, μέσα ἀπό τό γάμο, μέσα ἀπό τό μοναστήρι. Δέν ὑπάρχουν ἄλλες μορφές ἑνότητας. Νά τό καταλάβουν. Ἄν θέλουν νά φτιάξουν νέες μορφές ἑνότητας, δέν ὑπάρχουν, οὔτε θά βροῦν τίποτε ἄλλο.


Εἶναι ὁ γάμος ἤ τό μοναστήρι ἤ ὁ εὐλογημένος ἄνθρωπος πού ἀσκεῖται θεοπρεπῶς καί ἀγαπάει τόν κόσμο, πέρα ἀπό αὐτό ἄν ὑπάρχει ἕνας πού δέν μπόρεσε νά παντρευτεῖ ἤ δέν ἔγινε μοναχός στό μοναστήρι του. Ἄν εἶναι ἄνθρωπος πού ἀγαπάει πραγματικά καί ζεῖ μέσα στόν κόσμο, ἀγαπώντας -αὐτές οἱ ἔκτακτες περιπτώσεις- καί γίνεται μονή παρά τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Δέν ὑπάρχει ἄλλη μορφή ἑνότητας.


«Ὅπως, λοιπόν, κατοικοῦμε πλησίον Του διά τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν, ἔτσι βρίσκεται καί ἐν μέσῳ τῶν δύο ἤ τριῶν, ἄν ἑτοιμαστοῦμε κατά τό θέλημα Αὐτοῦ». Ἐδῶ πέρα ἐξαντλεῖ πιά τό ἐρώτημα ὁλόκληρο καί λέει ἔτσι εἶναι ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας, ὅπου γίνεται ἡ ζωή μας μονή ὁλόκληρη τῆς Ἁγίας Τριάδας καί ὁ Χριστός εἶναι μόνιμα ἀνάμεσά μας καί ἡ προοπτική μας εἶναι τί θέλει ἀπό ἐμᾶς ὁ Χριστός. Δέν θέλουμε τίποτε ἄλλο ἐμεῖς, δέν ἔχουμε ἄλλα θέλω δικά μας. Ὅσες φορές ὁ κόσμος εἶχε δικά του θέλω ἔγινε καταστροφή. Ἀκόμη καί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἄν εἶχαν δικά τους θέλω, χωρίς νά καταλάβουν τί εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καταστροφή ἔκαναν. Ἄν θέλω νά κάνω ἕνα καλό ἔργο καί ξεχνώντας ἄν αὐτό ἔτσι πρέπει νά γίνει, ἄν ἔτσι θά τό ἔκανε ὁ Χριστός, λάθος κάνουν. Ἀφορᾶ τούς πάντες αὐτό τό πράγμα.


Ἄρα χρειάζεται αὐτό πού ἔλεγα πάντοτε, αὐτή ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, ὁ φωτισμός τοῦ νοός γιά νά ξέρουμε τί κάνουμε καί τότε γινόμαστε, μέ τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, εὐεργέται τῶν ἀνθρώπων· γιατί ἀνοίγουμε τό δρόμο τῆς ἑνότητας καί τῆς ἀναπαύσεως τοῦ κόσμου· αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία, ἑνότητα καί ἀνάπαυση. Ἐνῶ ἡ διαστροφή, οὔτε ἀναπαύει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων ὅλων, οὔτε δημιουργεῖ ἑνότητα, γι᾽ αὐτό εἶναι διαστροφική.


Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία ἡ μεγάλη. Ἐνῶ βλέπετε ἡ Ἐκκλησία, μπορεῖ νά ἔχει ἀντιπάλους, πού δέν Τή θέλουν, ἀλλά δέν Τή θέλουν γιά λόγους ἰδεολογικούς. Δέν εἶναι θέμα γιατί ἐκεῖ δέν ἀναπαύτηκαν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι χῶρος ἀναπαύσεως. Ὅ,τι ὅμως δημιουργεῖ μιά διαστροφή, ὅπου ὁ κόσμος πολύς ἤ λίγος δέν ἀναπαύεται, ἐδῶ δέν εἶναι σωστός τόπος. Ἄλλο δέν θέλω καί ἄλλο δέν ἀναπαύομαι, προσέξτε ἡ λέξη τῶν Πατέρων, ἀναπαύομαι λέει. Ἄλλο δέν θέλω καί ἄλλο δοκίμασα καί δέν ἀναπαύομαι. Ὅποιος δοκιμάσει πραγματικά τήν Ἐκκλησία καί τήν ἔζησε τήν Ἐκκλησία σωστά, ἀναπαύεται πάντοτε κοντά στό Χριστό καί ἐκεῖ εἶναι τό κριτήριο.


Νά πάω σέ μιά παράλληλη ἀκριβῶς ἔκφραση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, στό ἐρώτημα τό ἑπόμενο, τό 226, πού λέει: «Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει· ὀνειδιζόμενοι, εὐλογοῦμεν· βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν· πῶς ὀφείλει νά εὐλογεῖ ὁ ὀνειδιζόμενος ἤ τί νά παρακαλεῖ ὁ βλασφημούμενος;». Ἔ, τώρα σέ αὐτό τό ἐρώτημα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού εἶναι πάρα πολύ καίριο, πού λέει, ὅλοι αὐτοί μπορεῖ νά βρίζουν τήν Ἐκκλησία, νά κοροϊδεύουν τήν Ἐκκλησία καί λέει, στό πρωτότυπο, ἐμεῖς «λοιδορούμενοι, εὐλογοῦμεν καί βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν».


Ἀκοῦστε τήν ἰσορροπία: «Λοιδορούμενοι, εὐλογοῦμεν», μᾶς κοροϊδεύουν καί τούς εὐλογοῦμε. «Βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν», μᾶς βλασφημοῦν καί ἐμεῖς προσευχόμαστε. Καί λέει ἐδῶ πέρα ὁ Μέγας Βασίλειος: «πῶς ὀφείλει νά εὐλογεῖ ὁ ὀνειδιζόμενος ἤ τί νά παρακαλεῖ ὁ βλασφημούμενος;». Ὑπάρχει τώρα αὐτή ἡ κατάσταση καί ὁ ἄλλος σοῦ λέει «εἶσαι γελοῖος, εἶσαι ἠλίθιος, εἶναι βλακεία αὐτά τά ὁποῖα κάνετε, εἶναι κουταμάρες αὐτά πού λέτε στόν κόσμο»· καί ἐδῶ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί νά εὐλογοῦμεν καί νά παρακαλοῦμεν.


Λέει ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπαντώντας -βλέπετε ἀρχίζει ἡ θεραπευτική καί αὐτοῦ ἀκόμα πού σέ βρίζει. Γι᾽ αὐτό σᾶς εἶπα πρίν ἀπό λίγο, δέν τούς λέω διεστραμμένους, λέω διαστροφή τήν πράξη τους. Γιά νά ἀρχίσω τήν ἱστορία αὐτή τό «ὀνειδιζόμενοι, εὐλογοῦμεν καί βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν» καί αὐτό τό ὅτι δέν τόν λέω διεστραμμένο καί ἐλπίζω ὅτι θά μετανιώσει, εἶναι στό χῶρο τοῦ «εὐλογοῦμεν» καί τοῦ «παρακαλοῦμεν». Δέν θεωρῶ ὅτι ἔχει τελειώσει ἡ ζωή του δηλαδή καί εἶναι ὁριστικά ἕνας διαβολοποιημένος ἄνθρωπος· κι αὐτό μιά προσευχή εἶναι κι αὐτό μιά παράκληση εἶναι καί αὐτό εἶναι μιά ἀποδοχή τῆς δυνατότητάς του νά ἀλλάξει ὁλόκληρη ἡ ζωή του.


«Γενικῶς», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «νομίζω ὅτι ὁ Ἀπόστολος μᾶς διδάσκει ἐδῶ, ἀπό τή δική του ἐμπειρία, ὅτι πρέπει νά εἴμεθα ἀνεξίκακοι πρός ὅλους» προσέξτε πρός ὅλους «καί νά ἀμείβομε μέ ἀγαθά τούς πονηρευομένους, ὥστε αὐτό νά γίνεται ὄχι μόνο μέ τόν ὀνειδίζοντα, ἀλλά καί μέ κάθε πονηρευόμενον, μέ τό νά πληροῦμε τά τῆς Γραφῆς. Μή νικᾶσαι ὑπό τοῦ κακοῦ, ἀλλά νίκα διά τοῦ ἀγαθοῦ τό κακόν. Ἀλλά τό παρακαλῶ», λέει, «θέτει ἡ Γραφή ὄχι κατά τή συνήθη χρήση τῆς λέξεως, ἀλλά πρός ἐνίσχυσιν τῆς καρδίας, ὥστε νά βεβαιωθεῖ περί τῆς ἀληθείας.


Ὅπως εἰς τό παρακαλεῖτε τόν λαόν μου λέει ὁ Θεός καί ὁ ἀπόστολος δέ λέει, ἐπιποθῶ νά ἴδω ὑμᾶς γιά νά μεταδώσω σέ ὑμᾶς χάρισμα τι πνευματικόν πρός στήριξιν ὑμῶν. Τοῦτο δέ ἵνα συμπαρακληθῶμεν μεταξύ ἡμῶν διά τῆς κοινῆς πίστεως ὑμῶν καί ἐμοῦ. Καί ὁ Θεός παρεκάλεσεν, ὁ παρακαλῶν τούς ταπεινούς παρεκάλεσεν ἡμᾶς διά τῆς παρουσίας τοῦ Τίτου» λέει στό κείμενο τοῦ ἀποστόλου Παύλου.


Κάνει μιά πολύ σπουδαία ἐδῶ ἀνάλυση μέ αὐτές τίς δυό λέξεις. Τό πρῶτο εἶναι τό «εὐλογοῦμεν» καί μετά εἶναι τό «παρακαλοῦμεν». Βλέπετε τή δική μας ἀντίδραση ἤ ἀντίσταση, καταθέτουμε λόγο ἀληθείας γιά τά πράγματα, δέν λέμε ἔτσι εἶναι σωστά τά πράγματα πού γίνονται, ἀλλά ἡ πρακτική μας ἔκφραση σέ αὐτούς οἱ ὁποῖοι κάνουν αὐτή τή διαστροφή, τήν ὁποιαδήποτε διάδοση τέτοιων ἐννοιῶν δαιμονικῶν, μπαίνουμε στό «εὐλογοῦμεν» καί «παρακαλοῦμεν».


Προτάσσει τό «εὐλογοῦμεν» καί μετά πάει στό «παρακαλοῦμεν». Εἶναι αὐτό καί μιά μικρή κλίμακα μέ δυό σκαλοπάτια. Τό «εὐλογοῦμεν» ἐδῶ πέρα τό ἐξήγησα ὅτι ἐμεῖς δέν ἔχουμε κάτι μαζί μέ αὐτούς τούς ἀνθρώπους καί ἔτσι τούς φερόμαστε μέ καλό τρόπο, δηλαδή δέν τούς κάνουμε κάτι κακό, δέν ἐπιδιώκουμε τό κακό τους. Ἄλλο πού ἔχω αὐτή τή θέση τῶν πραγμάτων, γιατί εἶναι βιβλική θέση καί δέν εἶναι δική μου θέση κι ἄλλο τό ὅτι ἐγώ «εὐλογοῦμεν». Δέν παύω νά εὐλογῶ ὅλο τόν κόσμο.


Εὐλογία τί εἶναι; Μιά θεραπευτική κίνηση τῆς Ἐκκλησίας πρός τό λαό Της. Ὁ Θεός τή δίνει τήν εὐλογία. Εὖ-λόγος. Νά βρεῖ τήν αἰτία του, τήν καλή αἰτία του. Ἄρα ἡ Ἐκκλησία ὁποιονδήποτε βρεῖ ἐδῶ πέρα, νά δίνει μιά διαστροφή πού ἔχασε τήν αἰτία τῆς ζωῆς του, πρέπει νά τόν εὐ-λογήσει. Εὖ-λογῶ. Εὐλογῶ, τοῦ δίνω καλό λόγο, καλή αἰτία. Βλέπετε τήν ἱστορία αὐτή; Δέν παύω δηλαδή νά λέω, εὔχομαι νά βρεῖς τό σκοπό τῆς ζωῆς σου. Αὐτό σημαίνει εὐλογῶ. Ὄχι σέ εὐλογῶ παιδί μου, γιά νά γίνει κάτι καλό στή ζωή σου, νά κερδίσεις χρήματα.


Αὐτοί θέλουν νά εὐλογηθοῦν καί ἀπό τήν Ἐκκλησία, γι᾽ αὐτό τό λέω. Ζητοῦν καί ἡ Ἐκκλησία νά τούς εὐλογεῖ τώρα. Γιατί νά σέ εὐλογήσω; Ἐγώ σέ εὐλογῶ, ἀλλά μέ ἄλλο τρόπο. Ἐσύ θέλεις νά σέ εὐλογήσω γιά νά κάνεις νόμο τήν ἁμαρτία σου· κι ἐγώ θέλω νά σέ εὐλογήσω καί σέ εὐλογῶ πάντοτε, γιά νά βρεῖς σκοπό τῆς ζωῆς σου, γιατί ὁ σκοπός τῆς ζωῆς σου μέσα ἀπό τέτοιο πράγμα δέν θά βρεθεῖ. Βλέπετε εἶναι ἄλλη προοπτική. Δηλαδή ἀπαντῶ στήν ἀπαίτησή τους τώρα, πού λένε, ἤδη ἡ ἐκκλησία στήν τάδε χώρα εὐλογεῖ τό «γάμο» τῶν ὁμοφυλοφίλων. Τί εὐλογεῖ; Τούς δαιμονίζει τούς ἀνθρώπους, δέν τούς εὐλογεῖ. Σωστά πράγματα εἶναι αὐτά;


Τό εἶπαν, τό λένε συνέχεια, πότε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θά γίνει τόσο προχωρημένη, νά εὐλογήσει τούς ὁμοφυλοφίλους. Εἶναι πιά ἔλλειμμα ἐγκεφάλου, δέν μπορῶ νά πῶ κάτι ἄλλο. Δέν θά μοῦ πεῖς ἐμένα τί θά κάνω, ναί ἐγώ σέ εὐλογῶ, δέν εὐλογῶ ὅμως τήν τραγωδία σου· εὐλογῶ τή θεραπεία σου καί εὐλογῶ νά βρεῖς τό δρόμο σου. Λένε ἡ Ἐκκλησία δέν μᾶς εὐλογεῖ, μᾶς θεωρεῖ καταραμένους ἐμᾶς, μᾶς ἀποκλείει· νά ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἀποκλεισμοῦ καί τῆς ἱερᾶς ἐξετάσεως. Μά τί λένε; Ὅ,τι τούς κατέβει στό κεφάλι θά λένε; Ναί σέ εὐλογῶ, γιά νά ἀλλάξει τό μυαλό σου καί νά θεραπευτεῖς δηλαδή, νά βρεῖς τόν τρόπο τῆς ζωῆς σου. Νά εὐλογήσω αὐτό τό ὁποῖο σκέπτεσαι; Σάν νά πεῖ τό παιδί σου, μαμά θέλω νά πάω νά κλέψω τσίχλες ἀπό τό περίπτερο, μέ εὐλογεῖς; Τί θά τοῦ πεῖς; Μπράβο παιδάκι μου, σέ εὐλογῶ. Καί θά πεῖ, τί μαμά εἶσαι ἐσύ πού δέν μέ εὐλογεῖς; Καταραμένο μέ θέλεις, ἔ;


Αὐτή τήν κουβέντα θέλουν καί ὁ λαός πού δέν ξέρει πολλά ἀπό τέτοια πράγματα -θά πρέπει νά ξέρει δυό πράγματα- τά ἀκούει ἔτσι καί λέει «δές ἡ Ἐκκλησία τώρα», «ἔ, ἄνθρωποι εἶναι καί αὐτοί, τί νά κάνουμε;», «ἕνα ἐλάττωμα, ἕνα κουσούρι ἔχουν». Γνωστή ἐκκλησιαστική λέξη. Γιά ἕνα κουσούρι τώρα, γιά ἕνα κουσούρι τώρα; Τί κουσούρι, καλέ; Κουσούρι εἶναι αὐτό; Μιλᾶμε γιά κουσούρι; Διαστροφή τῆς κοινωνίας ὁλόκληρης εἶναι. Εἶναι τόσο μικρό τό ἐλάττωμα; Εἶναι δυνατόν; «Μά ξέρεις εἶναι προσωπικά τά δεδομένα» λέει.


Εἶναι προσωπικό τό δεδομένο του, εἶναι μιά δική του ἰδιότητα. Θέλει νά εἶναι ὑπουργός, γραμματέας, καθηγητής πανεπιστημίου καί νά ἔχει καί αὐτό τό κουσούρι. Εἶναι ξέρω νόμος, αὐτός ὁ γνωστός, περί προσωπικῶν δικαιωμάτων. Εἶναι πολύ καλός σέ αὐτό τό ἐπάγγελμα. Ἄ, δέν ἔχω καμιά ἀντίρρηση, παρόλο πού ἔχω νά ἀντείπω καί ἐδῶ κάτι. Ὅτι ἐφόσον ἔχει αὐτό τό κουσούρι δηλαδή, καί εἶναι ἀπό τά προσωπικά δεδομένα πού δέν πρέπει νά παρουσιαστεῖ καί δέν πρέπει νά κολλήσει τό ἔργο του ὡς καθηγητοῦ στήν ἕδρα ἤ ὡς ὑπουργοῦ στό ὑπουργεῖο.


Ἕνα πράγμα εἶμαι ἐγώ σίγουρος, ξέροντας τή θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας: αὐτός ἔχει θολωμένο μυαλό, ἐφόσον ζεῖ μιά διαστροφή, ἐπειδή εἶναι αὐτό κάτι ἰδιωτικό του. Δέν τό λέει πουθενά, δέν τό δημοσιεύει, δέν τό διαφημίζει ὅπως οἱ ἄλλοι, πού εἶναι οἱ συνδικαλιστές τῆς ἱστορίας αὐτῆς. Καθόλου. Τό κρύβει γιά τόν ἑαυτό του. Δέν μπορεῖ νά εἶναι καλός ὑπουργός οὔτε μπορεῖ νά εἶναι καλός καθηγητής -κατά τά μέτρα τῆς ὁλότητας δηλαδή, τοῦ ὁλοκληρωτικοῦ κοιτάγματος- γιατί δέν ἔχει καθαρό μυαλό. Δέν εἶναι τά πράγματα τόσο ἁπλά.


Φανταστεῖτε δηλαδή νά συζητούσαμε καί νά λέγαμε, ἕνας ἀρχιμανδρίτης ἔχει ἕνα κουσούρι τέτοιο, δέν τό λέει σέ κανένα, τό κρατάει γιά τόν ἑαυτό του· ἔχει τό προσωπικό δικαίωμα νά τό κάνει. Διαστροφή θά ἦταν αὐτό. Κάπου ἀκούστηκε κάτι τέτοιο, κάτι τέτοιο ἀκούστηκε, μέ μιά μικρή ἐγκύκλιο, δέν θέλω νά πῶ πολλά πράγματα. Κάτι, κάτι ἀκούστηκε. Τί θά γίνει δηλαδή; Θά ἔχουν κουσούρια καί αὐτοί; Ἀκόμα πιό βαθύ, ἐάν εἶναι ἐκκλησιαστικό δηλαδή. Εἶναι δυνατό; Ὁ ὑπουργός δέν ἔχει τέτοια δογματική, λέει ἐγώ θά εἶμαι ὑπουργός, θά εἶμαι ἕνας τέτοιος, θά κάνω καλά τό ἔργο μου, θά εἶμαι ὑπουργός τάδε καί τά λοιπά.


Δέν γίνεται, δέν ἔχει σταθερό μυαλό. Πόσῳ μᾶλλον νά πεῖ ἡ Ἐκκλησία ἔχω μερικούς ἀρχιμανδρίτες πού ἔχουν κουσούρια τέτοια. Εἶναι προσωπική τους ἐρωτική ζωή, δέν μπορῶ νά τούς πῶ τίποτα. Εἶναι ἀξιόλογοι, εἶναι πολύ καλοί ἱεροκήρυκες, κάνουν πολύ καλό φιλανθρωπικό ἔργο. Μά τί τρέλα εἶναι αὐτή; Εἶναι ἀνόητο τό Πηδάλιο, δηλαδή; -τό ὁποῖο λέει «αὐτός ὁ ὁποῖος ἀνακαλύπτεται νά ἔχει ἕνα τέτοιο πράγμα, καθαιρεῖται γιά τό καλό τοῦ λαοῦ καί γιά τό καλό τῆς ψυχῆς του».


Ἡ Ἐκκλησία δέν τιμωρεῖ, τό ξέρετε, ἀπό τό Πηδάλιο αὐτό λέμε. Θέλει νά θεραπεύσει καί τόν ἁμαρτάνοντα καί τόν περίγυρό του, δηλαδή. Δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα κουσούρι πού εἶναι προσωπικό του. Στήν Ἐκκλησία δέν ἔχουμε «εἶναι προσωπικό δεδομένο, ἀφῆστε με νά τό ἔχω· νά ἔχω ἕνα προσωπικό ἐρωτικό βίτσιο καί νά εἶμαι ἕνας πολύ καλός ἱεροκήρυκας». Νά σᾶς λείψει ὁ ἱεροκήρυκας ἀπό τήν ἐνορία σας; Νά σᾶς λείψει αὐτός πού τρέφει τόσους φτωχούς; Νά σᾶς λείψει αὐτός πού εἶναι τόσο καλός σέ τόσα-τόσα καλά;


Μά πῶς θά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος; Ἄς μήν ἀκούσουν ὁλόκληρες γειτονιές κήρυγμα· καί νά μή φᾶνε οἱ πεινασμένοι φαγητό, ἄν αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν πρόκειται νά σωθεῖ. Ἔτσι μετρᾶμε; Μέ ἀριθμητικά μέσα; Αὐτό, κάτι πῆγε νά γίνει γύρω ἀπό αὐτή τήν ἱστορία. Καί σηκώθηκε ἕνας ἄλλος ἱεράρχης καί εἶπε: «τί τρέλες λέτε τώρα ἐκεῖ πέρα; Τί θά πεῖτε ἐκεῖ πέρα;». Μιά ἱστορία γιά δραματικές καταστάσεις εἶναι αὐτή, ἀλλά δέν μποροῦμε νά δεχόμαστε αὐτά, τουλάχιστον μέσα στό χῶρο τῆς δικῆς μας ζωῆς καί τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ὑπάρχουν ἐδῶ πέρα προσωπικά δεδομένα. Τό Πηδάλιο εἶναι σαφές, εἶναι θεραπευτικό. Ἐγώ δέν θέλω νά τιμωρηθεῖ κανείς, ἀλλά θέλω νά χρησιμοποιηθεῖ τό Πηδάλιο, γιά θεραπεία τοῦ ἁμαρτάνοντος καί τοῦ λαοῦ· αὐτό μήν τό ξεχνᾶμε. Ὅταν ὅλα αὐτά τά ξεχάσουμε, καταλήγουμε πιά σέ τέτοιες κοσμικές καταστάσεις.


Καί βλέπετε ἦταν τό πρῶτο αὐτό τό στοιχεῖο τό «εὐλογοῦμεν», πού δέν μποροῦμε νά εὐλογήσουμε κανέναν τέτοιο «γάμο» διαστροφικό καί μετά πᾶμε στό ἄλλο τό στοιχεῖο, αὐτό τό στοιχεῖο τό «παρακαλοῦμεν», πού τόσο ὡραῖα τό ἀναλύει ἐδῶ πέρα ὁ ἀπόστολος Παῦλος· πού εἶναι θέμα καρδιᾶς λέει τό «παρακαλοῦμεν», πρός ἐνίσχυσιν καρδίας, ὥστε νά βεβαιωθεῖ περί τῆς ἀληθείας. «Παρακαλεῖτε τόν λαόν μου» λέει ὁ Θεός. Βλέπετε; Νά στερεωθεῖ ὁ λαός στήν καρδιά του, νά ἔχει «παρακαλοῦμεν», νά στερεωθοῦν, νά ἔχουν παράκληση. Παράκλητος εἶναι τό Ἅγιο τό Πνεῦμα.


Γι᾽ αὐτό ἐμεῖς τήν ὥρα πού μᾶς διώκουν, τήν ὥρα πού μᾶς ὀνειδίζουν, ἐμεῖς παρακαλοῦμεν. Βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν. Μᾶς βλασφημεῖ καί ἐμεῖς τί παρακαλοῦμεν; Δέν παρακαλοῦμε, σέ παρακαλῶ μήν βλασφημεῖς, δέν λέμε τέτοιο πράγμα. Ἐμεῖς παρακαλοῦμε νά ἔρθει ὁ Παράκλητος πάνω του κι ὅπως ἔρθει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά φωτίσει τόν ἄνθρωπο καί νά ἀλλάξει ζωή· γι᾽ αὐτό ἐμεῖς βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν.


Καί εὐλογοῦμε, λοιπόν, ὄχι τό «γάμο» του καί εὐλογοῦμε τόν ἄνθρωπο νά βρεῖ τό σκοπό τῆς ζωῆς του καί βλασφημούμενοι, πού γελᾶνε μαζί μας γιά τίς ντεμοντέ ἀντιλήψεις πού ἔχουμε -ἔτσι μοῦ εἶπαν κάποιοι «ἔχετε πολύ καθυστερημένες ἰδέες, πάτερ, ἀνήκετε στόν τρίτο αἰώνα». Λέω «κι ἄν ἦταν στόν τέταρτο πείραζε; Θά ἤμουν μέ τόν ἅγιο Χρυσόστομο. Καλά θά ἤμουν καί τότε». Καί μοῦ λέει: «μή μᾶς φέρνεις πιό κοντά στό σήμερα». Μά τί λέτε, καλέ; Τέτοιες τρέλες ἀκούω κάθε μέρα, τέτοιες τρέλες ἀκούω.


Καί πῶς περνᾶνε οἱ τρέλες; Μερικά πράγματα θεωροῦνται πιά αὐτονόητα καί ἐμεῖς πού λέμε κάτι ἄλλο μᾶς θεωροῦν ντεμοντέ. Δέν μέ πειράζει νά εἶμαι ντεμοντέ, δέν μέ θίγει καί τό χαίρομαι πάρα πολύ. Ἐξάλλου τά ροῦχα πού βλέπετε εἶναι ντεμοντέ, φοράω τά ράσα τῆς παλιᾶς ἐποχῆς, δέν μέ πειράζει. Εἶμαι δηλωμένος ντεμοντέ. Σύμφωνοι; Ἀλλά ζῶ στή σημερινή ἐποχή καί πρέπει αὐτό πού λένε ἐκεῖνοι εἶναι ντεμοντέ, νά τό κάνω σήμερα βαθιά θεραπευτικό. Καί ἄν ἡ θεραπευτική μου εἶναι πολύ σύγχρονη γιά τίς δεκάδες ψυχασθένειες καί τά γεμάτα ψυχιατρεῖα, νά ρωτήσω: γιατί εἶμαι ντεμοντέ ἐγώ;


Ἄν ἔχω θεραπευτικές προτάσεις γιά ὅλους αὐτούς, πού εἶναι μαζεμένοι γύρω στό χῶρο μου, μέ τά χαπάκια καί τό χῶρο τῆς θεραπείας τῆς ψυχασθένειας, νά ρωτήσω, γιατί εἶμαι ἐγώ ντεμοντέ; Ἐπειδή βλέπουν τά ροῦχα μου καί βλέπουν τίς εἰκόνες μου τῆς Ἐκκλησίας μου; Ἐπειδή φέρω μιά βαθιά παράδοση πάνω στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μου; Αὐτό πού κάνουμε σάν πράξη ζωῆς νά ρωτήσουν. Ἄν ἡ Ἐκκλησία δέν ἔκανε τίποτε καί στεκόταν νά συντηρεῖ καί νά διατηρεῖ παραδόσεις, θά εἶχαν δίκαιο ὅτι εἴμαστε ντεμοντέ.


Ζοῦμε μέ τρόπους παλιούς, φορᾶμε παλιά ροῦχα, φορᾶμε τά ἄμφια, μιά παράδοση, τή Λειτουργία τοῦ Χρυσοστόμου καί τά λοιπά, αὐτά πού γράφτηκαν πρίν ἀπό δέκα καί δεκαπέντε αἰῶνες, θά ἤμασταν ντεμοντέ. Ὅλα αὐτά τί εἶναι ὅμως; Αὐτό εἶναι ἕνα ἐξωτερικό περίβλημα, μέσα στό ὁποῖο λειτουργεῖται μιά ζωντανή θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐάν αὐτό τό ξεχάσουμε, εἴμαστε ντεμοντέ πραγματικά καί ἐκεῖ αὐτοαναιρούμεθα ἐμεῖς. Μιλᾶμε ἁπλῶς λόγια κουφά, δέν δίνουμε ἀπαντήσεις στό λαό μας, δέν θεραπεύουμε τό λαό μας καί τότε εἴμαστε ντεμοντέ καί δέν ἔχουμε λόγο γιά τά πράγματα.


Καί ὅλα αὐτά σᾶς τά λέω γιατί τά ζῶ αὐτές τίς μέρες· «εἶστε ντεμοντέ», «δέν καταλάβατε τίς νέες ἀντιλήψεις», ὅτι σήμερα μιά νέα ἀντίληψη εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά εἶναι καί ὁμοφυλόφιλοι. Λέω «καί ὁ Θεός ἀφοῦ τό ἤξερε γιατί ἔκανε τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα καί δέν ἔκανε δυό ἄνδρες νά εἶναι ὁμοφυλόφιλοι, γιατί δέν τό ἔκανε αὐτό;». «Ἔ, μή μοῦ λές τώρα πώς τούς ἔφτιαξε ὁ Θεός» λέει. «Ὑπάρχει καί ἡ νέα ἀντίληψη» μοῦ λέει. «Δέν ὑπῆρχε Ἀδάμ καί Εὔα, ἦταν σύμβολα».


Ὡραῖα, δηλαδή τά φαντάσματα ἔκαναν τόν Κάιν, τόν Ἄβελ, τίς οἰκογένειες καί τά λοιπά· τά λένε καί θεολόγοι τώρα. Μιά τρέλα ἀπίθανη! Ἀπό ποῦ νά πιάσεις; Ἀπό παντοῦ μπάζει τό πλοῖο δηλαδή! Καί πρέπει νά μαζεύεις τά νερά, ἀλλά τί νά κάνουμε; Τουλάχιστον νά εἴμαστε ντεμοντέ καί νά θεραπεύουμε μέ σύγχρονες μεθοδολογίες, πού δέν τίς ἔχουν ὅλοι οἱ σύγχρονοι θεραπευτές, πού ἀφήνουν τούς ἀνθρώπους γεμάτους μέ χαπάκια νά σέρνονται μεταξύ ψυχιατρείου καί μεταξύ ὕπνου καί ὑπνηλίας. Τίποτα ἄλλο.


Ἄν ἔχουν ἀπαντήσεις νά μοῦ τό ποῦνε. Ἔτσι, λοιπόν, δέχομαι τόν ὅρο ντεμοντέ καί ὅλα τά σχετικά, τά δέχομαι. Κατά τά ἄλλα ἐπιτρέψτε μου νά φορῶ παπούτσια Clarks καί νά μήν εἶμαι ντεμοντέ, γιά νά πῶ δέν εἶμαι ντεμοντέ. Δέν εἶναι ἔτσι; Κάτι εἶναι κι αὐτό, κάτι, μέ διασώζει καί αὐτό, ἔτσι; Τό ρολόι μου εἶναι Swatch, προσέξτε, μήν τό ξεχνᾶτε αὐτό. Δέν εἶμαι ντεμοντέ ἀπό αὐτό καί μόνο. Δέν μέ σώζει αὐτό, ἀλλά ὁ τρόπος τῆς Ἐκκλησίας πού θεραπεύει τό λαό της· εἶναι τό πιό σύγχρονο καί τό πιό ἐπίκαιρο.


Ἔτσι, λοιπόν, ἐμεῖς «βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν».
Καί πρίν νά ὁλοκληρώσω τή σημερινή μας ἀνάλυση, νά πῶ κάτι πού ἀφορᾶ ὅλη αὐτή τήν ἱστορία. Γιατί λέει, τό ἀκούσαμε αὐτές τίς ἡμέρες «καλά, τό πολύ-πολύ, ἄν ἔχουν κάποιο πρόβλημα αὐτοί, νά τό ρωτήσουν σέ κάποιον εἰδικό. Ἐσύ λές ὅτι αὐτοί εἶναι προβληματικοί, ἐπειδή ζοῦν μιά διαστροφή. Βεβαίως, ἄν εἶναι ἔτσι, ἄν εἶναι ἔτσι ὅπως τό λές -ἄς ἀκούσουμε καί κάτι ἀπό αὐτό πού λές- ἔ, τότε νά πᾶνε σέ κάποιον εἰδικό καί νά ποῦν αὐτό τό ὁποῖο ἔχουν νά ποῦν. Νά δοῦμε θά τούς πεῖ εἶναι ἔτσι ἤ ὄχι;». Καί ἔρχεται ἐδῶ πέρα ὁ Ὅρος 229, τό ἐρώτημα 229 τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.


Τό ἐρώτημα εἶναι ὡς ἑξῆς: «Εἰ χρή τάς ἀπηγορευμένας πράξεις ἀνεπαισχυντότερον ἐξαγορεύειν πᾶσιν, ἤ τισί, καί ποίοις τούτοις», εἶναι αὐτές πού εἶναι οἱ πράξεις οἱ ἀπαγορευμένες καί ἀναίσχυντες· νά μπορεῖς νά τίς ἐξαγορεύεις, νά τίς λές. Ἀγορεύω, ἐξ-ἀγορεύω. Ἀγορεύω, λέω ἐξ, ἐκτός, τό βγάζω ἔξω μου, αὐτό σημαίνει ἐξαγορεύω. «Πᾶσιν, ἤ τισί, καί ποίοις τούτοις». Ἄν αὐτό πού ἔχεις μέσα σου καί σοῦ λέει κάποιος εἶναι πάθος καί λές δέν εἶναι πάθος καί λέει, ἄντε, ἄς δεχθῶ τήν κουβέντα σου. Νά πᾶνε νά τό ποῦν σέ ἕναν εἰδικό, λέει. Ἐσύ τί λές, νά τό πεῖ σέ ἕναν εἰδικό; Θά τοῦ πῶ, ὄχι.


Γιατί ποιός εἶναι εἰδικός, δηλαδή; Ἐγώ ἀκολουθῶ τό Μέγα Βασίλειο· λέει ὁ μόνος εἰδικός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος «ἐξαγόρευσις τῶν ἁμαρτημάτων γίνεσθαι ὀφείλει ἐπί τῶν δυναμένων θεραπεύειν, κατά τό γεγραμμένον· ὑμεῖς οἱ δυνατοί, τά ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν· τουτέστι, αἴρετε διά τῆς ἐπιμελείας»· θά τό λές αὐτό, θά τό ἐξαγορεύεις, ὅπου ὑπάρχει χῶρος, δυνατότητα θεραπείας. Ὄχι νά τό κουβεντιάσεις, νά πεῖς εἶμαι ἔτσι καί αὐτοί οἱ παπάδες μοῦ λένε ὅτι ζῶ μιά διαστροφή, ἔτσι εἶναι; Τί θά σοῦ πεῖ ὁ ἄλλος; Καί νά σοῦ πεῖ εἶναι κακό πράγμα, πάλι δέν κάνει τίποτα. Μπορεῖ νά θεραπεύσει; Ἐδῶ εἶναι τό ἐρώτημα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.


Αὐτά μποροῦν νά ἀναλυθοῦν μόνο ἀπό τό χῶρο τῆς θεραπευτικῆς καί ὁ μόνος χῶρος πού ἔχει θεραπευτική εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὁ μόνος χῶρος. Γιατί καί ἄλλοι ἄνθρωποι, ἄς τό πῶ ἔτσι, ἀνθρώπινα, λογικά σκεπτόμενοι, λένε: «τί πράγματα εἶναι αὐτά πού μᾶς περνᾶνε τώρα;». Κριτική κάνουν· ἔχουν ἐργαλεῖα θεραπείας; Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία. Νά φανταστεῖτε ὅτι ἕνας χῶρος ἰατρικῆς λέει, τί τρέλες εἶναι αὐτές; Ἔχουν τρόπο θεραπείας;


Ἐφόσον τό θέμα, προσέξτε, δέν εἶναι σωματικό. Δέν εἶναι σωματικό, δέν εἶναι ὅπως λένε: «ἐμεῖς τό εἴχαμε ἔτσι προκαθορισμένο, εἶναι γενετικός κώδικας», δέν εἶναι αὐτή ἡ ἱστορία. Εἶναι ἐπίκτητο ψυχικό. Πῶς θά τό θεραπεύσουν; Βλέπετε; Οὔτε αὐτοί πού πραγματικά κάνουν μιά κριτική, δέν μποροῦν νά θεραπεύσουν.


Ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι καθαρός ἐδῶ καί λέει: «αὐτό μπορεῖ νά ἀναφερθεῖ μόνο στό χῶρο πού μπορεῖ νά γίνει θεραπεία»· καί ἡ θεραπεία ὑπάρχει· καί ἡ θεραπεία γίνεται· καί ἡ θεραπεία εἶναι ὑπαρκτή· καί εἶναι ἐφαρμοσμένη καί ἐφαρμόσιμη. Ὅποιος ἐφαρμόσει ἀκριβῶς τή θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας θεραπεύεται· καί μόνο ἄν ξεκινήσει ἀπό τή ρίζα, γιατί εἶναι ἔτσι αὐτός ὁ ἄνθρωπος. Ἀλίμονο ἄν ξεκινήσεις καί πεῖς, εἶναι γενετικός προκαθορισμός, ἔχασες τά πάντα, εἶναι μιά ἱστορία τελειωμένη. Ἀφοῦ εἶναι γενετικός προκαθορισμός, εἶναι προκαθορισμένη ἡ ἁμαρτία του, τόν προκαθόρισε ὁ Θεός. Εἶναι λάθος, εἶναι αἵρεση. Εἶναι μιά ἐπίκτητη κατάσταση διαστροφῆς, ἡ ὁποία θεραπεύεται. Καί θά ξεκινήσεις ἀπό τά κέντρα. Ἐφόσον εἶναι βίτσιο σωματικῆς ἐπιθυμίας, θά ξεκινήσεις ἀπό τό τί εἶναι βίτσιο καί θά ξεκινήσεις ἀπό τά περιφερειακά τά βίτσια τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ καί θά πᾶς στό κέντρο.


Ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεραπευτική. Ἀρκεῖ νά ἔχει τή σοφία τῆς παραδόσεώς Της καί νά χρησιμοποιήσει τά ὄργανα τῆς θεραπείας. Μή μοῦ λένε ἐμένα, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία μόνο λόγια λέει. Ἔχει θεραπευτική ἡ Ἐκκλησία. Φυσικά θά τό ἐξομολογηθεῖ, ἀλλά πρέπει νά γίνει καί θεραπευτική πάνω στόν ἄνθρωπο αὐτό. Ὑπάρχει τρόπος καί εἶναι ὁ μόνος τρόπος αὐτός πού λέει ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος.


Ἄρα δέν εἶναι θέμα κουβέντας, νά τό κάνεις μιά κουβέντα, νά κάνεις μιά ψυχανάλυση, νά σοῦ βρεῖ ὁ ψυχαναλυτής, γιατί κατέληξες ἐκεῖ· κι ἄν ἀκόμα ὁ ψυχαναλυτής δέχεται ὅτι εἶναι ἐπίκτητο θά ἀρχίσει τίς ἀναλύσεις τώρα, γιατί καί τά λοιπά. Εἶδε μιά πράξη κάποτε, κάποιος τόν πείραξε κάποτε, θά κάνει μιά ἀναδρομή γιά χρόνια, θά κάνει ἀναλύσεις ἐκεῖ πέρα καί τό βρῆκε· καί βρῆκε, παιδάκι μου [ὅτι] κατέληξε ἐκεῖ γιατί συνέβη κάτι στήν ἡλικία πού ἦταν ἑφτά, ὀχτώ, ἐννιά, δέκα χρονῶν. Ἔτσι λέει, ὁ πρόεδρος τῶν ὁμοφυλοφίλων, ὅτι: «κάποιος, κάποτε, μέ πείραξε καί ἐκεῖ κατέληξα». Ὁ ἴδιος δηλαδή ὁμολογεῖ ὅτι εἶναι ἐπίκτητο καί οἱ περισσότεροι αὐτό λένε. Τό ὁμολόγησε αὐτό τό πράγμα. Ὁ ψυχαναλυτής, μπορεῖ νά θεραπεύσει;


Ἀλλά ἡ ἱστορία εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει λόγο καί ὑπάρχει θεραπευτική, ἀρκεῖ νά ξεκινήσει ἀπό: ποῦ εἶναι ἡ ἐπιθυμία καί τό βίτσιο. Ἐκεῖ εἶναι ἡ μεγάλη δουλειά πού κάνει ἡ Ἐκκλησία μας, ἀκριβῶς στήν κάθαρση ἀπό τά πάθη καί ἐκεῖ θά στραφοῦμε, πού εἶναι μιά ἱστορία πολύ παλιά τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἔχει συνεχιζόμενο κάλλος· γι᾽ αὐτό δέν ἀκούω καμία κουβέντα σέ αὐτά τά θέματα, δηλαδή εἶμαι ἀπόλυτος, τόσο πολύ, ἐπιτρέψτε μου, νά εἶμαι ἀπόλυτος.


Ἀφοῦ βλέπεις ἡ Ἐκκλησία ἔχει λόγο καί ἔχει θεραπεία· ἀρκεῖ νά τό ξέρουμε ὅτι ἔχουμε λόγο. Οὔτε νά λέμε «ἔτσι εἶναι οἱ ἄνθρωποι, τί νά κάνουμε, σήμερα ἐκεῖ καταλήξανε, ἄ, τούς ἄθλιους» καί τά λοιπά. Δέν εἶπα οἱ ἄθλιοι, δέν τούς εἶπα διεστραμμένους. Εἶπα διαστροφή μόνο, προσέξτε, γιατί περιμένω τόν ἄνθρωπο πού εἶναι ἀσθενής νά τόν θεραπεύσουμε. Δέν μπορῶ νά τόν κυνηγάω, νά τόν δέρνω· καί αὐτός πού δέν μετανιώνει, εἶναι μιά προοπτική μετανοίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀνοιχτή σέ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, δέν τόν διώχνει. Δέν μπορεῖ νά τόν παντρέψει ὅμως· καί δέν μπορεῖ νά δεχθεῖ ὅτι αὐτός μπορεῖ νά μετέχει στήν Ἐκκλησία, νά μεταλαμβάνει, ἀφοῦ δέν δέχεται Χριστό. Ἀφοῦ δέν θέλει νά θεραπευτεῖ, πῶς θά πάρει Χριστό, πού εἶναι ἀκριβῶς ὁ δρόμος τῆς θεραπείας· φάρμακο ἀθανασίας εἶναι ἡ θεία Κοινωνία.


Κάπως ἔτσι θέλω νά ὁρίσω αὐτήν τήν ἐπικαιρότητα, ἀξιοποιώντας ὅπως κάνουμε πάντοτε τήν ἀκραία ἐπικαιρότητα καί τοῦ Πηδαλίου, ἀλλά καί τῶν Ὅρων κατ᾽ ἐπιτομήν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί φυσικά νά σᾶς θυμίσω, γιατί μερικοί λένε: «ποῦ τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή;». Ἕνα σωρό φράσεις ἔχει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τήν ἀρσενοκοιτία ἤ γιά τή μορφή τῆς ὁμοφυλοφιλίας· καί μάλιστα τό τελευταῖο κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως ἔτσι τελειώνει, ἔξω οἱ μοιχοί, οἱ πόρνοι καί οἱ ἀρσενοκοῖτες.


Τό ὁρίζει σάν καίριο σημεῖο διαστροφῆς, μή θεραπευτικῆς, δηλαδή, κοινωνικῆς ἐκφράσεως. Ἕνας ὁ ὁποῖος κλείνεται στόν ἑαυτό του, σέ ἕνα βίτσιο του, δέν μπορεῖ πιά νά ἀγαπήσει, νά ἀφεθεῖ μές στήν κοινωνία, νά καταλάβει τόν ἄλλο καί διαστρέφεται ὅλη ἡ κοινωνία. Δέν εἶναι δικό μου πιά τό βίτσιο, ἀλλάζει μιά ὁλόκληρη ψυχολογία τῆς κοινωνίας. Δέν τό καταλαβαίνετε αὐτό; Δηλαδή, μιά αὔξηση αὐτοῦ τοῦ πάθους, θά φέρει ἀνθρώπους τελείως ἰδιοτελεῖς, πού κινοῦνται μόνο μέ σαρκικές ἐπιθυμίες καί θέλουν νά χρησιμοποιοῦν τούς ἄλλους.


Τό ἴδιο πράγμα ὑπάρχει καί στήν ἐλεύθερη σεξουαλικότητα, εἶναι ἴδιο τό μοντέλο, ἴδιο τό μοντέλο εἶναι. Τό ἄλλο ἤδη τό δέχθηκαν οἱ περισσότεροι -γιατί συμβαίνει, ἐντάξει, ἔχει καί δυό γυναῖκες καί τρεῖς, καί τί νά κάνουμε; Φτάνουμε τώρα σέ πιό προχωρημένη κατάσταση, ὅπου τά παιδιά μας διαστρέφονται καίρια καί προβάλλεται συνέχεια αὐτό τό φαινόμενο, σάν μοντέρνο καί νέο φαινόμενο -καί εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἔτσι, δέν ἔχουν τίποτε, εἶναι ὑγιεῖς ἄνθρωποι, μπορεῖ νά εἶναι καί καθηγητές καί τά λοιπά. Ἐγώ θά φοβόμουν τό παιδί μου, ἄν εἶχα παιδί, νά τό ἔδινα σέ ἕναν δάσκαλο πού εἶναι ὁμοφυλόφιλος, κι ἄς ἦταν τέλειος δάσκαλος, γιατί θά ἤξερα ὅτι ἔχει θολωμένο μυαλό· τίποτε ἄλλο.


Δέν εἶναι τά πράγματα τόσο ἁπλά καί αὐτό νά τό σκεφτοῦν πάρα πολλοί ἄνθρωποι καί νά ὑπάρξουν καί ἄλλες φωνές.
floga.gr

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

Περήφανα κατὰ ....................








Γεώργιος Κ. Τζανάκης
Ἀκρωτήρι Χανίων
Ποιοί σχεδίασαν τὴν ἀπομάκρυνσι τῆς μάννας ἀπὸ τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν της, μὲ τὸ πρόσχημα τῶν δικαιωμάτων; Ὅποιος τὸ ψάξει θὰ βρεῖ μακροχρόνιους σχεδιασμοὺς λαμπρῶν ἀνθρώπων ἐπιπέδου πχ Ρόθτσιλντ, Κίσσινγκερ καὶ τῶν εὐαγῶν ἱδρυμάτων ποὺ διατηροῦν ἤ ὑπηρετοῦν. Φεμινισμὸς, δικαιώματα, χειραφέτησις γυναικῶν... Μετὰ προβολὴ τῆς σεξουαλικῆς ἐλευθερίας, συκοφάντησις τῆς οἰκογενείας, αὐτόματο διαζύγιο, νομιμοποίησις ἐκτρώσεων, δηλαδὴ προσαρμογὴ τῶν νομοθεσιῶν ἀλλὰ καὶ τῆς ἐκπαιδευσεως πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνσι. Στὰ σχολεία, θυμᾶστε; Πυρηνικὴ οἰκογένεια, μονογονεϊκὴ οἰκογένεια, ὄχι λόγῳ θανάτου ἤ χωρισμοῦ, ἀλλὰ…
ὡς ἐπιλογή καὶ ἄλλες τέτοιες προοδευτικὲς διδασκαλίες. Τώρα πλέον καὶ οἱ ἔκφυλοι ἀπαιτοῦν οἰκογενειακὰ δικαιώματα μέχρι καὶ υἱοθεσία ...παιδιῶν!!! καὶ φυσικὰ ὁ λαοπρόβλητος πρωθυπουργός μας σπεύδει ἀσμένως νὰ ἰκανοποιήσῃ τὸ «θέλω» τους.
Ἕνα πνεῦμα ἐχθρικὸ, δεκαετίες τώρα, ἄρχισε νὰ πνέει ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ κράτος ἐναντίον τοῦ βασικοῦ κυττάρου του: τῆς οἰκογένειας. Ἡ νομοθεσία, λοιπόν, ἡ φορολογία, ἡ κοινωνικὴ πρόνοια, ὅλες οἱ πολιτικὲς κατευθύνσεις τῶν τελευταίων 50 χρόνων στόχευαν στὴν συκοφάντησι, στὸ γκρέμισμα, στὴν διάλυσι τῆς οἰκογένειας, ἀσχέτως μὲ τὶς κατὰ καιροὺς δηλώσεις περὶ τοῦ ἀντιθέτου. Τηλεόρασι, τῦπος, κάθε γλώσσα καὶ κάθε δημόσια φωνή αὐτὸ κηρύττουν. Οἱ πολύτεκνοι ἀντί νὰ βοηθοῦνται οὐσιαστικὼς περιθωριοποιήθηκαν καὶ ἐδιώχθησαν καὶ τὰ τέκνα θεωρήθηκαν τεκμήρια... Ἐξ ἄλλου , κατὰ τοὺς κινοῦντες τὰ νήματα τοῦ κόσμου, ὁ πληθυσμὸς τῆς γῆς πρέπει νὰ μειωθῇ... Τὸ δημογραφικὸ δεκαετίες τώρα εἶναι τὸ πρῶτο καὶ κυριώτερο πρόβλημα τῆς χώρας(ποὺ θὰ τὸ λύσουν οἱ ἐκλεκτοὶ τῆς Βουλῆς κουβαλώντας λαθροεποίκους)
Μαζὶ μὲ τὴν γενικώτερη πορεία τῆς χώρας καὶ τῶν πολιτῶν της ἐς κόρακας καὶ κατὰ κρημνοῦ ἀκολουθεῖ τὴν ἴδια πορεία καὶ ἡ οἰκογένεια. Ἀλλὰ καταλύτης καὶ αὐτουργὸς καὶ ὑποβοηθητὴς εἶναι τὸ ἴδιο τὸ πολιτικὸ σύστημα τῆς χώρας, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι οἱ πολιτικοὶ ποὺ μεθόδευσαν καὶ πραγματοποίησαν τὸ ἔγκλημα αὐτό. Καὶ μαζὶ μὲ αὐτοὺς ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία, ποὺ δὲν τόλμησε νὰ ὑψώσῃ ἀσπίδα ἀποτελεσματικῆς προστασίας τῆς οἰκογενείας, ἔργῳ καὶ διδασκαλίᾳ,ἀλλὰ ἀποδεχόταν πάντοτε τὶς ἐνέργειες τῶν φθορέων πολιτικῶν σεβομένη «τοὺς διακριτοὺς ρόλους ἑκάστου». Μόνο ποὺ ὁ δικός της ρόλος δὲν ἦταν ὁ ρόλος τῆς ὑπάκουης μαριονέτας τῶν πολιτικῶν, ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ὁ ρόλος τῆς ὑπερασπίσεως τῆς ἐν Χριστῷ ἀληθείας καὶ τοῦ κατὰ φύσιν ἀνθρώπου.

Ἔτσι ἡ οἰκογένεια πηγαίνει κατὰ διαόλου.

Γιατὶ, λοιπόν, ἐκπλήττονται σήμερα πολλοὶ ὅταν τὰ βλαστάρια τους διαδηλώνοντας φωνασκοῦν: «Στὸ διάολο ἡ οἰκογένεια»;

Κάνουν σύνθημα αὐτὸ ποὺ γύρω τους εἶναι πραγματικότης. Ἐξωτερικεύουν καὶ ζητοῦν νὰ γίνῃ πιὸ γρήγορα καὶ πιὸ φανερὰ αὐτὸ ποὺ συντελεῖται ἀργὰ,ὕπουλα, σιγά-σιγά. Μὴν ξεχνᾶτε ὅτι εἶναι τὰ ἔκγονα τοῦ Μαντσίνι καὶ τὰ προσκοπάκια τοῦ Σόρος καὶ τοῦ Σβάμπ. Καὶ εἶναι νέοι καὶ ἀνυπόμονοι. Καὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ οὐσιαστικῶς ἀβαντάρουν καὶ βοηθοῦν τοὺς πολιτικοὺς τοῦ «δημοκρατικοῦ τόξου» ὥστε νὰ τοὺς ἐπικαλούνται στὴν πορεία τῶν σαρωτικῶν ἀλλαγῶν τους.

Ἄρα δὲν λένε τίποτε διαφορετικὸ ἀπὸ ὅσα πράττουν κατὰ τῆς οἰκογενείας ὁ Μητσοτάκις καὶ ὁ Τσίπρας (ἐντάξει αὐτὸς σταμάτησε νὰ «ξεκουραστῇ», ἀλλὰ τὸ πνεῦμα ποὺ τὸν ἐνέπνεε κατοικεῖ πολλαπλασίως καὶ στοὺς ὑπολοίπους.

Γιὰ τὴν πατρίδα;

Ποὺ πάει ἡ Πατρίς; Ποὺ ὁδηγεῖται ἀπὸ τοὺς συγχρόνους τυράννους-πατριούς; Ποιὸς τὴν ὑπερασπίστηκε; Ποιός τὴν νοιάστηκε; Ποιός ἀπὸ τοὺς πατριδοκαπήλους τῆς Βουλῆς; Βλέπετε τί γίνεται στὴ Βόρεια Ἡπειρο μὲ τὸν διωγμὸ τῶν Ἑλλήνων. Βλέπετε πῶς παραδίδουν στὸ συνοθύλευμα τῶν Σκοπιανῶν τὸ ὄνομα καὶ τὴν ψυχή τῆς Μακεδονίας. Βλέπετε πῶς ἐγκατέλειψαν τὴν Κύπρο. Βλέπετε πῶς ξεπουλοῦν τὸ Αἰγαῖο καὶ τὰ νησιὰ καὶ τὸν ὑποθαλάσσιο πλοῦτο τῆς πατρίδας. Βλέπετε πῶς τὰ κατάφεραν μὲ τοὺς Ρώσους (λόγῳ τοῦ οὑκρανικοῦ) ὥστε τὰ νησιὰ νὰ μείνουν ἀπροστάτευτα. (Γνωστὴ καὶ ἡ συνεισφορὰ τοῦ Ἱερωνύμου καὶ τῆς πουλημένης ἱεραρχίας μὲ τὴν ἀναγνώρισι τῆς ψευδεκκλησίας τῶν Οὐκρανῶν ναζιστῶν, καὶ τοῦ Κωνσταντινουπόλεως ποὺ μόλις ὑποδέχθηκε ὑπερήφανος στὸ Φανάρι τὸν χάζαρο Ζελένσκι). Ποὺ πάει λοιπὸν ἡ Πατρίς; Κατὰ διαόλου.

Τί διαφορετικὸ λένε τὰ καλόπαιδα, ποὺ περήφανα διαδηλώνουν μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους περήφανους κιναίδους;

«Στὸ διάολο ἡ πατρίς», λένε.

Λένε αὐτὸ ποὺ οἱ ὑπόλοιποι, πολιτικοὶ καὶ ἐκκλησιαστικοί ἄρχοντες, κάνουν. Ἡ Νέα Τάξις, ἡ Νέα Ἐπανεκίνησις, ὁ Νέος Κόσμος, ἡ Παγκόσμια Διακυβέρνησις (ὅπως θέλετε πεῖτε το, δὲν ἔχει διαφορά) δὲν θέλει πατρίδες. Γι᾿ αὐτὸ δουλεύει μεθοδικὰ μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ διαθέτει νὰ ὑποσκάψῃ τὰ θεμέλια κάθε πατρίδας. Τράπεζες, πανεπιστήμια, ὀργανισμοί, ΜΚΟ, πολυεθνικὲς ἐταιρεῖες, κόμματα·ὅλα δουλεύουν πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνσι. Τὰ κατηχητόπουλά τους τώρα στοὺς δρόμους φωνάζουν τὸ μάθημά τους. Αὐτοὶ εἶναι οἱ παραγματικοί ταλιμπάν τῆς Νέας Ἐποχῆς. Γι᾿ αὐτὸ ζητοῦν τὸ κεφάλι ὁποιουδήποτε δὲν συμφωνεῖ μαζί τους ἤ δὲν σωπαίνει μπροστά τους, χαρακτηρίζοντάς τον φασίστα. Τὸ ἴδιο δὲν κάνει καὶ ἡ ἀντίστοιχη πτέρυγα τῆς Βουλῆς ποὺ αὐταποκαλεῖται «Δημοκρατικό τόξο»; Ὅλοι οἱὑπόλοιποι γι᾿αὐτοὺς, εἶναι ἀκροδεξιοί φασίστες. Ἀπλὰ πράγματα. Ἔτσι ἡ ζωὴ εἶναι πιὸ εὔκολη. Ἄν δὲν εἶσαι μαζί μας εἶσαι φασίστας (καὶ πρέπει νὰ τὸ βουλώσῃς,διαφορετικὰ θὰ ἐξοντωθῇς ἠθικὰ ἤ καὶ βιολογικά).

Καὶ ὅλα αὐτὰ γιατί; Γιατὶ ἔχουν πειστεῖ ὅτι ζωὴ εἶναι τὸ νεοεποχήτικο ὄνειρο. Ἡ ἀνοιχτὴ κοινωνία τῶν δικαιωμάτων. Τὸ «κάμε ὅτι θέλεις». Τὸ ἀρχαῖο δαιμονικὸ ναρκωτικὸ τοῦ ἐγωϊσμοῦ. Τὸ «φάε τὸν ἀπαγορευμένο καρπό νὰ γίνῃς θεός». Καὶ τα διδάσκουν τὰ ἔρμα τί νὰ θέλουν. Ἰνστρούχτορες, ἰδρύματα, ὁργανώσεις, ὑπουργεία παιδείας ἔχουνἀναλάβει νὰ διαμορφώσουν τοὺς νέους ἀνθρώπους νὰ «θέλουν» ὅ,τι αὐτοὶ ἔχουν σχεδιάσει νὰ θέλουν. Γι᾿ αὐτὸ προσπαθοῦν ἐξ ἀπαλῶν ὀνύχων νὰ τὰδιαστρέψουν, νὰ τὰ ἐκμαυλίσουν, νὰ τοὺς ἀφαιρέσουν ἀκόμη καὶ τὰ φυσικὰ τους ἰδιώματα, ὅπως τοῦ φύλου, γιὰ νὰ φτιάξουν τοὺς νέους δυστυχεῖς τοῦ αὔριο, ποὺ θὰ ξεχύνονται στοὺς δρόμους «γιὰ τὰ δικαιώματά τους». Ἔτσι θὰ νομίζουν ὅτι ζοῦν. Θὰ θέλουν ὅλα νὰ τὰ διαλύσουν γιὰ νὰ ζήσουν αὐτοί. Καὶ πρώτη τὴνπατρίδα, καὶ μιὰ ποὺ μιλοῦμε γιὰ ἐμᾶς τὴν Ἑλλάδα.

«Ἡ Ἐλλάδα νὰ πεθάνῃ, νὰ ζήσουμε ἐμεῖς»

Τώρα ἔχουμε τὰ δικαιώματα τῶν ΛΟΑΤΚΙ+. Παράλληλα ἐξελίσονται καὶ τὰ «δικαιώματα στὸν αὐτοακρωτηριασμὸ» - transableism- γιὰ νὰ φτάσουμε στὸν μετανθρωπισμὸ καὶ τὶς σχετικες στοχεύσεις (τὰλανσάρουν πολλοὶ ἄλλοι ἱεραπόστολοι τῆς Νέας Ἐποχῆς μὲ γνωστρότερους στὸ εὐρὺ κοινὸ τὸν κίναιδοΧαράρι, τὸ καμάρι τοῦ Κλάους Σβάμπ τοῦπνευματικοῦ δασκάλου τοῦ Μητσοτάκι, καὶ τὸνΘεοφάνη Τάση –καὶ ἐνώπιον τοῦ Κυριάκου Πιερρακάκη- καὶ στὰ πολλὰ βιβλία του). Ὅπως πρὶν 20 χρόνια ἄν ἔλεγες σὲ κάποιον ὅτι θὰ διαδηλώνουν στοὺς δρόμους τὴν ὑπερηφάνεια τους οἱ κάθε λογῆς ἔκφυλοι ὑποστηριζόμενοι ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ κράτος καὶ θὰ καταφέρονται ἐναντίον τῆς πατρίδας, τῆς οἰκογένειας καὶ ὁποιουδήποτε δὲν δηλώνει ταύτισι μὲ τὶς ἀπόψεις τους, θὰ σὲ θεωροῦσε μουρλό· τὸ ἴδιο θὰ γίνῃ τώρα σὲ ὅποιον ἐπισημαίνει ὅτι ὁ μετανθρωπισμὸς (ποὺ εἶναι ἡ περιεκτικὴ ὁμπρέλα τοῦ τρανσεξουαλισμοῦ (ΛΟΑΤΚΙ+) καὶ τοῦ δικαιώματος στὸν αὐτοακρωτηριασμό, transableism) εἶναι μιὰ διαφαινόμενη κοινωνικὴ ἀπειλή, ποὺ στηρίζεται στὴν μεγαλοστομία τοῦ «Θέλω». Ὅποιος ὅμως μελετήσει αὐτὰ τὰ φαινόμενα καὶ δεῖ τὸ Νομοσχέδιο Δικαιωμάτων τῶν Μετανθρωπιστῶν θὰ διαπιστώςῃ ὅτι δὲν μιλοῦν πλέον γιὰ ἀνθρώπους ἀλλὰ γιὰ «νοήμονες ὀντότητες» (sentient entities), ὅπου ἐκεὶ ἐμπεριέχονται –μὲ τὰ ἵδια δικαιώματα- βιολογικὲς ὀντότητες (αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα ἄνθρωποι), γενετικὰ τροποποιημένοι ἄνθρωποι , ἄνθρωποι βελτιωμένοι μὲ τεχνολογία καὶ τεχνητὴ νοημοσύνη, ἀλλὰ καὶ μὴ βιολογικὲς ὀντότητες, ὀντότητες ἀπὸ ἄλλες διαστάσεις ἤ πλανῆτες κλπ κλπ. Ἀντιλαμβάνεται κανεὶς ὅτι πλέον ὄχι μόνο οἱ κάθε λογῆς πλανεμένοι καὶ δαιμονισμένοι, ἀλλὰ καὶ τὰ ἴδια τὰ δαιμόνια θὰ ἔχουν πλήρη δικαιώματα ἐμφανίσεως καὶ παρουσίας ὡς ἰσότιμα ἄτομα καὶ μάλιστα κανεὶς δὲν θὰ ἔχει δικαίωμα νὰ διαμαρτυρηθῇ γιὰ τὴν παρουσία τους ἐπικαλούμενος θρησκευτικὲς ἀντιλήψεις...

Τώρα, βέβαια, ὅταν δὲν γίνεται κατανοητὸ ὅτι μὲ τὴν δικαιολογία ὅτι οἱ χριστιανοὶ δὲν ἀσχολοῦνται μὲ τὴν πολιτικὴ (λόγῳ ὑψηλῆς πνευματικότητος), ἀφήνουν τὸ ἔδαφος γιὰ πλήρη δράσι τῶν σατανιστῶν ποὺ ἐλέγχουν τὴν παγκόσμια πολιτικὴ, καὶ ὅτι κατ᾿αὐτὸν τὸν τρόπο στουρθοκαμηλίζοντας καὶ ἀερολογοθεολογῶνταςἐνσπείρουν τὴν παθητικότητα καὶ τὸν κλονισμὸ τῆςπίστεως στοὺς ἀπλουστέρους (αὐτὰ ποὺ συνέβησαν καὶ στὶς πρόσφατες ἐκλογές) ποιός πιστεύει ὅτι θὰ γίνουν κατανοητά τὰ ἐπερχόμενα;

Τουλάχιστον νὰ γινόταν ἀντιληπτὲς οἱ αἰτίες τῶν τωρινῶν ἐκδηλώσεων καὶ ὅτι οἱ κύριοι αἴτιοι εἶναιαὐτοὶ οἱ ἴδιοι οἱ ἡγήτορες πολιτικοὶ καὶ θρησκευτικοί. Τόσα χρόνια ποὺ συνεχίζεται τὸ νεοεποχήτικο παιδομάζωμα τί κάνουν; Παρακολουθοῦν καὶ τοὺς «ἀγαπᾶνε» ὅλους καὶ δῆθεν ἐκπλήσονται ὅταν δημοσίως συμβαίνουν τὰ παραπάνω; Ὅταν βραβεύουν ἐκφύλους, βαφτίζουν τέκνα «ἐγγάμων» κιναίδων καὶ ἐξυμνοῦν ἀπὸ ἄμβωνος τὴν «ἀγάπη τους», τί ἄλλο κάνουν παρὰ προάγουν τὰ παραπάνω;

Ἔτσι, φυσικὰ, καὶ θὰ πᾶνε στὸ διάολο ὄχι μόνο ἡ οἰκογένεια καὶ ἡ πατρίς, ἀλλὰ καὶ ἡ (ἐν τῇ γῇ) ἐκκλησία (ποιμένες καὶ ποιμενόμενοι), ἤ μήπως ἤδη δὲν πηγαίνουμε πρὸς τὰ ἐκεῖ μὲ βῆμα ταχύ,ἀκολουθοῦντες τοὺς λαμπρούς ποιμένες μας, τοὺς ἐπαφρίζοντας τὰς ἑαυτῶν αἰσχύνας μὲ περηφάνεια μεγαλύτερη τῶν κιναίδων;

Γεώργιος Κ. Τζανάκης. Ἀκρωτήρι Χανίων. 9 Ἰουλίου 2023

Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2022

ΜΕ ΜΑΡΑΝΕ Η ΠΟΔΙΑ ΣΟΥ! (ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΑΡΘΡΟ ΠΟΥ ΑΛΙΕΥΣΑ ΑΠΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ FB "Το Ένζυμο"



Ἐχθὲς καὶ σήμερα ἡ Δημοκρατία μας ἑορτάζει τὴν μνήμη δύο σημαντικῶν ἐκπαιδευτικῶν μεταρρυθμίσεων, οἱ ὁποῖες, ὁμολογουμένως, ἀνύψωσαν τὸ ἐπίπεδο τῆς παιδείας τοῦ λαοῦ καὶ προήγαγαν τὴν ἀγωγὴ τῆς μαθητιώσας νεολαίας.Στὶς 5 Φεβρουαρίου τοῦ 1982 καθιερώνεται ἐπισήμως τὸ μονοτονικὸ σύστημα γραφῆς ἀπὸ τὴν νεοεκλεγείσα κυβέρνηση τοῦ ΠΑΣΟΚ. Τὴν ἑπομένη ὁ ὑπουργὸς παιδείας ἀνακοινώνει τὴν κατάργηση τῆς σχολικῆς ποδιᾶς ὡς ὑποχρεωτικῆς σχολικῆς ἐνδυμασίας.
Ὅπως τὸ μονοτονικὸ ἱκανοποίησε τὸ παλλαϊκὸ αἴτημα τῶν ἰδιοκτητῶν τῶν μεγάλων ἐφημερίδων γιὰ τὴν μείωση τοῦ κόστους ἔκδοσης (προηγουμένως τὸ κόστος ἦταν πολλαπλάσιο, μὲ τὰ τυπογραφικὰ καὶ τὶς διορθώσεις -περισπωμένες, πνεύματα) καὶ τὴν εἰσαγωγὴ φθηνότερων λινοτυπικῶν μηχανῶν μὲ μονοτονικό, ἔτσι καὶ ἡ κατάργηση τῆς ποδιᾶς ἀνταποκρινόταν στὴν πάνδημη ἐπιθυμία τῶν εὐκατάστατων μαθητῶν καὶ γονιῶν (εἰδικὰ τῶν «νεόπλουτων») γιὰ τὴν ἐλεύθερη ἐκδήλωση τῆς προσωπικότητάς τους, μὲ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς ἐνδυματολογικῆς ἐπίδειξης καὶ τὴν μετατροπὴ τῶν σχολείων σὲ πασαρέλες, ὅπως ἤδη εἶχαν ἐπισημάνει προφητικὰ τότε κάποιοι ἀντιδραστικοί, ἐχθροὶ τῆς δημοκρατίας καὶ τοῦ λαοῦ.
Ὁ ἀγῶνας (γιὰ μία ἀκόμη φορὰ) δικαιώθηκε. Οἱ κατουρημένες ποδιὲς δὲν καταργήθηκαν, βέβαια (ὅπως, ἀντιθέτως, μᾶς πληροφοροῦσε τότε, μὲ πρωτοσέλιδό του τὸ «Ποντίκι»), αὐξήθηκαν ὅμως κατακόρυφα τὰ χείλη ποὺ τὶς φιλοῦσαν, μιᾶς καὶ ὁ λαὸς νίκησε (ὅπως, «κείνη τὴ νύχτα», ἀνακοίνωνε θριαμβευτικὰ ἡ «Αὐριανὴ») καὶ ἄνοιξε ὁ δρόμος γιὰ τὸν μαζικὸ παρασιτικὸ καταναλωτισμὸ τῶν «μὴ προνομιούχων», τὶς ἀθρόες προσλήψεις στὸ δημόσιο μὲ τὶς εὐλογίες τῶν πράσινων κλαδικῶν καὶ τὸν ἀθρόο πλουτισμὸ τῶν ἐκπροσώπων τους, ποὺ ἀγωνίζονταν γιὰ τὴν δημοκρατία ἐκποιώντας ἀλύπητα τὴν χώρα.

Ὅπως καὶ νἄχει, τὸ ΠΑΣΟΚ ὑπῆρξε ὁ πρωταγωνιστῆς τῆς εἰσαγωγῆς τῆς μαζικῆς δημοκρατίας στὸν τόπο, προσαρμόζοντάς τον στὶς χειρότερες νεοελληνικὲς ἰδιορρυθμίες, ἀνοίγοντας ἔτσι τὸν ἀσκὸ τοῦ Αἰόλου τοῦ κοινωνικοῦ ἐκμαυλισμοῦ, μὲ τὸν οἰκονομικὸ παρασιτισμὸ νὰ βαδίζει παράλληλα μὲ τὴν γενικὴ ἔκλυση τῶν ἠθῶν. Ἡ πορεία τῆς νεοελληνικῆς παρακμῆς ἦταν τόσο ὁρμητική, ὥστε ὁλόκληρος ὁ πολιτικὸς κόσμος εὐθυγραμμίστηκε γοργὰ μὲ τὸν πασοκισμό, ἐπωφελούμενος ἀφ' ἑνὸς ἀπὸ τὰ ὀψώνια τῆς ἀσύστολης ὑποθήκευσης τῆς χώρας στὸν βωμὸ τῆς ρεμούλας, καί ἀφ' ἑτέρου ἀπὸ τὴν δυνατότητα νομῆς τῆς ἐξουσίας ποὺ τοῦ παρεῖχε ἡ κολακεία τῆς ἰδιοτέλειας τοῦ δήμου.
Μαζὶ μὲ τὸν «ἀγῶνα ποὺ δικαιώθηκε», δικαιώθηκε καὶ ὁ Ἰσοκράτης, ὅταν στηλίτευε τὴν δημαγωγία, ποὺ ἔκανε τοὺς πολίτες «νὰ θεωροῦν τὴν ἀσυδοσία δημοκρατία, τὴν παρανομία ἐλευθερία, τὴν αὐθάδεια ἰσονομία καὶ τὸ δικαίωμα νὰ κάνει κανεὶς τὰ πάντα εὐτυχία» («Ἀρεοπαγιτικός», 20).

Ἡ μεγαλύτερη διαφθορὰ συνειδήσεων πραγματοποιήθηκε -καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ πραγματοποιεῖται- στὸν χῶρο τῆς νεολαίας, ποὺ διαπαιδαγωγεῖται πάντοτε μὲ τὸ προσωπικὸ παράδειγμα καὶ τὰ πρότυπα τῶν μεγαλυτέρων. Ἡ πλημμυρίδα ὀκνηρίας καὶ χαλαρότητας κατέκλυσε τὰ σχολεῖα καὶ τὰ πανεπιστήμια ἐν ὀνόματι τῆς δημοκρατίας καὶ τῆς ἐλευθερίας ὁδηγώντας στὸ σημερινὸ τέλμα τοῦ αὐτάρεσκου μηδενισμοῦ.
Ἀπὸ τὰ λατινικὰ ποὺ προλάβαμε νὰ μάθουμε στὸ σχολεῖο θυμόμαστε ὅτι nihilismus εἶναι ἡ λατινικὴ λέξη γιὰ τὸν μηδενισμό, ἡ ὁποία συντίθεται ἀπὸ τὸ ἀρνητικὸ μόριο ne καὶ τὴν λέξη hilum, ἡ ὁποία σημαίνει «ὀμφαλός». Μηδενιστὴς εἶναι, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει ὀμφαλό, ἄρα καὶ λῶρο. Εἶναι, δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος ποὺ στερεῖται πνευματικοῦ πυρήνα, εἶναι ἀνερμάτιστος καὶ ἀσύνδετος, καθὼς δὲν διαθέτει συλλογικὴ ταυτότητα καὶ δὲν συνδέεται μὲ μία κοινότητα.

Εἶναι ὁ ἀνθρωπος-μεμονωμένο ἄτομο, τῆς φιλελεύθερης μαζοδημοκρατίας, ποὺ στερεῖται ἑνὸς ὑψηλοῦ νοήματος ζωῆς, εἶναι ἀποσπασμένος ἀπὸ κάθε μορφῆς συλλογικῆς ταυτότητας (φυσικῆς καὶ πνευματικῆς) καὶ ὁ ἴδιος μόνος (solus ipse) ἀποτελεῖ τὸ θεμέλιο τῶν ἀξιῶν καὶ τῆς ἀλήθειας. Εἶναι μὲ μία λέξη ὁ μαζάνθρωπος: ἐγωπαθῆς, μίμος, ρευστός, ἡδονοθήρας, καπριτζιόζος, ἀκόρεστος -κατ' ἐπίφαση ἐλεύθερος (ἀφοῦ ἡ «ἐλευθερία» του ἔχει μονάχα ἀρνητικὸ νόημα -ἄρα μὴ νόημα) καὶ ταυτόχρονα βαθύτατα ἐθελόδουλος.

Δύο τέτοιες «ἀθῶες» πλευρὲς τῆς κατάπτωσης τῆς σχολικῆς ζωῆς ἦσαν καὶ οἱ προαναφερόμενες μεταρρυθμίσεις, προσαρμοσμένες ἀκριβῶς στὴν πορεία πρὸς τὴν γενικότερη μαζοποίηση τῆς νεοελληνικῆς κοινωνίας.
Ἡ καθιέρωση τοῦ μονοτονικοῦ (ποὺ δὲν μᾶς «κουράζει») ἦταν ἡ ἀποσύνδεση τῆς γλώσσας ἀπὸ τὴν ἱστορική της ὀρθογραφία, καὶ κατὰ συνέπεια ἡ ρήξη στὴν συνείδηση τῆς ἐθνικῆς μας συνέχειας, τῆς ὁποίας συστατικὸ στοιχεῖο ἀποτελεῖ ἡ γλώσσα ὡς παράδοση, ὡς μεταφορὰ ἑνὸς διαχρονικοῦ νοήματος ἀπὸ τὸ παρελθὸν στὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον.
Ἡ κατάργηση τῆς σχολικῆς ποδιᾶς δὲν ἄφησε μονάχα ἐλεύθερο τὸ πεδίο στὴν τυραννία τῆς συρμώδους ἐπιδειξιομανίας (εἰδικὰ ἄν λάβουμε ὑπ' ὄψιν μας τὴν σύγχρονη ταύτιση μεταξὺ ἐνδυμασίας καὶ προσωπικότητας) ἀλλὰ καὶ στὴν ἀποσύνδεση τοῦ ἀνήκειν στὴν σχολικὴ κοινότητα καὶ τῆς ἀποδόμησης τῆς συλλογικῆς μαθητικῆς ταυτότητας, ποὺ κάνει τὸν μαθητὴ νὰ φαίνεται καὶ νὰ αἰσθάνεται μαθητής, ἐνταγμένος στὴν μαθητικὴ κοινότητα, μὲ τὸν διακριτὸ καὶ ἰδιαίτερο ρόλο ποὺ ἐνέχει ἡ μαθητικὴ ἰδιότητα. Ἡ ποδιὰ ἐνέτασσε συμβολικὰ τὸν μαθητὴ στὴν κοινότητα τοῦ σχολείου καὶ τοῦ ὑπενθύμιζε διὰ τῆς ἐνδυμασίας του τὴν συλλογικὴ μαθητική του ταυτότητα, ἐνῶ ταυτοχρόνως ἀπέτρεπε τὴν ἐκδήλωση τῆς διαφορὰς πλούτου καὶ οἰκογένειας, μὲ τὴν ψευδεπίγραφη «ἀνάδειξη τῆς προσωπικότητας» διὰ τοῦ ρουχισμοῦ.

Ἡ κατηφορικὴ συνέχεια ἀπὸ τότε εἶναι γνωστή, καὶ σήμερα ἐκδηλώνεται (εἰσαγόμενα πάντα) μὲ τὴν ἀντιστροφὴ τῶν ρόλων («τὰ ροῦχα δὲν ἔχουν φύλο») καὶ ὁτιδήποτε ἄλλο ἐπιτάσσει ἡ ἀσύστολη ἰδιωτεία τοῦ μαζανθρώπου, ποὺ μπορεῖ νὰ συνδυάζει ἄνετα τὴν ἀσυδοσία καὶ τὴν ἀναρχία μὲ τὴν τυραννία καὶ τὴν ἐθελοδουλία.
Καὶ τὸ ἑπόμενο δημοκρατικὸ ὁρόσημο δὲν εἶναι τάδε ἐπέτειος κατάργησης τῆς σχολικῆς ποδιᾶς, ἀλλὰ ἡ καθιέρωση τῆς ὑποχρεωτικῆς μασκοφορίας στὰ σχολεῖα.
Σημασία ἔχει ἡ μάσκα κι ὄχι ἡ «φούστα»!
Μὲ τὴν δεύτερη νὰ συμπληρώνει ὀργανικὰ τὴν πρώτη.
Οὐκ ἐξ ἄλλης πολιτείας τυραννὶς καθίσταται ἢ ἐκ δημοκρατίας!

Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2021

Ἡ ἀλήθεια δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πλῆθος.Ἔστω καὶ ἕνας φτάνει!



Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (11 Νοεμβρίου)
Ἐπιστολὴ 48 (ΜΗ) στὸ τέκνο του Ἀθανάσιο...
... Πρόσεχε λοιπόν, ἀδελφέ, τί λέγει ὁ μέγας Βασίλειος σ΄ἐκείνους ποὺ κρίνουν τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὸ πλῆθος.
«Αὐτὸς ποὺ δὲν τολμᾶ», λέγει, «νὰ δικαιολογήσει τὴ συζήτηση ποὺ γίνεται, οὔτε ἔχει νὰ παρουσιάσει ἀποδείξεις, καὶ ἐξαιτίας αὐτοῦ καταφεύγει στὸ πλῆθος, ὁμολογεῖ τὴν ἥττα του, ἐπειδὴ δὲν ἔχει... κανένα ἐφόδιο θάρρους».
Καὶ μετὰ ἀπὸ ἄλλα: «Ἄς μου δείξει τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἀλήθειας, ἔστω καὶ ἕνας, καὶ πολὺ σύντομα θὰ πεισθῶ. Ὅμως πλῆθος πολὺ χωρὶς ἀποδείξεις, εἶναι βέβαια ἱκανὸ νὰ ἀπειλήσει, ἀλλὰ νὰ πείσει καθόλου. Οἱ πόσες μυριάδες θὰ μὲ πείσουν νὰ πιστέψω ὅτι ἡ ἡμέρα εἶναι νύχτα, ἢ τὸ χάλκινο νόμισμα νὰ τὸ θεωρήσω χρυσὸ καὶ ἔτσι νὰ δεχθῶ, ἢ νὰ πιστέψω ὁλοφάνερο δηλητήριο, ἀντὶ γιὰ κατάλληλη τροφή;».
Ἔπειτα, ἐξαιτίας γήινων πραγμάτων δὲν θὰ φοβηθοῦμε τοὺς πολλοὺς ποὺ ψεύδονται, καὶ γιὰ χάρη τῶν δογμάτων θὰ ἀκολουθήσω μὲ νεύματα ἀναπόδεικτα, ἐγκαταλείποντας ἐκεῖνα ποὺ παραδόθηκαν ἀπὸ παλιὰ καὶ ἀπὸ μακρὸ χρόνο μὲ πολλὴ συμφωνία καὶ τὶς μαρτυρίες τῶν ἁγίων Γραφῶν;
Δὲν ἀκούσαμε τὸν Κύριο ποὺ λέγει «Πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι, λίγοι ὅμως οἱ ἐκλεκτοί», καὶ ἀλλοῦ πάλι, «Στενὸς καὶ γεμάτος θλίψεις εἶναι ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ ζωή, καὶ εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποῦ τὸν βρίσκουν»; Ποιὸς λοιπὸν λογικὸς δὲν εὔχεται νὰ εἶναι μεταξὺ τῶν λίγων, πού μέσα ἀπὸ τὴ στενὴ πύλη μπαίνουν στὴ σωτηρία, παρὰ μεταξὺ τῶν πολλῶν, οἱ ὁποῖοι μέσω τῆς πλατειᾶς ὁδοῦ σπρώχνονται πρὸς τὴν ἀπώλεια; Καὶ ποιὸς δὲν θὰ ἐπιθυμοῦσε, ἂν ζοῦσε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Στεφάνου, νὰ βρίσκεται μὲ τὸ μέρος ἐκείνου, ποὺ ἦταν ὁ μόνος ποὺ δεχόταν τοὺς λίθους καὶ ἦταν ὁ περίγελος ὅλων, παρὰ μὲ τοὺς πολλοὺς πού νόμιζαν πως ἔχουν τὴν ἀληθινὴ πίστη ἀπὸ τὴν κακὴ ἐξουσία;


Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ προκόβει κατὰ Θεόν, εἶναι προτιμότερος ἀπὸ μυριάδες ποὺ καμαρώνουν μὲ αὐθάδεια. Ὅπως βλέπουμε καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου χιλιάδες ἀπὸ τὸν λαὸ ἔπεφταν χτυπημένοι ἀπὸ θεϊκὴ ὀργή, καὶ «Μόνος ὁ Φινεὲς στάθηκε καὶ ἐξευμένισε τὸν Θεό, καὶ κόπασε ἡ καταστροφή». Ἂν ὅμως ἐκεῖνος ἔλεγε, Πῶς νὰ τολμήσω νὰ ζητήσω ἐξιλέωση ὕστερα ἀπὸ τὰ τόσα πού ἔγιναν; Πῶς νὰ καταψηφίσω αὐτοὺς πού ἀποφάσισαν νὰ ζοῦν μὲ τὸν τρόπο αὐτόν; Οὔτε αὐτὸς θὰ ἀρίστευε, οὔτε τὸ κακὸ θὰ σταματοῦσε, οὔτε οἱ ὑπόλοιποι θὰ σώζονταν, οὔτε ὁ Θεὸς θὰ τοὺς χάριζε τὴν εὔνοιά Του.


Εἶναι λοιπὸν καλό, εἶναι καλὸ καὶ ὁ ἕνας νὰ μιλάει μὲ παρρησία καὶ νὰ ἀκυρώνει τὴν ἄδικη ἀπόφαση τῶν πολλῶν. Σὺ ὅμως, ἄν σοῦ ἀρέσει, προτίμησε ἀντὶ τοῦ Νῶε ποὺ σώζεται, τὸ πλῆθος ποὺ πνίγηκε, καὶ ἐμένα ἐπίτρεψέ μοῦ νὰ τρέξω στοὺς λίγους ποὺ εἶναι μέσα στὴν κιβωτό. Ἂν πάλι θέλεις κατάταξε τὸν ἑαυτό σου μαζὶ μὲ τοὺς πολλοὺς στὰ Σόδομα, ἐγὼ ὅμως θὰ συνοδέψω τὸν Λώτ, ἔστω καὶ ἂν μόνος τοῦ ἀποχωρίζεται ἀπὸ τὰ πλήθη ἐπιδιώκοντας τὸ συμφέρον του.


Ὡστόσο γιὰ μένα καὶ τὸ πλῆθος εἶναι σεβαστό,


ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποὺ ἀποφεύγει τὴν ἐξέταση, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ παρέχει ἀποδειξη•


ὄχι ἐκεῖνο ποὺ ἀμύνεται μὲ κακία, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ διορθώνεται μὲ τρόπο πατρικὸ•


ὄχι ἐκεῖνο ποὺ χαίρεται μὲ τὴν καινοτομία, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ φυλάγει τὴν πατρικὴ κληρονομία.


Καὶ γιὰ ποιὸ πλῆθος μοῦ μιλᾶς; Αὐτὸ ποὺ πληρώθηκε μὲ κολακεία καὶ δῶρα; Αὐτὸ ποὺ ἐξαπατήθηκε ἀπὸ ἀμάθεια καὶ ἄγνοια; Αὐτὸ ποὺ ἔπεσε ἀπὸ δειλία καὶ φόβο; Αὐτὸ ποῦ προτίμησε τὴν πρόσκαιρη ἀπόλαυση τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴν αἰώνια ζωή; Αὐτὰ ποὺ πολλοὶ ὁμολόγησαν φανερά.


Μὲ τὸ πλῆθος ἐνισχύεις τὸ ψέμα; Ἔδειξες τὸ μέγεθος τοῦ κακοῦ. Γιατί, ὅσο περισσότεροι βρίσκονται στὸ κακό, τόσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ συμφορά.


(ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 18Β , σέλ. 243-247)

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτη, «Ἀντιπαπικά», (1964), Ἀθήνα, «Σταυρός».



Θεολόγοι τίνες, ἐπηρεαζόμενοι ἀπό τά σύγχρονα παγκόσμια ρεύματα, ὡς καραμέλλαν πιπιλίζουν τώρα τελευταίως τήν λέξιν «οἰκουμενικότης», «οἰκουμενικόν πνεῦμα», «οἰκουμενική κίνησις».
Οἰκουμενικότης! Τί ὡραία λέξις! Ἀλλά κάτω ἀπό τήν λέξιν αὐτήν κρύπτεται... ὁ φοβερώτερος διά τήν Ὀρθοδοξίαν κίνδυνος.
Ποιός κίνδυνος; Θά τόν παρουσιάσωμεν μέ ἕνα παράδειγμα:


Μία γυνή εἶνε πιστή εἰς τόν ἄνδρα της. Δέν ἐπιτρέπει τρίτος τις νά ὑπεισέλθη εἰς τάς σχέσεις των. Διαρκῶς ἐνθυμεῖται τάς ἐπισήμους ὑποσχέσεις πού ἔδωκεν ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων.
Ἀλλ' ἡ γυνή αὕτη τυγχάνει νά εἶνε ἐκτάκτου καλλονῆς, καί ἑλκύει τά βλέμματα πολλῶν.
Λόγῳ ὅμως τῆς ἐντιμότητος τῆς γυναικός, ὅποιος θά ἐτόλμα νά τήν πλησίαση καί νά κάνη πρότασιν περί ἀνηθίκων σχέσεων, ἀμέσως θά ἀπεκρούετο μετ' ὀργῆς. Καί ἐάν ἐπέμενεν, ἕνα ἰσχυρόν ράπισμα τῆς ἐντίμου γυναικός ἐπί τοῦ ἀναιδοῦς προσώπου του θά τόν ἔκανε νά συνέλθη.
Τοῦτο λοιπόν καλῶς γνωρίζοντες τά φαῦλα ὑποκείμενα, ἄλλην μέθοδον μεταχειρίζονται.
Προσπαθοῦν νά ἐξακριβώσουν εἰς ποῖα πράγματα ἀρέσκεται αὕτη. Ἐάν, δηλαδή, ἀγαπᾶ τήν ποίησιν, τήν φιλοσοφίαν, τήν καλλιτεχνίαν κ.λ.π. Καί ἀπό τά πράγματα αὐτά θ' ἁρπαχθῆ ὁ κρύφιος ἐραστής, καί μέ μεγάλην ἐπιτηδειότητα θά ἐπιδιώξη ν' ἀρχίση ἀθώαν συζήτησιν ἐπί τῶν θεμάτων τῆς ἀρεσκείας τῆς γυναικός. «Τί ὡραῖον εἶνε αὐτό τό ποίημα!», «Τί ὡραία εἶνε αὐτή ἡ εἰκών!», «Πόσον θαυμάσιον εἶνε αὐτό τό θεατρικόν ἔργον!», «Πόσον γλυκεῖα ἡ μουσική!».
Ἔτσι ἀρχίζει ὁ διάλογος... Ἡ δέ ἀφελής καί ἀνύποπτος γυνή ἀφήνεται νά παρασύρεται εἰς μακράς συζητήσεις μετά τοῦ ἀπατεῶνος, τοῦ ὁποίου, καθ' ὅν χρόνον ἡ γλῶσσα ρητορεύει περί φιλολογίας καί καλλιτεχνίας, ἡ καρδία σκιρτᾶ ἐπί τή μυστική ἐλπίδι τῆς κατακτήσεως τῆς γυναικός.
Καί ἀφοῦ δια τῶν συζητήσεων δημιουργηθῆ κλίμα μεγάλης οἰκειότητος καί ἀμοιβαίας κατανοήσεως, τότε θά ἐπέλθη καί «τό μοιραῖον», ἡ ἄτιμος δηλαδή πρᾶξις, ἡ αἰσχρά ἕνωσις, ἡ ὁποία ἤρχισε μ' ἕνα ἀθῶον διάλογον, ὅπως ποτέ καί ἐν τή Ἐδέμ ὁ πονηρότατος ὄφις μ' ἕνα γλυκύν διάλογον κατώρθωσε νά ἀπατήση τήν Εὔαν.


Μᾶς ἐννοεῖτε, ἀγαπητοί μου, τί θέλομεν νά εἴπωμεν; Παραβολικός εἶνε ὁ λόγος μας.
Ἡ γυνή, περί τῆς ὁποίας ὁμιλοῦμεν ἀνωτέρω, εἶνε ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία. Αὐτή εἶνε ἡ καλλονή.
Αὐτή εἶνε ἡ περιφέρουσα τόν ἥλιον, κατά τήν θαυμαστήν εἰκόνα τῆς Ἀποκαλύψεως. Αὐτή εἶνε ἡ ἡλιοστάλακτος, ἡ φέρουσα ἐπί τῆς κεφαλῆς στέφανον ἀστέρων δώδεκα καί τήν σελήνην ὑπό τούς πόδας αὐτῆς (Ἀποκ. 12,1). Αὐτή, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἔμεινε πιστή εἰς τόν Κύριον, εἰς τόν αἰώνιον Νυμφίον.
Αὐτή ἐφύλαξεν ἁγνήν τήν προφορικήν καί γραπτήν παράδοσιν τοῦ Κυρίου καί τῶν ἀποστόλων, κατά τήν θεόπνευστον συμβουλήν∙ «Στήκετε, καί κρατεῖτε τάς παραδόσεις ἄς ἐδιδάχθητε εἴτε δια λόγου εἴτε δι' ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β' Θεσ. 2,15).


Αὐτή, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἐπί 19 αἰῶνας μάχεται κραταιόν καί αἱματηρόν ἀγῶνα κατά τῆς πολυειδοῦς πλάνης, κατά τῶν ποικιλωνύμων αἱρέσεων, πού ἐπεζήτησαν νά μολύνουν καί νά διαφθείρουν τήν ἁγνότητά της. Μία δέ ἐκ τῶν φοβερωτέρων αἱρέσεων εἶνε καί ὁ παπισμός, ὁ ὁποῖος λόγῳ τῶν πλανῶν του, τοῦ ἀπολυταρχικοῦ πνεύματος καί τῶν φοβερῶν ἐγκλημάτων του, προεκάλεσε τόν προτεσταντισμόν καί τήν κατάτμησιν τῆς ὅλης χριστιανοσύνης. Ναί. Αἱρετικοί εἶνε οἱ παπικοί.


Τήν ἐμμονήν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τήν πατρώαν εὐσέβειαν γνωρίζουν καλῶς οἱ ἐχθροί της, καί μάλιστα ὁ παπισμός. Καί ἐπειδή οἱ ἐχθροί οὗτοι διά πολλῶν παραδειγμάτων ἔχουν πεισθῆ ὅτι δι' ἑνός κατά μέτωπον πολέμου δέν δύνανται νά ἐκπορθήσουν τό φρούριον τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄλλην τακτικήν μετέρχονται ἐσχάτως. Ἤρχισαν νέον πόλεμον. Τόν πόλεμον τῆς ...εἰρήνης! Χειρότερον ἀπό τόν πόλεμον τῶν σταυροφοριῶν. Δέν ἀκούετε τήν λαλιάν τοῦ ὄφεως, τοῦ ἐπιζητοῦντος νά φθείρη τά νοήματα τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τῆς ἁπλότητος ἡμῶν; (Β' Κορ. 113)· Ἰδού τί λέγει ὁ ὄφις·


«Ὦ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία! Διατί μένεις μακράν; Μή μέ φοβεῖσαι. Δέν εἶμαι ὁ δράκων. Εἶμαι ὁ γλυκύς ἄγγελος πού σοῦ φέρω τό μήνυμα τῆς ἀγάπης. Δέν ἔχω σκοπόν νά σέ θίξω εἰς τίποτε. Κράτησε τά δόγματά σου καί τάς παραδόσεις. Αὐτά εἶνε διά τούς θεολόγους... Ἐγώ σέ προσκαλῶ εἰς τό σαλόνι μου διά νά συζητήσωμεν ἄλλα θέματα. Διά νά δημιουργήσωμεν ἕνα κοινόν μέτωπον κατά τῆς πενίας, κατά τῆς δυστυχίας, κατά τῆς ἀθεΐας, κατά τοῦ κομμουνισμοῦ, κατά τοῦ πολέμου κ.λ.π... (2) Δέν σέ συγκινοῦν αὐτά τά θέματα; Δέν σέ ἐνθουσιάζει ἡ πρότασις αὐτή;
Ἔλα λοιπόν νά διεξαγάγωμεν τόν διάλογόν μας, ἐπί ὑψηλοῦ ἐπιπέδου, ἐπί τοῦ ἐπιπέδου τῆς οἰκουμενικότητος καί τῆς ἀμοιβαίας κατανοήσεως, καί θά ἰδῆς πόσον ὡραία θά εἶνε ἡ συνάντησίς μας!».


Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας! Πονεμένη καί μαρτυρική Μάνα μας! Θά δεχθῆς τήν πρότασιν αὐτήν;
Θ' ἀνοίξης διάλογον μέ τόν παπισμόν; Καί δέν διαβλέπεις ὅτι εἰς τήν πρότασιν αὐτήν ὑπάρχει ὁ κίνδυνος, δι' ἀνικανότητα καί ἀναξιότητα τῶν ἐκπροσωπούντων σε, νά δημιουργηθῆ μία κατάστασις εἰς τρομερόν βαθμόν εὐνοϊκή διά τούς ἐχθρούς σου, μέσα εἰς τήν ὁποίαν, χωρίς νά τό καταλάβης, θά πέσης εἰς τήν ἀγκάλην τοῦ παπισμοῦ καί θά συμβῆ ἡ... «ἕνωσις», ἡ ψευδώνυμος ἕνωσις, ἡ πνευματική μοιχεία, ἡ πλέον ἄτιμος πρᾶξις ἡ ὁποία ἠμπορεῖ νά συμβῆ ποτέ καί δια τήν ὁποίαν θά χρειασθοῦν αἰῶνες μετανοίας;


Οἱ δέ ὀρθόδοξοι, οἱ ὁποῖοι θά θελήσουν νά παίξουν ρόλον μαστροποῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, θά ἔλθη ἡ ὥρα πού θ' ἀναστενάζουν καί θά λέγουν: «Ἡ γλῶσσα αὐτή, πού ἐρρητόρευε περί οἰκουμενικότητος καί ἀμοιβαίας κατανοήσεως, ἄς κοπή, κοπῇ, κοπῆ».
«Τά πόδια αὐτά, πού ἔτρεχον πρός συνάντησιν τῶν ὑποκρινομένων φιλίαν μετά τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄς σαπίσουν». «Τά χέρια αὐτά, τά ὁποῖα ὑπέγραψαν ἐπιστολάς καί ὑπομνήματα οἰκουμενικότητος, νά πέσουν!»


Αὐτή, ἀγαπητοί μου, ἐν λόγῳ παραβολικῷ καί ρεαλιστικῷ εἶνε ἡ περιλάλητος θεωρία τῆς οἰκουμενικότητος πού «χάφτουν» οἱ ἐκ τῶν ἡμετέρων χάνοι.
Ἡ θεωρία περί οἰκουμενικῆς κινήσεως, κάτω ἀπό τήν ὁποίαν δύνανται νά στεγασθοῦν ὅλα τά εἴδη τῶν αἱρέσεων, καί τά πλέον ἑτερόκλητα στοιχεῖα, ἀποτελεῖ, ἐπαναλαμβάνομεν, κίνδυνον δια τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.


Διότι ὑποτιμᾶ τήν σημασίαν τῶν δογμάτων, τῶν αἰωνίων τούτων ἀληθειῶν τῆς θείας ἀποκαλύψεως, αἱ ὁποῖαι, διατυπωθεῖσαι θαυμαστῶς εἰς τούς συντόμους ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, εἶνε ὡς τά ὀστᾶ καί ἡ σπονδυλική στήλη, ἄνευ τῶν ὁποίων τό σῶμα μεταβάλλεται εἰς πλαδαράν καί ἄμορφον μᾶζαν.


Ὑποτιμᾶ τούς Ἱερούς Κανόνας, τούς ὁποίους οἱ ὀπαδοί τῆς οἰκουμενικότητος ἀποκαλοῦν «ἀπηρχαιωμένα καί σκωριασμένα ὅπλα».
Συνελόντι δέ εἰπεῖν, ὑποτιμᾶ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καθόλου, διά τήν ὁποίαν οἱ ὀπαδοί τῆς οἰκουμενικότητος λέγουν ὅτι «εἶνε αὐταρέσκεια καί βλασφημία νά νομίζωμεν ὅτι αὐτή καί μόνη εἶνε ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία, ἡ κατέχουσα ἀκίβδηλον τήν ἀλήθειαν τῆς θείας ἀποκαλύψεως».


Οὕτῳ τά δόγματα καί ἡ ἠθική, ἀδιασπάστως ἡνωμένα ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ, ἐν τῇ οἰκουμενικῇ κινήσει τείνουν νά ἐξατμισθοῦν καί νά παραμείνη ἕνα ἀπατηλόν σχῆμα ἀγάπης.


Οὕτως ἡ θεωρία τῆς οἰκουμενικότητος καί «τῆς συνυπάρξεως τῶν λαῶν», ὑπό κοσμικῶν καί πολιτικῶν κύκλων τοῦ αἰῶνος ὑποστηριζόμενη πρός στήριξιν μιᾶς ἐπισφαλοῦς εἰρήνης, εἰσβάλουσα ἤδη καί εἰς τόν πνευματικόν κόσμον, ὅπου οἱ συμβιβασμοί εἶνε ἀπαράδεκτοι, δύναται νά προκαλέση σύγχυσιν καί ἀναστάτωσιν, πραγματικήν Βαβέλ. Ἡ ζύμη εἶνε ἄχρηστος, ἐάν ἀναμιχθή μέ ἄλλα στοιχεῖα καί χάση τήν δραστικήν της ἐνέργειαν. Καί ἡ Ὀρθοδοξία εἶνε ἡ ἀρίστη ζύμη, ἡ ζύμη τῆς ἀληθείας ἡ ὁποία δύναται ὅλον τό φύραμα νά ζύμωση, ἀλλ' ὑπό τήν προϋπόθεσιν νά παραμείνη ἄμικτος ἀπό ξενικά στοιχεῖα, καθαρά.


Δια τοῦτο ἐχθροί τῆς Ὀρθοδοξίας εἶνε οἱ ὀπαδοί τῆς θεωρίας τῆς οἰκουμενικότητος.
Δέν διστάζομεν δέ διά τοῦτο νά ὀνομάσωμεν τήν κίνησιν αὐτήν τῆς οἰκουμενικότητος «νέαν αἵρεσιν», ἐναντίον τῆς ὁποίας πρέπει πάσῃ δυνάμει ν' ἀμυνθῆ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία.

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2021

Ὁ ἀποδομητικός χαρακτήρας τοῦ οἰκουμενισμοῦ γιά τήν ἑνότητα καί τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας

Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου

Προηγουμένου Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου

Προσφιλέστατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Ἡ ἐποχή μας ταλανίζεται ἀπό ποικίλες αἱρέσεις καί παραθρησκεῖες. Κυρίως, ὅμως, ἀπό τήν παναίρεση τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ καί ἐν γένει συγκρητιστικοῦ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο προβάλλεται καί προωθεῖται, ἀλλά καίἐπιβάλλεται τελικά μέ τά μέσα καί τίς πρακτικές τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Δέν εἶναι δύσκολο πλέον, μιά καί οἱ ‘‘μάσκες’’ ἔχουν πέσει ἐδῶ καί χρόνια ἡ μία μετά τήν ἄλλη, νά διαπιστώσει κανείς ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι μιά μεθοδευμένη καί συστηματική προσπάθεια, μέ ἰσχυρά πολιτικά καί οἰκονομικά ἐρείσματα καί διασυνδέσεις μέ παγκόσμια κέντρα ἐξουσίας, ἡ ὁποία στοχεύει:

1) Στήν ἀμφισβήτηση καί σχετικοποίηση τῆς ἀληθείας τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί κυρίως τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ

2) στήν ἀποδόμηση τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας

3) στή μετάλλαξη τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησιολογίας

4) στήν παροχή ἐκκλησιαστικότητας στίς αἱρέσεις

5) στή νομιμοποίηση τοῦ ἀνύπαρκτου καί ἀνεπέρειστου «πρωτείου ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου

6) στήν «ἑνότητα» τῶν πάσης φύσεως «ἐκκλησιῶν»καί τελικῶς στήν πανθρησκεία τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἔγραφε: «ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανισμούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπισμό. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά τους εἶναι ἡ παναίρεσις».

Ἀπόψε, σέ δύο κυρίως στόχους αὐτῆς τῆς παναίρεσης θά ἐπικεντρώσουμε ἁδρομερῶς τήν προσοχή μας: στήν ἀποδόμηση τῆς Ἀληθείας καί στήν κατάλυση τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας μας. Παράλληλα, θά προσθέσουμε ἀκροθιγῶς καί ἄλλες ἄμεσα συνδεδεμένες μέ τό θέμα μας ἐκτροπές.

1ον.

Κατ’ ἀρχήν ὁ Οἰκουμενισμός πλαστογραφεῖ, μειώνει καί ἀλλοιώνει τήν Ἀλήθεια, δηλαδή τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας.

Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς γράφει: «Ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τήν σάρκωση καί τήν εἰκόνα τῆς Παν-αλήθειας ἤτοι τοῦ Θεοῦ Λόγου. ....Ὅ,τι ἀλλοιώνει, παραχαράσσει, σακατεύει αὐτήν τήν θεανθρώπινη πίστη εἶναι αἵρεση». Γράφει ὁ παπα-Γιώργης μας ὁ Μεταλληνός στά Δοκίμια Ὀρθόδοξης Μαρτυρίας: «Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ὑπάρξεως καί παρουσίας μας μέσα στόν κόσμο. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ‘‘Χριστοκεντρικός’’. Σκοπός τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ θέωση καί ἐν-Χρίστωσή μας ‘‘κατά χάριν’’. Ἕνωση μέ τόν Θεό ‘‘ἐν Χριστῷ’’ καί διά τοῦ Χριστοῦ».

Καί συμπληρώνει ὁ ἕτερος μακαριστός μεγάλος θεολόγος, ἐπίσκοπος πρώην Ἐρζεγοβίνης Ἀθανάσιος Γιέφτιτς: «Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχήν Χριστολογία. Ὅλη ἡ πίστη καί ἡ ζωή τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅλο τό δόγμα καί τό ἦθος της, εἶναι μιά Χριστολογία. ‘‘Τό τῆς πίστεως δόγμα ἔχει θεμέλιον καί ἀρχήν τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν’’, λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ὁ Χριστός, συνεχίζει ὁ Ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος, ὡς Θεάνθρωπος εἶναι καί modus credendiκαί modus vivendi καί modus cognoscendi καί modusfaciendi τῆς Ὀρθοδοξίας. (Δηλ. ὁ Χριστός ὡς Θεάνθρωπος εἶναι καί τρόπος πίστεως καί τρόπος ζωῆς καί πορείας καί τρόπος γνώσεως τῆς Ἀληθείας καί τρόπος τοῦ ἐνεργεῖν ὀρθοδόξως.) Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία κατ’ οὐσίαν εἶναι μία ὀρθή Χριστολογία». Καί συνεχίζει ἀλλοῦ: «Ἡ ὀρθή Χριστολογία, καί συγκεκριμένα ἡ παράδοξος ἐκείνη θεανθρώπινη ‘‘ἰσορροπία’’ τοῦ χριστολογικοῦ ὅρου τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος, ἀπό τό ὁποῖο πηγάζει ὅλη ἡ Ὀρθοδοξία καί κάθε τι σέ αὐτή, ἔχει παραμορφωθεῖ καί στή ρωμαιοκαθολική καί στήν προτεσταντική θεολογία. Τό Χριστολογικό δόγμα, τό ὁποῖο περιλαμβάνει στόν ἑαυτό του καί τήν Τριαδολογία καί τή Σωτηριολογία καί τήν Ἐκκλησιολογία καί τήν Ἀνθρωπολογία καί τά λοιπά δόγματα, εἶναι ἤδη γιά πολλούς αἰῶνες ‘‘λίθος προσκόμματος καί πέτρα σκανδάλου’’ γιά τή δυτική θεολογική καί φιλοσοφική σκέψη, ἐνῶ γιά τήν Ὀρθοδοξία ἦταν καί εἶναι καί θά εἶναι πάντοτε ‘‘Θεοῦ δύναμις καί Θεοῦ σοφία’’ εἰς σωτηρία καί θέωση ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων».

Γιά τήν προσπάθεια ἀπομείωσης τοῦ θεανδρικοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ μας ἐπισημαίνει καί πάλι ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός: «Οὐδέποτε μειώθηκε τόσο τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί ἀπειλήθηκε ὁ Χριστιανισμός, ὅσο στά ὅρια τῆς συγκροτούμενης ἀπό τήν ‘‘Νέα Ἐποχή’’ ‘‘Πανθρησκείας’’. Οἱ συναντήσεις τῆς πανθρησκειακῆς κινήσεως τῆς Ν. Ἐποχῆς (Ἀσσίζη, 1,2καί 3) [καί ἄλλες πού ἀκολούθησαν] δέν ἀφήνουν πιά ἀμφιβολία. Μέ τή συμμετοχή καί ἐκπροσώπων τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου προωθεῖται ἡ ‘‘Πανθρησκεία’’, στήν ὁποία ἰσοπεδώνεται καί ἀναιρεῖται κυριολεκτικά τό Πανάγιο Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ συμφυρόμενον μέ ὅλες τίς ‘’κατασκευασμένες’’ ‘’θεότητες’’ τοῦ κόσμουτῆς πτώσεως. Ποτέ δέν ἀμφισβητήθηκε τόσο ἄμεσα καί ἀπόλυτα ἡ μοναδικότητα καί ἀποκλειστικότητα τοῦ Χριστοῦ ὡς Σωτήρα τοῦ κόσμου. Καί μόνο γι’ αὐτό εἶναι ἡ ‘’Νέα Ἐποχή’’ ἡ μεγαλύτερη πρόκληση ἱστορικά γιά τήν Ὀρθοδοξία. Αὐτό, πού δέν πέτυχε ὁ Διάβολος μέ τούς διωγμούς καί τίς αἱρέσεις, τό ἐπιδιώκει τώρα μέ τόν ἀνανεωμένο ‘’οἰκουμενισμό’’ τῆς Πανθρησκείας».

- Ἐνῶ, λοιπόν, τό τέρας τοῦ οἰκουμενισμοῦ βρυχᾶται·

- Ἐνῶ αὐτός ὁ σύγχρονος «λέων ὠρυόμενος» (Α΄ Πέτρ. 5,8) κυνηγάει νά καταπιεῖ πιστούς ἀνά τήν ὑφήλιο·

- Ἐνῶ αὐτή ἡ φρικώδης χοάνη, αὐτό τό δαιδαλῶδες σύστημα χωράει, συμφύρει καί ἐξισώνει τό «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. 14,6) μέ ὅποια ἄλλη διαστροφή της·

- Ἐνῶ, μέ βάση τήν πατερική διδασκαλία, δένὑπάρχει σατανικώτερο σύστημα πλανῶν στήν Ἱστορία ἀπό τόν Οἰκουμενισμό·

- Καί ἐνῶ ὁ παπα-Γιώργης βροντοφωνάζει ὅτι «ἡ Ὀρθοδοξία καλεῖται νά σώσει τήν ἀλήθειά της γιά τό Χριστό μένοντας πιστή στήν παράδοση τῶν Ἁγίων της»·

Παρ’ ὅλα αὐτά ἀκοῦμε διά στόματος τοῦ ἐκπροσώπου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς Ἐλπιδοφόρου, στίς 15 Ἰουλίου 2021, στή διεθνῆ διάσκεψη Κορυφῆς γιά τή θρησκευτική ἐλευθερία στή Νέα Ὑόρκη... ὅτι «ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι μυριάδες μονοπάτια πού ὁδηγοῦν σέ ἕνα Θεό!». «Εἶναι μυριάδες μονοπάτια πού ὁδηγοῦν στό ἴδιο μέρος». Ἐπίσης τόνισε ὅτι ὅταν [ἐσεῖς] ἀνυψώνετε μιά θρησκεία πάνω ἀπ’ ὅλες τίς ἄλλες, εἶναι σάν νά ἀποφασίζετε ὅτι ὑπάρχει μόνο ἕνα μονοπάτι πού ὁδηγεῖ στήν κορυφή τοῦ βουνοῦ. Ἀλλά στήν πραγματικόπτητα, ἁπλά δέν βλέπετε μυριάδες μονοπάτια πού ὁδηγοῦν στό ἴδιο μέρος, γιατί περιβάλλεσθε ἀπό βουνά προκαταλήψεων πού σᾶς κρύβουν τή θέα». Μά αὐτή εἶναι μία ἀπό τίς βασικέςδιδασκαλίες τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ἰσχυρίζονται, δηλαδή, ὅτι ἡ ἀλήθεια εἶναι πολυεδρικό διαμάντι καί δέν μπορεῖς νά τήν ἀνακαλύψης ὁλόκληρη, παρά μόνο ἄν τήν πλησιάσης ἀπό κάθε ἕδρα της (ἀπό πολλά μονοπάτια). Γι’ αὐτό καί τονίζει: «Μήν εἶσαι μονόδρομος».

Μένουμε ἄφωνοι, παρακολουθοῦμε ἐνεοί, αἰσθανόμεθα ἀπέραντη θλίψη καί ὀδύνη.

Τό μόνο πού μένει νά ποῦμε: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον, συγχώρησον καί σῶσον ἡμᾶς καί τόν κόσμον Σου ἅπαντα.



2ον.

-Ἐκκλησιολογική μετάλλαξη

-Ἀποδόμηση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας



«Ἡ ενότητα τῆς Ἐκκλησίας, κατά τόν Καθηγητή κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη, ὡς θεμελιώδης ἰδιότητά της, προκύπτει ἀπό τήν ἴδια τήν ὀντολογία της καί ἐκφράζει ἰδιαιτέρως τήν αὐτοσυνειδησία της, ἡ ὁποία διατυπώθηκε ἱστορικά κατά τόν πλέον ἐπίσημο καίἀδιαμφισβήτητο τρόπο στόν Ὅρο τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (381), ὁ ὁποῖος ἀπετέλεσε καί τό Σύμβολο Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας».

Ὁ δέ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς τονίζει: «Αὐτός ὡς Θεάνθρωπος συγκρατεῖ ὅλον τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας εἰς μίαν ἀδιαίρετον ἑνότητα χάριτος, ἀληθείας καί ζωῆς».

Τό οἰκουμενιστικό ἐγχείρημα, πού ὀργανώθηκε καί ξεκίνησε τίς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20οῦ αἰώνα, ἡ μετάλλαξη, δηλαδή, τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας, πού ἔκτοτε καλλιεργήθηκε καί ἑδραιώθηκε συστηματικά, ἀποζητοῦσε καί ἐπεδίωκε, ἐπί ἑκατό ὁλόκληρα χρόνια, τήν πανορθόδοξη θεσμική κατοχύρωσή της, ὥστε νά προβάλλεται καί νά χρησιμοποιεῖται ἀπό τούς οἰκουμενιστές ὡς πανορθόδοξη ἀπόφαση.

Ὅλες αὐτές οἱ προσπάθειες τῆς ἀποδόμησης τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν ἐκβάλει θεσμικά καί κατά ἀποδεικτικό τρόπο στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης.

Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης α) προσέδωσε ἐκκλησιαστικότητα στίς αἱρέσεις, τίς ἀναγνώρισε, δηλαδή, ὡς Ἐκκλησίες καί β) ἀποπειράθηκε νά κατοχυρώσει τό πρωτεῖο ἐξουσίας «ἄνευ ἴσων» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου μέ τήν βοήθεια τῶν ΗΠΑ καί τῶν ἄλλων Δυτικῶν Δυνάμεων.

Πρόκειται οὐσιαστικά γιά τήν ἐκτέλεση ἑνός προσυμφωνημένου συμβολαίου, ἀφοῦ εἶναι γνωστό ὅτι ὅλα ὅσα διαδραματίστηκαν στήν διάρκεια τῶν ἑκατό αὐτῶν χρόνων ἦταν σέ ἀπόλυτη συμφωνία καί στενή συνεργασία μεταξύ Φαναρίου καί Βατικανοῦ καί ἐνταγμένα στά γενικά πλαίσια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν.

Ἡ ἐκκλησιολογική μετάλλαξη μέ τήν θέσπιση μίας νέας ἐκκλησιολογίας, πού θά παρέχει ἐκκλησιαστικότητα στίς αἱρέσεις, θά τίς ἀναγνωρίζει δηλαδή ὡς «Ἐκκλησίες», ἦταν, ἤδη, προαποφασισμένη καί προσυμφωνημένη. Ἐξίσου προαποφασισμένη καί προσυμφωνημένη εἶναι καί ἡ τόσο προβαλλόμενη καί πολυδιαφημιζόμενη «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν». Παρουσιάζονται, ὅμως, καί κοινοποιοῦνται τμηματικά καί μέ προσεκτικά βήματα, ὥστε νά μήν ὑπάρχουν πολλές καί μεγάλες ἀντιδράσεις ἀπό τό ὀρθόδοξο πλήρωμα καί νά ἀφομοιώνονται πιό εὔκολα ἀπό τούς ἀνυποψίαστους πιστούς.

Εἶναι δεδομένο ὅτι ἡ Κανονική, Ἐκκλησιολογική καί, κατά συνέπεια, δογματική ἐκτροπή τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης δέν ἦταν μόνον μία ἐσφαλμένη δογματικά ἀπόφαση∙ δέν προέκυψε ξαφνικά καί ἀναπάντεχα κατά τήν διάρκεια τῶν ἐργασιῶν της. Ἀντίθετα, ἀποτελοῦσε συγκεκριμένη ἐπιλογή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τῶν δορυφόρων του∙ ἦταν μία προμελετημένη, καλά ὀργανωμένη καί μεθοδικά στοχευμένη ἐκτροπή στά πλαίσια τοῦ συνολικοῦ ἐγχειρήματος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ γιά τήν ἀποδόμηση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας.

Ὑπάρχει μία ἰδιαιτερότητα πού διαφοροποιεῖ πλήρως τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ἀπό κάθε ἄλλη Ὀρθόδοξη Σύνοδο:

Ἡ συγκεκριμένη «Σύνοδος» πραγματοποιήθηκε ὄχι γιά νά καταδικάσει κάποια αἵρεση, ἀλλά γιά νά παράσχει ἐκκλησιαστικότητα σ’ ὅλες τίς αἱρέσεις-πρωτοφανές στά ἐκκλησιαστικά χρονικά-∙ ὄχι γιά νά ἐπιλύσει κανονικά ζητήματα, ἀλλά γιά νά παραβιάσει συνειδητά τούς κανόνες καί νά λάβει ἀντικανονικές ἀποφάσεις∙ ὄχι γιά νά ἐνισχύσει καί ἀναδείξει τήν ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά γιά νά ἐπιβάλει τήν κατασκευασμένη «ἑνότητα» μέ τούς αἱρετικούς!!

Τῆς «Συνόδου τῆς Κρήτης» εἶχαν προηγηθεῖ τά κείμενα τῆς Ραβέννας (10η Γενική Συνέλευση Μικτοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων-Παπικῶν, Ὀκτώβριος 2007) καί τῆς Θ΄ Συνελεύσεως τοῦ ΠΣΕ (Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν) στό Porto Alegreτῆς Βραζιλίας (Φεβρουάριος 2016).

Μέ τά κείμενα αὐτά ἔχουμε τήν ἀποδοχή τῆς νέας ἐκκλησιολογίας, ἔχουμε τήν ἐπέκταση τῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας, μέ συνέπεια ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά μήν ταυτίζεται ἀποκλειστικά μέ τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Ἡ ὀρθόδοξη δογματική συνείδηση ἀποδέχεται καί ἐκφράζει διαχρονικά τήν πάγια θέση τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας «extra Ecclesiam nulla salus» (ἐκτός Ἐκκλησίας οὐδεμία σωτηρία). «Ὁ ἕνας Κύριος, ἡ μία πίστη, τό ἕνα βάπτισμα καί τά τρία αὐτά συνθέτουν τήν ἔννοια τῆς μίας Ἐκκλησίας καί διασφαλίζουν τήν ἀδιάσπαστη ἑνότητά της. Ἐκτός αὐτῆς ὅ,τι λέγεται Ἐκκλησία εἶναι συνάθροιση αἱρετικῶν πού ἔχουν ἀπολέσει τήν μία πίστη στόν ἕνα Κύριο καί κατά συνέπεια τό βάπτισμα, τό ὁποῖο τελεῖται ἀπό αὐτούς, δέν εἶναι Χριστιανικό Βάπτισμα».

Ποτέ ἄλλοτε στό παρελθόν ἡ Ἐκκλησία δέν ἀπώλεσε τήν αὐτοσυνειδησία Της ὡς τῆς «Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας» καί δέν τήν ὑπέβαλε σέ συσχετισμούς καί σέ λογικές ἰσορροπιῶν καί πλειοψηφιῶν ἤ δέν τήν περιόρισε στά ψιλά γράμματα τῶν ὑποσημειώσεων, ὅπως στό τελευταῖο κείμενο τῆς Ραβέννας ἤ τῆς Θ΄ Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Π.Σ.Ε. στό Porto Alegre τῆς Βραζιλίας, τόν Φεβρουάριο τοῦ 2006, ὅπου συναποδεχθήκαμε ὅτι «Ὁμολογοῦμε Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως αὐτὴ ὁρίζεται ἀπὸ τὸ σύμβολο Νικαίας-Κων/πολης (381).Κάθε ἐκκλησία (σημ. πού συμμετέχει στό Π.Σ.Ε., δηλαδή οἱ ἀναρίθμητες προτεσταντικές «ἐκκλησίες»)εἶναι ἡ Ἐκκλησία καθολικὴ καὶ ὄχι ἁπλὰ ἕνα μέρος της. Κάθε ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἐκκλησία καθολική, ἀλλὰ ὄχι στὴν ὁλότητά της. Κάθε ἐκκλησία ἐκπληρώνει τὴν καθολικότητά της ὅταν εἶναι σὲ κοινωνία μὲ τὶς ἄλλες ἐκκλησίες»(!). Γι’ αὐτή τήν κατάλυση κάθε ἔννοιας ἐκκλησιολογίας στό Porto Alegre ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἐπιχαίρει, δύο χρόνια ἀργότερα στήν Γενεύη καί στήν ὁμιλία του ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν 60 ἐτῶν ἀπό τῆς ἱδρύσεως τοῦ Π.Σ.Ε. Διαβάζω τμῆμα τῆς Συνεντεύξεώς του:

«...Ἀπηλλαγμένοι λοιπόν τῶν ἀγκυλώσεων τοῦ παρελθόντος καί ἀποφασισμένοι νά παραμείνωμεν ἡνωμένοι καί νά ἐργασθῶμεν ἀπό κοινοῦ, ἐθέσαμεν, πρό δύο ἐτῶν, κατά τήν διάρκειαν τῆς Θ΄ Συνελεύσεως ἐν Porto Alegre Βραζιλίας, τάς βάσεις μιᾶς νέας περιόδου εἰς τήν ζωήν τοῦ Συμβουλίου, λαμβάνοντες ὑπ’ ὄψιν τό σημερινόν πλαίσιον τῶν διεκκλησιαστικῶν σχέσεων, ὡς καί τάς σημειωθείσας εἰς τόν οἰκουμενικόν χῶρον σταδιακάς ἀλλαγάς. Χαίρομεν διότι εἰς τό ἐπίκεντρον τῶν δραστηριοτήτων τοῦ Συμβουλίου εὑρίσκεται πάντοτε τό ὅραμα τῶν ἐν αὐτῷ δραστηριοποιουμένων Ἐκκλησιῶν διά τήν ἐπίτευξιν, τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ, τῆς ἑνότητος ἐν τῇ αὐτῇ πίστει καί πέριξ τῆς αὐτῆς Εὐχαριστιακῆς Τραπέζης...». (περιοδικό Ἐπίσκεψις)

Ὅπως εἶναι φανερό, ἡ νέα ἐκκλησιολογία περικλείει ταυτόχρονα ὅλες τίς δυτικογενεῖς ἀντορθόδοξες θεωρίες περί ἀοράτου ἐκκλησίας, περί διηρημένης ἐκκλησίας, τήν θεωρία τῶν κλάδων, τῶν δύο πνευμόνων, τῶν ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν καί τήν μεταπατερική θεολογία.

Τελικά εἶχε ἀπόλυτο δίκαιο ὁ μακαριστός καί θεοφώτιστος π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ὅταν ἔγραφε: «Ὑπό τόν ἐπάρατον Οἰκουμενισμόν δέν κρύπτεται ἁπλῶς μία αἵρεσις. Κρύπτεται αὐτή αὕτη ἡ ἄρνησις τοῦ ἀποκαλυπτικοῦ χαρακτῆρος τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως... Κατά τοῦτο ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι χείρων πάσης αἱρέσεως... Πᾶσαι αἱ χριστιανικαί αἱρέσεις, καί αἱ πλέον βλάσφημοι, οὐδέ διενοοῦντο κἄν νά ἀμφισβητήσωσι τήν μοναδικότητα καί ἀποκλειστικότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς ἀληθείας ἐξ ἀποκαλύψεως... Ἐνῷ διά τόν Οἰκουμενισμόν πᾶσαι αἱ Θρησκεῖαι ἔχουσιν στοιχεῖα ἀληθείας καί στοιχεῖα πλάνης, ὁ δέ Χριστιανισμός δέν ἀποτελεῖ εἰμή μίαν Θρησκείαν μεταξύ τῶν λοιπῶν... Πολλά τέρατα ἐγέννησεν ἐν τοῖς καιροῖς ἡμῶν ὁ Ἅδης, ἀλλ’ ἰσομέγεθες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ οὐδέν!».



3ον.

Περί συνοδικότητας καί πρωτείου ἐξουσίας



Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, κατά τόν Καθηγητή τῆς Δογματικῆς τοῦ Α.Π.Θ. κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη, εἶναι ἱεραρχικά δομημένη καί λειτουργεῖ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι Συνοδικῶς. Σέ καμμία, δηλαδή, περίπτωση δέν λειτουργεῖ ἱεροκρατικῶς, ἐπειδή ἡ ἱεροκρατία ἀκυρώνει τήν Συνοδικότητα τῆς Ἐκκλησίας (τόν τρόπο διοικήσεώς της), τῆς ὁποίας ἡ φερεγγυότητα διασφαλίζεται ἀπό τήν διαχρονική συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων (consensus patrum) [ἐντελῶς ἀπαραίτητης] καί ἀπό τήν δογματική συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας (λαϊκῶν καί κληρικῶν).

Ὁ μακαριστός πλέον Ἐπίσκοπος πρώην Ἐρζεγοβίνης Ἀθανάσιος, ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων θεολόγων τῆς ἐποχῆς μας, σέ συνέντευξή του τονίζει: «ὅτι δέν ὑπάρχει ἐξουσία στήν Ἐκκλησία, ἀλλά ὑπάρχουν Συνοδικότητα καί συμφωνία· ...ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία καί ἐμεῖς ἀναπνέουμε τό Ἅγιον Πνεῦμα...».

Ὅσο γιά τήν συμμετοχή τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν στά τῆς Ἐκκλησίας, ὁ π. Γεώργιος Καψάνης σημειώνει συμπερασματικά τά κάτωθι: «Ὅσον ἀφορᾷ δέ εἰς τήν διοίκησιν καί τήν διδασκαλίαν, ἡ συμμετοχή τοῦ λαοῦ εἶναι θεμελιώδης, ἐφ’ ὅσον οὗτος, χαρισματοῦχος ὤν καί διδακτός Θεοῦ, ἀποτελεῖ μετά τοῦ κλήρου τήν ἀγρυπνοῦσαν συνείδησιν τῆς Ἐκκλησίας, ἥτις μαρτυρεῖ (κρίνει, διακρίνει, ἐγκρίνει καί ἀποδέχεται, ἤ κατακρίνει καί ἀπορρίπτει) τήν διδασκαλίαν καί τάς πράξεις τῆς ἱεραρχίας, ὡς ἀπεφάνθησαν καί οἱ Πατριάρχαι τῆς Ἀνατολῆς ἐν τῇ Ἐγκυκλίῳ αὐτῶν τῆς 6ης Μαΐου 1848».

Ὁ δέ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, σχολιάζοντας τήν ἐγκύκλιο αὐτή, ἐξηγεῖ πώς: «Τὸ ὅλο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἐπαληθεύη, ἤ, γιὰ νὰ εἴμαστε περισσότερο ἀκριβεῖς, τὸ δικαίωμα, καὶ ὄχι μόνο τό δικαίωμα, ἀλλὰ τὸ καθῆκον τῆς «ἐπιβεβαιώσεως». Μ' αὐτὴν τὴν ἔννοια οἱ Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς ἔγραφαν στὴ γνωστὴ Ἐγκύκλιο ἐπιστολὴ τοῦ 1848 ὅτι «ὁ λαὸς ὁ ἴδιος ἀπὸ μόνος του ὑπῆρξεν ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας».

Ἐκτός ἀπό τό «Πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, πού ἐπιδιώχθηκε νάἐπισημοποιηθεῖ στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, γιά τό ὁποῖο θά μιλήσουμε παρακάτω, ἐμφανίζεται ἕνα νέο εἶδος (νέο μοντέλο) Συνόδου, ἡ Σύνοδος τῶν Προκαθημένων. Σ’ αὐτό συμμετέχουν ἐκτός τῶν Προκαθημένων καί ὀλιγομελεῖς ἀντιπροσωπεῖες Ἀρχιερέων τῆς κάθε τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι αὐτοί οἱ Ἀρχιερεῖς, πλήν τῶν Προκαθημένων, ἀποκλείονται ὅλως παραδόξως καί παρανόμως ἀπό τό δικαίωμα τῆς ψήφου, τό ἱερό, μοναδικό, ἀναφαίρετο δικαίωμά τους, πού ἀποτελεῖ καί ἀδήριτη δέσμευση καί ὑποχρεωτικότητα ἐπιτακτική. Ἀντιθέτως, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης καί οἱ Προκαθήμενοι τό διατηροῦν. Εἶναι νά ἀπορεῖ κανείς πῶς Ἐπίσκοποι ὁμοιόβαθμοι τῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Ἀρχιεπισκόπων καταδέχθηκαν τέτοια προσβολή, σύρθηκαν ἀδιαμαρτύρητα σ’ αὐτήν τήν ψευδοσύνοδο καί ἐπέτρεψαν εἰς ἑαυτούς τήν ὑποβάθμισή τους σέ ρόλο ἁπλοῦ συμβούλου καί παρατηρητοῦ γιά τόσο σοβαρές ἀποφάσεις σέ τόσο σπουδαῖα δογματικά καί ἐκκλησιολογικά θέματα.

Εὐτυχῶς, ὅμως, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἀντιστάθηκε γιά ἄλλη μιά φορά σέ ὅλες αὐτές τίς μεθοδεύσεις καί μηχανορραφίες καί δέν ἐνέδωσε στήν προδοσία πού γιά πρώτη φορά στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία συνέβη, δηλαδή νά παραχωρηθεῖ ἐκκλησιαστικότητα σέ ὅλες τίς αἱρέσεις.

Ἐν τέλει, στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης ἐπιδιώχθηκε νά ἐπισημοποιηθεῖ «τό Πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἔναντι ὅλων τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν καί Ἀρχιεπισκόπων τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν!

Βέβαια τό ἐν λόγῳ «Πρωτεῖο» εἶχε προετοιμαστεῖ καί προβληθεῖ καί μέσω τῆς ἀντορθόδοξης διδασκαλίας «περί προσώπου» τοῦ Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου, ἀπό τήν ὁποία ἐμφορεῖται τό Κείμενο «Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό σύγχρονο κόσμο», καθώς καί ἀπό ἄλλα ἐπιφανῆ στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί ὄχι μόνο. Καί μετά ἀπό προσπάθειες 100 χρόνων, σ’ αὐτή τήν ψευδοσύνοδο ἔγινε ἀγωνιώδης προσπάθεια γιά νά παγιωθεῖ θεσμικά τό ἀνύπαρκτο καί ἀνεπίτρεπτο Πρωτεῖο ἄνευ ἴσων.

Ἑπομένως, ἡ ἐπιβολή τῆς κυριαρχίας ἑνός «Πρώτου ἄνευ ἴσων» καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ βάση τά παπικά πρότυπα, δηλαδή ὄχι ὡς πρωτεῖο τιμῆς μεταξύ ἴσων, ἀλλά ὡς πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων, δημιουργεῖ ἕναν νέο Πάπα, τόν Πάπα τῆς Ἀνατολῆς! Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης δηλώνει προφορικῶς καί γραπτῶς πρός πᾶσα κατεύθυνση ὅτι «ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει χωρίς τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο»! Ἀλλοῦ δέ, πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιο, ὁ ὁποῖος δέν ἀπεδέχθη τό αὐτοκέφαλο τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας γιά πολύ σοβαρούς ἐκκλησιαστικούς λόγους, σέ ἀπαντητική ἐπιστολή του στίς 20 Φεβρουαρίου 2019, ἀντιτείνει τά ἑξῆς παράδοξα καί ἀνυπόστατα: «...Ὡς ἐκ τούτου, οὐ μόνον ἔνθα περί Δογμάτων καί ἱερῶν Παραδόσεων καί Κανονικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Διατάξεων ἤ περί γενικῶν ζητημάτων ἀφορώντων εἰς ὁλόκληρον τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί ἐν πᾶσι τοῖς σχετικῶς σπουδαίοις ἐπί μέρους ζητήμασι τοῖς ἐνδιαφέρουσι ταύτην ἤ ἐκείνην τήν Τοπικήν Ἐκκλησίαν, ἡ κηδεμονική πρόνοια καί ἀντίληψις τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας παρεμβαινούσης -ποῖ μέν [=ἄλλοτε μέν], αὐτεπαγγέλτως καί ὡς ἐκ καθήκοντος, ποῖ δέ [=ἄλλοτε δέ], κατ᾿ ἐπίκλησιν τῶν ἐνδιαφερομένων- καί παρεχούσης τήν ἀποτελεσματικήν αὐτῆς συμβολήν, πρός διαίτησιν καί ἐπίλυσιν διαφορῶν ἀναφυεισῶν μεταξύ τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν, πρός διευθέτησιν διαφωνιῶν μεταξύ ποιμένων καί ποιμνίου...» !!!

Ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Καψάνης, τό 2009 διαπίστωνε:

«Ἡ παραδοχή πρωτείου δικαιοδοσίας [ἐξουσίας] ἐπί τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, δηλαδή τό νά εἶναι ἕνας ἐπίσκοπος κεφαλή καί ἀρχή ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ἔστω ἐπιφορτισμένος μέ ἕνα ρόλο διακονίας, εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ ὡς μοναδικῆς Κεφαλῆς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Τό πρωτεῖο δικαιοδοσίας [ἐξουσίας] συνιστᾶ ἀνατροπή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὑπεράνω πάντων τῶν ἐπισκόπων εἶναι ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος. Σέ αὐτήν προεκάθητο μέν ἐν ἀγάπῃ ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης ὡς ἴσος τῶν συνεπισκόπων του, ἐν τῷ μέσῳ ὅμως τῶν ἐπισκόπων ἐτοποθετεῖτο τό ἱερό Εὐαγγέλιο ὡς σύμβολο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς μοναδικῆς Κεφαλῆς τῆς καθόλου Ἐκκλησίας. Τό μοναδικό προνόμιο τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης (ὅταν σημειωτέον ἦταν Ὀρθόδοξος), [καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὡς πρώτου μεταξύ ἴσων μετά τό σχίσμα τῆς Ρώμης ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία] πού εἶναι ἀποδεκτό ἀπό Ὀρθοδόξου ἀπόψεως, εἶναι ἡ ἐν συνόδοις πρωτοκαθεδρία (πρεσβεῖα τιμῆς) μεταξύ τῶν πέντε ὀρθοδόξων πατριαρχῶν καί ἡ συνεπείᾳ αὐτῆς μνημόνευσις τοῦ πρώτου μεταξύ τῶν λοιπῶν πατριαρχῶν στά Δίπτυχα. Αὐτό βεβαιώνεται ἀπό τό γράμμα καί τό πνεῦμα τοῦ 28ου κανόνος τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου» [(«τά ἴσα πρεσβεῖα ἀπένειμαν [οἱ Πατέρες] τῷ τῆς Νέας Ρώμης ἁγιωτάτῳ θρόνῳ»). Ἐπίσης, τά πρεσβεῖα τιμῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔχουν κατοχυρωθῆ καί ἀπό τόν 3ο Κανόνα τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου («Τόν μέν τοι Κωνσταντινουπόλεως Ἐπίσκοπον ἔχειν τά πρεσβεῖα τῆς τιμῆς μετά τόν τῆς Ρώμης Ἐπίσκοπον, διά τό εἶναι αὐτήν Νέαν Ρώμην») καί τόν 36ο Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῆς λεγομένης Πενθέκτης («Ἀνανεούμενοι τά παρά τῶν ἑκατόν πεντήκοντα ἁγίων Πατέρων, τῶν ἐν τῇ θεοφυλάκτῳ ταύτῃ καί βασιλίδι πόλει συνελθόντων, καί τῶν ἑξακοσίων τριάκοντα, τῶν ἐν Χαλκηδόνι συναθροισθέντων νομοθετηθέντα, ὁρίζομεν, ὥστε τόν Κωνσταντινουπόλεως θρόνον τῶν ἴσων ἀπολαύειν πρεσβείων τοῦ τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης θρόνου, καί ἐν τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς, ὡς ἐκεῖνον, μεγαλύνεσθαι πράγμασι»)].

Θά λέγαμε λοιπόν, ὅτι «Τό Πρωτεῖο ἐξουσίας ἄνευ ἴσων» ἀποτελεῖ:

• Αὐθαίρετη Πρωτοκαθεδρία,

• Ἰσοπεδωτική Κυριαρχία,

• Ἐκκοσμικευμένη Διακονία,

• Ἐχθρό τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος καί εἰρήνης,

• Προκλητική καταπάτηση καί στέρηση τῆς ἐλευθερίας κλήρου καί λαοῦ,

• Ἀπίστευτη ὑπερηφανεία καί ἀλαζονεία, πού προσβάλλει Θεό καί ἀνθρώπους.

Ἡ πρώτη ἔμπρακτη ἐφαρμογή τοῦ «Πρωτείουἐξουσίας ἄνευ ἴσων» μετά τήν «Σύνοδο» στήν Κρήτη ὑπῆρξε ἡ παραχώρηση Αὐτοκεφαλίας στήν Οὐκρανική Ἐκκλησία. Μέ τήν ἀναφορά μας αὐτή, ὅπως εἶχε πεῖ ὁ κ. Λάμπρος Σκόντζος «δέν ἔχουμε καμμία πρόθεση νά συνταχθοῦμε μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, ἡ ὁποία δυστυχῶς βαρύνεται μέ τήν νοοτροπία τοῦ πανσλαβισμοῦ, τοῦ συνδρόμου τῆς ‘‘Τρίτης Ρώμης’’ καί τήν τάση της στόν οἰκουμενιστικό συγκρητισμό».

Λόγῳ τῆς ἀπουσίας τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν δορυφόρων της ἀπ’ τήν «Σύνοδο» τοῦ Κολυμπαρίου Κρήτης (2016), ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης τήν «τιμωρεῖ» ἐπιβάλλοντας, μέ ἱστορικο-κανονικές ἀλχημεῖες, τήν Αὐτοκεφαλία τῆς Οὐκρανίας, χωρίζοντας τήν τοπική Ἐκκλησία σέ δύο ἐπιμέρους Ἐκκλησίες!

Δυστυχῶς, ἀπ’ τήν ἐποχή τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου οἱ δυτικές δυνάμεις ὑπό τήν κηδεμονία τῶν Η.Π.Α καί τοῦ ΝΑΤΟ παρεῖχαν τήν θερμή ὑποστήριξή τους στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο στηρίζοντας τήν πάγια ἀξίωσή του γιά τήν ἐγκαθίδρυση τοῦ «πρωτείου ἐξουσίας του» σέ ὁλόκληρη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἐπεδίωκαν - καί ἐπιδιώκουν καί σήμερα – τήν ἐξουδετέρωση τοῦ ρωσικοῦ παράγοντα ἐπιρροῆς στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή καί ὄχι μόνο.

Ἀπευχόμαστε τέτοιες ἐξουσιαστικές κινήσεις ἐπιβολῆς Αὐτοκεφαλιῶν στήν στενότερη περιοχή τῶν Βαλκανίων, χωρίς τήν συνοδική συναίνεση ὄχι μόνο τῶν τοπικῶν, ἀλλά καί ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Ἀπ’ ὅσα ἕως τώρα ἀκούστηκαν στή σημερινή ἡμερίδα, προκύπτει ἀβίαστα τό συμπέρασμα ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι:

1. Στέρηση τῆς ἀκτίστου Θείας Χάριτος.

2. Ἀποπνιγμός τῆς Ἀληθείας.

3. Καθαιρέτης τῶν Ὅρων καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

4. Ἀποδομητής τῆς Ἁγιοπατερικῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως (Consensus Patrum – συμφωνία Πατέρων).

5. Λερναία Ὕδρα πού γεννᾶ συνεχῶς νέες κεφαλές πλάνης.

6. Νέα πνευματική πανδημία πού κατατρώγει ἐκ τῶν ἔσω τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

7. Ἀμφισβήτηση τῆς μοναδικότητος καί ἀποκλειστικότητος τοῦ Χριστοῦ ὡς Σωτῆρος τοῦ κόσμου.

8. Ἰσοπέδωση καί ἀναίρεση τοῦ Παναγίου Προσώπου τοῦ Χριστοῦ μας, συμφυρόμενον μέ ὅλες τίς «κατασκευασμένες θεότητες» τοῦ κόσμου τῆς πτώσεως.

9. Ἡ εἴσοδος τῆς ἀνθρωπότητος στήν παραφροσύνη τῆς «Νέας Τάξεως» καί τῆς «Νέας Ἐποχῆς».

10. Ὁ Οἰκουμενισμός δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά «μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν...εἶναι ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ».

Ἄς γνωρίζουν καλά οἱ Οἰκουμενιστές ὅτι «Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἰδιότητα τοῦ ἑνός σώματος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀπολύτως καί ἀμετακλήτως διασφαλισμένη ἀπό τήν Κεφαλή της, τόν Χριστό, διά τῆς συνεχοῦς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ’ αὐτήν ἤδη ἀπό τήν Πεντηκοστή». Μή λοιπόν αἰσιοδοξοῦν καί ἐλπίζουν ὅτι θά διασπάσουν τήν «ἑνότητα» τῆς Ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ματαιοπονοῦν.

Θά κλείσουμε μέ τά λόγια καί τήν ἀποφασιστική διακήρυξη τοῦ μακαριστοῦ παπα-Γιώργη, τήν μνήμη καί τούς ἀγῶνες τοῦ ὁποίου τιμοῦμε ἀπόψε: «Ἐμεῖς μένουμε πάντοτε πιστοί στήν Ἐκκλησία. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτήν τήν οἰκουμενιστική κατηφορική πορεία θέτουν οὐσιαστικῶς ἑαυτούς ἐκτός Ἐκκλησίας».



*** Καθώς ὁλοκληρώθηκε ἤδη ὁ χρόνος τῆς εἰσηγήσεώς μας, θά παραλείψουμε τήν ἀνάγνωση τοῦ τελευταίου (τέταρτου) Κεφαλαίου «Ἡ κατάλυσις τῆς Συνοδικότητος ἐν μιᾷ νυκτί», τό ὁποῖο θά συμπεριληφθεῖ στά πρακτικά τῆς ἀποψινῆς ἡμερίδος.



4ον.

Ἡ κατάλυσις τῆς Συνοδικότητος ἐν μιᾷ νυκτί



Σ’ αὐτό τό σημεῖο τῆς εἰσηγήσεως νιώθουμε τήν ὑποχρέωση νά καταδείξουμε τόν ἀντιφατικό καί ἀντικανονικό τρόπο μέ τόν ὁποῖο σκέπτεται, ἀποφασίζει καί ἐνεργεῖ τά τελευταῖα χρόνια ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Στό παρελθόν, ἀπό τήν ἀρχή ἀκόμα τῆς λεγόμενης Οἰκουμενικῆς Κίνησης, ἡ διοίκηση τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξε πάντοτε προσεκτική στήν ἀνοχή πού ὁδηγεῖ στή συνενοχή, φειδωλή στά ἀνοίγματα πρός τούς ἑτεροδόξους καί ἐπικριτική στίς παρεκτροπές τοῦ Φαναρίου.

Ἡ παραδοσιακή αὐτή στάση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἄρχισε σταδιακά νά μεταβάλεται καί νά διολισθαίνει σέ οἰκουμενιστικές πρακτικές μέ ἀποκορύφωμα τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, τόν Ἰούνιο τοῦ 2016.

Σ’ αὐτή συνέβησαν «σημεῖα καί τέρατα»! Ἀνετράπη πλήρως τόσο ἡ οὐσία ὅσο καί τό συνολικό πνεῦμα τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἱεραρχίας τόν Μάιο τοῦ 2016. Καί αὐτό γιατί ἡ ὅλη ὑπόθεση πού ἀπασχόλησε κυρίως τήν Ἱεραρχία ἦταν τό ἄν θεωροῦνται ἤ ὄχι Ἐκκλησίες οἱ ἑτερόδοξοι. Στήν πολύωρη καί γεμάτη ἀντεγκλήσεις συζήτηση πού πραγματοποιήθηκε ἀποφασίστηκε νά γίνει ἡ πρόταση «νά ἀντικατασταθοῦν ὅλες οἱ φράσεις πού χαρακτηρίζουν ὡς “Ἐκκλησίες” τούς ἑτεροδόξους καί ἀναφέρονται στίς σχέσεις μέ τούς ρωμαιοκαθολικούς καί τούς προτεστάντες». Ἔτσι, σύμφωνα μέ τήν ἀπόφαση – πρόταση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στά πρός ἐπικύρωση κείμενα τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἡ ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶχε λάβει σαφῆ ἐντολή: «ὅπου ὑπάρχει ἡ λέξη “Ἐκκλησία” καί ἀναφέρεται στούς ρωμαιοκαθολικούς καί στούς προτεστάντες, θά πρέπει νά ἀντικατασταθεῖ μέ τούς ὅρους “ὁμολογία” ἤ “χριστιανική κοινότητα”». Τήν πρόταση αὐτή μάλιστα ἡ Ἱεραρχία ἀποφάσισε νά τήν ὑποστηρίξει σθεναρά καί χωρίς ὑποχωρήσεις. «Ἄς μείνουμε μόνοι. Μοναδικοί κήρυκες τῆς Ὀρθοδοξίας. Γνήσιοι ἐκφραστές», διεκήρυσσε ὁ Μητροπολίτης Ἠλείας, κύριος εἰσηγητής τοῦ θέματος στήν Ἱεραρχία, δίνοντας τό στίγμα αὐτῆς τῆς ἀπόφασης. Ὁ στόχος, λοιπόν, καί ἡ δέσμευση πού ἔθεσε ἡ Ἱεραρχία μέ τήν ἀπόφασή της στόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τούς Ἀρχιερεῖς, πού συναποτελοῦσαν τήν ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πού τόν συνόδευε, ἦταν σαφής: νά μήν γίνεται ἀναφορά τοῦ ὅρου «Ἐκκλησία» σέ σχέση μέ τούς ἑτεροδόξους.

Ἀπό κεῖ καί πέρα Κύριος οἶδε τί ἀκολούθησε. Τό σίγουρο εἶναι ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πού ἐλήφθη στίς 25 Μαΐου 2016 ἄλλαξε σκανδαλωδῶς ἐν μιᾷ νυκτί. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καί οἱ Ἀρχιερεῖς πού μετεῖχαν στήν ἀντιπροσωπεία, πλήν τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, προχώρησαν σέ μία ὠμή παραβίαση τῆς ἐντολῆς πού εἶχαν λάβει. Ἀποφάσισαν νά κατατεθεῖ μία νέα πρόταση, ἤτοι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορικήν ὀνοµασίαν ἄλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁµολογιῶν». Λειτούργησαν δηλαδή μέ ἀπόλυτα ἀντισυνοδικό τρόπο, ὑπερβαίνοντας τήν ἐξουσιοδότηση πού εἶχαν λάβει ἀπό τό ἀνώτατο ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ἡ Ἱεραρχία.

Ἀδιαφάνεια, μεθοδεύσεις, ἐκδουλεύσεις, ἀπειλές, ἐκτροπές, πονηρίες, ψεύδη.

Αὐτές εἶναι οἱ βάσεις πάνω στίς ὁποῖες στηρίχτηκε ὁ ἐν λόγω διάλογος. Αὐτές εἶναι οἱ ἀρχές πάνω στίς ὁποῖες οἰκοδομήθηκαν οἱ ἀγαπητικές σχέσεις. Ὅλα ἐπιτρέπονται κι ὅλα καταλύονται στό ὄνομα τῆς ἀγάπης! «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν» τοῖς παροῦσι νά μή μείνει τίποτε ὀρθό ἤ ὄρθιο! Οἱ παρόντες, λοιπόν, στήν σύνοδο ἔκριναν σωστό νά μετέλθουν ὅλων τῶν νεοεποχίτικων ὅπλων πού διαθέτει τό ὁπλοστάσιο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Προκειμένου δέ νά πραγματοποιήσουν τό σχέδιό τους γιά μιά ἑνότητα στό ὄνομα τῆς ἀγάπης, ὄχι ὅμως καί στό ὄνομα τῆς Ἀληθείας, ἀλλά τοῦ ψεύδους, ἔφτασαν στό σημεῖο νά ἀποδειχθοῦν «ἀχθοφόροι» τοῦ λειτουργήματος καί ἀξιώματός τους, ὅπως εὔστοχα ἔλεγε ὁ παπα-Γιώργης ὁ Μεταλληνός γιά ὅσους προτιμοῦσαν νά προδώσουν τήν Ἀλήθεια τῆς Πίστεως ἐν ὀνόματι μιᾶς ἀθεόφοβης φιλαδελφίας. Ἐξ ἄλλου συχνά μᾶς θύμιζε ἀπό τόν ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό ὅτι:

Ἀλήθεια + ψεῦδος = ψεῦδος!

Ἐκτός αὐτοῦ, παραβίασαν κάθε δεοντολογία, διέσυραν κάθε ἀρχή δημοκρατικῆς ἐκπροσώπησης καί κατέλυσαν ἐν τέλει τόν ἱερό θεσμό τῆς Συνοδικότητας. ΑΝΕΡΥΘΡΙΑΣΤΑ. Δέν ντράπηκαν, δέν φοβήθηκαν, δέν δίστασαν νά ἀνατρέψουν αὐθαίρετα καί προκλητικά ἀτιμώρητα τόν Κανονισμό Λειτουργίας τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Καί δυστυχῶς στό ἴδιο πραξικόπημα καταστρατήγησης τῆς Ἀληθείας συμμετεῖχαν διά τῶν προκαθημένων τους καί οἱ ὑπόλοιπες τοπικές ἐκκλησίες πού ἔλαβαν μέρος στήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης.

Καί διερωτώμεθα: μέ τί πρόσωπο, μέ ποιά συνείδηση, μέ ποιό ἀνδρῶο φρόνημα, μέ ποιό πνευματικό ἔρεισμα, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.) τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος -καί ὄχι ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας (Ι.Σ.Ι.)-, σέ πρόσφατη συνεδρίασή της παρέπεμψε στό Πρωτοβάθμιο διά Ἀρχιερεῖς Συνοδικό Δικαστήριο τούς Μητροπολίτες Κυθήρων κ. Σεραφείμ καί Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας κ. Κοσμᾶ, διότι οἱ ἐν λόγω Ἀρχιερεῖς ἐξεδήλωσαν ἀπειθαρχίακαί ἔλλειψη σεβασμοῦ πρός τήν ὁμόφωνη ἀπόφαση τοῦ συλλογικοῦ ὀργάνου διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀναφορικά μέ τά ὑγειονομικά μέτρα, πού εἶχαν ἀποφασιστεῖ κατά τήν περίοδο τοῦ Πάσχα.

Ἡ Ἐπιτροπή μάλιστα εἰσηγήθηκε, μεταξύ ἄλλων, τήν παραπομπή τους γιά:

Καταφρόνηση τῆς προϊσταμένης ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς,

Ἀπειθαρχία

Θεολογική πλάνη

Ἠθική αὐτουργία γιά ἀπειθαρχία τῶν πιστῶν σέ σχέση πρός τίς ὑποδείξεις τῆς Πολιτείας καί τῆς Ἐκκλησίας σέ θέματα ὑγείας.

Καί ρωτᾶμε εὐθέως: ποιοί ἐγκαλοῦν, κρίνουν καί καταδικάζουν ποιούς;

Οἱ ἐκκλησιαστικοί ἐνάγοντες καί ἀνακριτές οἱ ὁποῖοι παραβίασαν, διέσυραν, νόθευσαν, ἀτίμωσαν καί κατέλυσαν κάθε ἔννοια ἰσηγορίας, ἐλευθερίας, δημοκρατίας, ἔννομης ἐκκλησιαστικῆς τάξης καί ὀρθοδοξίας;

Αὐτοί δέν εἶναι πού ἀσέλγησαν ἀπροκάλυπτα εἰς βάρος τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἱεραρχίας τους, τήν ὁποία εἶχαν προσυπογράψει οἱ ἴδιοι λίγες μέρες πρίν καί μάλιστα γιά ἕνα μεῖζον δογματικό θέμα, ὅπως εἶναι ἡ ἀπόδοση ἐκκλησιαστικότητας στίς αἱρέσεις;

Οἱ ἴδιοι δέν εἶναι πού τό βράδυ τῆς Παρασκευῆς ἀποφάσιζαν ὁμοφώνως ὄχι, ἐνῶ τό πρωί τοῦ Σαββάτου ἔλεγαν ναί;

Ναί, αὐτοί εἶναι οἱ ἴδιοι, πού σάν προσκυνημένοι καί βιαστικοί ὑπηρετοῦν τά ἀντίχριστα σχέδια τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς παναίρεσης τοῦ τέρατος πού ἀκούει στό ὄνομα Οἰκουμενισμός.

Ναί, Αὐτοί εἶναι!!! Αὐτούς ποιός θά τούς δικάσει;